Translate -TRANSLATE -

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

Η ιστορία του jean υφάσματος και των jeans





Η ιστορία του jean υφάσματος και των jeans
Η ιστορία του jean υφάσματος ξεκινάει από το 1492, όταν ο Χριστόφορος Κολόμβος το χρησιμοποιούσε στα καράβια του ως πανιά. Αρκετούς αιώνες μετά και συγκεκριμένα το 1850, οι χρυσοθήρες εκείνης της εποχής αναζητούσαν ανθεκτικά ρούχα για τις δοκιμασίες τους στην Άγρια Δύση τότε όλοι σκέφτηκαν το ύφασμα που άντεχε στα μακρινά ταξίδια του Κολόμβου. Ωστόσο το ύφασμα ήταν τόσο σκληρό που προκαλούσε πολλούς ερεθισμούς, έτσι αντικαταστάθηκε το συγκεκριμένο ύφασμα με ένα παρόμοιό του. Ήταν ένα βαμβακερό γαλλικό ύφασμα, με διαγώνια ύφανση που ονομαζόταν “Serge de Nimes” από εκεί πήρε την ονομασία του denim.
Το πρώτο jean παντελόνι με τη σημερινή μορφή πουλήθηκε στις 20 Μαΐου του 1874. Στην αρχή τα παντελόνια αυτά είχαν μπεζ χρώμα, επειδή όμως λερωνόντουσαν εύκολα κυριάρχησε το μπλε χρώμα.
Μέχρι τον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο το jean παρέμεινε ένα ρούχο εργασίας. Στη δεκαετία του 50 η εξέγερση των νέων ενάντια στο κατεστημένο που υπήρχε στο να ντύνεται ο κόσμος με «καθώς πρέπει» καθημερινά, έφερε τη μαζική εξάπλωσή του. Τη χρησιμότητα του συγκεκριμένου ενδύματος αποκάλυψε μία έρευνα που πραγματοποιήθηκε στις Η.Π.Α η οποία έλεγε ότι το 90% των νέων φοράνε jean παντελόνι σε όλες τους τις εμφανίσεις. Το 1970, πρώτος ο σχεδιαστής Yves Saint Laurent παρουσίασε το jean παντελόνι σε catwalk του Παρισιού.


Jean Jeanious
Μακραίνει, κονταίνει, στενεύει. Αλλάζει χρώμα, στυλ και άποψη. Παλιώνει και ξεθωριάζει. Αλλά είναι πάντα εδώ. Ένα σύμβολο καθημερινής χρήσης. Ένα
ρούχο αρκεί για να εκπροσωπήσει τον αιώνα μας στα μουσεία τον μέλλοντος και αυτό είναι το τζην.

Από τον Νίκο Αντωνιάδη

To ντένιμ έχει βρει μόνιμη θέση στο αλφαβητάρι των μεγάλων σχεδιαστών, με πρωτοπόρο τον Yves Saint Laurent που πρώτος το προσγείωσε στις παρισινές πασαρέλες.

Μέσα σε ελάχιστο χρόνο, τα τζην διέγραψαν μια εκπληκτική πορεία, πρώτα εδραιώνοντας και στη συνέχεια ανατρέποντας τη σημασία τους. Από σύμβολο επανάστασης και αμφισβήτησης, έγιναν status symbol και μέσο έκφρασης, ανανεώνοντας μια επιτυχία χωρίς τέλος. Είναι στολή, μέσο διάκρισης αλλά και συνήθεια. Για τι αυτό το απλό ρούχο από ανθεκτικό μπλε ύφασμα, με τις εξωτερικές ραφές και την ετικέτα στο πίσω μέρος, καταφέρνει να αντέχει επί δεκαετίες και να ανανεώνει το κοινό του; Πώς μπορεί, αν και αλλάζει μορφές, να μην πεθαίνει ποτέ; Είναι πρακτικό, θα 'λέγε κάποιος. Και δεν θα ήταν άσχημη απάντηση.



ΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΤΕΣ ΕΡΩΤΕΥΟΝΤΑΙ

Το ντένιμ έχει καταφέρει να μπει στις πασαρέλες του Παρισιού, του Μιλάνο και της Νέας Υόρκης, έχει βρει μόνιμη θέση στο αλφαβητάρι των μεγάλων σχεδιαστών, με πρωτοπόρο τον Yves Saint Laurent που πρώτος το προσγείωσε στις παρισινές πασαρέλες. Ο Ζαν-Πολ Γκοτιέ θυμάται τα παιδικά του χρόνια και τις απαγορεύσεις των γονιών του: «Για τους δικούς μου τα τζην ήταν μόνο για τα κακά παιδιά». Στο μεταξύ το enfant terrible της γαλλικής μόδας στο σπίτι του έχει μια ντουλάπα με 150 τζην. Ο Τζόρτζιο Αρμάνι τα θεωρεί κι αυτός απαραίτητα για την γκαρνταρόμπα ανδρών και γυναικών. «Μερικά πράγματα είναι αδιανόητα χωρίς το τζην» λέει. Το πείραμα έδειξε γρήγορα ότι γεννούσε χρυσάφι, το οποίο καμιά επιχείρηση δεν θέλει να στερηθεί. Οι Αμερικανοί δεν αναλύουν την προέλευση ενός πράγματος. Το παίρνουν, το χρησιμοποιούν, το οικειοποιούνται, το προσαρμόζουν στις απαιτήσεις τους και το κάνουν κερδοφόρο. «Το ντένιμ ήρθε από την Ευρώπη, το τζην είναι αμερικάνικο» τονίζει ο Κάλβιν Κλαιν. «Τι είναι πιο φρέσκο και μοντέρνο από ένα λευκό πουκάμισο μαζί με τζην σε κλασική γραμμή;»



ΤΟ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΜΠΛΕ

Οι συλλέκτες του ντένιμ ξέρουν τι αγοράζουν. Οι ραφές, τα πριτσίνια, το όνομα και τα κουμπιά αποκαλύπτουν αν τα φορεμένα τζην προορίζονται για το χρηματοκιβώτιο. Ο θρύλος θέλει τον Γερμανοεβραίο Levi Strauss να συνομιλεί το 1870 με χρυσοθήρες που φορούν σκισμένα παντελόνια. Για να τους βελτιώσει τη ζωή, έφτιαξε από βαρύ καραβόπανο ανθεκτικά παντελόνια, που αργότερα τα ενίσχυε με μπρούτζινα πριτσίνια.

Ο θρύλος γεννήθηκε, και τον Μάιο του 1873 πήρε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Πέρασε ένας περίπου αιώνας μέχρι το χρηστικό αυτό αντικείμενο να γίνει λατρεία. Οι εφευρέτες του, οι Αμερικάνοι, είναι οι τελευταίοι που πήδηξαν στο τρένο των συλλεκτών. Ο ΤομΌουτμαν, ιδιοκτήτης των New Republic Clothiers, διαπίστωσε για πρώτη φορά το ενδιαφέρον για τα παλιά ντένιμ, όταν κάποτε στην Ιαπωνία δύο νεαροί μπόρεσαν να καταλάβουν το έτος κατασκευής του τζην του κοιτώντας μόνο το χρώμα του στριφώματός του. Τα $ 150 που του πρόσφεραν γι' αυτό το ΧΧ-501 από τη δεκαετία του '50 ήταν πολύ καλή τιμή. Σήμερα δύσκολα βρίσκεται ένα καλό 501. Ιάπωνες, Γάλλοι και Γερμανοί αποτελούν την αιχμή του δόρατος των κυνηγών τζην, άτομα αποφασισμένα και με χοντρά πορτοφόλια.

Η δεκαετία του '70 είναι καλή για άτομα που δεν έχουν τα λεφτά των Γιαπωνέζων. Το ίδιο ισχύει και για τις βραχύβιες προσπάθειες παλιότερων επώνυμων τζην, της Γκλόρια Βάντερμπιλντ, για παράδειγμα, γνωστής για τις περίπλοκες διακοσμητικές ραφές στις πίσω τσέπες, ή του Κάλβιν Κλαιν. Τα Wrangler που φέρουν την υπογραφή του καλλιτέχνη Πίτερ Μαξ είναι κι αυτά δημοφιλή, όπως και τα Lee χωρίς την ένδειξη R (σήμα κατατεθέν) στην ετικέτα. Υπάρχουν αρκετοί τρόποι να φτιάξετε μια καλή συλλογή χωρίς να λάβετε μέρος στον αμείλικτο πόλεμο τιμών που διεξάγουν οι Γιαπωνέζοι.



SEX, JOKES, FAR WEST

Ακόμα και ο πιο ανίδεος καταναλωτής θα συμφωνούσε, και μάλιστα χωρίς πολλή σκέψη, ότι τα διαφημιστικά σενάρια που χρησιμοποιούνται στη «χώρα του τζην» μόνο μ' αυτά των κινηματογραφικών ταινιών θα μπορούσαν να συγκριθούν. Συχνά μάλιστα αποδεικνύονται πολύ πιο πνευματώδη, εφευρετικά και πρωτότυπα. Επιστρατεύονται οι πάντες και τα πάντα. Κανένα άλλο προϊόν δεν διαφημίζεται με τόσο πολύχρωμο και περίπλοκο τρόπο όσο το τζην. Μοναχικοί κάουμποϊ, ερωτευμένα ζευγάρια, αλήτες, πετυχημένοι
επιχειρηματίες, αποτυχημένοι μουσικοί, ακόμα και ο πάπας να ευλογεί τους πιστούς είναι οι πρωταγωνιστές ενός απίστευτου εικονοκλαστικού μείγματος. Ο σκοπός, γνωστός: να μας πουλήσουν παντελόνια. Αυτό το διασκεδάζουμε, το συζητάμε και το ξαναβλέπουμε. Τελικά, είναι τέχνη.



ΤΑ ΠΡΑΣΙΝΑ

Σε μια εποχή που όλοι μιλούν για την οικολογία, η βιομηχανία των τζην δεν σιωπά. Ηδη από τα μέσα της δεκαετίας του '80 είχαν αρχίσει βαμβακοκαλλιέργειες συμβατές με το φυσικό περιβάλλον. Η σχεδιάστρια Katharine Hamnett ήταν, με την πρωτοβουλία της Environmental Cotton 2000, από τους πρωτοπόρους της καλλιέργειας βαμβακιού χωρίς τη χρήση δηλητηρίων, την οποία εξακολουθεί να χρηματοδοτεί με ένα ποσοστό του τζίρου της.

Μια άλλη πρωτοπόρος είναι η Αμερικανίδα Σάλι Φοξ. Στις αρχές της δεκαετίας του '80 άρχισε να καλλιεργεί βαμβάκι όχι υπόλευκο όπως το συνηθισμένο, που φυτρώνει με χώμα. Σήμερα εκμεταλλεύεται την «εφεύρεση» της στο έπακρο. Γνωστές εταιρείες χρησιμοποιούν το Foxfiber, όπως είναι το κατοχυρωμένο όνομα του χρωματιστού βαμβακιού. Πλέον παράγονται με φυσικό τρόπο πολλές αποχρώσεις του καφέ και του πράσινου. Μέχρι όμως να έρθει ένα μπλε που θα μοιάζει με του ίντιγκο, θα περάσει καιρός.

ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

Δεν υπάρχουν σχόλια: