ΤΟ... ΣΔΟΕ ΥΠΟ ΤΟΝ Θ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
Η βίαιη εισφορά των πλουσίων για τον Αγώνα
Η ιστορική απόφαση της Πελοποννησιακής Γερουσίας για αναγκαστικό εσωτερικό δανεισμό και φορολόγηση προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της Επανάστασης
Ο Γέρος του Μωριά παρακολουθεί άνδρες του να χορεύουν (σύνθεση του ζωγράφου Peter von Hess)
H επανάσταση του 1821 και η εννεαετής εποποιία δεν θα μπορούσε, φυσικά, να συντηρηθεί, στις διάφορες φάσεις της μόνο με τον ενθουσιασμό, την αυτοθυσία και τις προσφορές των αγωνιστών και του λαού. Χρειάζονταν χρήματα για όπλα, εφόδια για τη συντήρηση των στρατοπέδων, του στόλου, για την υποτυπώδη, έστω, λειτουργία των τοπικών διοικήσεων κι αργότερα των κεντρικών διοικητικών οργάνων.
Για να καλυφθούν στοιχειωδώς οι δαπάνες των επιχειρήσεων απαιτούνταν οργανωμένη προσπάθεια. Στο πλαίσιο αυτό δεν απουσίαζε ο καταναγκασμός και η βία. Ιδιαίτερα προς τους κατόχους συσσωρευμένου πλούτου.
Μια από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ήταν η αναγκαστική φορολογία των «ευκαταστάτων» στη μισοκαταστραμμένη Πελοπόννησο μετά την ήττα Δράμαλη το καλοκαίρι του 1822. Τότε, η Πελοποννησιακή Γερουσία, στην οποία αυτήν την περίοδο κυριαρχεί ο Κολοκοτρώνης και η κεντρική διοίκηση είναι ανύπαρκτη, αποφασίζει να καταφύγει στη «χρηματολογία». Στη βίαιη εισφορά για τους πλούσιους.
«Υπέρ πατρίδος το παν». Λεπτομέρεια από πίνακα του Θ. Βρυζάκη
Με μια ιστορική απόφαση (29 Ιουνίου) καλούνται στ' όνομα της πατρίδας οι έχοντες και κατέχοντες να ενισχύσουν οικονομικά την Επανάσταση. Οχι γενικώς και αορίστως, αλλά επωνύμως και με συγκεκριμένα ποσά.
«Χρηματολογία»
Ιδού το περιεχόμενο εκείνου του σπουδαίου εγγράφου, που δεν περιλαμβάνεται στα Αρχεία Ελληνικής Παλιγγενεσίας και είδε το φως στις αρχές του 20ού αιώνα:
«Η κινδυνεύουσα πατρίς προσκαλεί τους ευκαταστάτους να την βοηθήσουν εις τον ιερόν αγώνα τον υπέρ της φυσικής και ηθικής και πολιτικής υπάρξεώς της.
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός (1771-1826).
Εκτός των άλλων αναζήτησε και εξωτερικό δάνειο για την Επανάσταση.
Ωστε η Κεντρική Διοίκησις της Πελοποννήσου και ο γενναιότατος στρατηγός κύριος Θεόδωρος Κολοκτρώνης δια την κοινήν σωτηρίαν της Ελλάδος εψηφίσαντο χρηματολογίαν παρά τον κάτωθι και αποστέλλουν καθ' όλην την Πελοπόννησον τους κυρίους συγγερουσιαστάς Ανδρένα Καλαμογδάρτην, Ηλίαν Καράπαυλον και Χριστόδουλον Αχολον με τον φιλογενή κύριον Παναγιώτην Σοφιανόπουλος, συνοδευομένους με την εκτελεστικήν δύναμιν, προς τους οποίους δίδουν όλην την πληρεξουσιότητα να βιάσουν τόσον τους καταγεγραμμένους εις τον παρόντα κατάλογον, δια να λάβουν τας προσδιορισμένας ποσότητας, όσον και όσους άλλους γνωρίσουν ευκαταστάτους εκτός του καταλόγου εις πάσαν επαρχίαν δια να λάβουν όσα χρήματα κρίνουν εύλογον αναλόγως των καταστάσεων δίδοντες απόδειξιν ισχύουσαν αντί της ακολούθως δοδησομένης τακτικής ομολογίας παρά της διοικήσεως προς τους δανειστάς, προς τους οποίους η Γερουσία και ο στρατηγός υπόσχονται εκ μέρους του Εθνους μετά την αποκατάστασίν του να πληρώσουν τα ληφθησόμενα δάνεια».
Η εισπρακτική επιτροπή δεν συνοδευόταν μόνο από στρατιωτικό απόσπασμα. Ηταν εφοδιασμένη και με ονομαστικό κατάλογο, όπου αναγραφόταν το ύψος της αναγκαστικής εισφοράς, που αντιστοιχούσε σε κάθε ευκατάστατο. Στον κατάλογο περιλαμβάνονταν δεκάδες κοτζαμπάσηδες, προεστοί και αρχηγοί αρχοντικών οικογενειών από τις επαρχίες της Πελοποννήσου. Ανάμεσα στους πρώτους, για ευνόητους λόγους, και ο Ασημάκης Φωτήλας. Την περίοδο αυτή προήδρευε στην Πελοποννησιακή Γερουσία και υπόγραφε την απόφαση μαζί με τον Κολοκοτρώνη.
Ο Αμβρόσιος Φραντζής (1778 -1851).
Κληρικός, ιστοριογράφος και συγκρατούμενος του Κολοκοτρώνη το 1833.
Από ποιους τα ζήτησαν
Ανάμεσα σε κείνους που καλούνταν να καταβάλουν διάφορα ποσά ήταν οι Ζαϊμαίοι (20.000 γρόσια), Δεληγιανναίοι (120.000), Σισίνιδες (60.000), Μιχαλόπουλοι (25.000), Ταμπακόπουλοι (20.000) Σαλταφεραίοι (10.000), Τροχάνηδες (75.000), Σ. Χαραλάμπης (30.000), Μ. Παπαδόπουλος (60.000), Ν. Περούκας (25.000), Ν. Λόντος (50.000), Δ. Κοπανίτζας (50.000), Π. Κρεββατάς (30.000), ο πρωτοσύγγελος Αμβρόσιος (25.000) και άλλοι πολλοί. Τα ποσά δεν ήταν διόλου ευκαταφρόνητα. Για σύγκριση τα μηνιαία έξοδα ενός πλήρως εξοπλισμένου πολεμικού πλοίου ήταν 13.000 γρόσια.
Πόσα γρόσια συγκέντρωσε ο Κολοκοτρώνης και οι άνδρες του (βίαια ή όχι) είναι δυσδιάκριτο. Οταν το έγγραφο της Πελοποννησιακής Γερουσίας δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1904 από τους απογόνους του Φωτήλα αναφερόταν ότι «συνελέγη ούτω το ποσόν του 1.066.000 γρόσια». Απίθανο φαίνεται αυτό, αν και επαναλαμβάνεται από τότε. Πρόκειται μάλλον για το γενικότερο σύνολο εσόδων εκείνη την περίοδο.
Δια το γένος
Αυθόρμητες λαϊκές δωρεές
Από τα αρχεία, τις μαρτυρίες και τα απομνημονεύματα των αγωνιστών του '21 προκύπτει ότι κάθε Ελληνας θεωρούσε ύψιστο καθήκον να «εισφέρει» για τις ανάγκες της Επανάστασης. «Πάντες δε συνεισέφερον καθ' όσα έκαστος ηδύνατο δια το Γένος, ώστε η φράσις ΔΙΑ ΤΟ ΓΕΝΟΣ έγινε παροιμιώδης ως προς τα λεγομένας δωρεάς» σημειώνει επιγραμματικά ο αγωνιστής Ν. Σπηλιάδης. Πιο εύγλωττος ο Φωτάκος, απομνηματογράφος και υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, γράφει για τις αυθόρμητες και συγκινητικές λαϊκές εισφορές: «Αι γυναίκες αι ίδιαι ήρχοντο φοτρωμένες και έφερναν και τα ζώα φορτωμένα κρέατα, κρασιά δια να φάγουν οι άνδρες των και οι λοιποί στρατιώται, το δε στρατόπεδον ωμοίαζενειν εις αυτήν την περίστασιν χωρικόν πανηγύρι...».
Ο Γέρος του Μοριά στη διήγησή του για τα συμβάντα κατά τον Αγώνα, μιλά για τον ενθουσιασμό του λαού, που άλεθε, ζύμωνε, έψηνε το ψωμί και έφερνε τα ζώα του στα στρατόπεδα των επαναστατών. Προσθέτει ότι για τη συλλογή αυτών των προσφορών σχηματίστηκαν από τις πρώτες κιόλας μέρες της Επανάστασης στρατιωτικά αποσπάσματα. Αυτά τα «κόλια», όπως τα ονομάζει, μπορούν να θεωρηθούν και οι πρώτοι δημόσιοι εισπρακτικοί μηχανισμοί. Τον δρόμο αυτό ακολούθησαν και οι οπλαρχηγοί στ' άλλα τοπικά επαναστατικά στρατόπεδα.
Ο πατριάρχης της ελληνικής δημοσιονομικής ιστορίας, Α. Ανδρεάδης, ανακεφαλαιώνοντας τα οικονομικά της Επανάστασης είναι επιγραμματικός, αν και επιεικής ως προς το δεύτερο σκέλος: «Ο μεν ελληνικός λαός, υποβληθείς εις βαρείας θυσίας έπραξε το καθήκον του. Οι κυβερνήται δ' όμως δεν υπήρξαν εις το ύψος των περιστάσεων...». Στην τελευταία κατηγορία ανήκουν κατεξοχήν οι προεστοί, οι δημογέροντες, οι κοτζαμπάσηδες. Ως σύνολο εννοείται, επειδή αρκετοί από αυτούς πρόσφεραν μεγάλες περιουσίες, ιδιαίτερα στην πρώτη φάση του Αγώνα. Αν και δεν έλειψαν εκείνοι, που πλούτισαν, τελικά, ως τοπικοί διάδοχοι των Οθωμανών στους μηχανισμούς εξουσίας. Το ζήτημα, φυσικά, είναι πολύ ευρύτερο και σχετίζεται μ' αυτό που παλιότερα ονομαζόταν χαρακτήρας του '21, κινητήριες δυνάμεις της Επανάστασης κ.λπ. για τα οποία έχουν γραφεί χιλιάδες σελίδες...
Οι δυνατοί και οι αδύνατοι
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, πάντως, αναφέρει στα υπο-μνήματά του για την Επανάσταση ότι η Πελοποννησιακή Γερουσία «βιαζομένη από τας καθημερινάς ανάγκας, εστοχάσθη να ζητήση έρανον από τους ευκαταστάτους Πελοποννησίους, και απέστειλε τινάς εκ των Μελών αυτής με εκτελεστικήν δύναμιν, να τον ζητήσωσι. Πλην εκ μεν των δυνατών δεν ηδυνήθησαν να λάβωσιν ουδέν. Εκ δε των αδυνάτων έλαβον ολίγα τινά, και εκείνα βιαίως, τα οποία που πρώτον να επαρκέσωσιν;». Ενα ερώτημα που αιωρούνταν σε όλη τη διάρκεια του Αγώνα.
Με την πειθώ και τον καταναγκασμό
Ο Φιλικός και μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας Αμβρόσιος Φραντζής στην επιτομή του για την αναγεννηθείσα Ελλάδα γράφει σχετικά με τα οικονομικά εκείνης της περιόδου: «...εις πολλάς όμως επαρχίας όπου οι κάτοικοι αυτών μη πειθόμενοι εις τα παρά των τοπικών διοικήσεων διαταττόμενα, απεποιούντο την απόδοσιν των συνεισφρών των, υπεχρεούντο και δια της βίας και απέδιδον αυτάς, καθώς και όπου η δύναμις επεκτείνετο, ελαμβάνοντο και προσωπικοί έρανοι δια τε της πειθούς και της βίας. Ολα δε ταύτα εξετελούντο μετ' ευταξίας και μετ' ειλικρινούς πατριωτικής διαθέσεως».
Τ. Κατσιμάρδος
katsimar@yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου