Τα παρασκήνια ενός πραξικοπήματος το οποίο άνοιξε τον δρόμο για τη δημοκρατία
μέσω μιας... δικτατορίας
ΙΟΥΛΙΑΝΑ
* Για ποιον έλεγε ο Γεώργιος Παπανδρέου ότι είναι καλό παιδί και θα τον εγγράψει στην Ενωση Κέντρου
Ο μήνας που άλλαξε την πολιτική ιστορία
* Πώς χαρακτήριζε η Αυλή τον πρωθυπουργό του 53% * Ποιον ρόλο
έπαιξαν οι «ομαδάρχες» Ανδρέας Παπανδρέου και Κωνσταντίνος Μητσοτάκης *
Πού στόχευε η δημαγωγία της ΕΡΕ
Για πολλούς όχι μόνο η λέξη «Ιουλιανά» αλλά και η εποχή, η σημασία της είναι κάτι το εντελώς άγνωστο. Σε αρκετούς «θυμίζει κάτι» ένα ακαθόριστο κυβερνητικό σχήμα ή κάτι τέτοιο. Μόνο για λίγους, σχετικώς, η λέξη «Ιουλιανά» προσδιορίζει μια συγκεκριμένη πολιτική ανωμαλία που διεπράχθη πριν από 35 χρόνια ακριβώς. Και όμως αυτά που συνέβησαν στην Ελλάδα στις 15 Ιουλίου 1965 και τις αμέσως επόμενες ημέρες αποτελούν ένα από τα μεγάλα ορόσημα της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας μας. Τα γεγονότα εκείνων των ημερών, ομόσαρκα συνδεδεμένα με αυτό που έμεινε γνωστό ως «αποστασία», δημιούργησαν το πολιτικό, το φιλοσοφικό και το ηθικό περίγραμμα μέσα στο οποίο αναπτύχθηκαν όλες οι παρασιτικές κυβερνητικές ζυμώσεις που έκτοτε έφεραν μια στρατιωτική δικτατορία, ανέτρεψαν τη μοναρχία ανεπιστρεπτί, φαλκίδευσαν την εθνική έκταση του Ελληνισμού, αλλά τελικώς άνοιξαν τον δρόμο για μια Ελλάδα πιο δημοκρατική, έναν πολιτικό κόσμο πιο νηφάλιο και μια ελληνική κοινή γνώμη λιγότερο συναισθηματική και περισσότερο προσγειωμένη. «Το Βήμα», η εφημερίδα που έπαιξε ουσιαστικό, κύριο ρόλο στην υποστήριξη των συνταγματικών σταθερών και στην καταγγελία ατόμων και καταστάσεων που τις παρεβίασαν, επιχειρεί σήμερα, 35 χρόνια μετά το «βασιλικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου», να θυμίσει να πληροφορήσει τους νεότερους αναγνώστες του τις ημέρες εκείνες του Ιουλίου του 1965, σε ημερολογιακή βάση, με στοιχεία της εποχής και άλλα που έγιναν έκτοτε γνωστά.
Πέμπτη 15 Ιουλίου 1965. Ωρα 7.23 μ.μ. Ανάκτορα Ηρώδου Αττικού
Η κεντρική δίφυλλη πόρτα της μικρής, δεξιάς, αίθουσας που χρησιμεύει για καθημερινό επίσημο γραφείο του νεαρού βασιλιά Κωνσταντίνου το μεγάλο γραφείο του πατέρα του το χρησιμοποιεί μόνο για επίσημες συναντήσεις με ξένους ανοίγει από μέσα, ο ένστολος φρουρός που βρίσκεται ακριβώς απέναντι, στο μικρό χολ, ελέγχοντας όλο τον μακρύ διάδρομο, χαιρετά, ένας της ασφαλείας δίνει ψιθυριστά και με νοήματα σε κάποιους «σήμα για το αυτοκίνητο του κυρίου προέδρου», η πόρτα είναι ανοικτή τώρα, ακούγεται η φωνή του Γεωργίου Παπανδρέου, καθώς στο άνοιγμά της προβάλλει η σιλουέτα του σκούρο μπλε κοστούμι, άσπρο πουκάμισο, και γραβάτα γκρι-μπλε, μαλλιά γκριζόλευκα και (περιέργως) στρωμένα. «Μεγαλειότατε, αύριον θα σας υποβάλω και εγγράφως την παραίτησίν μου».
Παραίτηση; Ο λαοπρόβλητος πρωθυπουργός της κυβέρνησης του 53% των εκλογών του Φεβρουαρίου 1964 παραιτείται; Δεν είναι δυνατόν!
Τώρα στην πόρτα προβάλλει και ο Κωνσταντίνος. Ανέμελο όπως πάντοτε ύφος, κρατά με το χέρι το πόμολο της πόρτας, σημάδι ότι εκείνος την άνοιξε στον πρωθυπουργό «του». «Είναι δεδομένη η παραίτησις» ακούγεται να λέει. Ο Γεώργιος Παπανδρέου έχει ήδη απομακρυνθεί δύο βήματα, γυρίζει όμως και εις επήκοον και των φρουρών απαντά: «Καταλαβαίνω τι έχετε κατά νουν, μεγαλειότατε».
Πολλοί ως σήμερα αμφιβάλλουν αν εκείνη την ώρα ο Γεώργιος Παπανδρέου καταλάβαινε τι είχε «κατά νουν» ο Κωνσταντίνος. Το κατάλαβε όμως μία ώρα αργότερα.
Ο πρωθυπουργός απέφυγε τους πολιτικούς συντάκτες που είχαν συγκεντρωθεί στην έξοδο των ανακτόρων επί της Γεωργίου Β', πράγμα ασυνήθιστο για εκείνον, και κατευθύνθηκε στο σπίτι του στο Καστρί, όπου βρίσκονταν ήδη αρκετοί βουλευτές της Ενωσης Κέντρου και στενοί συνεργάτες του. Πέρασαν σε σύσκεψη και ο πρωθυπουργός άρχισε να τους ενημερώνει για την συνάντησή του με τον Κωνσταντίνο. Ξαφνικά, στις 8.40 μ.μ. ανοίγει η πόρτα και με κομμένη ανάσα ένας από τους γραμματικούς λέει: «Ο Κωνσταντίνος έκανε κυβέρνηση με τον Νόβα».
Εκανε κυβέρνηση; Με τον Νόβα! Αδύνατον.
Τι δεν ήξερε ο Γέρος
Και όμως ήταν γεγονός. Ο νεαρός βασιλιάς, αυτός για τον οποίο ο Γεώργιος Παπανδρέου έλεγε πριν από λίγους μήνες πως «είναι καλό παιδί, θα τον εγγράψουμε και στην Ενωση Κέντρου», αυτός για τον οποίο μόλις τον περασμένο Νοέμβριο είχε δηλώσει στη Βουλή ότι «τηρεί εις το ακέραιον το γράμμα και το πνεύμα του πολιτεύματος» είχε αγνοήσει και το γράμμα και το πνεύμα του και είχε ορκίσει πρωθυπουργό τον Γεώργιο Αθανασιάδη-Νόβα, τον τότε πρόεδρο της Βουλής.
Εκείνο που δεν γνώριζε τότε ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν ότι, μισή και πλέον ώρα προτού συναντηθεί με τον βασιλιά το απόγευμα εκείνης της Πέμπτης στα ανάκτορα, είχε κληθεί ο συνταγματικός σύμβουλος του βασιλιά καθηγητής Χρ. Σγουρίτσας, ότι ο ίδιος ο Κωνσταντίνος είχε ενωρίτερα επικοινωνήσει με τον Νόβα και ότι ο υπασπιστής του βασιλιά ταγματάρχης Μ. Αρναούτης είχε μεταβεί στην Αρχιεπισκοπή και είχε «συνομιλία με τον Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο κατ' επιταγήν της Α. Μεγαλειότητος». Και οπωσδήποτε ο πρωθυπουργός δεν είχε προσέξει, όταν έπρεπε, τον Ιανουάριο, τότε που η «Καθημερινή», εκφράζοντας εκείνη την εποχή τις απόψεις και τις προθέσεις των Ανακτόρων, είχε γράψει ότι «ετέθη [σε λειτουργία] ο μηχανισμός προς διάλυσιν της Ενώσεως Κέντρου».
Και πραγματικά. Η απομάκρυνση του Γεωργίου Παπανδρέου από την εξουσία ήταν από πολύ ενωρίτερα στις προθέσεις και στους σκοπούς των Ανακτόρων και όσων ακολουθούσαν τη βασιλική γραμμή. Σήμερα, που λειτουργεί η δημοκρατία στη χώρα μας, είναι αδιανόητο ακόμη και για εκείνους που έζησαν τα «σκληρά χρόνια» της δεκαετίας του '60 να συνειδητοποιήσουν πώς ήταν δυνατόν ένας συνταγματικός ανώτατος άρχων να ερμηνεύει το σύνταγμα όπως εκείνος (και οι περί εκείνον) ήθελε όταν δεν το ποδοπατούσε και δεν το αγνοούσε εντελώς. Ηταν όμως κάτι το συνηθισμένο, ήταν η «επικρατούσα κατάσταση», αν και η επέμβαση του Κωνσταντίνου στην ενεργό πολιτική με την ορκωμοσία της κυβέρνησης Νόβα, προτού ακόμη ο πρωθυπουργός υποβάλει επισήμως και τυπικώς την παραίτησή του, ήταν κάτι που ξεπερνούσε όλες τις ως εκείνη τη στιγμή παρεμβάσεις, επεμβάσεις και αυθαιρεσίες της Αυλής και του ίδιου του βασιλιά.
Είναι αδύνατον να κατανοήσουμε σήμερα τα Ιουλιανά αν δεν λάβουμε υπόψη ότι ο βασιλιάς δεν ήταν ο τυπικός ανώτατος άρχων, αλλά ήταν ένας κομματάρχης. Μάλιστα ο Κωνσταντίνος ήταν και κακός κομματάρχης. Το κόμμα του δεν ήταν η συντηρητική ΕΡΕ, όπως δεν ήταν ο προγενέστερος αυτής Εθνικός Συναγερμός του Παπάγου ή το Κόμμα των Προοδευτικών του Μαρκεζίνη. Το κόμμα του βασιλιά και της Αυλής του ήταν η Δεξιά γενικώς. Γι' αυτό ήταν μεγάλο σοκ για τα Ανάκτορα η ήττα της και η εκλογική επιτυχία της Ενωσης Κέντρου πρώτα τον Νοέμβριο του 1963 και κατόπιν ο θρίαμβος του Φεβρουαρίου του 1964. Ο Μαρκεζίνης, ο Αβέρωφ αλλά και άλλες προσωπικότητες της εποχής αποκάλυψαν αργότερα ότι η Αυλή «άρχισε να σκέπτεται τα χειρότερα» όταν διεπίστωσε ότι «αυτός ο ελεεινός [Γεώργιος] Παπανδρέου» συγκέντρωσε το 53% των ψήφων. Ευτυχώς που έσπευσε ο «ξένος παράγων», στον οποίο απευθύνθηκαν αμέσως και εμμέσως τα Ανάκτορα, να τους διαβεβαιώσει ότι δεν έχουν να φοβούνται τίποτε.
Εκείνος ο Ιούλιος του 1965 άρχισε περίεργα. Επιφανειακά «όλη η Ελλάδα αναμένει το ευτυχές γεγονός». Η Αννα-Μαρία, η δανέζα πριγκίπισσα την οποία νυμφεύθηκε ο Κωνσταντίνος τον Σεπτέμβριο, ήταν έγκυος, το βασιλικό ζεύγος είχε εγκατασταθεί στα ανάκτορά του στην Κέρκυρα και ο τοκετός ανεμένετο από ημέρα σε ημέρα. Το θερμόμετρο δεν είχε ξεπεράσει τους 30 βαθμούς στην Αθήνα, φωτιές δασών δεν αναφέρονταν, αλλά το πολιτικό θερμόμετρο ήταν στα ύψη και μια πολιτική φωτιά έκαιγε και πυρπολούσε το κυβερνητικό κόμμα της Ενωσης Κέντρου, τη Βουλή και, εμμέσως τουλάχιστον, τα άλλα κόμματα.
Η οξύτητα στη Βουλή
Η πολιτική κατάσταση είναι τεταμένη στο έπακρο. Στη Βουλή οι σχέσεις του κυβερνητικού κόμματος (ΕΚ) και ΕΡΕ βρίσκονται στο χειρότερο σημείο, ύστερα από την υποστήριξη της ΕΚ σε πρόταση της ΕΔΑ για παραπομπή σε Ειδικό Δικαστήριο ευθύνης υπουργών του Κωνσταντίνου Καραμανλή, τριών υπουργών του και λειτουργών δημοσίων επιχειρήσεων με την κατηγορία ότι δεν υποστήριξαν, ως ώφειλαν, το εθνικό συμφέρον και ότι χρηματίστηκαν σε συναλλαγές με ξένους οίκους. Η οξύτητα συντηρείται από αλληλοκατηγορίες των κομμάτων για παράνομες οργανώσεις και σχέδια ανατροπής του πολιτεύματος, με την ΕΚ να φέρνει στη δημοσιότητα το Σχέδιο «Περικλής» κατηγορώντας τη Δεξιά ότι «με βία και νοθεία» επεκράτησε στις εκλογές του 1961 και την ΕΡΕ να «αποκαλύπτει» το σχέδιο «ΑΣΠΙΔΑ» ως μέσο για «κομμουνιστικοποίηση» του Στρατού και να κατηγορεί ευθέως τον Ανδρέα Παπανδρέου ως αρχηγό του.
Μέσα στην ίδια την ΕΚ το «βαρύ τραύμα» που προκάλεσε στις αρχές του χρόνου η «στιγμιαία αποστασία» 13 βουλευτών, που σχημάτισαν ανεξάρτητη ομάδα υπό τον Σάββα Παπαπολίτη και εντός 24ώρου... μετάνιωσαν και επανήλθαν στην ΕΚ , δεν έκλεισε και η υπόθεση του «ΑΣΠΙΔΑ» έδινε το πρόσχημα σε αρκετούς δεξιόστροφους βουλευτές να διαφωνούν. Υπέφωσκε γενικώς η αποσύνθεση, καθώς σχηματίζονταν μικροομάδες, που συνήθως αυτοδιαλύονταν αργότερα, γύρω από πιθανούς και μη διαδόχους του Γεωργίου Παπανδρέου, με περισσότερο προβεβλημένους ομαδάρχες τους Κώστα Μητσοτάκη και Ανδρέα Παπανδρέου.
Το «ρήγμα» στην ΕΚ αναθερμαινόταν από τη δημαγωγία της ΕΡΕ, η οποία υπό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο και με πρόσχημα τη δραστηριότητα της Νεολαίας Λαμπράκη (αρχηγός της ο Μίκης Θεοδωράκης), με επερωτήσεις για τον «άμεσον κομμουνιστικόν κίνδυνον» και με ψευδή συνθηματολογία που διοχέτευε στον φιλικό της Τύπο συντηρούσε και όξυνε μια κατάσταση την οποία μερικά χρόνια αργότερα ο ίδιος ο Κανελλόπουλος θα χαρακτήριζε «ανωμαλία» και θα αναγνώριζε την ευθύνη του για τη δημιουργία της. Ηταν ωστόσο ο ίδιος ο (τότε) αρχηγός της ΕΡΕ ο οποίος, μιλώντας στην πλατεία Κλαυθμώνος σε ογκώδη συγκέντρωση, ζήτησε από τους βουλευτές της ΕΚ να αποκηρύξουν τον πρωθυπουργό αρχηγό τους και δήλωσε πως η ΕΡΕ θα υποστηρίξει μια κυβέρνηση αποστατών.
Σ' αυτό το βαρύ κλίμα ο Γεώργιος Παπανδρέου αποφασίζει, και ολόκληρο το υπουργικό συμβούλιο εγκρίνει, να αντικαταστήσει τον αρχηγό του ΓΕΣ Γεννηματά, του οποίου η γενικότερη αντιδημοκρατική δράση και η συμπεριφορά είχε στιγματιστεί από πολλού τόσο από τον δημοκρατικό Τύπο όσο και από σημαίνοντες βουλευτές της ΕΚ. Ηταν μια απόφαση γεναία ο πρωθυπουργός για πρώτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας «απεμάκρυνε» τον ηγέτη του Στρατού, που βεβαίως ήταν πρωτίστως ο τοποτηρητής του βασιλιά στις Ενοπλες Δυνάμεις. Ηταν όμως και μια απόφαση χρονικώς λανθασμένη. Απορεί κανείς πώς και γιατί ο πρωθυπουργός δεν απεμάκρυνε τον Γεννηματά και άλλους ακροδεξιούς αξιωματικούς στις αρχές του 1964, όταν είχε πρόσφατο το 53% της λαϊκής ετυμηγορίας, και το απεφάσισε σε μια στιγμή που το κόμμα του ήταν σε ημιδιάλυση.
Οπως ήταν επόμενο, ο Κωνσταντίνος πληροφορήθηκε αμέσως την απόφαση για «αλλαγές στην ηγεσία του στρατεύματος» και το πληροφορήθηκε από εκείνον που ο πρωθυπουργός δεν περίμενε από τον «πιο πιστό του φίλο», όπως ο Γεώργιος Παπανδρέου χαρακτήριζε τον Πέτρο Γαρουφαλιά, τον υπουργό Αμύνης. Και του ήταν τόσο «πιστός» που, όπως αποκαλύφθηκε αργότερα, στις αρχές Ιουλίου ο Γαρουφαλιάς είχε συγκεντρώσει σπίτι του μερικούς βουλευτές της ΕΚ, στους οποίους δήλωσε ότι έπρεπε να ανατραπεί εσωκομματικά ο Γεώργιος Παπανδρέου και ότι ενδιαφερόταν να γίνει ο ίδιος πρωθυπουργός.
Η στάση των ΗΠΑ
Ο Κωνσταντίνος, ο οποίος έφερε βαρέως το ότι ο Γεώργιος Παπανδρέου έριξε το γάντι στα Ανάκτορα και στη μητέρα του Φρειδερίκη με την αγόρευσή του στη Βουλή για το Σχέδιο «Περικλής», «πολύ ενοχλήθηκε» από τα νέα που του έφερε ο Γαρουφαλιάς, λέει ο τότε υπασπιστής του Αρναούτης. Και «απεφάσισε ευθύς αμέσως να κάνει τούτο γνωστό εις τον πρωθυπουργόν του». Προηγουμένως όμως «επεκοινώνησε» γι' αυτό το θέμα με τους Αμερικανούς της πρεσβείας, όπως έγινε γνωστό πολλά χρόνια αργότερα.
Η στάση των Αμερικανών ήταν εκ των προτέρων δεδομένη και τα Ανάκτορα το γνώριζαν. Στα μέσα Ιουνίου είχε συναντηθεί ο γραμματεύς του βασιλιά Κ. Χοϊδάς με τον επιτετραμμένο Ανσουτς και, μολονότι αυτός ήταν επιφυλακτικός, στη βολιδοσκόπηση που του έγινε δεν δυσκολεύθηκε να δώσει το μήνυμα: Η ασφάλεια των αμερικανικών και ελληνικών συμφερόντων στην περιοχή απαιτεί ισχυρή ελληνική στρατιωτική συγκρότηση και καλή συνεργασία των δύο χωρών στον στρατιωτικό τομέα.
Οι Αμερικανοί δεν ήταν αρνητικοί στην κυβέρνηση της Ενωσης Κέντρου. Οταν σχηματίστηκε, το 1964, ο τότε πρεσβευτής στην Αθήνα Λαμπουίς είχε προδιαθέσει μάλλον ευνοϊκά την Ουάσιγκτον υπογραμμίζοντας ότι «ο ένας στους δύο ψηφοφόρους ετάχθη υπέρ της πολυμερικής ΕΚ» και σημειώνοντας ότι μετέχει σ' αυτήν και ο Ανδρέας με τον οποίο ο ίδιος ο πρέσβης είχε «επανειλημμένως συζητήσει» και τον έβρισκε «αρκετά επηρεασμένο από τον αμερικανικό πολιτικό ρεαλισμό». Η Ουάσιγκτον όμως, ιδιαίτερα ο Λευκός Οίκος, πήραν αναφανδόν εχθρική στάση προσωπικώς εναντίον του Γεωργίου Παπανδρέου όταν αυτός επισκέφθηκε, τον Ιούνιο του 1964, την αμερικανική πρωτεύουσα και απέρριψε εκεί τα σχέδια για την «οριστική και μόνιμη λύση» του Κυπριακού τα οποία του πρότεινε ο πρόεδρος Τζόνσον. Τότε, όπως αναφέρουν επίσημες ελληνικές πηγές, ο πρωθυπουργός «έφυγε για να γυρίσει στην Ελλάδα με την αίσθηση ότι οι ημέρες του στην εξουσία ήταν μετρημένες».
Οι αλλαγές στον Στρατό
Φυσικά τα Ανάκτορα ήταν ενήμερα των διαθέσεων της Ουάσιγκτον. Ετσι στις 23 Ιουνίου ο βασιλικός γραμματεύς Κ. Χοϊδάς πληροφορεί τον πρωθυπουργό ότι «ο Ρυθμιστής του Πολιτεύματος», ο Κωνσταντίνος δηλαδή, είναι αντίθετος στις κυοφορούμενες αλλαγές στον Στρατό. Ο Παπανδρέου δίνει την απάντησή του σε 24 ώρες.
Και είναι η απάντηση αυτή που προκαλεί ευθύς εξ αρχής αντιδράσεις μέσα στην κυβέρνηση και σε ορισμένο κύκλο βουλευτών της ΕΚ και έκτοτε δικαιολόγησε ή έστω εξήγησε τη στάση ορισμένων στενών συνεργατών του Γεωργίου Παπανδρέου. Διότι ο πρωθυπουργός έκανε πίσω με την απάντησή του. Ούτε λίγο ούτε πολύ βεβαιώνει τον Κωνσταντίνο ότι «ούτε διενοήθη» να προχωρήσει σε αλλαγές στο στράτευμα δίχως προηγουμένως «να επικοινωνήση» μαζί του! Ας σημειωθεί ότι και ο Παπανδρέου είχε συζητήσει προηγουμένως γι' αυτές τις αλλαγές με τον Ανσουτς παρουσία του διπλωματικού συμβούλου του Τζων Σωσσίδη και, κατά τους Αμερικανούς τουλάχιστον, «ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται να επιθυμεί σύγκρουση» με τον βασιλιά. Αντιθέτως, είναι αποφασισμένος να απαλλαγεί από τον Γαρουφαλιά, αφού, έστω και αργά, αντιλαμβάνεται ότι δεν του είναι και τόσο «πιστός». Του παραγγέλλει, πράγματι, να υποβάλει παραίτηση και μάλιστα τον διαβεβαιώνει, μέσω του Προέδρου της Βουλής Νόβα και του διευθυντή του Πολιτικού Γραφείου του Ιω. Μανουσάκη ότι, για να μην τον θίξει, θα αναλάβει ο ίδιος ο πρωθυπουργός το υπουργείο Αμύνης.
Και εδώ έχουμε μια πλήρη παρεξήγηση που ερμηνεύτηκε διαφορετικά από κάθε ψηφίδα του πολιτικού μωσαϊκού της εποχής. Ο πρωθυπουργός πιστεύει ότι το να αναλάβει υπουργός Αμύνης και, ας σημειωθεί, έχει κάθε συνταγματικό δικαίωμα να το κάνει είναι πράξη στοιχειώδους ευπρέπειας προς έναν παλαιό φίλο (και γενναίο οικονομικό ενισχυτή, ας προσθέσουμε). Ομως όλοι οι άλλοι παράγοντες της πολιτικής και κομματικής ζωής το εκλαμβάνουν ως προσπάθεια του πατέρα Παπανδρέου να διασώσει τον γιο Παπανδρέου από τις κατηγορίες για συμμετοχή στον «ΑΣΠΙΔΑ». Διότι στο μεταξύ η υπόθεση έχει οδηγηθεί σε τακτική ανάκριση και ο Τύπος της Δεξιάς όπως και στελέχη της ΕΡΕ αλλά και εφημερίδες που κάποτε υποστήριζαν την ΕΚ μιλούσαν και έγραφαν για «βεβαία ανάμιξη» του Ανδρέα, προεξοφλώντας μάλιστα την καταδίκη του ως συνωμότη.
http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=124233
Η συνωμοσία του ΑΣΠΙΔΑ και η μυστική συμφωνία του 1967
Ο δρόμος για τις εκλογές, τη μόνη δημοκρατική λύση, είχε ανοίξει με μια μυστική συμφωνία του τότε βασιλέως με τον αρχηγό της Ενώσεως Κέντρου Γεώργιο Παπανδρέου και τον αρχηγό της ΕΡΕ Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Η συμφωνία αυτή ήταν αποτέλεσμα παρασκηνιακών διαβουλεύσεων και πιέσεων από διάφορους παράγοντες της δημόσιας ζωής που πίστευαν ότι μόνο οι εκλογές μπορούσαν να βγάλουν τη χώρα από το δραματικό πολιτικό αδιέξοδο.
Αντίθετοι με την προσφυγή σε εκλογές ήταν οι συγκροτούντες την κυβέρνηση των αποστατών, η οποία τερμάτιζε τον βίο της καθώς η ΕΡΕ, που την είχε στηρίξει, απέσυρε την εμπιστοσύνη της. Ο Κ. Μητσοτάκης σε παλαιότερη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» διετύπωσε την άποψη ότι ο τότε βασιλεύς δεν έπρεπε να προχωρήσει σε μυστική συμφωνία με τους Γ. Παπανδρέου και Π. Κανελλόπουλο. Με παλαιότερη δήλωσή του προς «Το Βήμα» ο τέως βασιλεύς χαρακτηρίζει τις εκλογές την πλέον ασφαλή και δημοκρατική λύση και προσθέτει ότι ήταν έτοιμος να δεχθεί και να σεβασθεί την επανεκλογή του Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος εθεωρείτο βέβαιος νικητής των εκλογών. Η πολιτική εκτίμηση της Αποστασίας και των δραματικών γεγονότων εκείνης της εποχής φωτίζεται αποκαλυπτικά από τις απαντήσεις που δίδονται στο ερώτημα γιατί δεν ζητήθηκε η λύση του προβλήματος με προσφυγή στις κάλπες. «Το Βήμα» παρουσιάζει άγνωστες πλευρές από τα παρασκήνια της εποχής εκείνης που οδήγησαν δυστυχώς τη χώρα στην απριλιανή δικτατορία.
Προτού κλείσει το δεκάμηνο από τη θριαμβευτική νίκη της Ενώσεως Κέντρου στις εκλογές του 1964, το καζάνι άρχισε πάλι να βράζει στις τάξεις του κυβερνώντος κόμματος. Μετά την κρυφή διαμάχη μεταξύ Γεωργίου Παπανδρέου και Σοφοκλή Βενιζέλου (που λίγο έλειψε να τραυματίσει θανάσιμα τον αγώνα εναντίον της κυβερνήσεως Καραμανλή, κατηγορουμένης για τη «βία και νοθεία» του 1961, διαμάχη που έληξε με τον αιφνίδιο θάνατο του Σοφοκλή Βενιζέλου λίγες ημέρες προ των εκλογών) οι εσωτερικές έριδες της (πολυκομματικής) Ενώσεως Κέντρου έρχονται στην επιφάνεια. Εριδες και διαμάχες που αφορούσαν αφενός την κατανομή υπουργικών θέσεων, αλλά κυρίως τον ρόλο και την αυξανόμενη ενδοκομματικά επιρροή του Ανδρέα Παπανδρέου, γιου του πρωθυπουργού.
Αμέσως μετά την Πρωτοχρονιά του 1965 μια ομάδα βουλευτών της Ενώσεως Κέντρου με επικεφαλής τον Σάββα Παπαπολίτη καταθέτει στη Βουλή δήλωση ανεξαρτησίας. Η κίνηση αυτή ναι μεν δεν έθετε σε κίνδυνο την κυβερνητική πλειοψηφία (καθώς η κυβέρνηση εξακολουθούσε να διαθέτει πλέον των 151 βουλευτές), υπεγράμμιζε όμως τη δυσκολία συνύπαρξης των πολιτικών δυνάμεων που είχαν πρωτοστατήσει στον τριετή αγώνα από το 1961 για πολιτική μεταβολή στην Ελλάδα.
Η άμεση παρέμβαση του Γ. Παπανδρέου που ζήτησε «αρραγές μέτωπο», συνοδευόμενη από την ανάθεση υπουργικών χαρτοφυλακίων σε ορισμένους από τους αποσχισθέντες βουλευτές, είχε ακαριαίο αποτέλεσμα: ο ένας μετά τον άλλον οι «ανεξάρτητοι» βουλευτές ζήτησαν να αναθεωρηθεί η υπογραφή τους από το σχετικό έγγραφο δηλώνοντας ότι παραμένουν πιστοί στην Ενωση Κέντρου.
Το επεισόδιο αυτό όμως ήταν η κορυφή του παγόβουνου. Το άλλο και πολύ σοβαρότερο πρόβλημα ήσαν οι αντιθέσεις μεταξύ των κορυφαίων στελεχών της Ενώσεως Κέντρου για τη μελλοντική διαδοχή στην ηγεσία του κόμματος. Τόσο ο Κ. Μητσοτάκης όσο και ο Γεώργιος Μαύρος (με πιο επιφυλακτικούς τον Στέφανο Στεφανόπουλο , τον Γιάννη Ζίγδη και τον Ηλία Τσιριμώκο ) παρακολουθούσαν με δυσφορία την προσπάθεια επικράτησης του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος είχε απομακρυνθεί από την κυβέρνηση, για να επανέλθει όμως στο τέλος του Απριλίου του 1965 ως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού.
Τότε όμως ανέκυψε και ένα σοβαρότερο πρόβλημα που έμελλε να προκαλέσει την ανατροπή της κυβερνήσεως Παπανδρέου. Μετά την παραίτηση του στρατηγού Κ. Δόβα από τη θέση του αρχηγού του Στρατιωτικού Οίκου του βασιλέως, εγκαινιάζεται μια συστηματική επίθεση της ΕΡΕ κατά της Ενώσεως Κέντρου με επιχείρημα τη φημολογούμενη προσπάθεια του Ανδρέα Παπανδρέου να προωθήσει σε ηγετικές θέσεις του στρατεύματος ανθρώπους της εμπιστοσύνης του. Αντιστοίχως η κυβέρνηση Παπανδρέου αποκαλύπτει και καταγγέλλει το Σχέδιο Περικλής, κατονομάζοντας μάλιστα τον στρατηγό Καρδαμάκη, τον στρατηγό Αλέξανδρο Νάτσινα και τον στρατηγό Φροντιστή ως πρωταγωνιστές του προαναφερθέντος Σχεδίου, με βάση το οποίο έγινε η βία και νοθεία στις εκλογές του 1961.
Η ανταπάντηση της Δεξιάς ήταν η καταγγελία της «ανατρεπτικής» συνωμοσίας τού ΑΣΠΙΔΑ και η εμπλοκή σε αυτήν του Ανδρέα Παπανδρέου. Στην προσπάθεια αυτή αποδόμησης του κύρους της κυβερνήσεως Παπανδρέου πρέπει να προστεθεί η έκθεση επιτροπής του αμερικανικού Κογκρέσου, η οποία εκφράζει ανησυχίες για το κλίμα που επικρατεί στις Ενοπλες Δυνάμεις της Ελλάδας.
Ωστόσο ο υπουργός Αμύνης της κυβερνήσεως Παπανδρέου, ο Πέτρος Γαρουφαλιάς (τον οποίον ο πρωθυπουργός θεωρούσε ως τότε στενό προσωπικό του φίλο), έχει ήδη προχωρήσει σε συνεννοήσεις με τα Ανάκτορα, τα οποία (διά του ταγματάρχη Μάκη Αρναούτη και του Κ. Χοϊδά ) τον καθιστούσαν υπεύθυνο για τυχόν υποχώρηση στις εισηγήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου προς τον πατέρα του. Ετσι, τον Απρίλιο του 1965 ο Γ. Παπανδρέου, πληροφορημένος για τις κινήσεις του υπουργού Αμύνης και τις επαφές των Ανακτόρων με ηγετικά στελέχη της Ενώσεως Κέντρου, δηλώνει ότι δεν υπάρχουν στην κυβερνητική ομάδα «ούτε μωροί ούτε προδότες».
Η συνέχεια της ιστορίας έδειξε πόσο εσφαλμένη ήταν η πρόβλεψή του.
Λίγο αργότερα και μετά την επάνοδο του Ανδρέα Παπανδρέου στην κυβέρνηση αρχίζουν οι ανακρίσεις για ύποπτες ενέργειες στις τάξεις του στρατεύματος. Ο Γεώργιος Παπανδρέου, παρ΄ όλες τις τακτικές διαφωνίες με τον υιόν του ( «θα με πεθάνει αυτό το παιδί!..» ), υπεραμύνεται του Ανδρέα επιμένοντας ότι η σκευωρία της Δεξιάς αποβλέπει στη δημιουργία κλίματος αναρχίας.
Την ίδια εποχή τα σχέδια των μελλοντικών αποστατών έχουν προχωρήσει. Ο στενός φίλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και εκδότης της εφημερίδος «Ελευθερία» Πάνος Κόκκας πληροφορεί τον Χρήστο Λαμπράκη, εκδότη του «Βήματος» και των «Νέων», για το σχέδιο ανατροπής του Γεωργίου Παπανδρέου.
«Η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί. Ο Γ. Παπανδρέου είναι έρμαιο του γιου του και όλο το κόμμα είναι ξεσηκωμένο» θα πει ο Π. Κόκκας.
«Μόνο άρση της εμπιστοσύνης από την Κοινοβουλευτική Ομάδα μπορεί να ανατρέψει τον σημερινό πρωθυπουργό» απάντησε ο Χρήστος Λαμπράκης.
«Δεν έχουμε πια καιρό» επιμένει ο Πάνος Κόκκας και προσθέτει: «Και ο Κωνσταντίνος (ο βασιλεύς) είναι και αυτός εξοργισμένος και δεν θα αφήσει τα σχέδια του Ανδρέα Παπανδρέου να προχωρήσουν. Βρισκόμαστε σε κατάσταση ουσιαστικής ακυβερνησίας».
«Χωρίς τη γνώμη της Κοινοβουλευτικής Ομάδας» επέμεινε ο Χρήστος Λαμπράκης, «κάθε κίνηση μειοψηφίας βουλευτών ή των Ανακτόρων είναι καταδικασμένη».
Ηταν αυτή η τελευταία φορά που συναντήθηκαν οι δύο εκδότες. Τις ίδιες αυτές ημέρες ο Γεώργιος Παπανδρέου βλέπει τον κίνδυνο και δηλώνει: «Αν υπάρχουν υπουργοί μη συμμορφούμενοι, ας παραιτηθούν» με σαφή αιχμή κατά του Πέτρου Γαρουφαλιά, από τον οποίον ζητεί ανοιχτά να παραιτηθεί. Ο Γαρουφαλιάς αρνείται, ο πρωθυπουργός στις 14 Ιουλίου τον παύει και από εδώ και πέρα εκτυλίσσεται το γνωστό σενάριο της Αποστασίας. Ο τέως βασιλεύς Κωνσταντίνος σε παλαιότερη συνέντευξή του στο «Βήμα» υποστηρίζει ότι ο πρωθυπουργός υπέβαλε την παραίτησή του ζητώντας (ανεπισήμως όμως) προσφυγή σε εκλογές. Το ίδιο βράδυ της 15ης Ιουλίου, σε μια συζήτηση με τον Λευτέρη Κοτσαρίδα, αρθρογράφο του «Βήματος», και τον εκδότη Χρήστο Λαμπράκη, ο Γεώργιος Παπανδρέου δεν επίστευε ακόμη πως τα Ανάκτορα θα προχωρούσαν σε ανατροπή του: «Αυτό θα ήταν πραξικόπημα. Και νομίζω πως ο Κωνσταντίνος δεν θα αποτολμήσει μιαν ενέργεια που ισοδυναμεί με πραξικόπημα». Παρ΄ όλα ταύτα, παρά τον ψυχικό του κάματο και την αβεβαιότητα για τη στάση των υπουργών του και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, ο Γ. Παπανδρέου δεν κλονίστηκε και από την επόμενη ημέρα ζήτησε τη διενέργεια εκλογών ως μόνη λύση.
Οι σύμβουλοι του τέως βασιλέως, προβλέποντας ότι εκλογές θα εσήμαιναν νίκη της Ενώσεως Κέντρου και ήττα των Ανακτόρων, συνεβούλευσαν, αντί εκλογών, ανατροπή του Γ. Παπανδρέου. Τα επόμενα δύο χρόνια (παρά τρεις μήνες) οδήγησαν τη χώρα σε αναρχία, με τη διαδοχική καταψήφιση των πραξικοπηματιών πρωθυπουργών.
Τελευταία ελπίδα (που γρήγορα όμως διαψεύστηκε) ήταν η «υποχώρηση» των Ανακτόρων για διενέργεια εκλογών. Στη φάση αυτή επιστρατεύθηκε ο Στέφανος Στεφανόπουλος , πρώην αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως Παπανδρέου.
Σε μια κρίσιμη συνάντηση στο σπίτι του διπλωμάτη Ιωάννη Σωσσίδη , όπου είχαν συγκεντρωθεί κορυφαία στελέχη της Ενώσεως Κέντρου, αποφασίστηκε ότι ο Στέφανος Στεφανόπουλος (που μόλις είχε κληθεί στα Ανάκτορα από τον Κωνσταντίνο) θα ανελάμβανε να εξασφαλίσει εκλογές.
Ηταν φυσικά γνωστό ότι οι εκλογές θα ενδυνάμωναν τον Γεώργιο Παπανδρέου, όχι όμως και τον γιο του, ο οποίος οργάνωνε τις δικές του δυνάμεις πιο αποτελεσματικά μέσα στο κλίμα υστερίας που επικρατούσε εκείνη την εποχή. Γι΄ αυτό η εμμονή του πατέρα του και της κοινής γνώμης για άμεσες εκλογές δεν συνέφερε τους δικούς του σχεδιασμούς. Οταν ο Στέφανος Στεφανόπουλος βγήκε από τα Ανάκτορα και επέστρεψε στην οικία Σωσσίδη, στην οδό Μελεάγρου, εδήλωσε πως ο Κωνσταντίνος τού είχε δώσει εντολή για κυβέρνηση και για εκλογές. Αλλά, όπως αποδείχθηκε, αυτή ήταν η μισή αλήθεια. Η δήλωση προκάλεσε βέβαια ευφορία και ο Στέφανος Στεφανόπουλος μαζί με τον Χρήστο Λαμπράκη ανέβηκαν αμέσως στο Καστρί, όπου τους περίμενε ο Γ. Παπανδρέου.
Η συζήτηση δεν κράτησε πολλή ώρα.
«Στέφανε» είπε ο πρώην πρωθυπουργός «σου ανέθεσε εσένα την κυβέρνηση και τη διενέργεια εκλογών με στήριξη των ψήφων της ΕΡΕ;».
«Εφόσον και εσείς συμφωνήσετε» απήντησε ο Στεφανόπουλος «και με την ψήφο της Ενώσεως Κέντρου».
Ο Γ. Παπανδρέου φάνηκε στην αρχή σκεπτικός, αλλά δεχόταν ότι η προσφυγή στις κάλπες ήταν η προσφορότερη λύση από το αδιέξοδο.
«Και θα κηρυχθούν αμέσως μετά την εκλογή σου;».
«Οχι αμέσως. Εν καιρώ, ζήτησε ο βασιλεύς».
Το σχέδιο είχε αποκαλυφθεί: «Τι εννοείς, εν καιρώ;» συνέχισε ο Γ. Παπανδρέου.
«Να καταλαγιάσουν πρώτα τα πάθη, γιατί περνάμε μια περίοδο εκρηκτική».
Η συζήτηση είχε ουσιαστικά τελειώσει. Με σαφή άρνηση του Γ. Παπανδρέου, επικροτούμενη από τον Χρήστο Λαμπράκη.
Στο αυτοκίνητο που τους έφερνε πίσω στην Αθήνα ο Χρήστος Λαμπράκης ρώτησε τον Στεφανόπουλο γιατί είχε αποκρύψει από τους συνομιλητές του ότι τα Ανάκτορα προσέφεραν εκλογές... «αφού καταλαγιάσουν τα πολιτικά πάθη».
«Μααυτό είναι μια λεπτομέρεια. Δεν μου έχει εμπιστοσύνη η Ενωσις Κέντρου;» .
«Πολύ φοβάμαι πως είναι το τέλος του παιχνιδιού, εφόσον τα Ανάκτορα ζητούν ουσιαστικά την ακύρωση, τον παραμερισμό του Γ. Παπανδρέου έως ότου προετοιμάσουν, κατά το δοκούν, τις εκλογές» απήντησε ο Χρήστος Λαμπράκης.
Φθάνοντας στην Αθήνα ο Στέφανος Στεφανόπουλος πήγε στα Ανάκτορα για να ανακοινώσει την άρνηση του Γ. Παπανδρέου, άρνηση για την οποία ενημέρωσε τα αναμένοντα στην οδό Μελεάγρου στελέχη ο Χρήστος Λαμπράκης, ο οποίος έκτοτε δεν συναντήθηκε ξανά ποτέ με τον Στέφανο Στεφανόπουλο.
Η περίοδος που ακολούθησε ήταν από τις τραγικότερες ώρες της δημοκρατικής λειτουργίας στον τόπο μας.
«Το Βήμα» της 1ης Απριλίου 1967 αναφέρθηκε στο χαρακτηριστικό γνωμικό του Κωνσταντίνου Λομβαρδού, γνωστού νομομαθούς του 19ου αιώνα: «Η θέση βασιλέως-κομματάρχου έχει θέλγητρον, αλλά ο βασιλεύς πίπτει διά να μην ανεγερθή πλέον βασιλεύς» .
Και πράγματι, ο τέως βασιλεύς (ή το περιβάλλον του) συνεχίζει τις προσπάθειες παρέμβασης στη Βουλή και στα κόμματα.
«Το Βήμα» στις 13 Απριλίου 1967 τόνιζε:
«Η ψηφοθηρία συνεχίζεται. Και νέοι βουλευτές καλούνται στα Ανάκτορα. Η Κοινή Γνώμη παρακολουθεί με αγανάκτηση το μαγειρείον που έχει στηθεί από την 15η Ιουλίου (1965) και έχει εξευτελίσει και κόμματα και αρχηγούς και αρχές... Η σημερινή ημέρα είναι κρίσιμος. Μόνον καθαρή λύση των εκλογών σώζει».
Το παιχνίδι όμως δεν επρόκειτο να κρατήσει πολύ ακόμη. Καθώς ένα ηθικό πραξικόπημα εγκυμονεί το άλλο, μία εβδομάδα αργότερα η Δημοκρατία είχε ήδη καταλυθεί στην Ελλάδα, για να αρχίσει η επταετία της απριλιανής δικτατορίας.
TΙ ΕΙΧΕ ΔΗΛΩΣΕΙ Ο KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΥΣΤΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ- ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟ
«Πιστεύω απόλυτα ότι αυτή ήταν η πλέον ασφαλής και δημοκρατική λύση, απαραίτητη για την εκτόνωση της καταστάσεως. Με τη θέση μου αυτή είχαν συμφωνήσει και οι αρχηγοί των δύο μεγάλων τότε κομμάτων. Ηταν αναγκαίο να πάμε σε εκλογές με απλή αναλογική το ταχύτερο δυνατόν, διασφαλίζοντας όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ηρεμία και ομόνοια. Ο κ. Μητσοτάκης ισχυρίζεται ότι έτσι ανοίγαμε τον δρόμο στην επανεκλογή του Γεωργίου Παπανδρέου. Ημουν έτοιμος να αποδεχθώ το ενδεχόμενο αυτό και να σεβαστώ πρώτος εγώ την ετυμηγορία του λαού».
http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=410267
ΟΣΑ ΑΠΟΣΙΩΠΟΥΝ
ΓΙΑ ΤΑ «ΙΟΥΛΙΑΝΑ» ΤΟΥ 1965
του Γιώργου Λεονταρίτη
Την
περασμένη Κυριακή, η εφημερίς «Το Βήμα», αφιέρωσε ειδικόν ένθετον για
την επέτειον των «Ιουλιανών» του 1965. Πρόκειται για την γνωστήν
πολιτικήν κρίσιν που ανεστάτωσε τότε την χώραν, με οδυνηρές συνέπειες.
Πολλά αναφέρθησαν στο «Βήμα», αλλά – ως συνήθως – αποσιωπάται ο
πραγματικός αίτιος της πολιτικής αναταραχής, εκείνος που οδήγησε την
Ελλάδα στο χείλος του κρημνού, και ευθύνεται για την επέμβασιν του
Στρατού.
Πρόκειται για τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο
ρόλος του οποίου παραμένει σκοτεινός. Επεσε στην πολιτικήν ζωήν του
τόπου ως αερόλιθος, και διέλυσε τα πάντα. Ηλθε από την Αμερικήν – χάρις
στον Κ. Καραμανλήν – και επολιτεύθη κατά έναν περίεργον τρόπον, που
ακόμη και σήμερα γεννά πολλά ερωτηματικά. Από τα πρώτα του βήματα ως
υφυπουργός και υπουργός στην κυβέρνησιν της Ενώσεως Κέντρου, προκάλεσε
προβλήματα, με σκάνδαλα, με δημιουργίαν προσωπικής φατρίας μέσα στο
Κόμμα, και με ανάμειξιν σε μυστικήν στρατιωτικήν οργάνωσιν, τον ΑΣΠΙΔΑ.
Θα μπορούσε να γραφεί βιβλίον ολόκληρον για αυτήν την περίοδον.
Σ’ αυτό το άρθρο, θα αρκεσθούμε μόνον
στην επισήμανσιν εκείνων των σημείων που απέφυγε να θίξει το «Βήμα». Ο
συντάκτης αυτού του κειμένου, έζησε εκείνα τα γεγονότα και είχε
προσωπικήν γνωριμίαν και επαφήν με πολλούς εκ των πρωταγωνιστών της
εποχής των «Ιουλιανών». Εξοργίζεται, όταν βλέπει σήμερον, μετά πάροδον
τόσων ετών, να εξωραΐζεται ο κυρίως ένοχος, ο Ανδρέας Παπανδρέου και να
αναθεματίζονται κορυφαίοι πολιτικοί άνδρες, που προσπάθησαν να σώσουν
την δημοκρατίαν, βλέποντες καθαρά πού οδηγούσε την χώραν με την τακτικήν
του, ο μετέπειτα ιδρυτής του αθλίου ΠΑΣΟΚ.
Κι ακριβώς, επειδή εγνωρίσαμε ποιος
ήταν ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ και ποια ήταν και είναι η πολιτεία αυτού του
κόμματος, θα έπρεπε όσοι αναφέρονται στο 1965, να είναι πιο
προβληματισμένοι και προσεκτικοί όταν γράφουν Ιστορία. Θα τονίσουμε,
λοιπόν, τα εξής βασικά σημεία:
1) Η κρίσις των «Ιουλιανών» προεκλήθη
από την ανάμειξιν του Ανδρέα Παπανδρέου στην οργάνωσιν ΑΣΠΙΔΑ. Απ’
εκείνην την στιγμήν, ο Ανδρέας εναρκοθέτησε και την Κυβέρνησιν, και την
Ενωσιν Κέντρου, και τον πατέρα του. Είναι περίεργον, να ισχυρίζονται –
ακόμη και σήμερα – ορισμένοι «δημοκράτες», ότι η συνωμοσία του ΑΣΠΙΔΑ,
υπήρξε… «σκευωρία», όταν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της στρατιωτικής
οργανώσεως (Μπουλούκος, Χονδροκούκης κ.ά.), έγραψαν βιβλία με τις
αναμνήσεις των, και τα αποκαλύπτουν όλα.
2) Η ζωή του Γεωργίου Παπανδρέου, εξ
αιτίας της ανερμάτιστης πολιτικής του υιού του, είχε μεταβληθεί σε
κόλαση. «Θα με πεθάνει αυτό το παιδί», έλεγε. Τον έψεγε διότι είχε
μεταβάλλει το υπουργείον του σε… «λαχαναγορά». Ανέφερε με το γνωστό
χιούμορ του, επιγραμματικά: «Ο Ανδρέας προσθέτει ολίγους οπαδούς,
αφαιρεί πολλούς, πολλαπλασιάζει τα προβλήματα, και διαιρεί το Κόμμα…»!
3) Όταν ξέσπασε ο σάλος για την υπόθεση
ΑΣΠΙΔΑ, ο τότε Πρωθυπουργός του Κέντρου, αναγκάσθηκε να διατάξει
ανακρίσεις και έρευνα από το υπουργείον Αμύνης. Επειδή εγνώριζε την
ανάμειξιν του υιού του, θέλησε να αναλάβει ο ίδιος και το υπουργείον
Εθνικής Αμύνης. Επρόκειτο για αψυχολόγητον λάθος. Πώς ήταν δυνατόν, ο
πατέρας του «ενόχου» να προΐσταται των ανακρίσεων; Γι’ αυτό προεκλήθη η
διαφωνία με τον Βασιλέα.
4) Ο Ανδρέας μετέτρεψε το προσωπικόν του
νομικόν πρόβλημα, σε πολιτικήν κρίσιν. Επίεζεν αφορήτως τον πατέρα του
(πρέπει να του αναγνωρισθεί το ελαφρυντικόν της πατρικής στοργής, προς
τον αγνώμονα και εγωπαθή υιόν), αγνοούσε τους άλλους πολιτικούς ηγέτες,
που από κοινού είχαν σχηματίσει την Ενωσιν Κέντρου και φιλοδοξούσε
κάποια μέρα να… «κληρονομήσει» το Κόμμα.
5) Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος, επρότεινε
σώφρονα λύσιν, που μπορούσε να μας βγάλει από το αδιέξοδον. Είπε στον
«Γέρο» να αναθέσει το υπουργείον Εθνικής Αμύνης, σε όποιον στενόν του
συνεργάτην επιθυμούσε. Επρότεινε μάλιστα, τον Στρατηγόν Παυσανία
Κατσώτα. Μετά το πέρας των ανακρίσεων, θα μπορούσε εκ νέου να αναλάβει ο
Πρωθυπουργός και το υπουργείον Αμύνης. Άλλη λύσις, ήταν, να κρατήσει ο
«Γέρος» το υπουργείον Αμύνης, αλλά να μεταφερθεί η υπόθεσις ΑΣΠΙΔΑ, στα
πολιτικά δικαστήρια. Ηταν τόσο λογικές οι δύο λύσεις που επρότεινεν ο
Κωνσταντίνος, ώστε ο Γ. Παπανδρέου, δεν βρήκε επιχείρημα για να τον
αντικρούσει.
Οι ηγετικές φυσιογνωμίες του Κέντρου, ο
Ηλίας Τσιριμώκος, ο Στεφ. Στεφανόπουλος, ο Στέλιος Αλλαμανής, ο Σταύρος
Κωστόπουλος, ο Ιω. Τούμπας και άλλοι, επίεσαν τον «Γέρο» να ΜΗΝ
ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙ, διότι η λύσις του Βασιλέως, ήταν λογική. Εκείνος συμφώνησε,
αλλά υπό την αφόρητον πίεσιν του Ανδρέα, επέμεινε πεισματικά στην
αξίωσίν του για να κρατήσει το υπουργείον Αμύνης και μόνος του,
επροτίμησε να παραιτηθεί. Είναι απορίας άξιον, πώς ένας τόσον έμπειρος
πολιτικός, δεν αντελήφθη πού θα οδηγούσε αυτό το πείσμα.
6) Η ανάθεσις της κυβερνήσεως στον Γ.
Αθανασιάδην – Νόβαν, έγινε βιαστικά, προτού ο λαός προλάβει να
αντιληφθεί τι είχε συμβεί, και έδωσε την εντύπωσιν «συνωμοσίας».
7) Οι εκδότες των κεντρώων εφημερίδων
και πολλά ηγετικά στελέχη του Κέντρου, υπεστήριξαν την άποψιν, να
αναλάβει πρωθυπουργός ο Στέφανος Στεφανόπουλος, να παραμείνει αρχηγός
του Κόμματος ο Γ. Παπανδρέου, και να πάμε σε εκλογές. Υπεγράφη μάλιστα
και «πρωτόκολλον τιμής» γι’ αυτήν την λύσιν, την οποία εστήριξαν ο Ιω.
Βελλίδης της «Μακεδονίας», ο Χρήστος Λαμπράκης του «Βήματος» - «Νέων»
και ο Ιω. Παπαγεωργίου της «Αθηναϊκής». Όταν όμως, τα κατευθυνόμενα
πλήθη από τον Ανδρέα έσχιζαν τις εφημερίδες στην Πλατείαν Κλαυθμώνος και
οι τρεις εκδότες, έκαμαν στροφήν, και έγιναν… «ανένδοτοι»!
8) Στην συνεδρίασιν της
κοινοβουλευτικής ομάδος της Ε.Κ. στην λέσχη των Φιλελευθέρων, στην
πλατεία Καρύτση, ο αείμνηστος Ηλίας Τσιριμώκος, απηύθυνε δραματικήν
έκκλησιν προς τον Γ. Παπανδρέου, να δώσει διέξοδον στην κρίσιν, λέγων
μεταξύ άλλων: «Ούτε η ηλικία σας, ούτε η υγεία μου, μας επιτρέπουν να
προσφέρωμεν επί πολύ χρόνον τις υπηρεσίες μας στο Εθνος. Πρόεδρε,
μπορείτε να δώσετε λύσιν…».
9) Η ανάθεσις της κυβερνήσεως στον Ηλίαν
Τσιριμώκον, απετέλεσε την μεγάλην χαμένην ευκαιρίαν του Κέντρου. Ητο
ακραιφνώς Κεντρώα Κυβέρνησις, και θα μπορούσε, εάν οι άλλοι έδειχναν
σύνεσιν και δεν είχαν τυφλωθεί από στείραν αδιαλλαξίαν, να οδηγηθούμε
ομαλά στις κάλπες. Αργότερα, όταν βαδίζαμε από το κακόν στο χειρότερον,
σε έναν απολογισμόν των γεγονότων, ετόνιζεν ο Ηλίας Τσιριμώκος: «Πώς
σκέφθηκε ο κ. Παπανδρέου; Λένε μερικοί ότι, αν δεν υπήρχαν αποστάτες, ο
κ. Παπανδρέου θα είχε κατορθώσει να επιβάλει τη λύση που ήθελε.
Δηλαδή, να γυρίσει στην πρωθυπουργία,
παίρνοντας και το υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Σοβαρά; Αλλά αν αυτό ήταν
δυνατόν ΑΦΟΥ είχε παραιτηθεί, γιατί δεν επέμενε ΠΡΙΝ παραιτηθεί; Είναι
άλλο το αίτημα που διατυπώνεται από το μπαλκόνι της Αντιπολιτεύσεως, και
άλλο εκείνο που διατυπώνεται από τον εν ενεργεία Πρωθυπουργό. Πίστευε
ότι από το μπαλκόνι θα «έπαιρνε φαλάγγι» τον Βασιλέα και θα τον
ανάγκαζε, όχι πια να υποχωρήσει στο θέμα του υπουργείου, αλλά να
προκηρύξει εκλογάς – δημοψήφισμα; Τότε το λάθος είναι διπλό! Η
αυτοκτονία δεν είναι συνήθεια των αρχόντων…».
Και σε άλλο σημείον, ο Τσιριμώκος
ανέφερε χαρακτηριστικά: «Επί τέλους, τι είναι αυτό που ζητούσε, στο
βάθος, ο κ. Παπανδρέου; Εκλογές σε λίγους μήνες. Τις προσέφερε η «λύση
Στεφανοπούλου», που του προτάθηκε, λύση που θα ήταν κάτω από τον έλεγχό
του. Τις προσέφερε η κυβέρνηση Τσιριμώκου. Και πρόσφερε την Αναλογική.
Τα ίδια πρόσφερε η κατοπινή κυβέρνηση Στεφανόπουλου. Πάντως, οι εκλογές
θα συντομεύονταν αν ο κ. Παπανδρέου στήριζε ή την κυβέρνηση
Στεφανοπούλου, όταν του προτάθηκε την πρώτη φορά, ή την Κυβέρνηση
Τσιριμώκου.
Και τώρα ακόμη τι θέλει; Δηλώνει ότι
θέλει πάντοτε εκλογές σε λίγους μήνες, δίχως καθεστωτικό». Και κατέληγε:
«Χλευάστηκα, βρίστηκα, περιγελάστηκα, εξευτελίστηκα επειδή είχα μιλήσει
για τον αναγκαίο συμβιβασμό, χαρακτηριστικό της δημοκρατίας και της
ομαλότητας. Τι γελοίο πρόσωπο ο «συμβιβαστής»! Αλλά τι είναι όλα αυτά
που λέει η Ε.Κ. αν όχι συμβιβασμός; Ή δεν είναι συμβιβασμός το να
δέχεται η ΕΚ κυβέρνηση της ΕΡΕ;».
Ο Τσιριμώκος, ορθώς επεσήμαινε, ότι ο Γ. Παπανδρέου μπήκε ή εξωθήθηκε από «έξαλλους συγγενείς» (εννοούσε τον Ανδρέα) σε μια ρήξη, γεμάτη κινδύνους, δίχως να έχει στο μυαλό του, ούτε διέξοδο, ούτε καν τακτική…».
10) Ο Ανδρέας είχε δώσει εντολήν στους
«κεκράκτες» του, την ιδιαίτερη ομάδα του, να προκαλούν συνεχώς επεισόδια
μέσα στην Βουλήν. Συγχρόνως σε συνεργασία με την ΕΔΑ, χρησιμοποιούσε τα
οργανωμένα κομμουνιστικά στελέχη για να κάνουν καθημερινές διαδηλώσεις.
Από την άλλη πλευρά, η ανεγκέφαλη Αριστερά, επίστευεν, ότι με
περικεφαλαία τον Ανδρέα, θα καθίστατο ρυθμιστικός παράγων της πολιτικής
ζωής. Λέγεται συνήθως, ότι «η αποστασία οδήγησε στην δικτατορία»!
Πρόκειται περί φαιδρού ισχυρισμού. Η λεγόμενη «αποστασία», καθυστέρησε
την δικτατορία, η οποία διαφορετικά θα είχε εκδηλωθεί ενωρίτερα.
11) Κάτι που φέρνει στην μνήμη σημερινές
εικόνες: Όταν εδόθη η εντολή στον Τσιριμώκο, τα κατευθυνόμενα από την
Αριστερά στίφη, βγήκαν στους δρόμους και προέβησαν σε έκτροπα. Ανάμεσά
τους, εύκολα παρεισέφρησαν προβοκάτορες, πράκτορες μυστικών υπηρεσιών,
που έβαζαν φωτιές, ξεκολλούσαν μάρμαρα από κτίρια και έσπαγαν βιτρίνες.
Κι ήταν χαρακτηριστικόν, ότι ο Διευθυντής της Αστυνομίας Αθηνών, ο
Αρχοντουλάκης, έδειξε στον Τσιριμώκο, που κατέβηκε στους δρόμους για να
διαπιστώσει τι συμβαίνει, δείγματα από βλήματα και σιδηρά αντικείμενα
που είχαν χρησιμοποιήσει οι ταραξίες. «Μένω πραγματικά, έκπληκτος κ.
Πρόεδρε», του είπε.
12) Όταν ο Γ. Παπανδρέου αποφάσισε να
βοηθήσει σε λύση, διότι έβλεπε ότι τα πράγματα είχαν λάβει επικίνδυνον
κατήφορον, πάλι εμφανίστηκε ο κακός δαίμων, που ελέγετο Ανδρέας. Η
μυστική συμφωνία Βασιλέως – Γ. Παπανδρέου – Π. Κανελλοπούλου για
κυβέρνηση Παρασκευοπούλου, ανατινάχθηκε από τον μετέπειτα ιδρυτήν του
ΠΑΣΟΚ.
Η τακτική του Ανδρέα έδινε, ότι ήθελε οπωσδήποτε να φθάσουμε στα άκρα, και να αναγκαστεί να επέμβει ο Στρατός…
Αρχές Απριλίου του 1967, ο εκδότης της «Ελευθερίας», ο Πάνος Κόκκας, σε ανοιχτή επιστολή του προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνον, του επρότεινε τρεις λύσεις:
α) Κυβέρνησιν εκ της Ενώσεως Κέντρου, β) Οικουμενικήν κυβέρνησιν, γ) Υπηρεσιακήν Κυβέρνησιν για να πάμε σε εκλογές.
Η τελευταία λύσις με την Κυβέρνησιν του Παν. Κανελλοπούλου, ετορπιλλίσθη από την Ενωσιν Κέντρου. Η δραματική προειδοποίησις του αρχηγού της ΕΡΕ, ότι: «Σπανίως η χώρα ευρέθη ενώπιον ενός τόσον αγνώστου μέλλοντος», δεν συνέτισε κανένα.
13) Ο Γ. Παπανδρέου κατελόγισεν ευθέως
τις ευθύνες για την επέμβασιν του Στρατού, στον υιόν του, και στην
Αριστεράν. Όταν ήταν κρατούμενος τις πρώτες ώρες της 21ης Απριλίου, στο
Τάγμα Τεθωρακισμένων στο Γουδί, είπε στον Λεωνίδα Κύρκον: «Από την ώρα,
που εσείς της Αριστεράς εκάματε με τον Ανδρέαν, κάτι σαν νέον ΕΑΜ, η
δικτατορία κατέστη αναπότρεπτος…».
Τέλος πρέπει να τονίσουμε ιδιαιτέρως το
εξής γεγονός, που όλοι αποσιωπούν: Το πρωί της 21ης Απριλίου 1967, ο εν
Αθήναις Αμερικανός πρεσβευτής Φίλιπ Τάλμποτ, με εντολήν του Προέδρου
Τζόνσον, επεσκέφθη την ηγεσίαν της Επαναστάσεως. Δεν εξέφρασε ανησυχίαν
για κανέναν άλλον, παρά μόνον εζήτησε εναγωνίως να πληροφορηθεί, εάν
επείραξαν τον επικεφαλής του… «αντιαμερικανικού κινήματος», τον Ανδρέα
Παπανδρέου! Όταν έμαθε ότι ήταν καλά, ηξίωσε να του δοθεί διαβατήριον
για να φύγει στο εξωτερικόν. Μετά από σύντομον διάστημα, ο Ανδρέας
Παπανδρέου, αναχωρούσε με την οικογένειάν του, με τις ευχές του… Στ.
Παττακού! Το δεύτερον μέρος της καταστροφικής πολιτικής του Ανδρέα
Παπανδρέου, θα ξεκινούσε 7 χρόνια αργότερα, μετά την Μεταπολίτευσιν, για
να βαδίσουμε στην σήψιν της δημοκρατίας…
Ιστορική αναφορά, από τον ΓΙΩΡΓΟ ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗ
http://www.elora.gr/portal/istorika/1792-------1965
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου