Κι ο άγιος φοβέρα θέλει
Είναι στιγμές που για να πετύχουμε το στόχο μας χρησιμοποιούμε κάθε μέσο και φτάνοντας σε απόγνωση απειλούμε ακόμη και τους Αγίους.
Υπάρχει η άποψη ότι η φράση «και ο Άγιος φοβέρα θέλει» προέκυψε επειδή ζητάμε κάτι από τους Αγίους λέγοντας πως «αν δεν μας πραγματοποιηθεί η επιθυμία δε θα ανάψουμε κερί». Υπάρχει, βέβαια, και άλλη εκδοχή, που φαίνεται και η ορθότερη και βασίζεται στη λαϊκή παράδοση Εδώ θα σας μεταφέρουμε τις δύο εκδοχές με πρώτη αυτή που μας παρουσιάζει ο Μιχάλης Χουρδάκης Νίσπιτας και είναι γραμμένη σε κρητική διάλεκτο.
Στο χωριό Τσαμπί λοιπόν της παλιάς κοινότητας Αγ. Αντωνίου Μεραμπέλου, όπου και το σημερινό κοιμητήριο με εκκλησία τ’ αγίου Γεωργίου, ήταν ένα ξακουστό μοναστήρι, πλούσο και με πολλούς καλογέρους, που έβοσκαν 5000 αιγοπρόβατα και 500 βοοειδή που χρησίμευαν στο ζέψιμο για καλλιέργεια των απέραντων εκτάσεων του μοναστηριού. Το μοναστήρι ήταν ψηλά στο βουνό και κάτω χαμηλά απλώνονταν ο γιαλός.
« ..Μιαν ταχυνή, θωρούνε οι καλογέροι από ψηλά ένα μεγάλο καΐκι κι εσίμωσε το γυρογιάλι. Μέσα από το καΐκι, εβγήκανε πεντέξε νοματαίοι, πιάνουνε δυο βούγια και μιαν αελιά θροφανή – θροφανή απού εβόσκανε στο γυρογιάλι, τα βάνουνε στο καΐκι κι ενοιχτήκανε στο πέλαγο.
Ετοτεσά ήτονε απού διάταξε ο γούμενος να κατεβάσουνε οι καλόγέροι την εικόνα τ’ Αγιωργιού από το τέμπλο τσ’ εκκλησάς και το βάλανε στη βίγλα ανάδια του πελάγου.
Ο γούμενος με τσοι καλογέρους εγονατίσανε πλάι στο κόνισμα κι εδέουντο στον άγιο να γιαγύρει τα ωζά οπίσω. Εδέουντο εξαναδέουντο, μα πράμα ο άγιος!
Το καΐκι εκόντευε να χαθεί από τα μάθια ντως, δώστου αυτοί δέησες και ταξίματα, εμεσημέριασε μπλιο κι ολόδρωτος ο γούμενος από την κάψα, εσκώθηκε μιαν κοπανιά ανεκαιρωμένος, στένεται ομπρός στο ΄κόνισμα, και λέει τ’ Αγιωργιού :
- ΄δε τσοι κλέφτες απού σου πήρανε τα βούγια και την αελιά. Α δεν τζοι γιαγύρεις οπίσω, ατά δα σ’ έχω στον ήλιο ολημέριως τση μέρας να σε φάει η κάψα, μόνο κάνε το κουμάντο σου.
Την ιδιαμένη ώρα, θωρούνε οι καλογέροι το καΐκι να γιαγέρνει τα μπρος – οπίσω, ήφταξε στο γυρογιάλι, εξεφορτώσανε οι κλέφτες τα ωζά του μοναστηριού κι απόη επιάσανε πάλι το πέλαγο. Από τούτονά το μαντέ εβγήκε κι η παραμιά. Πως, κι ο άγιος θέλει φοβέρα!». (ΝΙΣΠΙΤΑΣ)
Όμως υπάρχει και η άλλη, περισσότερο κωμική εκδοχή που σας την μεταφέρω παρακάτω όπως την διάβασα στο dogma.gr:
Κάποτε ένας βοσκός, είχε πάει σε ένα βουνό για να βοσκήσει τα πρόβατά του. Ξαφνικά ο ουρανός συννέφιασε και άρχισε μία δυνατή μπόρα. Ο βοσκός ανησύχησε και έψαχνε τρόπο να προφυλαχθεί ο ίδιος, αλλά και τα πρόβατά του. Λίγα μέτρα πιο πέρα υπήρχε ένα ξωκλήσι και η πρώτη σκέψη που του ήρθε στο μυαλό ήταν να μεταφέρει τα πρόβατά του μέσα στο ναό.
Κατεύθυνε λοιπόν τα πρόβατα μέσα και προσπάθησε να μπει και ο ίδιος. Έχοντας, όμως, την «γκλίτσα» οριζόντια σους δύο ώμους του πίσω στον σβέρκο, δεν κατάφερνε να χωρέσει από την πόρτα. Επειδή δεν ήταν και πολύ έξυπνος, σκέφτηκε ότι ο Άγιος δεν τον άφηνε να μπει μέσα και κατέβασε την γκλίτσα και την πρόταξε απειλητικά προς την πόρτα. Άρχισε μάλιστα να απειλεί και να ζητάει να τον αφήσει ο Άγιος να μπει μέσα στο ναό.
Όπως είναι λογικό, αφού είχε κατεβάσει τη γκλίτσα, κατάφερε να μπει μέσα. Ικανοποιημένος πλέον όταν επέστρεψε στο χωριό του, φώναξε όλους τους συγχωριανούς και τους διηγήθηκε το συμβάν. Με καμάρι δε εξηγούσε πως κατάφερε να προφυλαχθεί από την βροχή αφού απείλησε τον Άγιο και επαναλάμβανε συνέχεια πως «και ο Άγιος φοβέρα θέλει».
Πηγές :
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου