ΤΕΣΣΕΡΙΣ
ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΜΙΛΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ
Ο
Mυταράς έλεγε ότι το να είσαι καλλιτέχνης δεν διδάσκεται
«Ο Δημήτρης Μυταράς ήταν
αληθινά μεγάλος: ζωγράφος, δάσκαλος, άνθρωπος, φίλος. Οι φοιτητές του και οι
συνεργάτες του θα έχουν για πάντα μέσα τους όλα όσα τους πρόσφερε. Άδολα κι απόλυτα
συνειδητά. Αντίο, δάσκαλε, αντίο φίλε».
Η ζωγράφος Βιβή Γαρδέλη,
μαθήτρια και φίλη του ζεύγους Μυταρά επιχειρεί να συνοψίσει το μέγεθος και την
προσωπικότητα ενός φωτισμένου πνεύματος, ενός μεγάλου διαμετρήματος καλλιτέχνη,
ενός σπάνιου ανθρώπου. «Είχα την ευλογία να γνωρίσω τον Δημήτρη και τη
Χαρίκλεια Μυταρά στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών ως φοιτήτρια και να τους έχω
δασκάλους. Η σχέση μαθήτριας-δασκάλων εξελίχθηκε σε μια βαθιά φιλία» αναφέρει η
ίδια.
«Τα 25 χρόνια της κοινής
μας διαδρομής τα σφράγισαν το ήθος, η αγάπη, το ταλέντο, το απλόχερο δόσιμο, το
χιούμορ, η ποιότητα, η απλότητα».
Προσωπικότητα που καθόρισε
την καλλιτεχνική και πνευματική ζωή του τόπου, ο Δημήτρης Μυταράς έφυγε από
κοντά μας την Πέμπτη 16.2.2017, σε ηλικία 83 ετών. Το έργο του παραμένει
ζωντανό και ανεκτίμητο, όπως ανεκτίμητη είναι η κληρονομιά που άφησε, καθώς και
η προσφορά του ως καλλιτέχνη αλλά και ως δασκάλου.
Καινοτόμες
ιδέες
Στο Α' Εργαστήριο
Ζωγραφικής της ΑΣΚΤ, όπου δίδαξε από το 1984 έως το 2001, παίρνοντας τη σκυτάλη
από τον δάσκαλό του, Γιάννη Μόραλη, έφερε καινοτόμες ιδέες, εισήγαγε νέες
μεθόδους μάθησης. Ο ζωγράφος Ζαχαρίας Αρβανίτης και ο εικαστικός και ζωγράφος Άγγελος
Αντωνόπουλος, συνεργάτες του Δημήτρη Μυταρά και οι δύο, ανέλαβαν με σειρά
παλαιότητας τη διαδοχή στο τιμόνι του ιστορικού Εργαστηρίου. Από το 2011 τη
διεύθυνσή του έχει ο Άγγελος Αντωνόπουλος. Ο τελευταίος υπογραμμίζει ότι μόλις
ανέλαβε το Εργαστήριο, ο Δημήτρης Μυταράς όχι μόνον του τηλεφώνησε για να τον
συγχαρεί, αλλά τον ρωτούσε με αγωνία και ενδιαφέρον για το πρόγραμμα σπουδών.
Και τον συμβούλευε: «να τους κάνεις κι αυτό, κι εκείνο, και το άλλο». Γιατί
αυτός ήταν ο Δημήτρης Μυταράς. Δάσκαλος.
Ο
Δημήτρης Μυταράς επέλεγε πάντα με μεγάλη αυστηρότητα το ποια έργα του θα
παρουσιαστούν στο κοινό, όπως εξηγούν οι μαθητές του.
«Δάσκαλος καινοτόμος. Αλλαξε τον τρόπο της
διδασκαλίας, πρόσθεσε καινούργια στοιχεία και δράσεις που μέχρι τότε δεν
υπήρχαν στη σχολή. Ήταν πολύ συνεργάσιμος, ανοιχτός σε προτάσεις και
συνεργασίες» εξηγεί ο Ζαχαρίας Αρβανίτης, του οποίου η σχέση με τον Δημήτρη
Μυταρά μετρούσε από το 1969, όταν ο ζωγράφος ήταν πρωτοετής στη σχολή. «Πάντοτε
είχε πλήρη γνώση για το τι γινόταν στο εργαστήριο. Βρισκόταν πάντοτε πολύ κοντά
στους φοιτητές και ενδιαφερόταν γι' αυτούς. Ακόμα κι όταν είχε συνταξιοδοτηθεί,
περνούσε από τη σχολή για να δει πώς πηγαίνουν οι μαθητές του. Η θητεία μου
μαζί του ήταν μια συνεχής μαθητεία. Του οφείλω πολλά». Ζωγράφος «αιχμής» και
«δάσκαλος με οργανωμένη άποψη και σύστημα πάνω στην εικαστική εκπαίδευση. «Δεν
αρκούνταν στο ταλέντο ή στην επιθυμία του σπουδαστή, αλλά του μάθαινε μέσα από
ένα σύστημα ασκήσεων» αναφέρει ο Άγγελος Αντωνόπουλος. Στην «εκπληκτική μέθοδό
του ως δασκάλου, έτσι ώστε ο σπουδαστής να προσεγγίζει πιο σωστά τη γλώσσα της
ζωγραφικής», στέκεται ο ίδιος. «Υπήρξε από τους λίγους που έδιναν μεγάλη
σημασία στο συγκεκριμένο σύστημα. Στόχος του ήταν ο σπουδαστής να σπουδάζει τη
ζωγραφική. Από κει και πέρα πίστευε ότι το να γίνεις καλλιτέχνης δεν
διδάσκεται. Είναι μια προσωπική υπόθεση».
Η κληρονομιά του δασκάλου
μεταλαμπαδεύεται από γενιά σε γενιά. «Οι μέθοδοι περνάνε από δάσκαλο σε
δάσκαλο, εμπλουτίζονται» σύμφωνα με τον Αγγ. Αντωνόπουλο. «Το ήθος του
δασκάλου, η έγνοια του για τους φοιτητές, πέρασε και σε μας» υποστηρίζει ο
Ζαχαρίας Αρβανίτης.
Το 1979 ήταν η αφετηρία
της σχέσης του Αγγ. Αντωνόπουλου με τον Δ. Μυταρά. «Ήταν ανθρώπινος. Δεν
χρησιμοποιούσε τη θέση του για να ασκήσει εξουσία. Δεν κρατούσε την απόσταση
μεταξύ του φοιτητή και του δασκάλου. Ήταν απλός. Οι φοιτητές του τον αγαπούσαν»
σημειώνει. Ο Ζ. Αρβανίτης υπερθεματίζει: «Η διάθεσή του ήταν πάντοτε φιλική
προς όλους, δεν ήταν ένας απόμακρος προϊστάμενος. Βρισκόταν πολύ κοντά σε
όλους, σαν να ήμαστε φίλοι από χρόνια. Ήξερε την αξία του, δεν νομίζω ότι
υπήρχε λόγος να τη διατυμπανίζει». Μεγάλο του προσόν υπήρξε, για τον Αγγ.
Αντωνόπουλο, το ότι «ενθάρρυνε τους φοιτητές του, να συνεχίσουν να προσπαθούν.
Παράλληλα ρουφούσε από τη ζωντάνια τους. Προτιμούσε να κάνει παρέα με τα νέα
παιδιά. Τον ανανέωνε. Τον έκανε πιο ενεργητικό και δραστήριο» προσθέτει.
Το
μεγάλο προσόν
Ο
Mυταράς έλεγε ότι το να είσαι καλλιτέχνης δεν διδάσκεται
«Χαρισματικό άνθρωπο,
ανοιχτό, χαμογελαστό με τους συνεργάτες και τους φοιτητές του» χαρακτηρίζει τον
Δημήτρη Μυταρά ο Ζαχαρίας Αρβανίτης, ο οποίος τον διαδέχθηκε στη διεύθυνση του
Εργαστηρίου, από το 2001 έως το 2011. Το μεγάλο του προσόν; «Δεν ήταν μονοδιάστατος»
συμφωνούν και οι δύο. «Ήταν, ναι, η ζωγραφική. Αλλά έγραψε ποίηση, έκανε
σκηνογραφίες, αρθρογραφούσε, τον ενδιέφερε τι συμβαίνει στην Ελλάδα και την
κοινωνία. Κι ύστερα ήταν αυτή η περίφημη σπάνια συλλογή με κοχύλια, που τα
απέκτησε δαπανώντας κόπο και χρόνο. Ήταν ένας άνθρωπος που ήθελες να τον ακούς
και να τον κάνεις παρέα».
Ο Τάκης Μαυρωτάς, ο
διευθυντής Εικαστικού Προγράμματος του Ιδρύματος Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής
Β. & Μ. Θεοχαράκη, είναι ο άνθρωπος που είχε επιμεληθεί τις μεγάλες εκθέσεις
του Δημήτρη Μυταρά. Η συνεργασία τους ξεκίνησε το 1989, στην αναδρομική έκθεση
του καλλιτέχνη στην Πινακοθήκη Πιερίδη, και έκτοτε συνεχίστηκε με εκθέσεις σε
Ελλάδα και εξωτερικό. Ανάμεσά τους και αναδρομική, «Ιστορώντας μορφές», το 2008
στο Ιδρυμα Β. και Μ. Θεοχαράκη, η τελευταία ατομική του έκθεση, στην οποία
παρέστη ο ίδιος. «Βαθιά ηθικό άτομο, βαθιά εργασιομανής, ένας άνθρωπος ο οποίος
τηρούσε τον λόγο του και ήταν πάρα πολύ συνεπής σ' αυτά τα οποία έλεγε». Έτσι
σκιαγραφεί τον σπουδαίο καλλιτέχνη ο Τ. Μαυρωτάς. Από τις συνεργασίες τους
στέκεται στο γεγονός ότι «αυτό που τον ενδιέφερε ήταν το αποτέλεσμα. Δεν του
άρεσαν τα λόγια. Όλη η κατεύθυνση είχε έναν κοινό άξονα: το να μπορέσει να
παρουσιαστεί το έργο του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Πάντα υπήρχε πολύ
αυστηρή επιλογή στο ποια έργα έπρεπε να παρουσιαστούν, σε σχέση με την
ατμόσφαιρα που είχε αποφασιστεί για την κάθε έκθεση».
Ο Δημήτρης Μυταράς υπήρξε
«άξιος δάσκαλος, εκείνος ο οποίος έφερε νέο αέρα στην εκπαίδευση και πλούτισε
την ελληνική βιβλιογραφία με τα δοκίμιά του και τις σκέψεις του πάνω στη
ζωγραφική. Παράλληλα ήταν κι ένας ποιητής που δημοσίευσε τα ποιήματά του, ένας
δημιουργός που 24 ώρες το 24ωρο είχε, στη σκέψη του και την ψυχή του, τη
ζωγραφική έκφραση» υπογραμμίζει ο Τ. Μαυρωτάς. Για να σταθεί στο «τεράστιο
ταλέντο του». Έλεγε χαρακτηριστικά ότι «η ζωγραφική δεν διδάσκεται παρά μόνο το
συντακτικό της».
Η
δύναμη του σχεδίου
Ο Μυταράς «ήξερε καλά την
αξία και τη δύναμη του σχεδίου, υπήρξε άριστος σχεδιαστής (μπορούσε να σχεδιάζει ζωγραφίζοντας και να
ζωγραφίζει σχεδιάζοντας)», ήταν ένας «ηδονιστής ζωγράφος που χειριζόταν με
μεγάλη ευκολία τις χρωματικές αντιπαραθέσεις και αγαπούσε πολύ τα έντονα
χρώματα. Όπως έλεγε, ''εάν ένα μεγάλο έργο μου μου πάρει πάνω από τρεις μέρες,
αυτό δεν θα είναι καλό''. Κι επίσης, σχολίαζε χαριτολογώντας ότι ο δάσκαλός του
Γιάννης Μόραλης τον συμβούλεψε να μη γίνει πρύτανης και ακαδημαϊκός. ''Ε, έγινα
και τα δύο!'' έλεγε». Τέλος, τον χαρακτήριζε «η αγάπη του για τα παιδιά. Μαζί
με τη Ζουζού Μυταρά ήταν εκείνοι που δημιούργησαν το Εργαστήριο Τέχνης στη
Χαλκίδα, δίνοντας τη δυνατότητα σε χιλιάδες παιδιά να μυηθούν στη ζωγραφική».