Το
χρέος για τους άταφους ήρωες του 1940
Του
ΓΕΩΡΓΙΟΥ Ι. ΣΟΥΡΛΑ, πρ. Υπουργού-Αντιπροέδρου της Βουλής, Επίτιμου Πρόεδρου της
Ένωσης Συγγενών Πεσόντων του Έπους 1940-41
Ένα γράμμα σταλμένο από τη
Χειμάρρα αποκαλύπτει μια άλλη, άγνωστη πτυχή της συνδρομής, της βοήθειας προς
τους μαχητές στον μεγάλο αγώνα τους εναντίον των κατακτητών, το 1940-41, στη
Βόρεια Ήπειρο. Αποκαλύπτει το μεγαλείο της ανθρώπινης ψυχής, ενώ προσδίδει και
μια ξεχωριστή διάσταση στην έκφραση των ιδανικών, στον πατριωτισμό και κυρίως
στην ανθρώπινη υπόσταση, με τη φροντίδα και μετά τον θάνατο των μαχητών.
Συγκίνηση προκαλεί η
πληροφορία ότι η Βορειοηπειρώτισσα Ερμιόνη Μπρίγκου έχει στην αυλή του σπιτιού
της έξι τάφους πεσόντων. Τους φροντίζει επί 77 χρόνια και όχι μόνο δεν
ξεχωρίζει τους θαμμένους εκεί νεκρούς από τους δικούς της αλλά τους θεωρεί
«παιδιά» της.
Με την επιστολή της κάνει
έκκληση να βρεθούν οι συγγενείς των πεσόντων και να τους πει τα όσα έζησε μαζί
τους μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής τους. Μας καλεί να την επισκεφθούμε
σύντομα, «γιατί η ηλικία μας είναι μεγάλη, ωστόσο, αν αργήσετε και εμείς δεν
ζούμε πια, να αναζητήσετε τους τάφους τους κάτω από τις αχλαδιές».
Αυτό το συγκινητικό
γράμμα-προσκλητήριο, εκ των πραγμάτων, καθιστά επιτακτική την ανάγκη να
ανταποκριθεί κανείς στο κάλεσμα, να επισκεφτεί το σπίτι της κυρά Ερμιόνης. Να
τη γνωρίσει, να συζητήσει μαζί της, να ακούσει τις αφηγήσεις για τα γεγονότα
που έζησε αλλά και να τη συγχαρεί, να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του για όλα όσα
έκανε στον πόλεμο για τους έλληνες πολεμιστές, εκείνη και η οικογένειά της, για
τη φροντίδα των παιδιών που σκοτώθηκαν εκεί. Στην επίσκεψη αυτή της
ανακοινώθηκε η απόφαση του ΔΣ της Ένωσης Τέκνων, Συγγενών Πεσόντων του Έπους
1940-41, να της επιδοθεί ο τίτλος «Μάνα των Πεσόντων κατά το Έπος 1940-41».
Ήταν μόλις εννιά χρονών,
όταν γνώρισε τη σκληρότητα και τη φρίκη του πολέμου. Η οικογένειά της επέδειξε
υψηλό φρόνημα και πατριωτισμό, περιέθαλψε τους πολεμιστές, το σπίτι τους
μετατράπηκε σε διοικητήριο και η μικρή Ερμιόνη έγινε ο φύλακας άγγελος των
στρατιωτών. Τους εφοδίαζε με όλα όσα είχαν ανάγκη, ένα πιάτο ζεστό φαγητό, ένα
ρόφημα για τα κρυοπαγήματα και αυτοσχέδιες πρώτες βοήθειες για τους
τραυματισμούς και τους λαβωμένους φαντάρους. Εξορία, διωγμοί, αυταρχικό
καθεστώς και συνεχείς απειλές έθεταν συνεχώς σε κίνδυνο τη ζωή της ίδιας και
της οικογένειάς της, που φύλασσαν καλά κρυμμένο το δικό τους μεγάλο μυστικό.
Στην αυλή του σπιτιού τους βρίσκονται θαμμένοι, επί 77 χρόνια, έξι μαχητές, οι
οποίοι έπεσαν ηρωικά, πολεμώντας στην πρώτη γραμμή του μετώπου.
Δύο ξύλινοι σταυροί,
στηριγμένοι με λίγες πέτρες, και μια αυλή ποτισμένη με αίμα κρύβουν τους δικούς
της ήρωες και τη βαθιά ανθρώπινη ιστορία της κυρά Ερμιόνης. Είναι τα «παιδιά»
της. Ο πόλεμος τους ένωσε, αλλά και τους χώρισε. Η ιστορία της είναι γεμάτη από
πόνο αλλά και μικρές χαρές, ήττες αλλά και μεγάλες νίκες, αγωνία αλλά και
δικαίωση. Η ζωή της είναι ένας αιώνιος όρκος αφοσίωσης και πίστης σε εκείνους
που θυσιάστηκαν για την πατρίδα. Ανάβει καθημερινά ένα κερί στη μνήμη των
«παιδιών», προσεύχεται για εκείνα, τους αφήνει λίγα λουλούδια και φροντίζει να
μεγαλώσει γρήγορα η μυρτιά της, «για να έχουν ίσκιο τα παιδιά».
Σήμερα, στα 86 της χρόνια,
εξακολουθεί να μένει μόνη στους πρόποδες του όρους Σκουτάρι. Εκείνη, μαζί με
τους νεκρούς πολεμιστές. Ζει σχεδόν ασκητικά. Περνά από το μονοπάτι του
«Ραυτόπουλου», στέκεται για λίγο και καθαρίζει το διάσελο του «Καψή»,
ανηφορίζει στο ύψωμα «Ανδρίτσος» και επιστρέφει πίσω στο σπίτι, εκεί όπου το
καθήκον την καλεί. Είναι τα δικά της τοπωνύμια, βγαλμένα από τα ονόματα των
πολεμιστών που άφησαν εκεί για πάντα την τελευταία τους πνοή. Δεν υπάρχουν
ενδείξεις -ένας σταυρός ή μια μαρμάρινη επιγραφή- που να μαρτυρούν ή να
υποδηλώνουν ότι τα συγκεκριμένα μέρη υπήρξαν τόποι θυσίας.
Στο εσωτερικό του σπιτιού
της, στον περίβολο της αυλής της, τα αποτυπώματα του πολέμου δεν έχουν σβήσει
και ο χρόνος μοιάζει να έχει σταματήσει. Η κυρά της Χειμάρρας μας περίμενε από καιρό.
Μας καλωσορίζει και μας οδηγεί στους τάφους των μαχητών, στην αυλή του σπιτιού
της, για την επιμνημόσυνη δέηση.
Μετά από αυτές τις
συγκινητικές αφηγήσεις και διαπιστώσεις, αμείλικτα προβάλλει το ερώτημα: Η
«κυρά της Χειμάρρας» έκανε το καθήκον της και πάνω από τις δυνατότητές της.
Εμείς γιατί δεν κάναμε το καθήκον μας για τους 7.976 άταφους πεσόντες, που
παραμένουν άταφοι ή προσωρινά θαμμένοι επί 76 χρόνια;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου