Ο μεγάλος συμβιβασμός στη Βάρκιζα άνοιξε τον δρόμο στον εμφύλιο
Πριν από 70 ακριβώς χρόνια, στις 28 Φεβρουαρίου 1945, γραφόταν ο επίλογος των Δεκεμβριανών.
Αλλά και τα
προλεγόμενα ενός μονομερούς εμφυλίου πολέμου που μετά θα γενικευόταν. Τη
μέρα αυτή ολοκληρωνόταν η παράδοση του οπλισμού και ο Εθνικός Λαϊκός
Απελευθερωτικός Στρατός έπαψε να υπάρχει. Ενας Βρετανός ταξίαρχος
υπέγραφε το πρωτόκολλο παραλαβής του οπλισμού του: τυφέκια και πιστόλια
48.973, οπλοπολυβόλα 1.412, πυροβόλα 100, όλμοι 219...
Το
απόγευμα της 1ης Μαρτίου μια φάλαγγα αυτοκινήτων έφθανε στην Αθήνα. Είχε
ξεκινήσει από τα Τρίκαλα, την «πρωτεύουσα» του ΕΑΜικού κράτους μετά την
ανακωχή και τη σύμπτυξη του ΕΛΑΣ εκτός Αττικής το δεύτερο δεκαήμερο του
προηγούμενου Ιανουαρίου, μεταφέροντας την ηγεσία της Αριστεράς. Αρχιζε η
«μετά τη Βάρκιζα εποχή», που θα σημαδέψει ανεξίτηλα τη μεταπολεμική
Ελλάδα. Η διάλυση του ένοπλου βραχίονα του ΕΑΜ είχε ξεκινήσει τυπικά
στις 16 Φεβρουαρίου, με την ιστορική ημερήσια διαταγή του στρατηγού
Σαράφη και του Αρη Βελουχιώτη.
Επίσημος αποχαιρετισμός στα όπλα
έχει χαρακτηριστεί εκείνη η δραματική «Γενική Διαταγή» του Γενικού
Στρατηγείου: «Υστερα από συμφωνία που υπογράφηκε... ο ΕΛΑΣ
αποστρατεύεται... Να είστε υπερήφανοι για το έργο σας και να έχετε ήσυχη
τη συνείδησή σας ότι κάνατε το καθήκον σας προς την πατρίδα...». Είχε
προηγηθεί η «μυθική» συμφωνία της 12ης Φεβρουαρίου στη Βάρκιζα.
Με τη
μεταφορική και όχι μόνο σημασία του όρου. Αφού και το ιστορικό βάρος
της, αφενός, επιτρέπει τη χρήση του συγκεκριμένου επιθέτου και αφετέρου
ένας ποταμός αναλύσεων ακολούθησε. Μια? βαρκιζολογία τη συνόδευσε και τη
συνοδεύει από τότε μέχρι και σήμερα. Με μια έννοια ανακηρύχθηκε
συνώνυμη του «απαράδεκτου πολιτικού συμβιβασμού» της Αριστεράς και
ειδικά της ηγεσίας του ΚΚΕ. Ταυτόσημη σχεδόν με την ήττα και το λάθος.
Ετσι, άλλωστε, αναφέρεται ξανά αυτή την περίοδο από μερικούς, με αφορμή
τις διαπραγματεύσεις της νέας ελληνικής κυβέρνηση με τους δανειστές και
εταίρους στην Ευρωζώνη.
Ανιστόρητες συγκρίσεις
Ανιστόρητες και αστείες, βεβαίως, είναι κάθε σύγκριση και αναφορά σε
«νέα Βάρκιζα», που δήθεν υπογράφει η σημερινή Αριστερά. Χρειάζονται
μεγάλες επιφυλάξεις, φαντασία και αφέλεια για οποιουσδήποτε
παραλληλισμούς. Από μια άλλη πλευρά, όμως, είναι αλήθεια ότι προσφέρεται
η μεταφορική χρήση του όρου για να περιγραφεί, γενικά, μια ετεροβαρής
πολιτική συμφωνία. Ιδιαίτερα αν φέρει την υπογραφή της Αριστεράς. Αν και
έχουν προηγηθεί και άλλες «επαχθείς» συμφωνίες μεταξύ ΕΑΜ-ΚΚΕ, Βρετανών
και εξόριστων ελληνικών κυβερνήσεων το 1944, όπως στον Λίβανο και στην
Καζέρτα, η Συμφωνία της Βάρκιζας έχει αναδειχθεί σε σύμβολο του
συμβιβασμού, κυρίως εξαιτίας της τραγωδίας που ενέσκηψε ως συνέπειά της.
Η επιδίωξη για «πάση θυσία» ομαλότητα, που οδήγησε σε υποχωρήσεις και
την υπογραφή της, είχε ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα.
ΑΠΟ ΒΡΕΤΑΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΙΑΝΤΟ
Διπλή ανάγνωση πρωτοκόλλου
Διπλή ανάγνωση πρωτοκόλλου
Η Συμφωνία της Βάρκιζας ήταν πραγματικότητα τα ξημερώματα της 12ης
Φεβρουαρίου. Στις 4.30 π.μ. εκείνης της ημέρας είχε ολοκληρωθεί ένας
μαραθώνιος συζητήσεων δέκα ημερών στη βίλα Κανελλόπουλου, δύο χιλιόμετρα
από την αττική παραλία και κοντά στη Βάρη.
Μια από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές ήταν όταν οι ΕΛΑΣίτες παρέδιδαν τα όπλα τους.
Η απομονωμένη εκεί και απροετοίμαστη αντιπροσωπεία της Αριστεράς
βρέθηκε αντιμέτωπη με πολύπλευρες τακτικές που την ξεπερνούσαν. Αν και
εκπροσωπούσε περίπου τα 2/3 της χώρας, όπου ακόμη κυριαρχούσε ο ΕΛΑΣ.
Εκείνη τη Δευτέρα έμενε μόνο η υπογραφή των τελικών κειμένων της
συμφωνίας. Πρακτικά δεν ήταν δυνατόν να γίνει εκείνη τη στιγμή. Ετσι
υπογράφτηκε ένα περιληπτικό πρωτόκολλο:
«Οι υπογεγραμμένοι αφ'
ενός Ιωάννης Σοφιανόπουλος, υπουργός των Εξωτερικών, Περικλής Ράλλης,
υπουργός των Εσωτερικών και Ιωάννης Μακρόπουλος, υπουργός της Γεωργίας,
αποτελούντες την υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως εξουσιοδοτημένην
Αντιπροσωπείαν και αφ' ετέρου Γεώργιος Σιάντος, γραμματεύς της ΚΕ του
ΚΚΕ, Δημήτριος Παρτσαλίδης, γραμματεύς της ΚΕ του ΕΑΜ και Ηλίας
Τσιριμώκος, γενικός γραμματεύς της ΕΛΔ, αποτελούντες την υπό την ΚΕ του
ΕΑΜ εξουσιοδοτημένην Αντιπροσωπείαν δηλούν, ότι επί όλων των κατά την
διάσκεψιν συζητηθέντων θεμάτων κατέληξαν εις απόλυτον συμφωνίαν ήτις
διατυπουμένη εις αναλυτικόν πρακτικόν θέλει υπογραφή σήμερον και ώραν
14ην».
Αμέσως μετά στάλθηκε στον Τύπο και η επίσημη ανακοίνωση.
Με την προσθήκη ότι «κατά την υπογραφήν παρίσταντο και οι κ. Μακ Μίλαν,
μόνιμος (Βρετανός) υπουργός της Μ. Ανατολής και Λήπερ, πρεσβευτής της Μ.
Βρετανίας».
Οι τελευταίοι, δίνοντας το στίγμα της Βάρκιζας, θα
σπεύσουν να δηλώσουν αμέσως «ότι η συμφωνία εδικαίωσε πλήρως την
πολιτικήν την οποίαν υιοθέτησεν η βρετανική κυβέρνησις κατά τας
τελευταίας ταραχάς»!
Από την άλλη πλευρά, ο Σιάντος θα δηλώνει
ότι «είναι μια συμφωνία ανάγκης, δεν είναι όμως παράδοση άνευ όρων.
Είναι ένα μίνιμουμ ελευθεριών για τη δράση...».
ΤΙ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Θετικές διακηρύξεις και όροι, αλλά στα χαρτιά
Θετικές διακηρύξεις και όροι, αλλά στα χαρτιά
Το κείμενο της συμφωνίας υπογράφτηκε, τελικά, το βράδυ της 12ης
Φεβρουαρίου στη μεγάλη αίθουσα του υπουργείου Εξωτερικών, παρουσία
Ελλήνων και ξένων δημοσιογράφων, του πρεσβευτή της Μ. Βρετανίας στην
Ελλάδα, του υπουργού Μέσης Ανατολής της βρετανικής κυβέρνησης κ.ά.
Παραθέτουμε ολόκληρο το πρώτο μέρος του, αφού συνήθως, αν και πολλοί μιλάνε γι' αυτό, μερικές φορές το αγνοούν:
«Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι (ακολουθεί η απαρίθμηση των αντιπροσωπειών)
συνήλθομεν εις διάσκεψιν εις Βάρκιζαν και από κοινού εξητάσαμεν τα μέσα
και τον τρόπον της καταπαύσεως του εμφυλίου πολέμου και της συμφιλιώσεως
του Ελληνικού Λαού και καταλήξαμε εις την κατωτέρω συνομολογηθείσαν
συμφωνίαν.
Η Κυβερνητική Αντιπροσωπεία εξεδήλωσε κατά την
Σύσκεψιν ταύτην την σταθεράν θέλησιν της Κυβερνήσεως, όπως άνευ νέας
αιματοχυσίας τερματίση την θλιβεράν εσωτερικήν κρίσιν, αποκαταστήση την
ενότητα του Κράτους και επαναφέρη την εσωτερικήν ειρήνην και την
πολιτικήν ομαλότητα. Ούτω μόνον θα δυνηθή ο Ελληνικός Λαός να αναλάβη
την δημιουργικήν προσπάθειαν διά την ανοικοδόμησιν της χώρας εκ των
ερειπίων, τα οποία οι σκληροί αγώνες προς τους εξωτερικούς εχθρούς και ο
αδελφοκτόνος πόλεμος επεσώρρευσαν.
Ινα δε η επελθούσα συμφωνία
προσλάβη τον χαρακτήρα ενός ακατάλυτου ηθικού συμφώνου, εκφράζοντος τας
επιταγάς της πολιτικής συνειδήσεως του Ελληνικού Λαού, η Κυβερνητική
Αντιπροσωπεία εζήτησεν, όπως δι' αυτού διακηρυχθή η σταθερά θέλησις του
Ελληνικού Λαού διά την ανάπτυξιν ελεύθερου και ομαλού πολιτικού βίου,
του οποίου κύριον χαρακτηριστικόν θα είναι ο σεβασμός της πολιτικής
συνειδήσεως των πολιτών, η ειρηνική διαφώτισις και διάδοσις πολιτικών
ιδεών και ο σεβασμός προς τας ελευθερίας, τας οποίας ο καταστατικός
Χάρτης του Ατλαντικού και αι αποφάσεις Τεχεράνης διεκήρυξαν και η
συνείδησις των δι' αυτάς αγωνιζομένων ελευθέρων λαών απεδέχθη.
Κατά την διάσκεψιν διεπιστώθη πλήρης συμφωνία αντιλήψεων της Αντιπροσωπείας του ΕΑΜ επί των αρχών τούτων...»
Ακολουθούσαν 9 άρθρα σύμφωνα με τα οποία προβλεπόταν σε γενικές γραμμές:
- Αποκατάσταση των δημοκρατικών ελευθεριών.
- Αμνήστευση των πολιτικών αδικημάτων που τελέστηκαν μετά τις 3 Δεκεμβρίου 1944.
- Διάλυση του ΕΛΑΣ και παράδοση του οπλισμού του.
- Συγκρότηση εθνικού στρατού.
- Εκκαθάριση των δημόσιων υπηρεσιών και των σωμάτων ασφαλείας από τους δωσιλόγους.
- Διενέργεια δημοψηφίσματος για το πολιτειακό μέσα στο 1945 και αμέσως μετά εκλογές για συντακτική συνέλευση.
Η αρχή του συμβιβασμού
Σημείο-κλειδί η μη χορήγηση γενικής αμνηστίας
Σημείο-κλειδί η μη χορήγηση γενικής αμνηστίας
Το σημείο-κλειδί για τη συμφωνία της Βάρκιζας, αλλά και σε κάθε κριτική
ή καταγγελία εκ των υστέρων, ήταν η αμνηστία. Η αντιπροσωπεία του
ΚΚΕ-ΕΑΜ προσήλθε στη διάσκεψη με «κόκκινη γραμμή» τη χορήγηση γενικής
αμνηστίας. Σε αντίθετη περίπτωση, όπως είχε αποφασιστεί νωρίτερα από τα
αρμόδια συλλογικά όργανα, θα αποχωρούσε. Ο Γ. Σιάντος τη δεύτερη μέρα
της διάσκεψης παρουσίασε τις θέσεις του ΕΑΜικού κινήματος.
Μετά
την ομιλία του Γ. Σιάντου, η διάσκεψη διακόπηκε για δύο μέρες και, όπως
προκύπτει από μαρτυρίες, Βρετανοί και κυβερνητικοί επικεντρώθηκαν στο
ζήτημα της αμνηστίας. Σύμφωνα με την ΕΑΜική ιστοριογραφία, επεδίωκαν
μόνο μια μερική αμνηστία, ώστε, μετά την υπογραφή της συμφωνίας, δίπλα
στη «λευκή τρομοκρατία» να αξιοποιήσουν και «νόμιμα» μέσα διώξεων,
δηλαδή την ποινικοποίηση του αντιστασιακού κινήματος που θα διευκόλυνε
στη συντριβή του. Η κυβερνητική αντιπροσωπεία με επιστολή της στην
αντίστοιχη του ΕΑΜ γνωστοποιούσε πως η θέση της τελευταίας για γενική
αμνηστία «κατόπιν συμφώνου γνώμης της κυβερνήσεως (Πλαστήρα)... είναι
απολύτως απαράδεκτος».
Ενώπιον της ρήξης και παρά την «κόκκινη
γραμμή», λάμβαναν την απάντηση ότι «εφόσον η κυβέρνησις εμμένει εις την
άποψή της, η αντίστροφη επιμονή στην ορθή γνώμη μας θα οδηγούσε σε ρήξη
που, ανεξάρτητα από την ευθύνη, θα οδηγήσει τον τόπο σε συμφορά. Για τον
λόγον αυτόν δεχόμαστε να λυθή το ζήτημα των διώξεων με βάση την αρχή
που έθεσεν η Κυβερνητική Αντιπροσωπεία και με τη θέσπιση εγγυήσεων
ικανών να περιορίσουν τους κινδύνους που σας έχομεν εκθέσει».
Για
την υποχώρηση αυτή και τα παρασκήνια που προηγήθηκαν έχουν γραφεί
πολλά. Εδώ όμως ας μείνουμε στο γεγονός και σε μια εύλογη εξήγηση που
έδωσε αργότερα ο Γ. Παρτσαλίδης: «Είχα προτείνει στον Σιάντο όχι να
διακοπούν οι διαπραγματεύσεις, αλλά να δηλώσουμε ότι πάνω στο θέμα αυτό,
επειδή έχουμε δέσμευση από το ΕΑΜ και την ΚΕ του Κόμματος που
αντιπροσωπεύαμε, πρέπει να μας δοθεί η δυνατότητα να συζητήσουμε την
άρνηση της κυβέρνησης υπεύθυνα και στην ΚΕ του ΕΑΜ και στην ΚΕ του ΚΚΕ
στα Τρίκαλα... Ο Σιάντος κατέληξε στο ότι μια καθυστέρηση της υπογραφής
δεν θα μας ωφελήσει... Συμφωνήσαμε ότι θα έπρεπε να κάνουμε την
υποχώρηση. Κακώς βέβαια ...»
Παρερμηνείες
Με την υποχώρηση αυτή άνοιξε ο δρόμος και για άλλους συμβιβασμούς. Για το ζήτημα της αμνηστίας η συμφωνία προέβλεπε (άρθρο 3) ότι αμνηστεύονται μόνο «τα πολιτικά αδικήματα τα τελεσθέντα από τις 3 Δεκεμβρίου 1944 μέχρι της υπογραφής του παρόντος. Εξαιρούνται της αμνηστίας τα συναφή κοινά αδικήματα, κατά της ζωής και της περιουσίας, τα οποία δεν ήσαν απαραιτήτως αναγκαία διά την επιτυχία του πολιτικού αδικήματος». Το άρθρο αυτό, με τη διατύπωση που είχε, έδωσε τη δυνατότητα να εξαπολυθούν άγριοι διωγμοί εναντίον των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, με χαλκευμένες κατηγορίες και στοιχεία για διάπραξη κοινών αδικημάτων στην περίοδο της Κατοχής.
Βεβαίως, το πρόβλημα δεν περιοριζόταν στο
άρθρο για την αμνηστία, που κατέληξε να γίνει το επίμαχο. Το πρόβλημα
ήταν ολόκληρη η συμφωνία με βάση τους συσχετισμούς δύναμης.
Αν η
Συμφωνία της Βάρκιζας ήταν «απαράδεκτο λάθος» ή ένας «αναγκαίος
συμβιβασμός» μετά την ήττα του ΕΑΜικού κινήματος στα Δεκεμβριανά, η
ανακωχή και η αποχώρηση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ από την Αττικοβοιωτία τον
Ιανουάριο του 1945 αποτελούν αντικείμενο άλλων σελίδων της Ιστορίας.
katsimar@yahoo.gr
http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22768&subid=2&pubid=64147976
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου