Ποιο είναι το μυστικό μήνυμα των Ποιμένων του Πουσέν;
Τoυ Ηarve De Saint Ηilaire
Μια λατινική επιγραφή, ευφυείς αναγραμματισμοί και λίγη φαντασία: αυτά αρκούν για να δημιουργηθούν μύθοι και εικασίες για ένα αριστούργημα
Οι «Ποιμένες της Αρκαδίας» του Νικολά Πουσέν (1594-1665) ή τουλάχιστον η εκδοχή του πίνακα που εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου και δημιουργήθηκε αναμφισβήτητα το 1650 (ο καλλιτέχνης είχε ζωγραφίσει ακόμη μία εκδοχή δέκα χρόνια νωρίτερα με μεγάλες διαφορές) έτυχαν ατελείωτων προσπαθειών ερμηνείας και αποτέλεσαν το επίκεντρο περίπλοκων μυστηρίων και εικασιών, σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο από οποιαδήποτε άλλη δισδιάστατη εικόνα. Πράγμα παράδοξο για έναν καλλιτέχνη που είχε εξομολογηθεί (και θα μπορούσε η δήλωσή του να είναι καθοριστική) ότι: «Ο στόχος της ζωγραφικής μου είναι η απόλαυση». Αυτή η υπεραφθονία σχολίων οδήγησε σε λαμπρές ερμηνείες, όπως αυτές του Πανόφσκι ή του Λέβι-Στρος, καθώς και σε περίπου παραληρήματα, σε εικασίες με βάση αποδεικτικά στοιχεία την καταγωγή της Μαρίας της Μαγδαληνής και του Ιησού, των Ναϊτών κ.λπ. Εν ολίγοις, η γνωστή, θλιβερή και απογοητευτική ιστορία του «Κώδικα Ντα Βίντσι», μόνο που εδώ προστίθενται και οι Βησιγότθοι.
Κατ΄ αρχάς υπάρχει μία ιστορία με κάποιον κρυμμένο θησαυρό, η οποία εξακολουθεί να εξαντλεί τις βιβλιοθήκες και να τρελαίνει τους μπλόγκερ. Ορισμένοι αναγνώρισαν σε αυτό το λεπτεπίλεπτο τοπίο του βάθους, που πολύ μοιάζει με ιταλικό, τα περίχωρα ενός χωριού της επαρχίας Οντ, το Ρεν-λε-Σατό, όπου έζησε με μεγάλη οικονομική άνεση ο πατέρας Μπερανζέ Σονιέρ, μυστηριώδης ιερέας και λάτρης της τέχνης. Κάποιοι φανατικοί, παρακινημένοι από τη λαχτάρα για πλούτη ή από κάποιο μεταφυσικό ενδιαφέρον, έφθασαν μέχρι του σημείου να συλήσουν έναν αληθινό τάφο που θα μπορούσε να έχει αποτελέσει το μοντέλο του πίνακα. Το 1988, ο ιδιοκτήτης της περιοχής, αγανακτισμένος, διέλυσε τον τάφο, αφήνοντας μόνο τη βάση. Φυσικά δεν κατάφερε να απομακρύνει τελείως τους κυνηγούς θησαυρών, τους μυστικιστές, τους ποιητές αλλά, κυρίως, τους επιτήδειους που διέψευδαν τον τόσο όμορφο στίχο του Σαίξπηρ: «Ο κλέφτης παρακινείται περισσότερο από την ομορφιά παρά από τον χρυσό!».
«Η Ευτυχία υποτελής του θανάτου», «Οι Ποιμένες της Αρκαδίας», «Η Ευτυχία στον θάνατο»: ο τίτλος του πίνακα άλλαξε πολλές φορές κι αυτό δείχνει ότι είναι σε διαρκή μεταμόρφωση, αφού γενιές ολόκληρες στοχαστών έχουν ασχοληθεί με αυτόν. Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ αγόρασε αυτόν τον πίνακα από τον έμπορο Ερό. Στη συνέχεια, αφού τον είχε χάσει σε μια παρτίδα αντισφαίρισης της εποχής (jeu de paume), ο Βασιλιάς Ηλιος αγόρασε ξανά τον πίνακα από τον ανιψιό του Ρισελιέ. Εκτοτε τον φύλαγε με λατρεία στην κρεβατοκάμαρά του, μέχρι τον θάνατό του. Και αν πιστέψουμε τον χρονικογράφο, θα πρέπει να ήταν πολύ έντονη η σκηνή του θανάτου του: το αριστούργημα του Πουσέν βρισκόταν απέναντι από τον ηγέτη στις τελευταίες του στιγμές, στις τελευταίες μεγαλειώδεις στιγμές πόνου, ψυχικού σθένους και σεβασμού.
Αν και ο πίνακας αποτελεί ξεκάθαρα ένα αίνιγμα που επιδέχεται πλήθος εξηγήσεων, ο θεατής αμέσως αντιλαμβάνεται τον στοχασμό πάνω στον θάνατο. Ο ποιμένας που δείχνει με το δάχτυλό του τη λατινική επιγραφή πα ραπέμπει στην εμβληματική φιγούρα του αινίγματος και μοιάζει με τον Οιδίποδα έτσι όπως τον ζωγράφισε ο Ενγκρ, πολύ αργότερα βέβαια. Η επιγραφή στην πέτρα λέει: ΕΤ ΙΝ ΑRCΑDΙΑ ΕGΟ, που μεταφράζεται «και εγώ (υπονοείται ο Θάνατος) στην Αρκαδία». Η Αρκαδία είναι ο ήσυχος και ηδονικός, ποιμενικός παράδεισος της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
Μερικές φορές περιπλέκουμε και τα απλούστερα πράγματα χωρίς αιτία. Ορίστε λοιπόν, για παράδειγμα, ορισμένοι αναγραμματισμοί στους οποίους κατέληξαν με φιλότιμες προσπάθειες ορισμένοι επίμονοι μελετητές: Ι ΤΕGΟ ΑRCΑΝΑ DΕΙ («κρύβω τα μυστικά του Θεού») ή ΤΑΝGΟ ΑRCΑΜ DΕΙ ΙΕSU («αγγίζω τον τάφο του Θεού Ιησού), ο οποίος ομολογουμένως είναι πολύ δεξιοτεχνικός (και έχει προστεθεί το «sum» στο αρχικό κείμενο του πίνακα). Ισως, βέβαια, ο καλύτερος να είναι ο παρακάτω, ο οποίος υποθέτουμε ότι επινοήθηκε μόνο εν μέσω τρικυμίας εν κρανίω: ΤΕGΟ ΑRCΑ ΙΝDΙΑΕ, δηλαδή «κρύβω την αψίδα των Ινδιών». Δεν μπορούμε παρά να θυμηθούμε το διήγημα του Μαρσέλ Αϊμέ «Le confort intellectuel», («Διανοητική άνεση») στο οποίο ένας κάπως γελοίος ποιητής της αβάν γκαρντ απαντάει σε έναν ένθερμο θαυμαστή του: «Κύριε, το ποίημά μου δεν είναι σταυρόλεξο!» Ας επιστρέψουμε όμως στον πίνακα, στη λυρική του απλότητα, τη διαύγειά του, την ασύγκριτη αρμονία του, τις τόσο χαρακτηριστικές γαλλικές αρετές του Μεγάλου Αιώνα. Πρόκειται για έναν μεγάλο τραγικό δημιουργό και για τον λόγο αυτόν ο Πουσέν αποκαλείται ο «Κορνέιγ της ζωγραφικής». Ενας κηπουρός με ποιητικές ικανότητες είπε κάποτε ότι ένας κήπος γαλλικού στυλ αποτελεί άσκηση φωτός- και βέβαια έκανε λάθος. Η τελειότητα του σχήματος των «Ποιμένων της Αρκαδίας» δεν περιορίζεται σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο αλλά αποτελεί την καλύτερη εγγύηση για τη συγκάλυψη ενός μυστηρίου, του μυστηρίου του Θανάτου. Το έργο μεταμορφώνεται σε αυτό που είχε περιγράψει ο συγγραφέας Ντομινίκ Φερναντέζ «η επέλαση του μεταφυσικού στην κλασική ζωγραφική».
Επειτα από την επιτακτική αυτή προτροπή για σκέψεις, πρέπει να αφήσει κανείς το βλέμμα του να περιπλανηθεί- η όραση άλλωστε είναι η βαθύτερη από όλες τις αισθήσεις. Τότε αρχίζουν να αναδύονται ερωτήματα. Ποιοι είναι αυτοί οι ποιμένες χωρίς πρόβατα; Οι φύλακες του τάφου μιας μεγάλης κυρίας; Δεν αποκλείεται να πρόκειται για την Κυρία ντ΄Οτπουλ ντε Μπλανσφόρ (μα τι όνομα!). Αναμφίβολα, ένας πίνακας γίνεται έργο τέχνης και χάρη στους μύθους που δημιουργούνται γύρω από αυτόν, την έκρηξη και την απελευθέρωση
Αν και ο πίνακας αποτελεί ξεκάθαρα ένα αίνιγμα που επιδέχεται πλήθος εξηγήσεων, ο θεατής αμέσως αντιλαμβάνεται τον στοχασμό πάνω στον θάνατοτου λόγου που προκαλεί, παράλληλα με την υπέρβασή του. Ο θεατής μπορεί να δει κυριολεκτικά τη σιωπή (του θανάτου; της γαλήνης;), να θαυμάσει διάφορες υπέροχες λεπτομέρειες (άλλωστε βρισκόμαστε στον παράδεισο) αλλά και να επικεντρωθεί στην ουσία. Ας περάσουμε στις ατελείωτες επιδέξιες εικασίες της Εκκλησίας που ο Μπόρχες είχε αποκαλέσει «παρακλάδι της φανταστικής λογοτεχνίας». Διάφοροι σοφοί είδαν στους «Ποιμένες της Αρκαδίας», με αρκετά πειστικό τρόπο, όμορφες αλληγορίες της Εκκλησίας που διαβεβαίωναν ότι επρόκειτο για τον τάφο του Χριστού. Ενώ άλλοι θαύμαζαν την τόσο άρτια σύνθεση, με το σύμπλεγμα διαφόρων δομών που μοιάζουν με Α κεφαλαίο, που φυσικά ερμήνευσαν ως αδιαμφισβήτητα σύμβολα της μασονίας... Συχνά, οι μεγάλοι ποιητές είναι αυτοί που μας κάνουν να υπακούουμε περισσότερο στη σχεδόν απελπισμένη προσταγή του Λεονάρντο ντα Βίντσι: «Ανοίξτε τα μάτια σας, άθλιοι άνθρωποι!», άλλωστε, οι ποιητές τα έχουν δει όλα, ακόμη και το μέλλον. Ας ακούσουμε λοιπόν τον Νερβάλ μέσα από το ποίημά του «Delfica», το τόσο αινιγματικό και μυστικιστικό, μιας τόσο πλαστικής ομορφιάς. Οι στίχοι που ακολουθούν θα μπορούσαν να συνοδεύουν το ευγενές χάδι της γυναίκας στον ώμο του ποιμένα:
Θα επιστρέψουν οι Θεοί που ακόμη αγαπάς Ο χρόνος θα φέρει πίσω την τάξη του παρελθόντος.
Πηγή:
http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artid=4606447
Παράξενος ιερέας
Οι «Ποιμένες της Αρκαδίας» έχουν αποτελέσει πηγή έμπνευσης για διάφορες φανταστικές ιστορίες, στις οποίες συχνά εμπλέκεται ένας παράξενος ιερέας, ο Φρανσουά Μπερανζέ Σονιέρ. Υπηρέτησε στις αρχές του 20ού αιώνα σε ένα μικρό χωριό της επαρχίας Οντ, το Ρεν λε Σατό, τα περίχωρα του οποίου είναι ορατά στο φόντο του πίνακα. Ανακαίνισε την εκκλησία της Μαρίας της Μαγδαληνής και έκανε αρχαιολογικές ανακαλύψεις. Ζούσε πλουσιοπάροχα χωρίς να μάθει ποτέ κανείς από πού προερχόταν η τεράστια και ξαφνικά αποκτηθείσα περιουσία του. Υποτίθεται, επίσης, ότι είχε ανακαλύψει ένα μυστικό που θα μπορούσε να «κάνει τις κολόνες του ουρανού να πέσουν», όπως θα έλεγε και ο Λεόν Μπλουά. Επιπλέον λέγεται ότι ως υπόδικος για «λαθρεμπόριο θείων λειτουργιών» και απαλλαχθείς από τα ιερατικά του καθήκοντα το 1911, ενδιαφερόταν ιδιαιτέρως για τον πίνακα του Πουσέν, αντίγραφο του οποίου είχε προμηθευτεί από το Μουσείο του Λούβρου.
Πηγή:
http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artid=4606448
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου