Μια Φορά Και Έναν Καιρό
13 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1967 : ΜΙΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ
Του ΝΙΚΟΥ ΑΜΜΑΝΙΤΗ
Διατρέχαμε τον Νοέμβριο του 1967 και η κατάσταση βρισκόταν πάλιν στο
«Βοήθα, Παναγιά μου». Με κυβέρνηση των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα, κάτι
τζιριτζάντζουλες έγιναν στην Κύπρο και οι Τούρκοι μάς έτριζαν τα δόντια
απειλώντας με πόλεμο. Τα μαντάτα που σερβίρονταν από τα λογοκρινόμενα
ΜΜΕ παρουσιάζονταν όλο και πιο μαύρα, ενώ οι υπερήφανες δηλώσεις των
έτοιμων τάχατες να ξιφουλκήσουν χουνταίων αρμοδίων δημιουργούσαν ένα
κλίμα που μύριζε μπαρούτι. Η Κύπρος, ως γνωστόν, είναι το μοναδικό νησί
στην υφήλιο που… κινείται σαν τρόλεϊ και άλλοτε είναι κοντά, όταν κάτι
προσδοκούμε από δαύτη, και άλλοτε πάλιν «κείται μακράν», πολύ μακράν,
όταν χρειάζεται τη βοήθειά μας και δεν μπορούμε να της την προσφέρουμε
λόγω αποστάσεως.
Οι Τούρκοι αξίωναν τελεσιγραφικά να «φύγει η μεραρχία» με την οποία, σε στιγμές εθνικής εξάρσεως, είχε εξοπλίσει μυστικά την Κύπρο ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, και τώρα η στρατιωτική μας ηγεσία, περιβεβλημένη και με κυβερνητικό αξίωμα, όντας άκρως φιλειρηνική, υπέκυψε στις τουρκικές αξιώσεις και, καθώς η Κύπρος σε αυτήν την περίπτωση ήταν κοντά, έβαλε την «ουρά υπό τα σκέλη», έβαλε και τον στρατό μας στα βαπόρια και άρον άρον τον έφερε πίσω, πανηγυρίζοντας πως ούτε γάτα ούτε ζημιά. Έτσι φεύγει ο Νοέμβρης και εισερχόμαστε πλησίστιοι στον χειμώνα, έναν χειμώνα ιδιαίτερα βαρύ. Ο ήλιος σπάνια κάνει την εμφάνισή του και μια γκρίζα μουντάδα απλώνεται στην Ελλάδα. Οι οιωνοσκόποι ταυτίζουν τον καιρό με την κρατούσα πολιτική κατάσταση. Η Πολιτεία ευρίσκεται φασκιωμένη στον γύψο. Οι πολιτικοί αρχηγοί τελούν υπό περιορισμό και η λειτουργία των κομμάτων ευρίσκεται σε αναστολή. Οι συλλήψεις όσων «δεν συμμορφώνονται προς τας υποδείξεις» αυξάνουν με αξιοθαύμαστη μεθοδικότητα και, το χειρότερο, ο αφανής δικτάτωρ Γ. Παπαδόπουλος εκφωνεί λόγους…
Επειδή, ως γνωστόν, «του Έλληνα ο τράχηλος ζυγόν δεν υπομένει», προσπαθεί να διακρίνει ενδείξεις αισιόδοξες ότι «όπου να 'ναι πέφτουν» και ανταλλάσσει πληροφορίες ότι «λίγα είναι τα ψωμιά της χούντας», όπως άκουσε στο ΒΒC και στην Deutsche Welle - σταθμοί οι οποίοι απέκτησαν ξαφνικά ακροαματικότητα που ποτέ δεν ονειρεύτηκαν. Έτριβαν τα χέρια τους οι έμποροι, που ξαφνικά τα ραδιόφωνά τους έγιναν περιζήτητα, με μοναδικό ζητούμενο από τον πελάτη «να πιάνουν βραχέα». Φύσει φιλοπαίγμων, ο Έλληνας απολαμβάνει τα ανέκδοτα που κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα και έχουν πρωταγωνιστή τον ταξίαρχο Παττακό και το… μυστρί του. Τη βεβαιότητα για την επί θύραις ανατροπή της δικτατορίας ήρθε να αμφισβητήσει μια πολιτικοποιημένη νοικοκυρά, που δογμάτισε από τα βάθη της… κουζίνας: «Αυτοί, παιδί μου, είναι σαν την κρέμα καραμελέ, που κουνιέται τρεμουλιαστά στο πιάτο, αλλά δεν διαλάει!».
Πάντως, είτε στο έτσι είτε στο αλλιώς, εκεί στις αρχές Δεκεμβρίου υπήρχαν πληροφορίες από αξιόπιστες πηγές ότι γίνονταν σοβαρές ζυμώσεις για να παραδώσουν οι συνταγματάρχες την εξουσία. Κάποιος το γρουσούζεψε κιόλας, λέγοντας πως άκουσε ότι έρχεται ο Καραμανλής. Οι συζητήσεις φούντωναν όπου αντάμωναν γνωστοί. Στις συναναστροφές, στα καφενεία, στον δρόμο, μέχρι και στα γραφεία ακόμα, ένα ήταν το θέμα: «Πότε θα φύγουν;».
Σε κάποια εταιρεία προ της 21ης Απριλίου είχε αναλάβει νέος γενικός ένας εκ καταγωγής Έλληνας της Διασποράς, θηρίο ανήμερο. Όλο φωνές, επιπλήξεις, απολύσεις υπαλλήλων, μαζί με μειώσεις μισθών σε επίπεδο «όπως ο νόμος ορίζει», ήταν ο φόβος και ο τρόμος του προσωπικού. Μπαμπούλα τον αποκαλούσαν. Συνεχώς έκραζε ότι «στην Ελλάδα οι εργαζόμενοι είναι όλο καφέ, τσιγάρο και κουβέντα εν ώρα εργασίας και άλλα ντροπής πράματα». Με την επιβολή της χούντας, άλλαξε άρδην. Αρκούσε να πας και να του ψιθυρίσεις: «Έχω μια πληροφορία» για να παρατήσει τα πάντα. Μέχρι και συμβούλια διέλυε, λέγοντας «τα λέμε, κύριοι, αργότερα», και καθόταν και άκουγε με προσοχή όποια μπούρδα τού ξεφούρνιζες σχετικά με την ανατροπή της χούντας. Άρχισε και να καπνίζει… Αποτέλεσμα αυτής της δημοκρατικής αλλαγής ήταν ότι αποκαταστάθηκαν οι καλές σχέσεις ανάμεσα στη Διεύθυνση και στο προσωπικό και οι δουλειές πήγαιναν κατά διαόλου. Η εταιρεία είχε εκείνη την εποχή το προνόμιο να συγκαταλέγει εμένα στους εργαζομένους της, το δε καφενείο του μεγάρου στους καλούς του πελάτες. Κάτι ο βαρύς, μολυβένιος χειμωνιάτικος ουρανός, κάτι η κατάθλιψη που προκαλούσαν τα πρόσφατα γεγονότα, μέχρι και η υπαλληλική μου απόδοση μειώθηκε και, από τρεις εφημερίδες που διάβαζα το πρωί στο γραφείο, τώρα μόλις και μετά βίας ξεπέταγα δύο, κι αυτές τσουρούτικα, αφού παρέλειπα τις στήλες με τα κοινωνικά και τους μέλλοντες γάμους.
Οι Τούρκοι αξίωναν τελεσιγραφικά να «φύγει η μεραρχία» με την οποία, σε στιγμές εθνικής εξάρσεως, είχε εξοπλίσει μυστικά την Κύπρο ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, και τώρα η στρατιωτική μας ηγεσία, περιβεβλημένη και με κυβερνητικό αξίωμα, όντας άκρως φιλειρηνική, υπέκυψε στις τουρκικές αξιώσεις και, καθώς η Κύπρος σε αυτήν την περίπτωση ήταν κοντά, έβαλε την «ουρά υπό τα σκέλη», έβαλε και τον στρατό μας στα βαπόρια και άρον άρον τον έφερε πίσω, πανηγυρίζοντας πως ούτε γάτα ούτε ζημιά. Έτσι φεύγει ο Νοέμβρης και εισερχόμαστε πλησίστιοι στον χειμώνα, έναν χειμώνα ιδιαίτερα βαρύ. Ο ήλιος σπάνια κάνει την εμφάνισή του και μια γκρίζα μουντάδα απλώνεται στην Ελλάδα. Οι οιωνοσκόποι ταυτίζουν τον καιρό με την κρατούσα πολιτική κατάσταση. Η Πολιτεία ευρίσκεται φασκιωμένη στον γύψο. Οι πολιτικοί αρχηγοί τελούν υπό περιορισμό και η λειτουργία των κομμάτων ευρίσκεται σε αναστολή. Οι συλλήψεις όσων «δεν συμμορφώνονται προς τας υποδείξεις» αυξάνουν με αξιοθαύμαστη μεθοδικότητα και, το χειρότερο, ο αφανής δικτάτωρ Γ. Παπαδόπουλος εκφωνεί λόγους…
Επειδή, ως γνωστόν, «του Έλληνα ο τράχηλος ζυγόν δεν υπομένει», προσπαθεί να διακρίνει ενδείξεις αισιόδοξες ότι «όπου να 'ναι πέφτουν» και ανταλλάσσει πληροφορίες ότι «λίγα είναι τα ψωμιά της χούντας», όπως άκουσε στο ΒΒC και στην Deutsche Welle - σταθμοί οι οποίοι απέκτησαν ξαφνικά ακροαματικότητα που ποτέ δεν ονειρεύτηκαν. Έτριβαν τα χέρια τους οι έμποροι, που ξαφνικά τα ραδιόφωνά τους έγιναν περιζήτητα, με μοναδικό ζητούμενο από τον πελάτη «να πιάνουν βραχέα». Φύσει φιλοπαίγμων, ο Έλληνας απολαμβάνει τα ανέκδοτα που κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα και έχουν πρωταγωνιστή τον ταξίαρχο Παττακό και το… μυστρί του. Τη βεβαιότητα για την επί θύραις ανατροπή της δικτατορίας ήρθε να αμφισβητήσει μια πολιτικοποιημένη νοικοκυρά, που δογμάτισε από τα βάθη της… κουζίνας: «Αυτοί, παιδί μου, είναι σαν την κρέμα καραμελέ, που κουνιέται τρεμουλιαστά στο πιάτο, αλλά δεν διαλάει!».
Πάντως, είτε στο έτσι είτε στο αλλιώς, εκεί στις αρχές Δεκεμβρίου υπήρχαν πληροφορίες από αξιόπιστες πηγές ότι γίνονταν σοβαρές ζυμώσεις για να παραδώσουν οι συνταγματάρχες την εξουσία. Κάποιος το γρουσούζεψε κιόλας, λέγοντας πως άκουσε ότι έρχεται ο Καραμανλής. Οι συζητήσεις φούντωναν όπου αντάμωναν γνωστοί. Στις συναναστροφές, στα καφενεία, στον δρόμο, μέχρι και στα γραφεία ακόμα, ένα ήταν το θέμα: «Πότε θα φύγουν;».
Σε κάποια εταιρεία προ της 21ης Απριλίου είχε αναλάβει νέος γενικός ένας εκ καταγωγής Έλληνας της Διασποράς, θηρίο ανήμερο. Όλο φωνές, επιπλήξεις, απολύσεις υπαλλήλων, μαζί με μειώσεις μισθών σε επίπεδο «όπως ο νόμος ορίζει», ήταν ο φόβος και ο τρόμος του προσωπικού. Μπαμπούλα τον αποκαλούσαν. Συνεχώς έκραζε ότι «στην Ελλάδα οι εργαζόμενοι είναι όλο καφέ, τσιγάρο και κουβέντα εν ώρα εργασίας και άλλα ντροπής πράματα». Με την επιβολή της χούντας, άλλαξε άρδην. Αρκούσε να πας και να του ψιθυρίσεις: «Έχω μια πληροφορία» για να παρατήσει τα πάντα. Μέχρι και συμβούλια διέλυε, λέγοντας «τα λέμε, κύριοι, αργότερα», και καθόταν και άκουγε με προσοχή όποια μπούρδα τού ξεφούρνιζες σχετικά με την ανατροπή της χούντας. Άρχισε και να καπνίζει… Αποτέλεσμα αυτής της δημοκρατικής αλλαγής ήταν ότι αποκαταστάθηκαν οι καλές σχέσεις ανάμεσα στη Διεύθυνση και στο προσωπικό και οι δουλειές πήγαιναν κατά διαόλου. Η εταιρεία είχε εκείνη την εποχή το προνόμιο να συγκαταλέγει εμένα στους εργαζομένους της, το δε καφενείο του μεγάρου στους καλούς του πελάτες. Κάτι ο βαρύς, μολυβένιος χειμωνιάτικος ουρανός, κάτι η κατάθλιψη που προκαλούσαν τα πρόσφατα γεγονότα, μέχρι και η υπαλληλική μου απόδοση μειώθηκε και, από τρεις εφημερίδες που διάβαζα το πρωί στο γραφείο, τώρα μόλις και μετά βίας ξεπέταγα δύο, κι αυτές τσουρούτικα, αφού παρέλειπα τις στήλες με τα κοινωνικά και τους μέλλοντες γάμους.
Έτσι, δεν διέφερε σε τίποτα εκείνο το ιστορικό πρωινό από άλλα πρωινά, εκτός του ημερολογίου που έγραφε «Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 1967». Στο γραφείο μας κυριαρχούσε η συνήθης πλήξη και ανία. Οι υπάλληλοι, σκυφτοί στα κατάστιχά τους, καταπνίγανε χασμουρητά. Απέναντι από το γραφείο μου ήταν του Άρη, διευθυντού πωλήσεων, που ήταν μονίμως κατηφής και οργισμένος. Γύρω στις 12 το μεσημέρι χτύπησε το τηλέφωνό του, το σήκωσε και ξαφνικά το πρόσωπό του έλαμψε. Άρχισε κάτι περίεργα ψου-ψου-ψου και όσο άκουγε έλαμπε ολόκληρος. Ύστερα ακούστηκε να λέει ψιθυριστά: «Μη σε νοιάζει, δεν θα το πω σε κανέναν», ακούμπησε το ακουστικό, σηκώθηκε και άρχισε να τρέχει στα γραφεία φωνάζοντας: «Κίνημα… Κίνημα. Ο βασιλιάς έκανε κίνημα, μπαγλάρωσε τους ερίφηδες και πάμε σε εκλογές…». Όλοι άρπαξαν τα τηλέφωνά τους για να μεταδώσουν στους δικούς τους το μεγάλο νέο και άρχισε να γίνεται τέτοιος χαλασμός και οχλαγωγία, λες και ήμασταν εμείς το αρχηγείο των επαναστατών…
Είχα κάποιες επιφυλάξεις. Όπως είπα και στον Άρη, «Τετάρτη μεσημεριάτικα
δεν γίνονται κινήματα». Πήγα στο παράθυρο. Κάτω, η οδός Ακαδημίας
παρουσίαζε τη συνηθισμένη κυκλοφοριακή αναρχία, χωρίς την παραμικρή
ένδειξη επαναστατικού πυρετού, εικόνα που με οδήγησε στο συμπέρασμα πως
τα περί βασιλικού κινήματος ήταν διάδοση ευσεβών πόθων. Ξαφνικά, δύο
μαχητικά αεροπλάνα που πετούσαν χαμηλά, σχεδόν στο ύψος των κτιρίων,
πανέτοιμα, θαρρείς, να ριχτούν σε αερομαχίες, πέρασαν μπροστά από τα
παράθυρα των γραφείων μας, κάνοντας τα τζάμια να τρίζουν από τον έντονο
χαρακτηριστικό τους θόρυβο. Στο βάθος του ορίζοντα πήραν στροφή και
ξαναπέρασαν από μπροστά μας. Η τηλεφωνήτριά μας η Φλώρα, με την
πασίγνωστη οξύνοια που τη διέκρινε, αναρωτήθηκε: «Μήπως κάνουν πρόβες
για την παρέλαση της 25ης Μαρτίου;». Άφωνοι έμειναν με την απορία της οι
συγκεντρωθέντες στο παράθυρο συνάδελφοι, ενώ εκείνη ανήσυχη συμπλήρωνε:
«Καλά. Θα τα θυμούνται ως τότε τα τσαλίμια που κάνουνε σήμερα;».
Κοίταξα ξανά στον δρόμο. Τώρα ήταν εμφανής μια νευρικότητα, σαν να βιάζονταν όλοι να εξαφανιστούν για να αποφύγουν κάποιον αόριστο κίνδυνο που ένιωθαν να τους απειλεί, καθώς οι φήμες που απλώνονταν μιλούσαν για σημεία και τέρατα. Τα μάζεψα και τράβηξα σπίτι. Από το ραδιόφωνο παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις. Το σήμα του ΕΙΡ «τσομπανάκος ήμουνα» κάθε τόσο παρεμβάλλετο, διακόπτοντας το πρόγραμμα για να μεταδοθούνε «έκτακτες ειδήσεις». Αμίλητοι και με κομμένη την ανάσα, ακούγαμε για το βασιλικό κίνημα που φυλλορροούσε…
Τελικά, εκείνο που απέμεινε και πέρασε στην Ιστορία ήταν η φράση που μεταδόθηκε από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών: «…Ο Κωνσταντίνος και οι συνωμότες περιφέρονται από χωρίου εις χωρίον!».
Κοίταξα ξανά στον δρόμο. Τώρα ήταν εμφανής μια νευρικότητα, σαν να βιάζονταν όλοι να εξαφανιστούν για να αποφύγουν κάποιον αόριστο κίνδυνο που ένιωθαν να τους απειλεί, καθώς οι φήμες που απλώνονταν μιλούσαν για σημεία και τέρατα. Τα μάζεψα και τράβηξα σπίτι. Από το ραδιόφωνο παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις. Το σήμα του ΕΙΡ «τσομπανάκος ήμουνα» κάθε τόσο παρεμβάλλετο, διακόπτοντας το πρόγραμμα για να μεταδοθούνε «έκτακτες ειδήσεις». Αμίλητοι και με κομμένη την ανάσα, ακούγαμε για το βασιλικό κίνημα που φυλλορροούσε…
Τελικά, εκείνο που απέμεινε και πέρασε στην Ιστορία ήταν η φράση που μεταδόθηκε από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών: «…Ο Κωνσταντίνος και οι συνωμότες περιφέρονται από χωρίου εις χωρίον!».
Από "ΤΟ ΠΑΡΟΝ"
13 Δεκεμβρίου 1967.
Επιλεκτική λησμονιά και αποσιώπηση.!
Από τον Ιάσωνα
Το στρατηγικό σχέδιο Ωμέγα, όπως το είχε αποκαλέσει συνθηματικά ο τότε Βασιλεύς Κωνσταντίνος προέβλεπε εκκίνησι από την Αθήνα με προορισμό την Καβάλα, στις 10:30 το πρωί στις 13 Δεκεμβρίου 1967. Με το ίδιο αεροπλάνο θα έφευγε ο Πρωθυπουργός Κ.Κόλιας και όλη η βασιλική οικογένεια. Έτσι στις 10:27 ο Κωνσταντίνος με στρατιωτική στολή, η βασίλισσα Άννα Μαρία έγκυος τότε, η Πριγκίπισσα Ειρήνη, η μικρή Αλεξία, μόλις δυόμισι ετών, και το βρέφος διάδοχος Παύλος μερικών μηνών με την Φρειδερίκη, συγκεντρώθησαν στην είσοδο των ανακτόρων…
Στις 11:00 θα διακόπτοντο οι τηλεφωνικές επικοινωνίες μεταξύ Αθηνών και Β. Ελλάδος.
Στις 11:30 θα έφθανε το βασιλικό αεροπλάνο στην Καβάλα και θα παρεδίδετο το βασιλικό διάγγελμα.
Στις 12:00 θα απεκόπτοντο οι δίοδοι μεταξύ Βορείου και Νοτίου Ελλάδος με την αποστολή τμημάτων στρατού από την Λάρισα και τις Θερμοπύλες, ενώ μηχανοκίνητες μονάδες θα κατελάμβαναν την Θεσσαλονίκη..
Συμφώνως προς τις εκτιμήσεις των συμβούλων του Βασιλέα και των στρατιωτικών, που είχαν εκπονήσει το στρατηγικό σχέδιο ήσαν βέβαιοι ότι θα αρκούσε το διάγγελμα του Κωνσταντίνου για την απομόνωσι, σύγχυσι προσχώρησι των στρατιωτικών μονάδων και ανατροπή της επαναστατικής κυβερνήσεως..
Όμως ο ρομαντισμός, η ευπιστία, η απερισκεψία, η επιπολαιότητα δεν υπήρξαν ποτέ με την πλευρά των νικητών..
Το μεσημέρι της ιδίας ημέρας στο δελτίο ειδήσεων στις 13:14 ωρα Ελλάδος ο Ελληνικός λαός επληροφορείτο την εκδήλωσι ανταρσίας με επικεφαλής τον βασιλέα. Ενώ στο νυκτερινό στις 21:00 ότι το «κίνημα κατέρρευσε» και ότι «ο βασιλεύς ετράπη εις φυγήν από χωρίου εις χωρίον…»
Τρείς μήνες πριν, στις 11 Σεπτεμβρίου 1967 ο Κωνσταντίνος με πρόφασι την συμμετοχή του σε αγώνες ιστιοπλοίας στον Καναδά (λίμνη Οντάριο) βρίσκει την ευκαιρία να επισκεφθή τις ΗΠΑ και να βολιδοσκοπήσει τον Πρόεδρο Johnson.
Συναντάται με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Johnson στο οβάλ γραφείο στην Ουάσιγκτον.. O Johnson ζητά πληροφορίες για την κατάστασι στην Ελλάδα και ρωτά ευθέως : «Τι γίνεται με τον Ανδρέα Παπανδρέου? Είναι η πρώτη του ερώτησι. «Μετά από το Βιετνάμ οι περισσότερες επιστολές είναι για την απελευθέρωσι του Ανδρέα» Είπε .
Κατά την διάρκεια του γεύματος παρίστανται:
Ο αντιπρόεδρος H. Humphrey , ο υπουργός των εξωτερικών Dean Rusk, ο υπουργός αμύνης R.S.Mac Namara, και ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα Butler Talbot. Παρευρίσκεται και ο αυλάρχης του Βασιλέως Λεωνίδας Παπάγος.
Ο Κωνσταντίνος ζητά να επαναληφθή η διακοπείσα εξ αιτίας του στρατιωτικού καθεστώτος αμερικανική βοήθεια αλλά ο Johnson τον διακόπτει απότομα:
«You better get rid of the colonels” Καλλίτερα να απαλλαγείτε από τους συνταγματάρχες.
«Η στρατιωτική βοήθεια θα επαναληφθεί μόνον εφ όσον θα υπάρξουν σαφείς ενδείξεις ότι η Χούντα θα ψηφίσει νεο Σύνταγμα και θα προχωρήσει σε εκλογές.» Διευκρινίζει στον Κωνσταντίνο ο υπουργός των εξωτερικών Dean Rusk.
Ο Κωνσταντίνος εκτίμησε καλώς ότι επιθυμία και ευχή των ΗΠΑ ήταν να επισπευσθή με κάθε δυνατό τρόπο η επιστροφή στην ομαλότητα.
Ίσως και αυτή η συζήτησι να βασάνιζε τις σκέψεις του Κωνσταντίνου όταν, λίγο πριν από τα 12:00 το μεσημέρι της Τέταρτης 13ης Δεκεμβρίου 1967 η βασιλική οικογένεια φθάνει στο ξενοδοχείο Αστήρ της Καβάλας.
Λίγες ώρες αργότερα το βασιλικό διάγγελμα έχει επανειλημμένως ακουσθή από τον τοπικό ραδιοσταθμό της Καβάλας τον τοπικό της Κομοτηνής ένα μικρό Ρ/σ στην Λάρισα και στον τοπικό της Ορεστιάδος..
Ήταν γραμμένο στην καθαρεύουσα και μεταξύ άλλων έλεγε τα εξής:
«Το εθνικό συμφέρον απαιτεί εκ μέρους μου την εκδήλωσιν πρωτοβουλίας δια να αποτρέψω τας καταστρεπτικάς συνεπείας εκ της παρατάσεως της παρούσης ανωμάλου καταστάσεως. Το αυτό εθνικό συμφέρον μου επιβάλλει να επιτρέψω την κατάλληλον προετοιμασία ίνα η χώρα επανέλθει εις την δημοκρατική νομιμότητα..
Την κατάστασιν της 21ης Απριλίου ηναγκάσθην να δεχθώ ως τετελεσμένο γεγονός δια να αποφύγω την άσκοπο αιματοχυσίαν… Δεν είμαι όμως πλέον διατεθειμένος να διακινδυνεύσω μονιμοποίησι της παρούσης καταστάσεως..Επιθυμώ να αποκαταστήσω την πειθαρχία στο στράτευμα διότι έχει σοβαρώς διασαλευθεί… Καθ’ όλην την διάρκεια της τελευταίας εικοσοπενταετίας η κομμουνιστική μειοψηφία δεν απέβλεπε παρά εις την ανατροπή του κοινωνικού και πολιτικού καθεστώτος δια μέσων βιαίων και υπούλων..»
Και κατέληγε:
«Σήμερον θέτω τέρμα εις την ανωμαλία και την βίαν.. Ζητώ από το σύνολο του Ελληνικού λαού να με βοηθήσει δια να επαναφέρω … την Ελευθερία και την Δημοκρατία…
Ακολουθείσθε με εις τον δρόμο της εθνικής αναγεννήσεως…
Κωνσταντινος Β’»
Ο ταξίαρχος Πατίλης υπουργός Βορείου Ελλάδος, βρίσκεται σ ένα δωμάτιο του Νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ. Νοσηλεύεται εκεί από πάθησι των νεφρών. Την ιδία περίπου ώρα μαθαίνει την κίνησι του Βασιλέως. Στο άκουσμα της ειδήσεως αυτής τραβά τα σωληνάκια και τον καθετήρα και μεταβαίνει στην έδρα του Γ’ Σώματος. Αμέσως εκδίδει τις απαραίτητες διαταγές για τον έλεγχο των στρατιωτικών μονάδων...
Ακολουθεί η σύλληψις του Ταξιάρχου Ἐρσελμαν διοικητού της 20ης Μεραρχίας Τεθωρακισμένων Κομοτηνής που καλέστη μοιραία για την εξέλιξι της βασιλικής πρωτοβουλίας και αργά το ίδιο βράδυ του Αντιστρατήγου Περίδη. Ο τελευταίος συλλαμβάνεται από τον ταγματάρχη Γκίλα έναν υπολοχαγό και τέσσερις οπλίτες. Η σκηνή περιγράφεται ως εξής (ιδε εξαίρετο πόνημα Αλεξάνδρας Στεφανοπούλου με τίτλο «13 Δεκεμβρίου 1967»)
«Τι συμβαίνει ταγματάρχα; Δεν γνωρίζεις ότι έχουμε διαταγή του Βασιλέως;»
Για μερικά δευτερόλεπτα η εμφάνιση του αντιστρατήγου Διοικητού του Γ΄ Σώματος Στρατού προκαλεί αίσθησι. Όμως δεν μπορεί πλέον να εμπνεύσει υπακοή ..
«Τον βασιλιά τον έχετε παγιδεύσει». Απαντά ο Ταγματάρχης. «Ίσως και να τον έχετε αιχμαλωτίσει. Προδώσατε την Ελλάδα. Βρισκόμαστε εδώ και περιμένουμε διαταγές να περάσουμε τον Έβρο και αντί αυτού, εσείς μας διατάζετε να στρέψουμε τα όπλα ο ένας εναντίον του άλλου»
Αρκετές ώρες πριν, ο Παπαδόπουλος αρκετά ενημερωμένος πλέον, έχει συγκεντρώσει όλο το νέο υπουργικό συμβούλιο και τον αντιβασιλέα στο Πεντάγωνο μέχρι ότου η κατάστασις ξεκαθαρίσει...
Στις 2:00 τα μεσάνυχτα ο Κωνσταντίνος ενημερώνεται για την ορκωμοσία του Ζωιτάκη ως αντιβασιλέως και του Παπαδοπούλου ως Πρωθυπουργού . Το κίνημα έχει αποτύχει παταγωδώς.
Επίλογος..
Στις 5:15 το πρωί της Πέμπτης 14ης Δεκεμβρίου 1967 ο επισμηναγός Παύλος Ιωαννίδης κυβερνήτης του Βασιλικού αεροσκάφους Gulf Stream P-9 θα προσγειώσει το αεροπλάνο στο αεροδρόμιο Ciampino, στη Ρώμη. Το αεροσκάφος είναι λευκό και κάτω από την καμπίνα του κυβερνήτη διακρίνεται το βασιλικό οικόσημο. Στην Ελληνική πρεσβεία ο πρέσβης Πούμπουρας θα υποδεχθή τον ηττημένο βασιλέα..
Είναι περασμένες 7:00. Ο ήλιος έχει ήδη ανατείλει. Όμως η βασιλεία του Κωνσταντίνου εχει δύσει…
Η 13η Δεκεμβρίου του 1967 ήταν η τελευταία ημέρα που ο Κωνσταντίνος υπήρξε βασιλεύς των Ελλήνων, με πλήρεις τις εξουσίες του. Ήταν 27 ετών..
Μολονότι ο τρόπος, ο χρόνος, η «εφ όπλου λόγχη» εμπλοκή με την γειτονική Τουρκία, και το αποτέλεσμα καταδικάζουν το κίνημα του τέως Βασιλέως, δικαιούται την ιστορική αναφορά… που σκοπίμως και επιλεκτικώς με μικροπρέπεια και δείλια αποσιωπάται.
Όπως επίσης αποσιωπάται ο άδικος τερματισμός της σταδιοδρομίας τόσων ικανών αξιωματικών που ενεπλάκησαν στην δίνη των γεγονότων αυτών.
Η κρίσις όμως ανήκει στην Ιστορία..
http://www.thermopilai.org/content/e-teleutaia-emera-enos-basilia
(τις πληροφορίες και εκτενή αποσπάσματα από το σημαντικό πόνημα της Αλεξάνδρας Στεφανοπούλου με τίτλο «13 Δεκεμβρίου 1967» εκδόσεις Φερενίκη.) ..
http://dodoni-gr.blogspot.gr/2010/12/13-1967.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου