Translate -TRANSLATE -

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013

ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ ΦΙΞ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΤΣ


Μια Φορά Και Έναν Καιρό
ΜΠΥΡΑΡΙΑ ΦΙΞ
Του ΝΙΚΟΥ ΑΜΜΑΝΙΤΗ


Όποιος τυχαίνει να κατηφορίζει τη λεωφόρο Συγγρού, την πιο παλιά αρτηρία της πρωτεύουσας, ή να ανέρχεται στην επιφάνεια του εδάφους με την κυλιόμενη σκάλα του Μετρό στον σταθμό Συγγρού - Φιξ, αν δεν είναι σχετικός με την περιοχή ξαφνιάζεται αντικρίζοντας ένα τεράστιο οικοδομικό κουφάρι, μέσα στη βρώμα και στην κακομοιριά, «μπανταρισμένο» με λινάτσες για λόγους αισθητικής, και να λείπει μονάχα ένα φάντασμα να τραγουδά από τα έγκατά του: «Νυχτερίδες κι αράχνες, γλυκιά μου, έχουν χτίσει φωλιά…».



Και το θλιβερό αυτό ερείπιο, που βρίσκεται μόλις καμιά τετρακοσαριά μέτρα από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός και την Πύλη του Αδριανού, που ανέκαθεν αποτελούσαν την πύλη εισόδου των Αθηνών, είναι το άλλοτε μεγάλο ζυθοποιείο Φιξ, το πρώτο εργοστάσιο μπίρας που ιδρύθηκε στην Ελλάδα, ένα από τα λίγα μεγάλα εργοστάσια που λειτουργούσαν κάποτε στην Αθήνα και ένα από τα τρία οικοδομήματα που κοσμούσαν τότε τη λεωφόρο. Τα άλλα δύο ήσαν το ορφανοτροφείο Ιωσήφογλου, το «Ιωσηφόγλειο», πάνω στον φερώνυμο γήλοφο, και η κομψή εκκλησία του Αϊ-Σώστη, που προτού γίνει ιερός ναός ήταν εκθεσιακό περίπτερο στις Βρυξέλλες, απ' όπου αγοράστηκε, ήλθε και συναρμολογήθηκε στο σημείο όπου ο βασιλεύς Γεώργιος ο Α' υπέστη δολοφονική επίθεση, ως ευχαριστήριο ανάθημα στον άγιο που του έσωσε τη ζωή. Ήταν μια πράγματι πολύ γλυκιά εκκλησούλα, μέσα σ' έναν δροσερό, γεμάτο βλάστηση περίβολο, μια εκκλησούλα που της άλλαξαν τον… αδόξαστο με τις προσθήκες που κάποιοι αρμόδιοι πραγματοποίησαν. Για την ιστορία και μόνον σημειώνω πως υπάρχει φωτογραφία του Αγίου Σώστη σε «τουριστικό οδηγό Ελευθερουδάκη» της δεκαετίας του 1920, όπου η εκκλησία εικονίζεται μέσα σε μια ξερή και έρημη γη, δίχως ίχνος κτίσματος τριγύρω, μια πραγματική Σαχάρα, με μοναδικό δείγμα ζωής ένα κοπάδι πρόβατα, οδηγούμενα από ευσταλή βλαχοποιμένα, να… ροβολούν προς τα νότια για να βοσκήσουν.


Αλλά, για να επανέλθουμε στα του Φιξ, η οικογένειά του ανήκε στους Βαυαρούς που μετά την εκθρόνιση του Όθωνος δεν εγκατέλειψαν την Αθήνα. Ο πατήρ, Ιωάννης Φιξ, αγόρασε μια μεγάλη δενδρόφυτη έκταση στο «χωρίον» Παλαιό Ηράκλειο Αττικής, δίπλα στη γοτθική καθολική εκκλησία της συσταθείσας εκεί βαυαρικής παροικίας. Για να βγάζει προφανώς το ψωμάκι του, έφτιαξε ένα… χειροκίνητο ζυθοποιείο στο άλλο αττικό «χωρίο», το γνωστό… Κολωνάκι, και έστειλε τον υιό Κάρολο στο Μόναχο να σπουδάσει ζυθοποιία, την τέχνη και την πρακτική της, στο «Hofbrauhaus», στον «Augustiner» ή τον «Paulaner» και στις άλλες διάσημες μπιραρίες, που παράγουν μπίρα και… δικτάτορες. Με λογότυπο το όρθιο δασύτριχο λεοντάρι, «δανεισμένο» από τη «Lowenbrau», και με καλόγουστες διαφημιστικές εμαγιέ πλακέτες, όπου τρεις εν ευθυμία διατελούντες τσολιάδες υψώνουν «εις υγείαν» το γεμάτο μπίρα, τεράστιο, του ενός λίτρου, ποτήρι τους, ο νεαρός Κάρολος εγκαινίασε στη λεωφόρο Συγγρού ένα σύγχρονο ζυθοποιείο, ενισχυμένο και με παγοποιείο. Σημειωτέον πως μέχρι τότε η «ψύξη» γινόταν με κομμάτια πάγου από χιόνι που κουβαλούσανε μέσα σε τσουβάλια οι χωρικοί από την Πάρνηθα. 



Το εργοστάσιο ως οικοδόμημα ήταν ένα πραγματικό κόσμημα. Πίσω από μια δίδυμη γυάλινη βιτρίνα στην πρόσοψή του παρουσιάζονταν δύο τεράστιοι μπρούντζινοι άμβυκες, πάντα καλογυαλισμένοι, που λαμπύριζαν στο φως, περιβαλλόμενοι από σκάλες και σκαλωσιές, σαν να λέγανε στους διερχομένους: «Ιδού, κύριοι, πώς παράγεται το προϊόν μας». Παρέκει ήταν η μεγάλη πύλη της βιομηχανίας, απ' όπου μπαινόβγαιναν κάρα, χειραμάξια και άλλα μεταφορικά μέσα, μέχρι και φορτηγά αυτοκίνητα, φορτωμένα με βαρέλια και μπουκάλια γεμάτα μπίρα ή που επέστρεφαν άλλα, άδεια, για γέμισμα. Ορισμένες ώρες γινόταν και η διανομή πάγου, μόνον που για τη μεταφορά του κυριαρχούσαν τα τρίκυκλα και οι χειράμαξες. Δεν ξέρω αν ο Φιξ έφερε και από εκείνα τα χοντρά άλογα, που το πέλμα τους είναι ίσαμε μια πιατέλα, να σέρνουν κάρα φορτωμένα με βαρέλια μπίρας, ως διαφημιστική προώθηση, όπως συμβαίνει στη Γερμανία. Τέτοια χοντρά «υπεράλογα» γνωρίσαμε στην Κατοχή, όταν ήρθαν… επιστρατευμένα. Τα περιποιούνταν κάτι θλιβεροί γέροι μουλαράδες και σταβλίζονταν στους στάβλους Πυροκάκου, στην οδό Δοϊράνης της Καλλιθέας.


Πολλές δόξες γνώρισε τότε ο Φιξ, καθώς στην άκρη του εργοστασίου προς την Αθήνα, εκεί όπου σήμερα είναι το πάρκινγκ του Μετρό, έστησε ένα μπαράκι μέσα στην πρασινάδα και σέρβιρε γαργαλιστικούς μεζέδες. Γέμιζε ο κήπος από μερακλήδες αλλά και από ζευγαράκια, γιατί ήταν λιγάκι απόμερο, και πίνανε τη φρέσκια φρέσκια, αφράτη μπιρίτσα στο εξοχικό εκείνο περιβάλλον. Και το ντεκόρ ολοκλήρωναν τα κάμπριο φορτάκια που ανηφόριζαν τη Συγγρού, πηγαίνοντας, όπως όλα τα πρωτόγονα τότε αυτοκίνητα, πέρα - δώθε σαν να τρίκλιζαν, και βάραγαν την καραμούζα «αούα - αούα», κάνοντας αισθητή την παρουσία τους. Παρκάρανε φυσικά όπου γουστάρανε, χωρίς κανείς να ενοχλείται. Η μεγάλη επιτυχία του θερινού μπαρ οδήγησε στην ανάγκη να γίνει και αντίστοιχο χειμερινό. Κτίστηκε, λοιπόν, από την απέναντι πλευρά της λεωφόρου ένα μπαρ που ονομάστηκε… «Μπαρ», όπως έγραφε και η ταμπέλα πάνω από την είσοδό του, αλλά δεν πρόκοψε και έκλεισε. Επί πολλά χρόνια χρησιμοποιήθηκε για αποθήκη, μέχρι που, πριν από καιρό, το πήρε κάποιος και το έκανε «κέντρο πολυτελείας». Το κτίσμα πρέπει να υπάρχει ακόμα. 



Το τρόπαιο του Φιξ δεν άφηνε να καθεύδει τον Κλωναρίδη, που ίδρυσε κοντά στο τέρμα Πατησίων το δικό του μεγάλο ζυθοποιείο. Ήταν ένα αριστούργημα αρχιτεκτονικής, με ιδιαίτερα πολυτελή αίθουσα για το κοινόν, που έμοιαζε με χώρο πριβέ και ήταν εξοπλισμένη με ακριβά χαλιά, πολύτιμα αντικείμενα και κρυστάλλινα σερβίτσια. Η «Μπιραρία Κλωναρίδη» έγινε το προσφιλές και ευνοούμενο στέκι της «ανωτέρας τάξεως», καθώς η προς τα Πατήσια περιοχή εθεωρείτο για πολλά χρόνια αριστοκρατική συνοικία. Παρ' όλα ταύτα, δεν μακροημέρευσε και στο τέλος εξαγοράστηκε από τον Φιξ, που για μεγάλο διάστημα το έπαιζε σε «δύο ταμπλό», κυκλοφορώντας και «μπίρα Κλωναρίδη» και ανταγωνιζόμενος έτσι τον… εαυτό του. Όσο για το κτίριο του εργοστασίου, είχε την ίδια τύχη με κάθε πανέμορφο οικοδόμημα στην Ελλάδα: Κατεδαφίστηκε! Αγωνίστηκαν οι περίοικοι να το διασώσουν, αλλά ματαίως.

 Στις 29 Οκτωβρίου 2002 υπογράφηκε σύμβαση μίσθωσης του κτιρίου μεταξύ της Αττικό Μετρό Α.Ε. και του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης διάρκειας 50 ετών με την προοπτική το πρώην εργοστάσιο Φιξ να αναπλαστεί και να αποτελέσει τη μόνιμη στέγη του Μουσείου.

Επιστρέφοντας στο κουφάρι της Συγγρού και αγνοώντας τις αλλαγές στην ιδιοκτησία της επιχειρήσεως, δηλώθηκε μεταπολεμικά ότι το εργοστάσιο θα… εκμοντερνιστεί. Όποια ομορφιά το χαρακτήριζε αποκρούεται μετά βδελυγμίας και πρέπει να εξαφανιστεί. Ανασκουμπώνονται και πέφτουν επάνω του αρχιτέκτονες, κασμάδες, κτιστάδες… μπουρλοτιέρηδες και, όταν κάποτε αφαιρέθηκαν τα παραπετάσματα των εργοταξίων, πρόβαλε ένα γυμνό, απρόσωπο, μακρόστενο κουτί, που αποθαύμαζαν… κεχηνότες οι κουλτουριάρηδες, χαρακτηρίζοντάς το «υπόδειγμα μεταπολεμικής βιομηχανικής αρχιτεκτονικής» ή κάτι παρόμοιο, που έπρεπε να διατηρηθεί ανέπαφο εις τους αιώνας των αιώνων. 


Αυτή ήταν σε γενικές γραμμές η ιστορία ενός κτιρίου ταυτισμένου με τη διαδρομή της μπίρας με το λογότυπο «Κάνει καλό», που για πολλά χρόνια ήταν η μόνη που κυκλοφορούσε στην Ελλάδα. Και όταν ήρθε η μέρα που οι εργασίες της εταιρείας σταμάτησαν, το κτίριο εγκαταλείφθηκε στην τύχη του. Έγινε σκουπιδότοπος, στέκι αρουραίων και άλλων τρωκτικών, για να καταντήσει σ' αυτό το θλιβερό κουφάρι που αντικρίζουν σήμερα περίλυποι όσοι έζησαν τις δόξες του. Και κάτι για την ιστορία: Υπήρξε το μοναδικό ίσως ποτό παγκοσμίως που μπλέχτηκε στα… κομματικά, καθώς ταυτίστηκε με τον ιδιοκτήτη του κ. Γαρουφαλιά και τις πολιτικές του δραστηριότητες…

ΠΑΡΟΝ 20.1.2013 



Τρεις αρχιτεκτονικές παρέμβασεις σ’ ένα κτίριο ζυθοποιίας !


Ας δούμε λίγα πράγματα για την ιστορία του κτιρίου. Ο Κάρολος Φιξ, γιος του ιδρυτή της βιομηχανίας μπύρας ΦΙΞ Ιωάννη Φιξ, κατασκευάζει το 1893 ένα νέο και μεγάλο για τα δεδομένα της εποχής εργοστάσιο στον ίδιο χώρο όπου σήμερα βρίσκεται το υφιστάμενο κτίριο, στη δυτική όχθη του Ιλισού και νότια, σε μικρή απόσταση, από τους στύλους του Ολυμπίου Διός. Την εποχή εκείνη η περιοχή ήταν αδόμητη. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950, ο οικιστικός ιστός της πόλης εξαπλώθηκε βαθμιαία και κάλυψε την περιοχή γύρω από το εργοστάσιο.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, εποχή βιομηχανικής ανασυγκρότησης της χώρας, αποφασίζεται η ριζική ανακαίνιση – ανακατασκευή του εργοστασίου και ο σχεδιασμός του έργου αυτού ανατίθεται από την οικογένεια Φιξ στον αρχιτέκτονα Τάκη Ζενέτο (1926-1977), πρωτοπόρο εκπρόσωπο του μεταπολεμικού μοντερνισμού στην Ελλάδα. Στο σχεδιασμό του ο Ζενέτος τόνιζε την οριζόντια διάσταση του κτιρίου Φιξ κατά μήκος της Λεωφόρου Συγγρού και της Λεωφόρου Καλλιρρόης με οριζόντια γραμμικά υαλοστάσια. Επιπλέον, δεν επιδίωκε απλώς την στέγαση μιας βιομηχανικής μονάδας αλλά στο πλαίσιο της γενικότερης φιλοσοφίας του ενδιαφερόταν για τη μελλοντική λειτουργία του κτιρίου κάτω από διαφορετικές συνθήκες σε επόμενες εποχές.

Το νέο κτίριο στέγασε την ζυθοποιία για περίπου είκοσι χρόνια. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, το εργοστάσιο ζυθοποιίας μεταφέρθηκε έξω από την Αθήνα και το συνολικό κτίριο, αν και σε άριστη τότε κατάσταση, εκκενώθηκε. Από τότε ξεκινάνε οι περιπέτειες για το κτίριο και ο μαρασμός του. Με την πάροδο του χρόνου άρχισαν να γίνονται εμφανή τα σημάδια της εγκατάλειψης και της αισθητικής αλλοίωσης, με ανάρτηση διαφημιστικών πινακίδων στις όψεις και εμφανείς ζημιές στο εσωτερικό και στο εξωτερικό κέλυφος του κτιρίου. Το κτίριο εγκαταλείφθηκε πλήρως για πάνω από δύο δεκαετίες και μόλις το 1995 κρίθηκε διατηρητέο, παρ’ ότι εν τω μεταξύ οι φωνές για την κατεδάφισή του είχαν πληθύνει επικίνδυνα.

Το παρελθόν -όπως αυτό υλοποιείται στο κτίριο του FIX- δεν μπορεί να κρατηθεί φυσικά ατόφιο γιατί τότε θα ήταν ένα μουσείο για το κτίριο FIX. Αλλά το γεγονός ότι το κτίριο κατασκευάσθηκε για κάτι άλλο και τώρα μεταμορφώνεται σε Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης σημαίνει ότι ο χώρος κουβαλάει τις μνήμες της εποχής που το δημιούργησε και αυτό τον κάνει πλουσιότερο.

Τελικά, στις 29 Οκτωβρίου 2002 υπογράφηκε σύμβαση μίσθωσης του κτιρίου μεταξύ της Αττικό Μετρό Α.Ε. και του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης διάρκειας 50 ετών με την προοπτική το πρώην εργοστάσιο Φιξ να αναπλαστεί και να αποτελέσει τη μόνιμη στέγη του Μουσείου.

Έτσι λοιπόν, οι όψεις που σχεδίασε ο Τάκης Ζενέτος επί της οδού Συγγρού και Φραντζή διατηρούνται. Στις δυο νέες όψεις του το κτίριο αποκαλύπτει ξανά τη ξεχασμένη τοπογραφία των Αθηνών. Η «τομή» του Ιλισσού, το νερό δηλαδή και η κοίτη του με τα ιζηματογενή πετρώματα όπως έχουν προέλθει από την καθίζηση τόσων αιώνων, εμφανίζεται ξανά, «αναδύεται» μέσα από το έδαφος και αιωρείται, γιγάντια «κουρτίνα» που κρύβει μέσα της τους εκθεσιακούς χώρους του Μουσείου.

 http://www.greekbeershop.gr/blog/treis-arhitektonikes-parembaseis-se-ena-ktirio-zythopoiias/

Η περιοχή που οφείλει το όνομά της στη μπύρα!



Θα ηθελα να μοιραστω μαζι σας μια γλυκια ιστορια μπυρας, μια ιστορια για την πρωτη μπυραρια που ανοιξε στην ελλαδα και συγκεκριμενα εδω στην Αθηνα δινοντας ταυτοχονα και το ονομα της σε μια ολοκληρη περιοχη. Προκειται για το Μετς το οποιο ειναι μια  ανατολική συνοικία της Αθήνας που βρίσκεται απέναντι και νοτιοανατολικά από το Ζάππειο επί του λόφου Λογγίνου, που αποτελεί νότια συνέχεια του λόφου Αρδηττού.

Το όνομα προήλθε από ονομασία παλαιότατου εξοχικού κέντρου που βρισκόταν κοντά στον Ιλισσό. Επρόκειτο για μπιραρία που είχε δημιουργήσει ο βαυαρικής καταγωγής Κάρολος Φιξ για να προωθήσει τη μπίρα του, και ονομάστηκε έτσι προς τιμήν της πόλεως Μετς της Λορραίνης και της ομώνυμης μάχης του Γαλλοπρωσσικού Πολέμου του 1870-71. Η συνοικία αυτή παλαιότερα ονομάζονταν και «παντρεμενάδικα».

Στην πλαγιά του λόφου, έρημου ακόμα τότε από σπίτια, εγκαταστάθηκε στα 1870 η μπυραρία του Μετς, που αργότερα έδωσε το όνομάτης στην περιοχή. Ο ιδιοκτήτης ήταν Βαυαρός και η μπύρα είναι ένας από τους νεωτερισμούς που οι Βαυαροί έφεραν στην Ελλάδα, φτάνοντας εδώ μαζί με τον Οθωνα. Αργότερα η μπυραρία μετατράπηκε σε καφέ-αμάν, με σαντούρια, βιολιά, κιθάρες και κοντραμπάσα. Κοντά στο Βατραχονήσι, όπως ονομαζόταν το νησάκι του Ιλισσού και κατ'επέκταση ολόκληρη εκείνη η κάτω περιοχή, εγκαταστάθηκαν και μερικά από τα πρώτα κέντρα διασκέδασης της Αθήνας. 

Πρώτα εμφανίζεται εκεί το "Αντρο των Νυμφών", ακολουθούν ο "Κήπος των Ιλισσίδων Μουσών", ο "Κήπος των Χαρίτων", καθώς και άλλα μικρά καφέ θέατρα, που μετακαλούν ξένες καλλιτέχνιδες και λειτουργούν σε αυτούς τους χώρους, προσελκύοντας πολλούς θεατές. Ετσι δημιουργείται η περιοχή των "παριλισσίων θεάτρων", που τις Κυριακές συγκέντρωναν ολόκληρες οικογένειες από διάφορες περιοχές της Αθήνας.

 http://archbeerhouse.blogspot.gr/2012/05/blog-post_25.html

Δεν υπάρχουν σχόλια: