Παρασκευή 19 Μαΐου 2023

Μάη στους δρόμους των κοπαδιών

 


 

Μάη στους δρόμους των κοπαδιών

Ανοιξιάτικα ποιμενικά ανταμώματα στα ελατοσκέπαστα αλπικά λιβάδια

Της Ελένης Ψυχογιού

Λαογράφου, Ερευνήτριας

του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής

Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών

 

Τώρα 'ναι Μάης κι άνοιξη,

τώρα είναι καλοκαίρι,

τώρα φουντώνουν τα κλαδιά

κι ανθίζουν τα λουλούδια,

τώρα κι ο ξένος βούλεται

στον τόπο του να πάει [...]

ΕΝΑ ΑΚΟΜΑ θέαμα που χάνεται μπροστά στα μάτια μας, έγραφε ο Fernand Braudel το 1949, « [...] είναι οι μετακινήσεις των ποιμένων, μια πραγματικότητα που διήρκεσε πολλούς αιώνες, συνδέοντας το βουνό με την πεδιάδα και τις πεδινές πόλεις, δημιουργώντας συγκρούσεις και πλούτη [...]. Ωστόσο, η αναπαράσταση είναι εφικτή: οι δρόμοι των μετακινήσεων των ποιμένων σημειώνονται πάντα στα τοπία σαν αληθινά ανεξίτηλες γραμμές ή τουλάχιστον σβήνονται δύσκολα, σαν πληγές που σημαδεύουν το δέρμα των ανθρώπων για μια ολόκληρη ζωή [...]».

Γράφοντας αυτά ο Γάλλος ιστορικός, είχε υπόψη του κυρίως την πραγματικότητα της νοτιοδυτικής Ευρώπης. Στον τόπο μας τα ίχνη των κοπαδιών είναι ακόμα νωπά ή και εξακολουθούν να χαράσσονται με σύγχρονους τρόπους πάνω στα αιώνια χνάρια.

«Όπως πάνε τα νερά»

Οικολογικοί, ιστορικοί και οικονομικοί καταναγκασμοί συνέβαλαν διαχρονικά στο πέρασμα κοπαδιών και νομαδικών ποιμενικών πληθυσμών σε όλη την έκταση της βαλκανικής χερσονήσου. Τα βουνά που τη σκελετώνουν, κυρίως ο όγκος της Πίνδου με τις προεκτάσεις του στη Στερεά και όσα ανορθώνονται νότια του Κορινθιακού αποκομμένα με το θαλάσσιο ρήγμα, καθώς και αυτά της Μακεδονίας και της Θράκης, φιλοξένησαν εκατομμύρια κοπάδια στα λιβάδια τους. Αιώνια χιόνια, υπόγειες υδάτινες φλέβες και υπέργειες πηγές, ποτάμια, λαγκάδια και χείμαρροι δίνουν βλάστηση, ζωή και ήχους στα ορεινά αυτά συγκροτήματα, σκαλίζοντας ταυτόχρονα με τις ροές τους φυσικά μονοπάτια και δρόμους πρόσβασης. Οι πεδιάδες, προς όλες τις κατευθύνσεις, αγνοώντας τα κρατικά σύνορα, είναι η φυσική απόληξη των ροών και των βουνήσιων δρόμων, των οποίων αποτελούν κατά μεγάλο μέρος και δημιούργημα λόγω των προσχώσεων. Κατά τους χειμωνιάτικους μήνες οι λοφώδεις παρυφές αυτών των κάμπων γίνονται υποδοχείς των κοπαδιών και των ποιμένων που ξεχύνονται από τα βουνά προς τα χειμαδιά πηγαίνοντας «όπως πάνε τα νερά» των βουνών στα οποία ξεκαλοκαιριάζουν.

Η κατακόρυφη μετακίνηση των κοπαδιών τον χειμώνα προς τους κάμπους και το καλοκαίρι προς τα βουνά και τ' ανάπαλιν, σ' ένα αέναο «τραμπάλισμα», αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό σε όλο το μεσογειακό χώρο και έχει να κάνει με την επιβίωση του κοπαδιού. Οι πλάνητες κτηνοτρόφοι αντιμετωπίζουν  τη  χειμερινή  περίοδο στους κάμπους σαν ένα αναγκαστικό, περιοδικό διάλειμμα του ποιμενικού βίου τους, ένα είδος ξενιτεμού από τα βουνά -τα όποια βουνά. Τον Μάη λοιπόν, αποχαιρετώντας τα χειμαδιά, στο μεταίχμιο των δύο εποχών και των δύο κόσμων, αφού θυσιάσουν τον «αγιωργίτη» αμνό στον «δικό τους» καβαλάρη Άγιο, παίρνουν τον δρόμο του «γυρισμού» στα αλπικά ορεινά λιβάδια.

Η εποχική μετακίνηση σ' όλη τη Βαλκανική νομάδων κτηνοτρόφων με τα κοπάδια τους στα βουνά και αντίστροφα στους κάμπους από συγκεκριμένες διαδρομές δυο φορές τον χρόνο, με ορόσημο τις γιορτές του Αϊ-Δημήτρη και του Αϊ-Γιώργη, για τον χειμώνα και το καλοκαίρι αντίστοιχα, γίνονταν τον λήξαντα αιώνα -κατά τόπους, μέχρι περίπου και τη δεκαετία του '80- για αρκετούς με πολυήμερες κοπιώδεις πεζοπορίες, για άλλους με φορτηγά αυτοκίνητα ή και με το τρένο. Κάθε Μάη τα κοπάδια πλημμύριζαν τις διαδρομές που έσκαψαν τα ποτάμια, οι νεροσυρμές και τα ρέματα, ακολουθώντας αντίθετα τη ροή τους, καθώς σκαρφάλωναν στα κατά κορυφήν ορεινά της χερσονήσου. Τόσο οι θερινές όσο και οι χειμερινές πορείες γινόντουσαν ασφαλείς αλλά και αποδοτικές με στρατηγικές στήριξης σε δίκτυο από χάνια, τελετουργικούς συγγενείς ή φίλους, αλλά και σε επαγγελματικές πελατειακές σχέσεις (με χασάπηδες, μπακάληδες κ.λπ.) σε κομβικά, αστικά ή μη, σημεία της διαδρομής, χωρίς ωστόσο αυτό να αποκλείει τα προβλήματα, τις δυσκολίες και τις κατά τόπους συγκρούσεις.


 

Τα βουνό ενώνουν

Αν οι κάμποι χωρίζουν, τα βουνά ενώνουν. Το καλοκαιρινό αντάμωμα αναδεικνύει και τη σημασία των ορεινών περιοχών ως τόπων συνάντησης και επικοινωνίας ανθρώπων διαφορετικής σύνθεσης ή και προέλευσης, μέσα από μια επαναλαμβανόμενη, συνεχή κινητικότητα. Οι ποιμενικοί μετακινούμενοι πληθυσμοί είναι φορείς και διάμεσοι για τη διάδοση και όσμωση πολιτισμικών -όσο και την ανταλλαγή υλικών-αγαθών, συχνά μέσα από συγκρουσιακές διαδικασίες τόσο στο εσωτερικό της ομάδας όσο και με τους γείτονες χωρικούς και άλλους πληθυσμούς. Στα πανέμορφα ελατοσκεπή και υδατοβριθή αλπικά λιβάδια των κατά τόπους βουνών, αντάμωναν κάθε καλοκαίρι όλοι οι κτηνοτρόφοι, επιστρέφοντας από τα σκόρπια χειμαδιά, βγαίνοντας κατά κάποιο τρόπο από ένα είδος δραστήριας «χειμερίας νάρκης».

Στους βουνήσιους βοσκότοπους, οι παλιοί σκηνίτες «βλάχοι» ποιμένες, με μια μνήμη κοινής προέλευσης, από την Πίνδο οι περισσότεροι -που τους προσδίδει συλλογικά την ιδιότητα του «φερτού»-, τον πλάνητα βίο και το κοπάδι ως κοινά συνεκτικά στοιχεία, επαναβεβαίωναν τη συλλογική τους ταυτότητα ως ιδιαίτερη πολιτισμική ομάδα. Επανασυνέδεαν κάθε καλοκαίρι τις συγγενικές, κοινωνικές και επαγγελματικές σχέσεις τους με την αλληλοβοήθεια και τη συνεργασία στα λιβάδια. τον συμποσιασμό στις γαμήλιες τελετουργίες, τα κοινά γλέντια και τις συναντήσεις στα κονάκια και στα εμποροπανήγυρα των ορεινών χωριών, ανανέωναν την ομάδα με τη σύναψη γάμων, κυρίως μέσω ενδογαμίας.

Στον καιρό μας η έγγεια ιδιοκτησία έγινε μεταξύ άλλων αιτία να μετασχηματισθούν συν τω χρόνω οι νομάδες ποιμένες σε μεταβατικούς ημινομάδες και εδραίους κτηνοτρόφους ή και γεωργούς, ενώ οι νεότερες γενιές ασχολούνται κυρίως με άλλα επαγγέλματα, επιτόπου ή στα μικρά και μεγάλα αστικά κέντρα. Τα θερινά βοσκοτόπια, ωστόσο, αποτελούν πάντα στο φαντασιακό των ηλικιωμένων κυρίως κτηνοτρόφων ένα είδος «γης της επαγγελίας» και ενός ωραιοποιημένου τρόπου ζωής, που μόνιμα νοσταλγούν. Ιδιαίτερα οι άνδρες (αφού οι γυναίκες βίωναν -λόγω της κοινωνικής και οικογενειακής οργάνωσης, της πολυτεκνίας και της σκληρής δουλειάς- πιο βαριά τις τραχιές συνθήκες της ποιμενικής ζωής), που βιώνουν σήμερα το τέλος της μεταβατικής κτηνοτροφίας στις εδραίες εγκαταστάσεις. Περήφανοι, ευσταλείς οι σημερινοί «γέροντες», ενίοτε μοναχικοί, αποδυναμωμένοι, αποστερημένοι της εξουσίας και της ασφάλειας -καμιά φορά και της φροντίδας- που παρείχε κάποτε στους ηλικιωμένους το κοπάδι όσο και το πλήθος και η οργάνωση της διευρυμένης οικογένειας, αιωρούμενοι, με την ψυχή στα βουνά και το κορμί στον κάμπο, νιώθουν τελματωμένοι σαν τα νερά που βαλτώνουν στα πεδινά.

Οι όποιες διάσπαρτες εγκαταστάσεις στους τόπους των πρώην χειμαδιών ιχνογραφούν σήμερα κατά κάποιο τρόπο στο τοπίο τον παλιό νομαδισμό. Ελάχιστοι εξακολουθούν να ανεβάζουν τα κοπάδια στο βουνό με φορτηγά αυτοκίνητα, ακολουθώντας τα αρχαία χνάρια, ενώ τα νερά συνεχίζουν, προς το παρόν, την αιώνια πορεία τους.

Πηγή:

ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ-Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΉ  

ΤΟΜΟΣ ΜΗ'  -    ΟΙ 12 ΜΗΝΕΣ – ΑΝΟΙΞΗ – ΜΑΙΟΣ

 

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου