Η αιματηρή δράση του Ν. Μαγιάση και η εκδίκηση των Ανωγειανών
Ο ζωγράφος που έγινε διερμηνέας και βασανιστής
Στα χρόνια της Κατοχής, το φαινόμενο του δωσιλογισμού, δηλαδή της συνεργασίας μερίδας Ελλήνων με τους Γερμανούς κατακτητές, εμφανίστηκε σε διάφορες τις περιοχές της χώρας.
Στην Κρήτη, η παρουσία δωσίλογων υπήρξε περιορισμένη και πήρε διαστάσεις με τους λεγόμενους “Σουμπερίτες“. Επρόκειτο για Κρητικούς που συνεργάστηκαν με τον Ναζί λοχία και εγκληματία, Φριτς Σούμπερτ και έκαναν επιδρομές στα χωριά του νησιού και βασάνιζαν ή δολοφονούσαν Έλληνες κάθε ηλικίας.
Όσον αφορά τις μεμονωμένες περιπτώσεις προδοτών, ξεχωρίζει η περίπτωση του Νικόλαου Μαγιάση, ο οποίος έδρασε κυρίως στην περιοχή της Μεσαράς Ηρακλείου.
Σύμφωνα με ιστορικούς ερευνητές, υπήρξε ο χειρότερος δωσίλογος του νησιού, καθώς ευθυνόταν για τουλάχιστον 300 βασανισμούς και εκτελέσεις συμπατριωτών του. Μάλιστα ο Μαγιάσης κάθε άλλο παρά γερμανόφιλος ήταν στην αρχή της Κατοχής. Ανέπτυξε αντιστασιακή δράση και αυτό που τον ώθησε να συνεργαστεί με τον εχθρό ήταν η αποφυγή της εξορίας. Έτσι, όταν οι Γερμανοί τον πλησίασαν και του πρότειναν να συνεργαστεί μαζί τους, επειδή γνώριζε τη γερμανική γλώσσα, ο Μαγιάσης δέχθηκε. Έκτοτε μεταστράφηκε σε εγκληματία. Απο αντάρτης έγινε συνεργάτης των κατακτητών.
Ο Νικόλαος Μαγιάσης γεννήθηκε το 1914 στις Βρυξέλλες. Προερχόταν από εύπορη οικογένεια που μετανάστευσε στην Αθήνα και ήταν ζωγράφος. Ο πατέρας του, Βασίλης Μαγιάσης, ήταν επίσης ζωγράφος, ακαδημαϊκός, συνιδρυτής του Ελληνογαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών και πρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Καλλιτεχνών. Η μητέρα του Μαγιάση ήταν κατά πάσα πιθανότητα Γαλλίδα και ένας αδερφός του ήταν ιπτάμενος της Πολεμικής Αεροπορίας που υπηρέτησε στη Μέση Ανατολή.
Η ποινή που επιβλήθηκε στον Μαγιάση για την αντιστασιακή του δράση ήταν τετράμηνη φυλάκιση και διετής εξορία. Για να αποφύγει τον εκτοπισμό αποδέχθηκε την πρόταση να προσληφθεί σε γερμανική υπηρεσία ως διερμηνέας, δεδομένου ότι γνώριζε πολύ καλά τα γερμανικά. Οι ιστορικοί εκτιμούν ότι ο Νικόλαος Μαγιάσης υπήρξε υπεύθυνος για τουλάχιστον 300 βασανισμούς και εκτελέσεις συμπατριωτών του.
Ο Μαγιάσης έδρασε αρχικά στην Αθήνα. Συνέχισε να συνεργάζεται με τους Γερμανούς, παρά τις εκκλήσεις του πατέρα του να σταματήσει. Εστάλη στα Χανιά και αργότερα στις Μοίρες Ηρακλείου, όπου υπηρέτησε ως διερμηνέας της Γκεστάπο. Τελικά εξελίχθηκε σε βασανιστή, ο οποίος, σύμφωνα με τον δημοσιογράφο και συγγραφέα, Νίκο Ψιλάκη, “δημιούργησε ένα πολύ κακό προηγούμενο στην Κρήτη“. Εφάρμοσε τις πιο φρικτές μεθόδους, για να αποσπάσει πληροφορίες από τους κρατούμενους και από πολλούς ζητούσε ανταλλάγματα, για να τους χαρίσει τη ζωή. “Στην αρχή πήγε ως διερμηνέας στις Μοίρες, αλλά δεν αρκέστηκε σε αυτό και έγινε βασανιστής. Είναι πραγματικά απορίας άξιο, χρειάζεται η επιστημονική εξήγηση για το πώς ένα ευγενικό παιδί, ζωγράφος από μία αστική οικογένεια μπόρεσε να γίνει ένας από τους σκληρότερους βασανιστές της περιόδου“, προσέθεσε στη “ΜτΧ” ο Αντώνης Σανουδάκης, συγγραφέας και καθηγητής ιστορίας στην Πατριαρχική Ανωτάτη Εκκλησιαστική Ακαδημία Κρήτης (ΠΑΕΑΚ).
Ο φρικτός θάνατος του 19χρονου Σταύρου Ανδρεαδάκη
Τον Αύγουστο του 1944, ο 19χρονος Σταύρος Ανδρεαδάκης από το χωριό Σοκαράς του Ηρακλείου, μετέφερε ένα όπλο στους αντάρτες. Τον κατέδωσαν στους Γερμανούς, συνελήφθη και οδηγήθηκε στο Φρουραρχείο των Μοιρών. Ανάμεσα στους βασανιστές του ήταν και ο Μαγιάσης. Όπως είπαν στη “ΜτΧ” ιστορικοί και ερευνητές της περιόδου της Κατοχής, το τέλος του Ανδρεαδάκη ήρθε με τον πιο φρικτό τρόπο. Τον έδεσαν σε ένα στύλο, του έβγαλαν τα νύχια και τα δόντια και του έκοψαν τα πέλματα στα πόδια. Λίγο πριν ξεψυχήσει, πέρασαν από πάνω του ένα τεθωρακισμένο, για να τον συνθλίψουν και να εξαφανίσουν και το τελευταίο ίχνος του. Ο 19χρονος Σταύρος Ανδρεαδάκης υπήρξε ένα από τα εκατοντάδες θύματα του αρχιδωσίλογου και βασανιστή, Νικόλαου Μαγιάση.
Την ίδια στιγμή, ο πατέρας του Ανδρεαδάκη, Σταμάτης αναζητούσε απεγνωσμένα τον γιο του. Περισυνέλλεξε τα υπολείμματα από το σώμα του δολοφονημένου παιδιού του και θρήνησε για την άδικη απώλειά του, σύμφωνα με τον κ. Ψιλάκη: “Κάποια στιγμή, προχωρώντας ο πατέρας προς το χωριό Βρέλη, δίπλα σε κάτι ελιές και χωράφια είδε δύο παπούτσια, δύο στιβάνια, όπως λέγονταν στην Κρήτη. Αναφώνησε “Α! Αυτά είναι του παιδιού μου”. Έτρεξε να τα πάρει, να δει τι συνέβη και ήταν εκεί και τι είδε μέσα; Τα πόδια. Ήταν αποκομμένα από το υπόλοιπο κορμί. Ο πατέρας ξέσπασε, αλλά τα παπούτσια αυτά δεν πετάχτηκαν. Ήταν τόση η στέρηση και οι ανάγκες του κόσμου που τα πήρε κάποιος συγγενής, τα μπάλωσε και τα φόρεσε. Ο Ανδρεαδάκης δεν άνοιξε το στόμα του. Δεν μίλησε, δεν πρόδωσε, δεν κατονόμασε κανέναν συνεργάτη του. Κι όσο δεν μιλούσε, τόσο αγρίευαν οι βασανιστές του. Είχα την τύχη να μιλήσω πριν από κάμποσα χρόνια με τον αδερφό του Ανδρεαδάκη. Μιλούσε και έκλαιγε. Ήταν τόσο έντονα χαραγμένα στη μνήμη του όλα αυτά τα γεγονότα“. “Στην εκταφή που έγινε, όταν ήρθαν στον Σοκαρά τα οστά του, ήταν μόνο η κάτω γνάθος ολόκληρη, όλα τα υπόλοιπα κόκαλα ήταν τρίμματα“, είπε στη “ΜτΧ” ο Στέφανος Ανδρεαδάκης, ανιψιός του Σταύρου Ανδρεαδάκη.
Το Μάρτιο του 1946, ο Μαγιάσης παραπέμφθηκε στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσίλογων του Ηρακλείου για τη δολοφονία του Ανδρεαδάκη. Κηρύχθηκε, όμως, “αθώος λόγω αμφιβολιών”, επειδή δεν έγινε αναγνώριση της ταυτότητας του θύματος. “Το σκεπτικό των δικαστών ήταν ότι δεν ήταν δυνατόν να αναγνωριστεί ο νεκρός, γιατί το πρόσωπό του και το σώμα του είχαν παραμορφωθεί από τα φρικτά βασανιστήρια και το γεγονός ότι πέρασε από πάνω του το ερπυστριοφόρο. Επρόκειτο για μια απόφαση προκλητική για τη νοημοσύνη μας και κυρίως υβριστική για την μνήμη του ήρωα Σταύρου Ανδρεαδάκη“, σύμφωνα με τον διδάκτορα του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αριστομένη Συγγελάκη.
Η εκτέλεση του βοσκού Μιχάλη Βρέντζου
Ο Μαγιάσης ήταν υπεύθυνος και για τον ατιμωτικό θάνατο ενός 26χρονου βοσκού, του Μιχάλη Βρέντζου από τα Ανώγεια. Ο Μαγιάσης σκότωσε τον Βρέντζο, επειδή είχε δώσει ψωμί και νερό σε αντάρτες που είχαν βρει καταφύγιο στον Ψηλορείτη. Προτού ο Μαγιάσης πυροβολήσει τον ποιμένα στο πίσω μέρος του κεφαλιού, τον υπέβαλε σε ψυχολογικά βασανιστήρια. Αφού τον δολοφόνησε στο οροπέδιο της Νίδας, του κάρφωσε στο αριστερό στήθος έναν κάλυκα όπλου. Ο αδερφός του Μιχάλη Βρέντζου, Γιώργης, γνωστός στην τοπική κοινωνία και ως “Τηγανίτης“, έσπευσε να βρει το πτώμα του αδερφού του. “Πήρε παπά, κουνιάδο και βγήκανε και τον βρήκανε. Και τον πετρώσανε γιατί βρώμαγε“, είπε στη “ΜτΧ” ο Σωκράτης Βρέντζος, συγγενής του Μιχάλη Βρέντζου.
Η αυτοδικία που έγινε μαντινάδα
Προς το τέλος της Κατοχής, ο Νικόλαος Μαγιάσης κατάφερε να διαφύγει από το Ηράκλειο και αθόρυβα να εγκατασταθεί στην Αθήνα. Εμφανίστηκε, μάλιστα, ως δήθεν ΕΛΑΣίτης, φορώντας ανάλογη αντάρτικη στολή. Δεν έμεινε όμως για πολύ καιρό κρυπτόμενος. Ένας Κρητικός που επίσης έφτασε στην Αθήνα, τον αναγνώρισε και τον κατέδωσε. Ο Μαγιάσης συνελήφθη, πέρασε ένα διάστημα στις φυλακές Αίγινας και στη συνέχεια τον έστειλαν φρουρούμενο στην Κρήτη. Στις ανακρίσεις παρουσιάστηκε αμετανόητος και κατέδιδε τους πάντες ως συνεργάτες και πράκτορες των Ναζί. Εμφανιζόταν συχνά στα δικαστήρια δωσιλόγων, με σκοπό να καταθέσει επιβαρυντικά στοιχεία για τους υπόλοιπους συνεργάτες των κατακτητών.
Εντωμεταξύ, ο Γιώργης Βρέντζος αναζητούσε την κατάλληλη ευκαιρία, για να πάρει εκδίκηση για τον θάνατο του αδερφού του. Τη βρήκε στις 30 Οκτωβρίου 1947, όταν ο Μαγιάσης έκατσε ξανά στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Ο αδερφός του Μιχάλη Βρέντζου, Γιώργης ορκίστηκε να σκοτώσει τον Νικόλαο Μαγιάση. Το έπραξε μέσα στο δικαστήριο. Όπως ανέφερε ο δικηγόρος και μελετητής, Γιώργος Καρτσωνάκης, ο “Τηγανίτης” σκόπευε να δολοφονήσει τον αρχιδοσίλογο της Κρήτης με πιστόλι, αλλά ο ξάδερφός του και δικηγόρος, Βασίλης τον εμπόδισε. Τελικά αγόρασε ένα κοφτερό μαχαίρι, το οποίο έκρυψε στη δικαστική αίθουσα μία ημέρα πριν από τη δίκη. Την ώρα που ο Βρέντζος κατέθετε, κινήθηκε με αστραπιαία ταχύτητα και έμπηξε τρεις φορές το μαχαίρι στην κοιλιά του Μαγιάση. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και πέθανε από ακατάσχετη αιμορραγία.
Ο δικηγόρος της Πολιτικής Αγωγής, Βασίλειος Βρέντζος προειδοποίησε τους Χωροφύλακες να μην πειράξουν τον ξάδερφό του, καθώς οι Ανωγειανοί είχαν ναρκοθετήσει το Δικαστικό Μέγαρο και θα το ανατίναζαν. Ο “Τηγανίτης” παραπέμφθηκε σε δίκη στα Χανιά, αλλά αθωώθηκε χάρη σε ένα παραποιημένο έγγραφο που έφερε την υπογραφή του Ανώτατου Διοικητή των Συμμαχικών Δυνάμεων της Μεσογείου και όριζε πως όποιος συλλάμβανε τον Μαγιάση, εντελλόταν να τον εκτελέσει ως προδότη της πατρίδας. Η πράξη του Γιώργη Βρέντζου θεωρήθηκε, λοιπόν, πατριωτικό καθήκον και μνημονεύεται ακόμα στα Ανώγεια μέσα από την ακόλουθη μαντινάδα:
© Μηχανή του Χρόνου Εκτός από την έρευνα της “Μηχανής του Χρόνου” για τον δωσιλογισμό στην Κρήτη και τις αυτοδικίες, οι πληροφορίες του κειμένου βασίστηκαν και στο βιβλίο του Δημοσθένη Κούκουνα “Η Κρήτη υπό Κατοχή – Η Μάχη της Κρήτης και η Εθνική Αντίσταση. Κατοχή και δοσιλογισμός” (Εκδόσεις Ariston Books)...
Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/o-zografos-poy-egine-diermineas-kai-vasanistis-i-aimatiri-drasi-toy-n-magiasi-kai-i-ekdikisi-ton-anogeianon/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου