Translate -TRANSLATE -

Πέμπτη 30 Μαΐου 2019

ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ Α. ΡΗΓΑΤΟΥ : Η λογοτεχνία μπροστά στις κάλπες



Η λογοτεχνία μπροστά στις κάλπες

Κείμενα του 19ου και 20ού αιώνων από την Παπαδιαμάντη, τον Λασκαράτο, τον Ροιδη και τον Αννινο μας θυμίζουν ότι ο πολιτικός αμοραλισμός, η ψηφοθηρία, η ρουσφετολογία, η καταλήστευση του δημόσιου πλούτου των ημερών έρχονται από μακριά: Από τη γέννηση κιόλας του κακοφορμισμένου πολιτικού συστήματος του νεότερου ελληνικού κράτους

Του ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ Α. ΡΗΓΑΤΟΥ πανεπιστημιακού, ιατρού, συγγραφέα 

Οι εκλογές δεν είναι στοιχείο της πολιτικής ζωής μόνο, την οποία σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνουν. Αποτελούν επίσης στοιχείο της καθημερινότητας, της οικονομικής ζωής, της γλώσσας, κάποτε και της λαϊκής παράδοσης. Άλλοτε υπεισέρχονται και στη λογοτεχνία, καταγράφοντας πρακτικές, σατιρίζοντας καταστάσεις, καυτηριάζοντας απόψεις, διασώζοντας γεγονότα στο χρόνο. Λέξεις όπως υποψήφιος βουλευτής ή βουλευτής, δήμαρχος, εκλογέας, ψηφοφορία, εκλογικό σύστημα, κάλπη, ψηφοδέλτιο κ.λπ. είναι λίγες μόνο από τις ειδικά σχετιζόμενες με τις εκλογές λέξεις. Πολλοί συγγραφείς μάς τις θυμίζουν, εξετάζοντάς τες καθένας ανάλογα με την εποχή, τις κρατούσες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, τις αντιλήψεις του και τη διεισδυτικότητα της σκέψης του. 

Ανδρέας Λασκαράτος



Ο σατιρικός και κοινωνικός συγγραφέας Ανδρέας Λασκαράτος (1811-1901) στο έργο του «Ιδού ο άνθρωπος/Ανθρώπινοι χαρακτήρες» εξετάζει τον υποψήφιο βουλευτή: Πολύ καιρό πριν τις εκλογές χαιρετά όλους όσοι έχουνε ψήφο, «τους μεν εγκαρδίως, τους δε βαθυσεβάστως». Όσο για τις μεθόδους που μετέρχεται σημειώνει: «Κάποτε βάνει απάνου κι εφημερίδα, με την οποία κατακρένει αυστηρώς τες πράξεις της Κυβερνήσεως ως ασύμφορες διά τον λαόν. Αν ημπορέσει και ατομικώς να χτυπήσει τους υπαλλήλους της Κυβερνήσεως, θα είναι μία τύχη δι' αυτόν». Υπάρχουν όμως -και μετέρχεται- και πιο δραστικά μέσα: «Αν είναι πλούσιος ή αν έχει πλούσιους υποστηριχτές οι φτωχοί ψηφοφόροι εκείνες τες ημέρες οικονομούνται με 5-10-15 φράγκα ο καθένας διά την ψήφον του». Εξετάζει επίσης ως χαρακτήρα και τον εκλογέα, τον οποίο ούτε αθωώνει ούτε του χαϊδεύει τα αυτιά: «Εις την ψήφον απού τού έδωσεν ο μεγαλόδωρος νομοθέτης αυτός έχει ένα πίστωμα (=πίστωση) [...] χωρίς προσδιορισμένο ποσόν [...]. Πληρώνεται ακόμη [...] και με υπόσχεση θέσεως: υπάλληλος εις τα Δικαστήρια, δασοφύλακας, τελώνης, αρχαιοφύλακας κ.λπ.» Αυτό είναι το ρουσφέτι.
Σε άλλο βιβλίο του («Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς...») αφού θεωρεί «πως οι εκλογείς ελεύθερα ψηφούνε», το συγκρίνει μόνο με την πίστη «πως οι γάιδαροι πετούνε». Και αναφέρεται στη διαπλοκή βουλευτή και ψηφοφόρου ως εξής: 

«Κάμε τόνε κριτή, να 'xεις κριτή σου
βουλευτή να τον έχεις βουλευτή σου•
ταμίας τα χέρια του έχουνε τη χάρη
να 'ν' παστρικά
(σαν ορνιθιού ποδάρι)»
(1852).

Εμμανουήλ Ροΐδης



Ο Συριανός συγγραφέας της «Πάπισσας Ιωάννας», Εμμανουήλ Ροΐδης (1836-1904), είναι από τους πιο πνευματώδεις της Νεοελληνικής Γραμματείας. Στον «Ορισμό του κόμματος εν Ελλάδι» γράφει ότι κόμμα είναι «Ομάς ανθρώπων ειδότων (=που γνωρίζουν) να αναγινώσωσι και να ανορθογραφώσιν, εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες, ενούμενοι υπό ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι να αναβιβάσωσιν αυτόν διά παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παράσχει αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι...». Υπάρχουν όμως και άλλες προϋποθέσεις: «Ο οίκος του κ. Δημάρχου ήτο μεγάλος, αλλ' ακόμη μεγαλύτερος ο φόβος του να μη λησμονήσει ουδέ τον ελάχιστον κομματαρχίσκον του, έστω και λουκουμοποιόν, καραβοκύρην, βυρσοδέψην ή άλλον καταστηματάρχην», γράφει ο Ροΐδης στο αφήγημα «Ψυχολογία Συριανού Συζύγου». 

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης



Το πιο γνωστό όμως από τα «εκλογικά» λογοτεχνικά κείμενα, κλασικό στο είδος του, είναι το διήγημα «Χαλασοχώρηδες», του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (1851-1911). Το διήγημα δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στην εφημερίδα «Ακρόπολις» του Βλάση Γαβριηλίδη το 1892 και παρουσιάζει σκηνές από τη μικροπολιτική πραγματικότητα που χαρακτήριζε την εποχή και τον τόπο, αλλά όχι μόνο: Είναι τυπική θα λέγαμε κατάσταση για πολλούς τόπους και για μεγάλα διαστήματα, πριν και μετά τις συγκεκριμένες εκλογές. Οι απλοϊκοί νησιώτες, ο Κωνσταντής ο Καλόβολος και ο Γιάννης της Χρυσάφως κάθονται στο καπηλειό περιμένοντας τα κεράσματά τους από τους υποψήφιους κομματάρχες.
«Ε! Τι έχουμε Κώστα; Πώς πάει το κόμμα σας;» είπε.
«Ποιο κόμμα μας κυρ-Λάμπρο; [...] Το κόμμα μας είναι το κόμμα σας».
Βεβαίως κεράστηκαν, όπως και από τους κομματάρχες του αντίθετου κόμματος.
Διαβάζουμε και για τα στοιχήματα που έμπαιναν για τα αποτελέσματα, για την ψηφοθηρία με το φαναράκι στο χέρι από σπίτι σε σπίτι, για την αγορά ψήφων από τους ψηφοφόρους και για τα ποσά που κατέβαλλαν οι κομματάρχες για λογαριασμό των υποψηφίων. Ο Μανόλης ο Πολυχρόνης, όπως ονοματίζεται, κομματάρχης του Γεροντιάδη «Επήρε χιλίους εκατό ψήφους και εξώδευσε χίλια διακόσια δεκάρικα, δώδεκα χιλιαδούλες σωστές. Του ήρθε σχεδόν από ένδεκα δραχμάς, κατ' ακριβολογίαν από δέκα και ενενήκοντα έν λεπτά, παρά έν κλάσμα, η ψήφος...». Μας γράφει επίσης ο Παπαδιαμάντης γιατί ο υποψήφιος βουλευτής Γεροντιάδης ξόδεψε όλα αυτά τα χρήματα, πέρα από τα έξοδα των κερασμάτων: «Κατά την πρώτην σύνοδον ο Γεροντιάδης εφρόντισε να διορίσει εις μικράς ή μεγάλας θέσεις όλους τους ανεψιούς του, επτά τον αριθμόν, καθώς δύο εξαδέλφους του και τρεις δευτέρους εξαδέλφους του ως και δύο κουμπάρους, τον υιόν της κουμπάρας του και τον αδελφόν της υπηρετρίας του και άλλους». Και όχι μόνο αυτά: ακύρωσε δικαστικά όλα τα συμβόλαια ενοικίασης ως δημοσίων γραφείων των ακινήτων που ανήκαν σε πολιτικούς αντιπάλους και, στη συνέχεια, ενοικίασε δικά του ακίνητα σε κρατικούς οργανισμούς.
Ο Παπαδιαμάντης περιγράφει ακόμα και το εκλογικό σύστημα: υπήρχαν ατομικές κάλπες των υποψηφίων (εξ ου και η φράση «έβαλα κάλπη», δηλ. υποψηφιότητα). Οι κάλπες ήταν χωρισμένες στα δύο (Ναι και Όχι) και ανάλογα με την προτίμηση έριχναν το σφαιρίδιο στο αντίστοιχο τμήμα της κάλπης. Κάποτε τα αρνητικά σφαιρίδια ήταν μαύρα - κι έτσι «τους μαύριζαν». Εκλογές με σφαιρίδια περιγράφει σε δικό του κείμενο και ο Λασκαράτος. Όσο για εκείνους που δυστροπούσαν, υπήρχαν και οι «μαγκουροφόροι». Αυτοί αμείβονταν από τον κομματάρχη με πούρα της μάρκας Trabuk, γι' αυτό και πήραν την προσωνυμία «τραμπούκοι». 

Μπάμπης  Αννίνος


Το «Εγχειρίδιον του εκλογέως» είναι πνευματώδες κείμενο που έγραψε (ανάμεσα σε άλλα λογοτεχνήματά του) ο Κεφαλονίτης συγγραφέας Μπάμπης Αννινος (1852-1934). Τα προσόντα τού υποψηφίου είναι «Να γνωρίζει γράμματα διά να αναγιγνώσκει τον εκλογικόν κατάλογον, να έχει πολλούς κουμπάρους και να διατηρεί ανοικτόν σαλόνι κατά τας ημέρας των εκλογών». Όσο για τον εκλογέα -δηλαδή τον ψηφοφόρο- αυτός διατηρεί το εκλογικό του δικαίωμα. «Έως ότου ζει και μετά θάνατον ακόμη. Και αφού ο εκλογεύς αποθάνει ψηφίζει άλλος υπό το όνομά του». Η εποχή του Αννίνου είναι η εποχή του σφαιριδίου. Έτσι στο ερώτημα «Διατί η ψήφος είναι στρογγυλή;» απαντά: «Διά να γυρίζει εύκολα». Όσο για το ερώτημα «Τι ήτο η κάλπη εις την αρχαιότητα» απαντά: «Αγγείον, εις το οποίον εναπετίθετο η κόνις των νεκρών», ενώ «εις τους νεωτέρους χρόνους [...] η κάλπη χρησιμεύει προς εναπόθεσιν της κόνεως της δημοτικότητος των αποτυχόντων υποψηφίων». 


Αναφορές σε εκλογές, βουλευτές, δημάρχους, εκλογικά συστήματα, κάλπες, ψηφοφόρους, ρουσφέτια, άλλες εξαγορές ψήφων, υπάρχουν πολλές ακόμα στη λογοτεχνία μας. Με τρόπο πνευματώδη, άλλοτε διακριτικά και άλλοτε καταγγελτικά έχουν καταγραφεί τα σχετικά από τους παλαιότερους ή νεότερους, περισσότερο ή λιγότερο γνωστούς λογοτέχνες μας. Όλα αποτελούν μια ενδιαφέρουσα όσο και γοητευτική οπτική, λιγότερο από την πλευρά της πολιτικής ιστορίας και περισσότερο από την πλευρά της πρόσληψής τους από τον καθημερινό άνθρωπο του λαού. Ενδιαφέρουν δηλαδή εξ ίσου τη λαογραφία και την ιστορία της λογοτεχνίας. Το θέμα των εκλογών κ.λπ. έχει εμπνεύσει και αρκετά έργα Θεάτρου Σκιών, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες πολλές καλές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου έχουν προσθέσει τη δική τους συμβολή. Είναι ένα θέμα ενδιαφέρον, που θα πρέπει κάποτε να τύχει αντίστοιχης σοβαρής και αναλυτικής μελέτης. 

Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 25 Μαΐου 2014


Δεν υπάρχουν σχόλια: