Το Λεύκωμα του Μακρυγιάννη
Είκοσι πέντε πίνακες του λαϊκού καλλιτέχνη Παναγιώτη Ζωγράφου που έγιναν με την καθοδήγηση του στρατηγού
Γράφει ο ΚΩΣΤΗΣ ΛΙΟΥΝΤΗΣ
H Ελληνική Επανάσταση ενέπνευσε όχι μόνο ρομαντικούς Έλληνες και φιλέλληνες ζωγράφους, αλλά και λαϊκούς καλλιτέχνες της εποχής, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη.
Ωστόσο, η σπουδαιότερη εικονογραφία του '21, με μνημειώδη αξία, έγινε στην Αθήνα. Το σημαντικό αυτό εικονογραφικό σύνολο, 25 πίνακες, ήταν καρπός συνεργασίας του λαϊκού καλλιτέχνη Παναγιώτη Ζωγράφου από τη Μάνη, με μία από τις εξέχουσες φυσιογνωμίες του Αγώνα: τον Ρουμελιώτη στρατηγό Μακρυγιάννη, που φέτος κλείνουν στρογγυλά 226 χρόνια από τη γέννηση του.
Αφηγείται ο ίδιος
«... εδώ εις Αθήνα» -διηγείται στ' «Απομνημεύματα» ο ίδιος- «πήρα ένα ζωγράφο Φράγκο και τον είχα να μου φκιάσει σε εικονογραφίες αυτούς τους πολέμους. Δεν γνώριζα τη γλώσσα του. Έφκιασε δυο τρεις, δεν ήταν καλές· τον πλέρωσα κι έφυγε. Αφού έδιωξα αυτόν το ζωγράφο, έστειλα κι έφεραν από τη Σπάρτη έναν αγωνιστή, Παναγιώτη Ζωγράφο τον έλεγαν· έφερα αυτόν και μιλήσαμε και συμφωνήσαμε το κάθε κάδρον την τιμήν του· κι έστειλε κι ήφερε και δυο του παιδιά· και τους είχα εις το σπίτι μου όταν εργάζονταν. Κι αυτό άρχισε από τα 1836 και τέλειωσε τα 1839. Έπαιρνα τον ζωγράφο και βγαίναμεν εις τούς λόφους και τόλεγα· έτζι είναι εκείνη η θέση, έτζι εκείνη· αυτός ο πόλεμος έτζι έγινε· αρχηγός ήταν των Ελλήνων εκείνος, των Τούρκων εκείνος».
Ο Μακρυγιάννης λοιπόν, με τοπογραφικές υποδείξεις και περιγραφές έγινε καθοδηγητής του Π. Ζωγράφου. Έχοντας ακόμη ζεστή ανάμνηση των πολεμικών συμβάντων, θέλησε, και είχε τους λόγους του, να δώσει με ζωγραφικά μέσα ό,τι διηγήθηκε γραπτώς. Με άλλα λόγια, να δώσει οπτική αναπαράσταση στις γνωστές σήμερα αφηγήσεις του
Στα τρία χρόνια που κράτησε η συνεργασία, ο Π. Ζωγράφος, με βοηθούς τους δύο γιους του, φιλοτέχνησε 5 ομοιόμορφες σειρές με 25 πίνακες η κάθε μια. Τέμπερα πάνω σε ξύλο η πρώτη, χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο για τις άλλες τέσσερις, υδατογραφίες καμωμένες πάνω σε στρατσόχαρτο. Το κάθε «κάδρο», όπως τα ονομάζει ο Μακρυγιάννης, άφηνε στη βάση του σχετικό περιθώριο. Εκεί γράφτηκαν αριθμημένα επεξηγηματικά σχόλια, με αριθμούς αντίστοιχους μέσα στους πίνακες, για το τι ακριβώς αναπαριστά, σε σύνολο αλλά και τμηματικά, η κάθε εικόνα. Θα λέγαμε, ένα είδος λεζάντας όπως ορίζουμε σήμερα στην έντυπη δημοσιογραφία.
Παρουσίαση
Αφού η εργασία τέλειωσε, άνοιξη του 1839, ο Μακρυγιάννης οργάνωοε συμπόσιο στο σπίτι του. Καλεσμένοι, το νεαρό βασιλικό ζεύγος Όθων και Αμαλία, αυλικοί, υπουργοί, φιλέλληνες και αγωνιστές, καθώς και οι πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων. Προηγουμένως, σε συμφωνία με τον Π. Ζωγράφο, εξαφάνισε μία εικόνα επειδή έδειχνε τον Αρμανσπεργκ να ξεριζώνει την καρδιά της Ελλάδας. Υπήρχε και ο κατατρεγμός. Έτσι, στην επίδειξη που έκανε στο τέλος του γεύματος, έλειπε από την κάθε σειρά μια εικόνα.
Η παρουσίαση της εικονογραφίας έκανε αίσθηση στους καλεσμένους και το ίδιο το γεγονός, από καλλιτεχνική άποψη, μπορεί να θεωρηθεί ως η «πρώτη οργανωμένη έκθεση ζωγραφικής» στην ιστορία της νεοελληνικής τέχνης, αν εξαιρέσουμε τα Επτάνησα.
Η χαμένη σειρά
Ωστόσο, ο Μακρυγιάννης είχε υψηλότερες επιδιώξεις. Θέλοντας να υπογραμμίσει με πόσες θυσίες η Ελλάδα κέρδισε την ανεξαρτησία της, χάρισε από μία σειρά στον Όθωνα και τους πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων: Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας αντίστοιχα.
Οι εικόνες είχαν ευρύτερη απήχηση. Βρήκαν ανταπόκριση σε φίλους και παλιούς συμπολεμιστές. Αυτό έσπρωξε τον Μακρυγιάννη στην απόφαση να τις εκδώσει σε Λεύκωμα στο Παρίσι. Για την τυποτεχνική διεκπεραίωση του σύστησαν τον Αλέξανδρο Ησαΐα, φίλο του Καποδίστρια και δάσκαλο. Δανείστηκε τη σειρά εικόνων του Όθωνα και τις παρέδωσε, υπογράφοντας σχετικό συμβόλαιο για τη δουλειά.
«Ο Σαΐας», όμως, όπως λέει ο Μακρυγιάννης, που ήταν «μπερμπάντης», αντί να πάει στο Παρίσι, έφυγε στη Βενετία. Ετοιμάζοντας εκεί δικιά του ιστορία για τον Αγώνα, το 1840 πέθανε. Με τον θάνατο του Ησαΐα, τα ίχνη της σειράς χάνονται και για 70 χρόνια μένουν σε αφάνεια.
Στα 1909 -δύο χρόνια πριν είχε εμφανιστεί η πρώτη έκδοση των «Απομνημονευμάτων» του Μακρυγιάννη με επιμέλεια Γ. Βλαχογιάννη- ο βιβλιόφιλος Ιωάννης Γεννάδιος, είδε σε κατάλογο παλαιοβιβλιοπωλών της Ρώμης μία αγγελία: «Επωλείτο σειρά 24 υδατογραφιών κάποιου Έλληνα συνταγματάρχη, που πήρε μέρος στους πολέμους της Παλιγγενεσίας». Η αγγελία κέντρισε το ενδιαφέρον του και αποφάσισε να τις αγοράσει, χωρίς μάλιστα να τις δει. Το ένστικτο του δεν έπεσε έξω. Επρόκειτο για τη χαμένη σειρά του Όθωνα. Το όνειρο του Μακρυγιάννη πραγματοποιείται στα 1926. Ο Γεννάδιος, γράφοντας ο ίδιος ιστορική εισαγωγή, εκδίδει σε γαλλική γλώσσα στη Γενεύη το Λεύκωμα: «Ζωγραφική Ιστορία του Πολέμου της Ανεξαρτησίας». Με επίβλεψη και εισαγωγή του Φρ. Μπουασσονά τυπώθηκαν 140 αντίτυπα. Η σειρά των 24 εικόνων (υδατογραφίες σε χαρτόνι 0,46x0,60 εκ. περίπου) δωρήθηκαν από τον Γεννάδιο, μαζί με τα βιβλία του, στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών.
Πρόσφατη έκδοση
Η σειρά του Όθωνα, απόκτημα του Γεννάδιου, φυλάγεται ως σήμερα στην ομώνυμη Βιβλιοθήκη. Ύστερα από σχετική συντήρηση, φωτογραφήθηκε και εκδόθηκε σε μεγάλο σχήμα (35x50) από τις εκδόσεις ΑΔΑΜ. Στη νέα έκδοση, τυπωμένες οι εικόνες σε μονή όψη χωρίς τα επεξηγηματικά σχόλια, διατηρείται η αριθμητική κατάταξη του Π. Ζωγράφου. Εξαιρείται μόνο η τελευταία της σειράς. Μεταφερμένη εικονογραφεί εδώ το εισαγωγικό σημείωμα. Πρόσθετη στο τέλος βρίσκεται προσωπογραφία του Μακρυγιάννη. Πρόκειται για τη λιθογραφία του C. Krazeisen που φιλοτέχνησε το 1828.
Παραλειπόμενα
Τα στενά περιθώρια ενός δημοσιογραφικού σημειώματος δεν επιτρέπουν περισσότερες αναφορές και λεπτομέρειες. Σήμερα, απ' όσα γνωρίζουμε, μένουν αθησαύριστες δύο σειρές: του βασιλιά της Γαλλίας και του τσάρου της Ρωσίας. Εκτός απ' του Γεννάδιου, ακέραια διατηρείται και η αγγλική σειρά που φυλάγεται στον Πύργο του Ουίνδσορ. Από δωρεά του Κίτσου Μακρυγιάννη διασώζονται στο Ιστορικό Εθνολογικό Μουσείο οκτώ από τις τέμπερες σε ξύλο καθώς και δύο υδατογραφίες. Τέλος, αδέσποτη μία υδατογραφία της σειράς βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη.
Βιβλιογραφικά το θέμα μας είναι πλούσιο. Επιλεκτικά αναφέρουμε τη μονογραφία του Αγγ. Προκοπίου «Το Εικοσιένα στη λαϊκή ζωγραφική του» (1940) και την εξαντλητική βιβλιογραφία, καθώς βέβαια και το κείμενο του Σπ. Ασδραχά στον τόμο «Έλληνες Ζωγράφοι» (1974). Όμως, στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί έως σήμερα, ή έρευνα αλίευσε νέα στοιχεία. Για παράδειγμα, το δημοσίευμα της Αγγελικής Φενερλή (περ. ΠΟΛΙΤΗΣ, Ιούλ. 1980) το οποίο, προσκομίζοντας αρχειακά στοιχεία για τον ένα γιο του Π. Ζωγράφου, ανατρέπει εδραιωμένες βεβαιότητες.
Αναμφίβολα η νέα έκδοση του Λευκώματος Μακρυγιάννη θα ήταν πιο υπολογίσιμη και μεγαλύτερου βάρους εάν υποστηριζόταν από ένθετο φυλλάδιο, έστω και βιβλιογραφικό, καταγράφοντας εκεί νέες πληροφορίες ή πιθανές αναθεωρήσεις μέχρι σήμερα. Γιατί, απ' ό,τι φαίνεται, το θέμα παραμένει ακόμη ανοικτό στην έρευνα.
"K"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου