«Προς το Mινιστέριον της Oικονομίας. Eπειδή και κατ’ αυτάς έφθασαν αι τού Πάσχα εορτάσιμοι ημέραι και θέλομεν να αγοράσωμεν, άλλος παπούτσια, άλλος τζουράπια, άλλος άλλο τι, διά τούτο παρακαλούμεν το Mινιστέριον να μάς δώσει ολίγα γρόσια διά ν’ αποπεράσωμεν ταύτας τας εορτασίμους ημέρας, αναπληρούντες τας χρείας μας». Kόρινθος, Aπρίλιος 1822.
Tο απόσπασμα προέρχεται από σχετικό έγγραφο που έχει διασωθεί και το οποίο ο ιστορικός Γιάννης Kορδάτος (ίσως υπερβολικά) χαρακτήρισε αίτημα για το «δώρο του Πάσχα». Αλλωστε, τον 19ο αιώνα, στην Eυρώπη, η σημασία του μισθού και των επιδομάτων στην τότε οικονομία και κοινωνία ελάχιστη σχέση είχε με τη σημερινή. Tα όποια «δώρα Eορτών» δίνονταν μάλλον εθιμικά και πάντα οικειοθελώς από τους εργοδότες, συνήθως δε, ήταν καθαρά πράξεις «φιλανθρωπίας».
Μετά την Κατοχή
Xαρακτηριστικό το ελληνικό παράδειγμα όπως το εξιστορεί ο καθηγητής στη Nομική του AΠΘ κ. Γιάννης Kουκιάδης: «Στην Eλλάδα, λίγο πριν από τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, υπήρχε μια κίνηση από επιχειρηματίες να δίνουν οικειοθελώς οικονομική ενίσχυση τις γιορτές. Aυτό αμέσως μετά τον Πόλεμο άλλαξε κι από βοηθήματα, “έκτακτες ενισχύσεις”, συμπεριελήφθησαν στον μισθό. Aυτό έγινε με δύο αναγκαστικούς νόμους (δεν υπήρχε Kοινοβούλιο), έναν του 1944 και έναν του 1946. Mε αυτούς δίνεται στους υπουργούς το δικαίωμα να καθορίζουν τους μισθούς, ενώ για πρώτη φορά στην έννοια μισθός συμπεριλαμβάνονται οι έκτακτες ενισχύσεις των Xριστουγέννων και του Πάσχα. Aυτό επικυρώνεται το 1951 με τον νόμο 1777. Πάντως, από τότε και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, εκείνο που τυπικά θα ισχύει είναι ότι οι υπουργοί θα καθορίζουν κάθε φορά τους μισθούς και τις “ενισχύσεις”. Θα χρειαστεί να φθάσουμε στα 1980, οπότε με νόμο ρυθμίζεται οριστικά και για πάντα το ύψος και ο χρόνος καταβολής των δώρων των εορτών και του επιδόματος αδείας. (Tο επίδομα αδείας επιβλήθηκε για πρώτη φορά από το Δευτεροβάθμιο Διαιτητικό Δικαστήριο Aθήνας το 1964, στη συνέχεια ακυρώθηκε από το Συμβούλιο της Eπικρατείας αλλά τελικά, το 1966 κυρώθηκε με νόμο.)».
Τι ισχύει στο εξωτερικό
Για την ιστορία θα πρέπει να σημειωθεί ότι μόνο σε Ισπανία, Πορτογαλία και Ελλάδα καταβάλλονται 14 μισθοί τον χρόνο στους δημοσίους υπαλλήλους, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat και του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ. Η διαφορά με την Ελλάδα είναι ότι στην Ισπανία και στην Πορτογαλία καταβάλλεται ένας μισθός τον Ιούνιο και ένας επιπλέον τον Δεκέμβριο, έναντι της Ελλάδας όπου καταβάλλεται μισός μισθός το Πάσχα, μισός το καλοκαίρι (επίδομα αδείας) και ένας μισθός τον Δεκέμβριο (δώρο Χριστουγέννων).
Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, στην Ισπανία οι ετήσιες αποδοχές στο Δημόσιο περιλαμβάνουν τον μισθό, τη μισθολογική ωρίμαση ανά τριετία και τα επιδόματα. Το ποσοστό της μισθολογικής αύξησης και το ποσό της ωρίμασης προσαρμόζονται κάθε χρόνο, βάσει του προϋπολογισμού. Το ποσό της ωρίμασης, ανάλογα με το μισθολογικό κλιμάκιο, κυμαίνεται μεταξύ 180 και 598 ευρώ τον χρόνο.
Τα επιδόματα χωρίζονται σε τέσσερις κατηγορίες:
α) Επιδόματα θερινής άδειας και Χριστουγέννων. Καταβάλλονται κάθε Ιούνιο και Δεκέμβριο και περιλαμβάνουν τον βασικό μισθό και την ωρίμαση.
β) Επιδόματα βαθμού. Στην Ισπανία υπάρχουν πέντε βασικά μισθολογικά κλιμάκια (συνολικά 30 κατηγορίες). Τα επιδόματα αυτά αντιστοιχούν γενικά στο 20% του μισθού περίπου.
γ) Ειδικά επιδόματα. Σχετίζονται με την τεχνική δυσκολία, το επίπεδο ευθύνης και την επικινδυνότητα της εργασίας.
δ) Επίδομα παραγωγικότητας. Κυμαίνονται μεταξύ 1.000 και 12.000 ευρώ τον χρόνο και κάθε υπουργείο χρησιμοποιεί διαφορετικά κριτήρια.
Πηγή:
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_2_07/03/2010_393385
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου