ΜΙΑ
ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΑ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ
Οι
καμπάνες
ΤΟΥ Ν. ΑΓΓΕΛΗ
Την άνοιξη του 1867 η
Ευρώπη όλη στέκει αγανακτισμένη από τα κακουργήματα του Ομέρ Πασά, που προσπαθεί
να εξοντώσει τον πληθυσμό της Κρήτης και να κάψει όλα τα χωρία της για να πνίξει
τη μεγάλη επανάσταση. Οι στρατοί του Ομέρ τσακίζονται κυριολεκτικά μόλις αποπειραθούν
να ανηφορίσουν κατά τα βουνά, που τα κρατούν οι δικοί μας επαναστάτες. Δεύτερος
χρόνος του σηκωμού και ο τουρκικός στρατός ερεθισμένος ύστερα από κάθε μάχη τα βάζει
με τους γέρους, τα γυναικόπαιδα, κα τα άψυχα. -
Μια εικόνα της κατάστασης
πού επικρατούσε στο νησί εκείνο το χρόνο τη βρίσκομε σ' ένα δραματικό έγγραφο
της προσωρινής Κυβέρνησης των Kρητών
προς τους προξένους των Μεγάλων Δυνάμεων. Το χαρτί αυτό είναι γραμμένο στις 12 Μαΐου
του 1867 και στην αρχή περιλαμβάνει με λεπτομέρειες τις αλλεπάλληλες νίκες του
επαναστατικού στρατού. Ύστερα περιγράφει την άνανδρη εκδίκηση του Στρατάρχη της
Τουρκίας Ομέρ Πάσα κατά των αμάχων Κρητικών. Αναφέρονται ονομαστικά δεκάδες
χωριά που κάηκαν από τα θεμέλια. Ονομαστικά επίσης οι σφαγμένες γυναίκες, οι απαγχονισμένοι
γέροι, τα ακρωτηριασμένα παιδιά. Άρρωστοι και παράλυτοι άνθρωποι δε γλυτώνουν
από τα χέρια του, άλλα ούτε τα δέντρα και τα αυλάκια των κάμπων:
«...
Κατερήμωσε τους υπολειπομένους έτι Ιερούς ναούς, κατέκοψεν ή κατέκαυσεν
ελαιώνας, αμπέλους και πάν κάρπιμον δένδρον καί κατέφθειρε τά σπαρτά και τους
μύλους... Τάς τραγίκας ταύτας
βασάνους αποφεύγοντα χίλια γυναικόπαιδα
και γέροντες απεπνίγησαν του χειμώνος και του ψύχους εις τα Λευκά Όρη. Ίνα μη περιπέσωσι ζώντες εις χείρας του
Στρατάρχου της Τουρκίας...*.
Η ελληνική Κυβέρνηση
διαμαρτύρεται προς τον πολιτισμένο κόσμο διά στόματος του υπουργού της επί των Εξωτερικών Χαρ.
Τρικούπη. Η κοινή γνώμη της Ευρώπης ερεθίζεται, αγανακτούν οι απλοί άνθρωποι
και οι διανοούμενοι. Εμπνέονται από τον επικό αγώνα οι ποιητές.
Ξένα πλοία φτάνουν στις ακρογιαλιές
και παίρνουν τα γυναικόπαιδα για την ελεύθερη Ελλάδα. Έρανοι και δωρεές και
αυτοθυσίες εθελοντών και νυχτερινοί εφοδιασμοί του νησιού από ατρόμητους
θαλασσόλυκους, συγκινούν το μαχόμενο εκείνο λαό. Αλλά καμιά από τις ενέργειες και τις προσφορές
δεν τον συγκίνησε τόσο όσο η χειρονομία
των Ισραηλιτών της Σμύρνης.
Οι Εβραίοι δεν φαίνεται να
ήταν ποτέ αγαπητοί στο λαό μας. 'Ένα
παλιό μίσος που συντηρούσαν απίθανοι θρύλοι και κακά παραμύθια χώριζε τις δυο
πανάρχαιες φυλές. Ενετοί και Τούρκοι χρησιμοποιούσαν εξαθλιωμένους Εβραίους σαν
βασανιστές των Χριστιανών στα κάστρα. Τους έβαζαν να περιφέρουν πτώματα απαγχονισμένων
στους δρόμους και να πουλούν λάφυρα και κλοπιμαία. Έτσι το μίσος δυνάμωνε. Κι οι Χριστιανοί κάθε Μεγάλο Σάββατο έκαναν ένα
ομοίωμα άνθρωπου, το ονόμαζαν «Ιούδα» και το σημάδευαν ή το κρεμούσαν ή το
πυρπολούσαν....
Οι χριστιανοί της Σμύρνης έβλεπαν
κάθε τόσο καράβια από την Κρήτη κατάφορτα από τα αρπαγμένα πράγματα του λαού. Ότι
μπορούσε να σηκωθεί το κουβαλούσαν οι Τούρκοι αξιωματικοί ατά λιμάνια. Εκεί πουλούσαν
για κομμάτι ψωμί τα «πιάτσιχα» σε ναυτικούς μεταπράτες κι’ εκείνοι με τη σειρά
τους τα έφερναν και τα σώριαζαν στις αγορές των μεγάλων πόλεων της Μικρασίας
και καλούσαν τον όχλο ν’ αγοράσει: Λάδια, κρασιά, ρούχα, ασημένιες
εικόνες, προίκες κοριτσιών, μανουάλια και καμπάνες μοναστηριών.
Έβλεπαν οι Χριστιανοί τα πράγματα αυτά, σαν «νεκρικά μάτια» και μάτωνε η ψυχή τους.
Πάνω στη γενική θλίψη ήρθε
μια απροσδόκητη αχτίδα. Ένα γράμμα γραμμένο από την εβραϊκή κοινότητα της
Σμύρνης προς τον Μητροπολίτη Χρύσανθο. Τη μεγαλύτερη χαρά της ζωής του, εξομολογήθηκε
αργότερα ο Μητροπολίτης, την πήρε κείνο το Μαγιάτικο πρωινό του 1867. Αξίζει να σας παραθέσω εδώ ολόκληρο το Ιστορικό γράμμα:
«Πανιερώτατε,
Έξ κώδωνες των εν Κρήτη
συληθέντων ναών σας περιεφέροντο προς πώλησιν εις τας αγυιάς μετ’ άλλων λαφύρων
εκ των πυρποληθεισών κομόπόλεων. Εις το κατανυκτικόν (;) τούτο θέαμα
μόνη η καρδία των Ισραηλιτών, ή εισέτι θρηνολογούσα επί των ερείπιων του
ναού της και πενθηφορούσα διά την αρπαγήν του Ααρών, συνετρίβη υπό οίκτου και συμπαθείας.
Οι Ισρσηλίται οίτινες επί
τόσους αιώνας υπέστησαν καρτερικώς μυρίας βασάνους και δεινοπαθείας και οίτινες
εισέτι υπομένουσι ηρωΐκώς τας αδικίας λαών τινών και κυβερνήσεων, καθιστάμενοι μάρτυρες
του μονοθεϊσμού, δεν ηδύναντο να μένωσι αναίσθητοι εις την βεβηλωσιν των σκευών
εκείνων των οποίων ο ήχος από τού ύψους των κωδωνοστασίων προσεκάλει εις προσευχήν
τους Χριστιανούς και εις διδαχήν της αγάπης του πλησίον.
Προσενεγκόντες λοιπόν τον οβολόν των οι Ισραηλίται, αγοράσαντες
τους εν λόγω κώδωνας, προσφέρουσιν αυτούς δί' ημών εις την υμετέραν Πανιερότητα,
παρακαλούντες αύτην όπως ευαρεστηθεί να
αφιέρωση αυτούς εις τους πρώτους ανακτισθησομένους ναούς της
Κρήτης. Τούτο δε πράττουσιν οι Ισραηλίται πλήρεις κατανυξεως μεν δια τήν ανάμνησιν
των ιδίων αυτών παθημάτων, ευγνωμοσύνης δε προς την Υ. ΓΙ. όπως διδάσκη και ενσπείρη
εις τα τέκνα της την προς τον πλησίον αγάπην.
ΙωσηΦ, Π. Βεντούρα του
Βίτα, Αβρααμ Σ. Λε$ί, Βίτα 'Ελια Άρτσή».
Η απάντηση του Μητροπολίτη φανερώνει τη συγκίνησή
του. «Πλήρεις όθεν χαράς και αγαλλιάσεως….». Η είδηση όταν έφτασε,
καθυστερημένα, στην Κρήτη έκαμε τα μάτια των αγωνιστών να δακρύσουν. Είναι
κρίμα μονάχα πού δεν ξέρουμε πότε έφτασαν οι καμπάνες αυτές στο νησί και ποιες
εκκλησίες κόσμησαν.
Ν. Αγγελής
ΕΜΠΡΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου