Έφυγα.
Αλλά ακόμα, δεν είναι εύκολο
της Φραγκίσκας Στρούμπου
Την τελευταία φορά, σου
είπα πως όταν χωρίσουν οι δρόμοι μας θα σε αγαπάω για πάντα, ακόμα και κατά την
απουσία σου. Μα αυτό δε σημαίνει πως είναι για μένα εύκολο.
Υπήρξαν νύχτες, που ήθελα
να σε ψάξω μα φοβόμουν, φοβόμουν πως δεν ήθελες να ακούσεις τίποτα. Τίποτα από
μένα. Ειλικρινά, νόμιζα πως με μισούσες και το να γυρίσω σε σένα θα ‘ταν
αδυναμία. Θα ήμουν απλώς, ένα ακόμη πράγμα που μετάνιωσες στο παρελθόν σου.
Εύκολη είναι η τελευταία
λέξη που χρησιμοποίησα για να περιγράψω πως είναι να μη σε έχω στη ζωή μου.
Ναι, εγώ πήρα την απόφαση. Ναι, ίσως να ήμουν αυτή που έφυγε. Ναι, ίσως να ‘χω
διαγράψει τον αριθμό σου. Αλλά υπάρχουν φορές, που κοιτάζω πίσω κι ελπίζω να το
έκανες κι εσύ.
Είμαστε πολύ πεισματάρηδες
για να παραδεχτούμε πως λείπει ο ένας στον άλλο. Νόμιζα πως αν έφευγα αρκετά
μακριά, δεν θα κοίταζα πίσω.
Δεν έχει σημασία που πάω ή
ποιον βλέπω. Είσαι πάντα δίπλα μου. Με στοιχειώνεις. Γιατί ποτέ δεν έφυγες
πραγματικά. Κρατάς ένα κομμάτι της καρδιάς μου, δεν νομίζω ότι θα το πάρω πίσω
ποτέ μου. Κι αν ποτέ αισθάνομαι μακριά σου, κοιτάω κάτω και σε αισθάνομαι εκεί.
Έτσι, δεν ξέφυγα ποτέ πραγματικά. Όλον αυτόν τον καιρό. Ξέρεις, ένα μεγάλο
μέρος του εαυτού μου, αυτό που περισσότερο μ’ αρέσει, πάντα εσύ ήσουν.
Ξέρω πως είμαι αρκετά
δυνατή. Να προχωρήσω μόνη μου. Ξέρω πως δεν σε χρειάζομαι. Μα τι γίνεται με
εκείνες τις στιγμές που απλώς σε θέλω; Τι γίνεται με εκείνες τις στιγμές που
πέφτω στα γόνατα και χρειάζομαι κάποιον, να μου υπενθυμίσει πως είμαι όμορφη;
Τι γίνεται με εκείνες τις στιγμές, όταν όλος ο κόσμος είναι εναντίον μου κι
εγώ, ακόμα, έχω τη φωνή σου να μου λέει να μην ακούω κανέναν; Δυστυχώς, σε
χρειάζομαι. Και νομίζω σου αρέσει να σε χρειάζομαι.
Τίποτα δεν ήταν απλό για
εμάς. Ποτέ. Από κάθε προσωπική στιγμή που με έκανε να σε θέλω περισσότερο. Σε
κάθε σκέψη που χορεύει στις φαντασιώσεις του μυαλού μου. Πάντα ήσουν εσύ.
Και δεν νομίζω ότι οι
ψυχές μας ήταν γραφτό να χωριστούν.
Ο Πλάτωνας έγραψε κάποτε:
«Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, οι άνθρωποι είχαν αρχικά δημιουργηθεί με
τέσσερα χέρια, τέσσερα πόδια κι ένα κεφάλι με δύο πρόσωπα. Φοβούμενος την
δύναμη τους, ο Δίας τους χώρισε σε δύο ξεχωριστά τμήματα, καταδικάζοντας τους να
περνούν τη ζωή τους, αναζητώντας τα άλλα τους μισά.»
Σε μισώ που σε βρήκα.
Περισσότερο απ’ όσο μισώ
που σε έχασα. Δεν έχει σημασία που βλέπω, δεν υπάρχει κανένας πιο συμβατός για
μένα. Μόνο εσύ. Έχω προσπαθήσει να το πολεμήσω, και οι δύο έχουμε προσπαθήσει,
αλλά πιστεύω πως πρέπει να είμαστε μαζί στο τέλος.
Κάποτε, είπα μη γυρίσεις,
μα ήμουν ηλίθια. Όταν εσύ μου ζητήσεις κάτι θα το κάνω. Κι εσύ θα κάνεις
ο,τιδήποτε σου ζητήσω.
Περισσότερο από ο,τιδήποτε
άλλο, αξίζουμε ο ένας στον άλλον. Αξίζουμε, να κάνουμε αυτή τη σχέση να
δουλέψει. Μας αξίζει να είμαστε η ιστορία που τελειώνει όμορφα. Ενώ δεν έχουμε
την ικανότητα να ελέγχουμε από πού ερχόμαστε, έχουμε ένα λόγο για το που πάμε.
Η ιστορία μας θα είναι
πάντα η αγαπημένη μου.
Σε αγαπώ περισσότερο από οποιονδήποτε
και ο,τιδήποτε. Και δεν ήταν εύκολο, και θα έλεγα ψέματα στον εαυτό μου αν
έλεγα ότι δεν είσαι σε κάθε μου σκέψη. Επειδή είσαι, είσαι κάθε σκέψη. Είσαι
κάθε ελπίδα. Είσαι κάθε επιθυμία που εξακολουθώ να ελπίζω να γίνει
πραγματικότητα. Και αν ποτέ υπάρχει μία στιγμή που θέλεις να γυρίσεις πίσω σε
μένα, η αγκαλιά μου, τα χέρια μου, μόνο εσένα ήθελαν, ακόμα και τότε που
κρατούσαν άλλους.
Δική
σου πραγματικά,
Φιλιά.