Προστασία από κατάληψη νησιωτικών εδαφών
Α. Κατάληψη
βραχονησίδας και τακτικές άμυνας
Η κατάληψη βραχονησίδας
δεν αποτελεί μια μεμονωμένη ενέργεια, παρά τη μικρή δύναμη που αρχικά
χρησιμοποιείται, αλλά συνιστά μέρος ενός γενικότερου σχεδίου, όπως στην
περίπτωση των Ιμίων, για τη δημιουργία εντυπώσεων. Η περίπτωση της κατάληψης
βραχονησίδας/ων, σε οποιαδήποτε μορφή παρουσιαστεί, είτε σε περίοδο κρίσης όπως
των Ιμίων είτε σε περιόδους μεγαλύτερης έντασης και κρίσεων είτε σε καθαρά
πολεμική περίοδο, έχει ορισμένα σταθερά χαρακτηριστικά. Καταρχάς
πραγματοποιείται για να εξυπηρετηθούν τα μακροπρόθεσμα στρατηγικά συμφέροντα
του εισβολέα, και όχι μόνο για εδαφικά κέρδη. Η ενέργεια διεξάγεται αφού
προηγηθεί σταδιακή όξυνση με προκλήσεις ή κατασκευασμένες ενέργειες που θα
«οδηγήσουν» στην επέμβαση, η οποία έτσι και θα «δικαιολογηθεί» στη διεθνή σκηνή.
Η ίδια η ενέργεια κατάληψης μετά την προκαταρκτική φάση,
γίνεται με συνδυασμό σχεδίου παραπλάνησης και αιφνιδιασμού. Είναι κλασική και
τυπική ενέργεια η εκτέλεση της κατάληψης από μικρό τμήμα καταδρομέων με
ελαστική λέμβο που αποβιβάζεται από μεγαλύτερο πλοίο ή που αποβιβάζεται από
μεγάλο ελικόπτερο. Οι συνθήκες που προτιμώνται είναι περιορισμένης ορατότητας
(νύχτα ή με κακές καιρικές συνθήκες). Η περίπτωση των Ιμίων αποτελεί
χαρακτηριστική περίπτωση με συνθήκες πολύ ευνοϊκές για τον εισβολέα.
Είναι γεγονός ότι είναι
αδύνατη η συνεχής φύλαξη των χιλιάδων βραχονησίδων του Αιγαίου με την παρουσία
δυνάμεων. Σε όλο τον κόσμο, η αποτροπή και η αντιμετώπιση τυχόν εισβολέα,
γίνεται με τρεις μεθόδους: Πληροφορίες, Επιτήρηση και Σύστημα Χειρισμού
Κρίσεων. Η ενδυνάμωση
των υπηρεσιών πληροφοριών και η επιτήρηση με σύγχρονα μέσα αποτελεί τη μόνη
λύση. Το σύστημα πληροφοριών θα πρέπει να εντοπίσει τις αρχικές κινήσεις, να
τις αναλύσει και, σε συνεργασία με το σύστημα χειρισμού κρίσεων -το οποίο σε
όλες τις ανεπτυγμένες χώρες είναι ενιαίο και περιλαμβάνει το υπουργείο Άμυνας
και το υπουργείο Εξωτερικών- να εξάγουν εκτιμήσεις, οι οποίες θα
χρησιμοποιηθούν για τη λήψη απόφασης.
Τα ραντάρ επιτήρησης επιφανείας συνεργάζονται με τα αεροσκάφη
επιτήρησης, τα ελικόπτερα εντοπισμού στόχων υποβρυχίων και επιφανείας. Όλα τα
μέσα στρέφονται στην αποτροπή του επίδοξου εισβολέα από τη βραχονησίδα. Όταν
γίνουν αντιληπτοί οι αντικειμενικοί σκοποί του εχθρού, τοποθετείται δύναμη φίλια
στη βραχονησίδα, με οδηγίες που αφορούν στην προσβολή του εισβολέα. Εννοείται
ότι μέχρι την τοποθέτηση την δύναμης, έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί όλα τα μέσα
αποτροπής, που δίνουν χρόνο για αποθάρρυνση του εχθρού αλλά και για διπλωματική
επίλυση του θέματος. Αν παρ' όλα αυτά, ο εχθρός κατορθώσει να καταλάβει τη
βραχονησίδα, που σημαίνει ότι ήδη θα έχει προσβάλει τα φίλια τμήματα που
βρίσκονται επί αυτής, τότε θα πρέπει να γίνει άμεση ανακατάληψη από τμήματα
καταδρομών που βρίσκονται σε ετοιμότητα ή προσβολή από αεροσκάφη και ναυτικό
πυροβολικό.
Στην όλη επιχείρηση, που συνήθως κινείται μεταξύ πολέμου
χαμηλής έντασης και κρίσης, καθίσταται απαραίτητη η χρήση μεγάλων ναυτικών
μονάδων και αεροσκαφών, μόνο στο βαθμό που απαιτείται, ώστε να επιτευχθεί το
επιδιωκόμενο αποτέλεσμα χωρίς να κλιμακωθεί υπέρμετρα η αντιπαράθεση. Οποιαδήποτε
συγκέντρωση μεγάλου αριθμού πολεμικών μέσων στη περιοχή θα πρέπει να
αποφεύγεται γιατί θα αποδυναμώσει άλλες περιοχές στις οποίες επίσης μπορεί να
ενεργήσει ο αντίπαλος, από τη στιγμή που διαθέτει την πρωτοβουλία των κινήσεων
αλλά και τις ανάλογες δυνάμεις για να πραγματοποιήσει επίθεση. Για το λόγο αυτό
το σύστημα επιτήρησης δεν θα πρέπει να ξεχνά και τις άλλες περιοχές στις οποίες
θα μπορούσε να ενεργήσει και έχει στρατηγικό ενδιαφέρον ο εχθρός. Από τα
προαναφερθέντα αποδεικνύεται ότι στην περίπτωση των Ιμίων, η αντιμετώπιση της
απειλής έγινε με ακατάλληλες ενέργειες, με τα γνωστά αποτελέσματα.
Β. Κατάληψη μικρών
νήσων και τακτικές άμυνας
Η επιχείρηση κατάληψης μικρών νησιών ομοιάζει σε μεγάλο βαθμό
με την επιχείρηση σε βραχονησίδα αλλά απαιτεί την αξιοποίηση περισσότερων
δυνάμεων και θα πρέπει να έχει προηγηθεί μεγαλύτερη ένταση, ίσως και κατάληψη
παρακείμενης βραχονησίδας. Φυσικά, στην περίπτωση επιχείρησης κατάληψης μικρής
νήσου, ο εχθρός γνωρίζει ότι θα δεχτεί κάποια αντίσταση κατά την αποβίβαση του.
Η ενέργεια μπορεί να
έχει συνδυασμένη μορφή, αφού απαιτείται μεγαλύτερη υποστήριξη. Μια τέτοια
επιχείρηση πολύ δύσκολα θα αποτραπεί από το να εξελιχθεί σε γενικευμένη
σύρραξη, τουλάχιστον στο τοπικό νησιωτικό επίπεδο. Τέτοιου είδους επιχείρηση μπορεί να
πραγματοποιηθεί σε μικρές νήσους, όπως το Καστελόριζο, η Τήλος, η Καλόλιμνος,
το Αγαθονήσι, το Φαρμακονήσι, οι Οινούσσες, ο Άγιος Ευστράτιος. Ο εχθρός μπορεί
να αποβιβαστεί με αεροκίνητη επιχείρηση δύναμης τάγματος, που σημαίνει δύναμη
περίπου 500 ατόμων, με μεταφορά από τάγμα μεταφορικών ελικοπτέρων (κυρίως Blackhawk και Puma).Το Ναυτικό του θα επιδιώξει να
αποκλείσει τον θαλάσσιο χώρο πέριξ του νησιού με μεγαλύτερα πλοία, ενώ δύναμη
πεζοναυτών με ελαστικές λέμβους τύπου Zodiac θα αποβιβάζεται σε κάποια παραλία,
που δεν χρειάζεται να έχει όλα τα χαρακτηριστικά της ακτής απόβασης (βαθιά
νερά, έκταση κ.λπ.). Επίσης, υπάρχει η πιθανότητα να έχει προηγηθεί ναυτικός
βομβαρδισμός ή προσβολή από πυροβόλα από την απέναντι ακτή (για τα κοντινά
νησιά), αλλά είναι πιο πιθανόν να πραγματοποιηθεί αιφνιδιαστική επιθετική
ενέργεια.
Στην άμυνα των μικρών
νήσων, όπως και στην περίπτωση των βραχονησίδων, σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν
τα συστήματα πληροφοριών και επιτήρησης. Κανένα νησί δεν μπορεί να φυλάσσεται συνεχώς περιμετρικά,
ενώ είναι γνωστό ότι ο εχθρός δεν μπορεί να αποβιβαστεί με τα ελικόπτερα στην
κορυφή του βουνού ή σε απόκρημνες ακτές. Με τα δεδομένα αυτά η άμυνα
οργανώνεται με προτεραιότητα τους πιθανούς χώρους απόβασης, ενώ οι
δευτερευούσης σημασίας περιοχές για πιθανή απόβαση θα πρέπει να επιτηρούνται.
Υπενθυμίζεται ότι οι Σύμμαχοι στη Νορμανδία δεν αποβιβάστηκαν μόνο σε ομαλές
ακτές αλλά και σε λίαν απόκρημνες.
Όμως, κύριο μέλημα του αμυνόμενου είναι να εντοπιστεί η
περιοχή κύριας απόβασης ή αποβίβασης και να προσανατολιστεί ο όγκος των
αμυνόμενων δυνάμεων στην αντιμετώπιση του. Το πεζικό του αμυνόμενου θα πρέπει
από τον καιρό της ειρήνης να έχει οργανώσει την άμυνα του στις πιθανές ακτές
απόβασης, με χαρακώματα ικανού βάθους και ναρκοπέδια και τις πιθανές περιοχές
στο εσωτερικό για αεροαπόβαση με απλά εμπόδια, που μπορεί να είναι από βαρέλια
με χώμα και σωρούς ξύλων και κολόνες με σύρματα μέχρι νάρκες. Η επιδίωξη είναι
να αντιμετωπιστεί και να προσβληθεί ο αντίπαλος σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη
απόσταση από την ακτή.
Τα όπλα έμμεσης βολής (πυροβολικό, όλμοι) θα πρέπει να
εφαρμόσουν τεχνικές προσβολής μέσα στη θάλασσα. Τα διασταυρούμενα πυρά των
πολυβόλων θα πρέπει να δημιουργήσουν πυκνό πλέγμα πυρών ώστε να βυθιστούν οι
ελαστικές λέμβοι με τους πεζοναύτες, κατά τη διάρκεια της προσέγγισης στην
ακτή. Επίσης, τα ταχύπλοα της αμυνόμενης δύναμης θα πρέπει να ενεργήσουν άμεσα
και να προσβάλουν τα εχθρικά ταχύπλοα αλλά και μικρά πλοία του εχθρού, εάν
είναι δυνατόν πριν ξεκινήσει η αποβίβαση των ελαστικών λέμβων. Φυσικά, όλα τα
προαναφερθέντα αφορούν τον τρόπο άμυνας της νήσου στην περίπτωση που το Ναυτικό
ή η Αεροπορία του αμυνόμενου δεν θα καταφέρει να αποτρέψει την εχθρική
επιθετική ενέργεια έγκαιρα. Σε κάθε περίπτωση όμως προτεραιότητα θα πρέπει να
δοθεί στις αεροπορικές και τις ναυτικές δυνάμεις ώστε τα ένοπλα τμήματα που
βρίσκονται επί της νήσου να μη χρειαστεί να εμπλακούν με τις εχθρικές δυνάμεις.
Γ. Κατάληψη ενδιάμεσης
και μεγάλης νήσου και τακτικές άμυνας
Στην περίπτωση που ο εχθρός αποφασίσει να προβεί σε επιθετική
ενέργεια κατά ενδιάμεσης ή μεγάλης νήσου, είναι προφανές ότι έχει αποφασίσει να
διεξάγει γενικευμένο πόλεμο και πιθανόν να έχουν προηγηθεί επιθετικές ενέργειες
κατά βραχονησίδων ή μικρών νήσων.
Στις επιχειρήσεις κατά
ενδιάμεσης ή μεγάλης νήσου, θα συμμετάσχει μεγάλος αριθμός μέσων, κυρίως πεζικό
αλλά και πυροβολικό, αντιαρματικά, άρματα μάχης, αντιαεροπορικά μικρού και
μεσαίου βεληνεκούς, και φυσικά τα οπλικά συστήματα των πλοίων και των
αεροσκαφών. Ο
αντίπαλος είναι οργανωμένος με βάση μια αποβατική δύναμη με αποβατικά, πλοία
συνοδείας και υποστήριξης, ενώ θα υποστηριχτεί με αεροκίνητη ενέργεια με
ελικόπτερα ή αλεξιπτωτιστές και άλλες ελαφρές δυνάμεις.
Ας εξετάσουμε πώς διεξάγεται χρονικά μια κλασική τέτοια
ενέργεια. Η αποβατική δύναμη οργανώνεται και φθάνει σε απόσταση τριών ναυτικών
μιλίων από την ακτή απόβασης, η οποία
έχει αναγνωριστεί από βατραχανθρώπους σε καιρό ειρήνης. Για την προσέγγιση
των αποβατικών πλοίων έχουν ανοιχτεί δίαυλοι από ναρκαλιευτικά πλοία. Τα πλοία
ναυτικής υποστήριξης καλύπτουν τη αποβατική δύναμη από τα πλευρά. Κινείται στην
ακτή απόβασης μικρό τμήμα αναγνώρισης με ελαστικές λέμβους, το οποίο ενημερώνει
την κύρια δύναμη. Αρχίζει ναυτικός βομβαρδισμός στις οχυρώσεις της ακτής, ενώ
στο εσωτερικό την προσβολή στόχων αναλαμβάνει η αντίπαλη Αεροπορία.
Όταν σταματήσει το πυρ του ναυτικού πυροβολικού, αρχίζει να
κινείται η αποβατική δύναμη, με ελαφρά καταρχάς τμήματα πεζικού, που βρίσκονται
σε αποβατικές ακάτους. Συγχρόνως, αρχίζει η απόβαση των αεροκίνητων δυνάμεων,
με ρίψη αλεξιπτωτιστών ή κίνηση με ελικόπτερα σε κομβικά σημεία και ζωτικούς
χώρους του νησιού, για αποκοπή των δυνάμεων της ακτής απόβασης, καταστροφή
σταθμών διοίκησης και πρόκληση σύγχυσης. Συνεχίζεται η αεροπορική προσβολή των
δυνάμεων εφεδρείας και των σταθμών διοίκησης του αμυνόμενου.
Μετά τη δημιουργία του πρώτου προγεφυρώματος και αφού ο
εισβολέας φτάσει σε βάθος περί τα τρία χιλιόμετρα από την ακτή απόβασης στο
εσωτερικό του νησιού, αποβιβάζονται τα βαριά μέσα και τα άρματα για να
διευρύνουν το προγεφύρωμα, να κινηθούν στο εσωτερικό του νησιού και να
καταλάβουν ολόκληρο το νησί, οπότε ακολουθούν οι δυνάμεις της
στρατοχωροφυλακής, για σταθεροποίηση και εξάλειψη της αντίστασης του πληθυσμού,
η οποία και αναμενόμενη είναι και μπορεί τελικά να ανατρέψει την εξέλιξη των
επιχειρήσεων και να εγκλωβίσει τον εισβολέα ή να τον εκθέσει ανεπανόρθωτα στη
διεθνή κοινή γνώμη.
Όλα τα προαναφερθέντα περιγράφουν τη διεξαγωγή μιας ιδανικής
επιχείρησης η οποία θεωρείται από τις δυσκολότερες πολεμικές επιχειρήσεις,
διότι εάν ο επιτιθέμενος αποτύχει σε κάποια φάση της ενέργειας του, δεν υπάρχει
διαφυγή και, είτε θα υποστεί τεράστιες απώλειες επί της ακτής ή στη θάλασσα,
είτε θα αναγκαστεί να αποσυρθεί με μεγάλο κόστος σε απώλειες.
Η άμυνα ενδιάμεσης και
μεγάλης νήσου έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με την άμυνα κάποιου χερσαίου
χώρου αλλά δεν είναι εντελώς όμοια. Η περιοριστική γραμμή της θάλασσας εμποδίζει να
χρησιμοποιηθούν τμήματα χερσαία ως προφυλακές για να προειδοποιούν και να
φθείρουν τον εχθρό καθώς προσεγγίζει. Όμως, θα πρέπει να γίνει η μέγιστη
αξιοποίηση των ναυτικών δυνατοτήτων ώστε ο εχθρός να νικηθεί στη θάλασσα. Όσο
πιο μακριά προσβληθεί, τόσο καλύτερα, ώστε να εμποδιστεί η φόρτωση του πεζικού
στα αποβατικά του και η κίνηση προς την ακτή απόβασης.
Η αποβατική δύναμη είναι στόχος προτεραιότητας για τη φίλια
Αεροπορία και το Ναυτικό. Μόλις πλησιάσει σε απόσταση βολής από το φίλιο
πυροβολικό, προσβάλλεται, αλλά και τα πυροβόλα των αρμάτων μάχης μπορούν να
προσβάλουν τον εύκολο και μεγάλο στόχο, που αποτελούν τα πλοία. Τα πυροβόλα των
αρμάτων, με την ακρίβεια που τα διακρίνει σε πολύ μικρότερους και δυσκολότερους
στόχους, αρχίζουν να προσβάλλουν τις γέφυρες των πλοίων, την ίσαλο γραμμή, τις
πόρτες των αποβατικών και τις ίδιες τις αποβατικές ακάτους όταν πλέουν προς την
ακτή. Ακόμη, τα φουσκωτά είναι εύκολος στόχος για τα πολυβόλα των πεζών αλλά
και των αρμάτων.
Όσες εχθρικές δυνάμεις καταφέρουν να φτάσουν στην ακτή θα
δεχτούν τα πυρά της οργανωμένης άμυνας, που περιλαμβάνει διασταυρούμενα πυρά
πολυβόλων, πυρά αρμάτων, όλμων, πυροβόλων, και τελικά θα οδηγηθούν στα
ναρκοπέδια, ενώ η ίδια η διαμόρφωση των ακτών εμποδίζει την ταχεία κίνηση των
εχθρικών δυνάμεων στο εσωτερικό του νησιού.
Την ίδια στιγμή οι δυνάμεις ασφαλείας του εσωτερικού χώρου
και οι προτοποθετημένες δυνάμεις στους χώρους αεραποβάσεων θα προσβάλλουν τα
ελικόπτερα και τους αλεξιπτωτιστές, πριν ακόμη πατήσουν στη γη. Αυτό που
προέχει είναι η έγκαιρη πληροφόρηση για την περιοχή όπου θα πραγματοποιήσει ο
αντίπαλος την απόβαση του. Σημειώνεται ότι όποια παραπλάνηση και αν εφαρμόσει ο
εχθρός, η κίνηση της αποβατικής δύναμης δεν γίνεται με μεγάλη ταχύτητα, και στο
διάστημα αυτό μπορούν να κινηθούν δυνάμεις από άλλες περιοχές για την
αντιμετώπιση της.
Στην άμυνα νήσων, η
βασική αρχή είναι η οικονομία των δυνάμεων, διότι το αποτέλεσμα κρίνεται από τη
δυνατότητα μετακίνησης ευέλικτων και ελαφρών δυνάμεων αλλά με μεγάλη ισχύ
πυρός, τόσο από ακτή σε ακτή όσο και από νησί σε νησί, στην περίπτωση που ο
εχθρός πραγματοποιήσει ταυτόχρονη επιθετική ενέργεια.
Δ. Σκέψεις για αλλαγή
τακτικής
Η λογική της άμυνας που επιδιώκει τη φύλαξη όλων των ακτών
και όλων των μικρών νησιών ή ακόμη και νησίδων σήμερα θεωρείται σπάταλη
δυνάμεων, από τη στιγμή που οποιαδήποτε στρατιωτική δραστηριότητα εξετάζεται
πλέον με κριτήρια οικονομίας δυνάμεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα χώρας που έχει
πολλά νησιά και έχει προσαρμόσει την άμυνα τους στη νέα στρατιωτική λογική της
οικονομίας δυνάμεων είναι η Νορβηγία, η οποία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού
Πολέμου στηριζόταν σε ένα στατικό σύστημα άμυνας των εκτεταμένων ακτών της με
τη δαιδαλώδη εδαφική διαμόρφωση. Συγκεκριμένα, υπήρχαν στατικές μονάδες με
παράκτια πυροβόλα και οχυρώσεις, αλλά η πρακτική αυτή απαιτούσε μεγάλο αριθμό
δυνάμεων ενώ ήταν αμφίβολης αποτελεσματικότητας λόγω της στατικότητας της
άμυνας και της αδυναμίας μεταφοράς δυνάμεων από μη απειλούμενη σε απειλούμενη
περιοχή.
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η μείωση της απειλής και η
ανάγκη εξορθολογισμού των δυνάμεων σε κατεύθυνση περικοπής κονδυλίων, οδήγησε
τη Νορβηγία σε αλλαγή του δόγματος. Εγκαταλείφθηκε η αντίληψη της διατήρησης
οχυρών θέσεων για την άμυνα των πολλών νησιών και των ακτών με τους βαθιούς
κολπίσκους (φιόρδ) και δημιουργήθηκε η Διοίκηση Ασφαλείας Ακτών (Coastal Ranger
Command), η οποία άρχισε την επιχειρησιακή της δράση τον Αύγουστο του 2005. Τα οχυρά
εγκαταλείφθηκαν επειδή εκτιμήθηκε ότι τα νέα κατευθυνόμενα όπλα εύκολα θα τα
εξουδετέρωναν. Οι Coastal Rangers είναι πολύ ευέλικτοι στις περίπλοκες
παράκτιες νορβηγικές ακτές και χρησιμοποιούν ελικόπτερα και ταχύπλοα, που
μπορούν να μεταφέρουν 16 άνδρες, με ταχύτητα 40 κόμβων και διαθέτουν πυραύλους
για χρήση εναντίον πλοίων.
Η Διοίκηση Ασφάλειας Ακτών έχει ένα αποτελεσματικό σύστημα
επιτήρησης ΙSTAR (Intelligence-Surveillance-Target Acquisition-Reconnaissance),
το οποίο συνδυάζεται με τη δύναμη ενός ταχυκίνητου συντάγματος, που μπορεί να
επέμβει σε μικρό χρόνο, σε οποιοδήποτε σημείο της μεγάλης σε έκταση νορβηγικής
ακτογραμμής και των νήσων. Οι πυραυλάκατοι, τα μεγαλύτερα πλοία και τα
ελικόπτερα ναυτικής συνεργασίας μεγαλώνουν το μέγεθος της ασπίδας και προστατεύουν
τις πετρελαιοπαραγωγούς περιοχές στην ανοιχτή θάλασσα.
Το νέο πρότυπο άμυνας
νήσων της Νορβηγίας είναι μια έμπρακτη απόδειξη ότι οι πιο ευέλικτες μορφές
άμυνας διευκολύνουν την εφαρμογή της κυριότερης αρχής άμυνας, αυτής της
οικονομίας δυνάμεων, που επιτρέπει να συγκεντρώνονται περισσότερες δυνάμεις
εκεί όπου υπάρχει η απειλή. Στην περίπτωση του νησιωτικού συμπλέγματος στο
Αιγαίο, με την απειλή σε πολύ κοντινή απόσταση, η ανάγκη προστασίας έχει
μετατοπιστεί από τα μεγάλα νησιά στα μικρά και τις νησίδες. Αυτό σημαίνει ανάγκη μεγαλύτερης στρατιωτικής
παρουσίας, όχι αναγκαστικά με περισσότερο προσωπικό αλλά με συστήματα
επιτήρησης, αντιαεροπορικά όπλα και όπλα ικανά να αντιμετωπίσουν ελαφρά
αποβατικά τμήματα. Τα μικρά νησιά αποτελούν τους δορυφόρους των μεγάλων αλλά
και τις ασπίδες για αποτροπή διείσδυσης στο κεντρικό Αιγαίο ή σε ευαίσθητες
περιοχές.
Σε ό,τι αφορά τα οπλικά συστήματα που απαιτούνται για την
άμυνα των νησιών, χρειάζονται όπλα μεγάλου διαμετρήματος επί του εδάφους, ικανά
να καταστρέψουν πλοία μικρά ή μεγάλα, τα οποία όμως θα είναι ικανά να
μεταφερθούν με ευκολία σε οποιοδήποτε μέρος του νησιού ή ακόμη και σε άλλα
νησιά. Χρειάζονται ταχύπλοα, με οπλισμό επίσης ικανό να καταστρέψει πλοία, τα
οποία θα αποτελούν την πρώτη εξωτερική ασπίδα πέριξ του νησιού. Χρειάζεται,
επίσης, ενίσχυση της ναυτικής δύναμης ώστε να είναι ικανή να αποκλείσει την
εχθρική ναυτική δύναμη και να καταστρέψει τη δύναμη των αποβατικών πριν αυτά
φθάσουν στο απειλούμενο νησί. Χρειάζεται ενίσχυση των αεροπορικών δυνάμεων ώστε
να επιτευχθεί αεροπορική υπεροχή στην απειλούμενη περιοχή και να καταστραφεί η
αποβατική δύναμη από τη στιγμή που συγκεντρώνεται στην απέναντι πλευρά.
Σε γενικές γραμμές, όπως έχει ήδη προαναφερθεί, η ενίσχυση
της ελληνικής νησιωτικής άμυνας απαιτεί ένα πολύ καλό σύστημα πληροφοριών, ένα
αποτελεσματικό σύστημα χειρισμού κρίσεων και ένα ενιαίο σύστημα επιτήρησης. Το
σύστημα πληροφοριών θα πρέπει να είναι ικανό να εντοπίζει ότι η εχθρική δύναμη
προετοιμάζεται και να εκτιμά σε ποιο νησί κατευθύνεται και σε ποιο μέρος του
νησιού θα αποβιβαστεί. Το σύστημα συλλογής και ανάλυσης πληροφοριών θα πρέπει
να έχει ικανότητα απόκτησης πληροφοριών σε βάθος. Επίσης, ένα νέο
αποτελεσματικό σύστημα χειρισμού κρίσεων θα πρέπει να συνδυάζει ειδικούς από τα
υπουργεία Άμυνας και Εξωτερικών (ενιαίο σύστημα), να εκτιμά την κατάσταση σε
μικρό χρόνο και να προτείνει λογικές λύσεις για την αντιμετώπιση της όποιας
πρόκλησης. Το ενιαίο σύστημα επιτήρησης θα πρέπει να διαθέτει διευρυμένο δίκτυο
ραντάρ επιτήρησης ακτών και αντίστοιχων για επιτήρηση χαμηλά ιπτάμενων στόχων
(ελικοπτέρων).
Εκτός όμως από τα προαναφερθέντα, που αποτελούν τον βασικό
κορμό για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικού συστήματος άμυνας νήσων, θα πρέπει
να υλοποιηθούν και τα εξής:
> Αύξηση της
ευελιξίας, με την
απόκτηση ταχύπλοων, με δυνατότητα μεταφοράς ομάδων πεζικού με αντιαρματικά και
αντιαβακικά όπλα καθώς επίσης και με τη διασπορά ικανού αριθμού μεταφορικών
ελικοπτέρων επί των κυριότερων νησιών.
> Οχύρωση των
πιθανών ακτών απόβασης και αεροαπόβασης, με ένα αποτελεσματικό αλλά ευέλικτο σύστημα προσβολής του
αντιπάλου, που θα στηρίζεται σε μέσα που θα μετακινούνται εύκολα όπου
απαιτηθεί, καθώς και αύξηση της ισχύος πυρός της αμυνόμενης δύναμης, με οπλικά
συστήματα που είναι ικανά να προσβάλλουν και καταστρέφουν μικρά ταχύπλοα και
συγκεντρώσεις εχθρικού πεζικού, με μεγάλη ακρίβεια.
> Αύξηση της
αντιαεροπορικής προστασίας με σύγχρονα πυροβόλα όπλα, με δυνατότητα εγκλωβισμού ελικοπτέρων και
αεροσκαφών.
> Προώθηση
επιθετικών ή εξοπλισμένων ελικοπτέρων, με ρουκέτες ικανές να πλήττουν αποβατικά και με πολυβόλα για
τα αποβιβαζόμενα τμήματα.
> Αύξηση δυνατοτήτων
έρευνας-διάσωσης στο Αιγαίο.
> Αύξηση της χαμηλής διαθεσιμότητας των ναυτικών μονάδων
του Πολεμικού Ναυτικού.
> Προτεραιότητα στις
αμυντικές δαπάνες ανάλογα με τις επιχειρησιακές ανάγκες, το οποίο σημαίνει πρώτα μέριμνα για
την Πολεμική Αεροπορία, που αποτελεί την αιχμή του δόρατος, μετά για το
Ναυτικό, που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην άμυνα των νήσων, και στη
συνέχεια για το Στρατό Ξηράς. Επίσης, σε επίπεδο δομών διοίκησης, είναι
απαραίτητη η δημιουργία ενός κατάλληλου διακλαδικού επιτελείου στη θέση της
ΑΣΔΕΝ, με δυνατότητες που θα παρέχουν πρωτοβουλία κινήσεων, ευελιξία, με
δυνάμεις που θα μπορούν να μετακινηθούν γρήγορα σε οποιοδήποτε νησί ή νησίδα,
και με ικανή ισχύ πυρός.
Τα παραπάνω αφορούν μέτρα στρατιωτικής αντιμετώπισης, όμως η
νέα διάσταση της απειλής θα πρέπει να ενεργοποιήσει και τις δυνατότητες του
Λιμενικού Σώματος, το οποίο θα πρέπει να ενεργοποιήσει όλα τα μέσα και το
ανθρώπινο δυναμικό, προκειμένου να παρέχει προστασία σε μεγάλους στολίσκους
αλιευτικών και να αντιμετωπίζει με επιτυχία την όποια κρίση προτού αυτή κλιμακωθεί
και απαιτηθούν στρατιωτικά μέσα. Θα πρέπει να ενισχυθούν τα μικρονήσια (ακόμη
και σε βάρος της ισχύος των μεγάλων νησιών) με συστήματα επιτήρησης και
αντιμετώπισης ελαφρός απειλής. Οι υπερπτήσεις έχουν το όριο τους και θα πρέπει
να εφαρμοστούν τακτικές εγκλωβισμού των ιπτάμενων μέσων που υπερίπτανται, με
ραντάρ αντιαεροπορικών. Ο αντίπαλος πρέπει να καταλάβει ότι υπάρχουν και
«κόκκινες» γραμμές, τις οποίες αν περάσει, θα έχει κόστος.
Οι γενικότερες προκλήσεις της τουρκικής πλευράς στο Αιγαίο
δείχνουν ότι υπάρχουν στρατηγικές επιδιώξεις της γειτονικής χώρας, οι οποίες
εδραιώνονται αργά αλλά σταθερά και σε καθημερινή βάση. Γι' αυτό είναι τεράστιο
λάθος να παραμελούμε την ενίσχυση της άμυνας των νησιών μας, στο όνομα μιας
πολιτικής ένδειξης καλής θέλησης. Η όποια καλή θέληση θα πρέπει να συνδυάζεται
με ικανή ισχύ εκεί που κάθε φορά επικεντρώνεται η αμφισβήτηση του αντιπάλου, ο
οποίος, αντί να προσαρμοστεί στα ζητούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, κινείται σε
κατεύθυνση απόκτησης ζωτικού χώρου, αδιαφορώντας για την οικονομική κρίση που
τον έχει ήδη αγγίξει.
Απόσπασμα από άρθρο του Νικολάου Τόσκα, υποστράτηγου (ε.α.)
στο περιοδικό ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ (ΦΕΒ. 2009) και εξαιρετικά επίκαιρο μετά τις τελευταίες
εξελίξεις και την απόφαση αποδοχής αποστολής τούρκων αξιωματικών στα ελληνικά νησιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου