Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

Ζωντανά γεράματα

Γυναίκα  χωρίς ίχνος δυσφορίας, αντίθετα με χαμόγελο…



Ζωντανά γεράματα
Ο Φρανσουά Μωριάκ είπε κάποτε πώς όταν πατήσει κάνεις τα εξήντα, αρχίζει να σκέπτεται και να ενεργεί με την προοπτική του θανάτου. Προοπτική όχι και τόσο ευχάριστη, όσο κι' αν συμβαίνει να είναι πνευματικά γόνιμη. Όταν έχεις πεισθεί πώς ό θάνατος παραμονεύει, τότε καταλαβαίνεις πιο καλά πώς η κάθε μέρα σου, η κάθε ώρα σου είναι αμετάτρεπτα χαμένη αν δεν την γεμίσεις, αν δεν την ζήσεις.
Άλλα η περίπτωση είναι για τις δυνατές, για τις πλούσια προικισμένες φύσεις. Αυτές μπορεί να έχουν το τραγικό αίσθημα της ζωής κι’ από παιδιά, και να το αντιμετωπίζουν, να το εξισορροπούν αδιάκοπα με το δημιουργικό πόθο. Τώρα σκέπτομαι τους κοινούς, τους καθημερινούς ανθρώπους, πού περνούν συνήθως τα γερατειά τους μέσα σ' ένα καταθλιπτικό αίσθημα μελαγχολίας Συμβαίνει να είχαν κρατήσει ένα πόστο στη ζωή τους, μια δημόσια θέση λόγου χάρη, πού την είχαν αγκαλιάσει σαν ένα σωσσίβιο. Άσκησαν  μια εξουσία.   Κι΄ όταν ήρθε η ώρα να την εγκαταλείψουν, δεν έγιναν μόνο οι συνταξιούχοι του δημοσίου, αλλά και οι συνταξιούχοι της ζωής.
Εκεί, λοιπόν, ατό νησί μου, πέρα από το Αιγαίο, στο απόμερο χωριό πού πήγα να περάσω την άδεια μου, είδα γέρους ανάμεσα στα ογδόντα και στα ενενήντα, πού φαίνεται σα να μην άλλαξε τίποτα στη ζωή τους με τα χρόνια πού πέρασαν. Εξακολουθούν τα έργα τους με τον ίδιο τρόπο πού τα έκαναν πριν μισόν αιώνα. Ο ένας είναι καφετζής, ο άλλος μπακάλης, ο τρίτος καντηλανάφτης. Να, και μια γερόντισσα ενενήντα πέντε χρόνων, πού δεν έπαψε να πηγαίνει στο χωράφι και να επιστρέφει με το καλάθι γεμάτο καρπό. Α! πόσο χαιρόμουν αυτά τα εργατικά, τα ξένοιαστα, τα γεμάτα κέφι γερατειά! Είναι, άραγε, το νερό, ο καθαρός αέρας, η λιτή τροφή, πού τα διατηρεί τόσο   ζωντανά;   Νομίζω πώς   το μυστικό βρίσκεται άλλου. Γερνάει κανείς πιο γρήγορα, όταν πάψει να έχει απασχολήσεις. Περίεργο αλήθεια: Η τεμπελιά, η αδράνεια, το χουζούρι, πού θάλεγε κανείς ότι σ’ αυτή την ηλικία συντελούν σε μια παράταση της ζωής, συμβαίνει να είναι οι χειρότεροι εχθροί τους. Οι γερόντοι του χωρίου πού θαύμαζα, είχαν ρυθμίσει τη ζωή τους, (ενέργεια, σκέψη, τροφή κλπ), κάτω από την καθοδήγηση -ενός κρυφού ενστίκτου, σε τρόπο πού τίποτε να μη λείπει και τίποτε να μην περισσεύει. Δεν υποστηρίζω πώς ο υπέρτατος σκοπός, η ευτυχία του άνθρωπου είναι η μακροβιότητα. Υπάρχουν ζωές σύντομες άλλα τόσο συμπυκνωμένες πού μπορούν να ισοφαρίσουν με πλήθος από τις άλλες. Όμως, εκεί στο χωριό, μου φάνηκε για μια στιγμή ότι συνέλαβα το μυστικό της μακροζωίας.
ΧΑΤΖ.
Περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ
Τ. 725 σελ. 1355-1356

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου