Translate -TRANSLATE -

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Φοβάμαι…λυπάμαι…ανησυχώ…ελπίζω…

Φοβάμαι…λυπάμαι…ανησυχώ…ελπίζω…


Γράφει ο Δρ. Γιάννης Θ. Πολυράκης
Γεωπόνος-Συγγραφέας
Μέλος της “Λογοτεχνικής Παρέας Χανίων”


…Σταμάτησε αποσταμένος ο διαβάτης, σαν εστερέψαν οι δυνάμεις του στη δύσβατη την κακοτράχαλη ανηφοριά…. Κάθισε ασθμαίνοντας σε μία πέτρα, τράβηξε το λευκό πανί που’χε περάσει γύρω απ’ το λαιμό για να αναχαιτίζει εκείνο το υγράλμυρο ρυακάκι του ιδρώτα, π’ ακολουθώντας την πορεία των ρυτίδων στις γερασμένες παρειές της όψης του, στράλιαζε στο δασύτριχο μουστάκι, στη μύτη, στο λαιμό…Ασθμαίνοντας, έριξε μια ματιά στο φλογερό το άρμα του θεού-ήλιου, που σίμωνε αργά-αργά στο διάσελο τ’ αντικρινού βουνού, προς τη μεριά της Δύσης. Άφησε στεναγμό μακρόσυρτο που πήρε την αντήχηση σφυρίγματος, σαν έβγαινε απ’ τα μισάνοιχτα του χείλη. Λουσμένο το ιδρωτομούσκεφτο κορμί απ’ τη δροσάτη αύρα του δειλινού που κοντοζύγωνε, ένοιωσε πλέρια την ανακούφιση στην αίσθηση ετούτη….σιγομουρμούρισε:
Άντε στο καλό ήλιε μου, να δροσιστώ κομμάτι ο ταλαίπωρος!”

Και δεν είχε άδικο: Πεζοπορούσε για ώρες στην απότομη και βραχοφύτευτη όσο και κεκλιμένη δύσβατη βουνοπλαγιά, έχοντας σαν αφετηρία της ανάβασης το εξωκκλήσι του Προφήτη Ηλία στο ξέκορφο, σε ένα υψόμετρο που ξεπερνούσε τα 900 μέτρα…

…Κάποια στιγμή σηκώθηκε, σταυροκοπήθηκε γέρνοντας ελαφρά το κορμί και πλησίασε την εξώθυρα του εξωκκλησιού. Τη βρήκε κλειδωμένη. Απογοήτευση για τον διαβάτη η κλειστή θύρα, πρόνοια ωστόσο των Επιτρόπων, προκειμένου να διαφυλαχτούν οι λιγοστές εικόνες, από ιεροκάπηλους.

Στράφηκε κατά το μικρό εικονοστάσι που βρισκόταν στην ανατολική άκρη της αυλής. Το σίμωσε. Άνοιξε τη μικρή θύρα, και με κινήσεις προσεκτικές άναψε το καντηλάκι του Αγίου, θυμιάτισε την εικόνα Του καθώς και την εικόνα του Χριστού. Σαν τέλειωσε, σταυροκοπήθηκε, πήρε τις εικόνες, τις ασπάστηκε και απίθωσε την εικόνα του Χριστού πλάι στη μικρή θύρα του εικονοστασιού. Γονάτισε εμπρός της, με σκυφτή τη λευκή του κόμη…

…Λόγος τρεμουλιαστός βγήκε απ’ τα μισάνοιχτά του χείλη. Λόγος σιγανός, κατανυκτικός, ίδια εξομολόγηση μπρος σε πνευματικό, που τούτες τις στιγμές είχε αποδέκτη τον Μέγιστο Πνευματικό, το Χριστό. Τον άκουγε αυτός, η σιγαλιά και ο Χριστός –καθώς το πίστευε ο διαβατάρης- σαν έλεγε:
«Τώρα που μόνοι μας βρεθήκαμε Εσύ κι εγώ ο ταπεινός, άκουσε σε παρακαλώ κείνα που μου βαραίνουν την ψυχή, πάρε και σκόρπισέ τα στους ανέμους, καθώς:

Φοβάμαι:

-          Εκείνους που μιλάνε δύο γλώσσες…
-          Αυτούς που έχουν δύο πρόσωπα…
-          Εκείνους που αποφασίζουνε για μένα, χωρίς εμένα, μακριά’ πό μένα…
-          Εκείνους που μιλάνε σε μπαλκόνια γι’ αυτή την “κακοποιημένη λέξη” τη Δημοκρατία και όλο παίρνουν…παίρνουν…παίρνουν…αντί (ως θα’ πρεπε) να δίνουν. Και τούτους τους φοβάμαι πιότερο, καθώς, πέρα απ’ ότι μπαίνουν στην ψυχή μου απ’ το παράθυρο, έχουν και εξουσία μα και μπόρεση, δύναμη που τους δίνει η ψηφοδέχτρα η κάλπη, κι αντίς να οδηγούν τα πλήθη του λαού τους στη νέο-Χαναάν που υπόσχονταν, πλουτίζουν, θησαυρίζουν απ’ του ιδρώτα του λαού, μα και τα σφιχτοδένουν (τούτα τα πλήθη) με αλυσίδες, καθώς ως τέτοιες λογιάζονται οι συμφωνίες οι εθνοκτόνες με αλλόφυλους, αλλόγλωσσους κι ανάδερφους!…  

Λυπάμαι:

-          Τον δόλιο τον φτωχό, σαν πληγιασμένος από τις αλυσίδες που Σου μίλησα, αυτοκτονεί!
-          Τα αναίτια τα σχολιαρόπαιδα ωσάν λιποθυμάνε στα Σχολειά τους, σαν λείπει απ’ το τραπέζι του σπιτιού τους το φαϊ!
-          Τα νιάτα με την τήβεννο της Επιστήμης (ελπίδα ζωοδότρα για το μέλλον του τόπου), ν’ αποζητούν απάγκιο σε ξένη γη!          
-          Τον άστεγο της διπλανής γωνίας, σαν έχει κάδους σκουπιδιών για αποκούμπι!
-          Το γέροντα της Τρίτης ηλικίας, σαν του στερούνε –ετσιθελικά- τους κόπους μιας ολάκερης ζωής, και τείνει η λέξη “σύνταξη” να απομείνει εις τα λεξικά, ανάμνηση καιρών αλλοτινών!
-          Τα δύστυχα παιδιά των φαναριών, θύματα εκμεταλλευτών στο παρασκήνιο!
-          Που στο τέλος κάθε εκλογικής τετραετίας, οι ψηφίζοντες είναι –κατά κανόνα- φτωχότεροι, και οι ψηφιζόμενοι-κατά κανόνα- πλουσιότεροι!
-          Που φανερώνονται καθημερίς νέα εγκλήματα του κοινού Ποινικού Δικαίου των Αντιπροσώπων μας στο εθνικό Κοινοβούλιο, και των «νεο-Αυλικών» τους!

Ανησυχώ:

-          Σαν βλέπω το τρίτο Ελληνόπουλο της φαμίλιας, “τεκμήριο πλουτισμού για φορολόγηση!”…
-          Σαν βλέπω την Ελλάδα μου να φθίνει πληθυσμιακά!…
-          Σαν αρχίζω –μεσοπρόθεσμα- να αισθάνομαι μειονότητα μέσα στην πατρίδα μου, πνιγμένος από στίφη αλλοθρήσκων, κατά το “δόγμα Οζάλ!”…
-          Σαν βλέπω τα Ελληνόπουλα να μην γνωρίζουν…τη γλώσσα τους, κατά το “δόγμα Κίσσινγκερ!”…
-          Σαν βλέπω στα έδρανα του εθνικού Κοινοβουλίου μισέλληνες, τύπου Ρεπούση!..
-          Σαν βλέπω αβέβαιο το μέλλον τούτου του δύσμοιρου τόπου!….
-          Σαν βλέπω να σ’ έχουν εκτοπίσει Κύριε (απ’ τις ανθρώπινες ψυχές) ο `Αριμαν, ο Λούσιφερ, ο Μαμμωνάς!…
-          Σαν βλέπω τον μόνο επιβιώσαντα από το δωδεκάθεο του Ολύμπου τον `Αρη, να θεριεύει και να συμπράττει με τον Μαμμωνά!…
-          Σαν βλέπω να ετοιμάζεται ο άνθρωπος να θανατώσει τη ζωοδότρα θάλασσα της Μεσογείου με χημικά, δικά του κατασκευάσματα, με ότι τούτο σημαίνει για τη δική του επιβίωση…Διερωτώμαι: Εμωράνθη ο άνθρωπος Κύριε; Μήπως πλησιάζει το τέλος του ανθρωπίσιου γένους; Αληθεύει το λεγόμενο Κύριε: “Μωραίνει Κύριος, όν βούλεται απωλέσαι;” Συ, ξέρεις!…
-          Σαν βλέπω τον εμφύλιο σπαραγμό: Στη Συρία χθες, στην Ουκρανία σήμερα, και δίκαια διερωτώμαι: “Αύριο, πού;”…

Ελπίζω:

-          Κάτι να αλλάξει στον κόσμο, για το καλό του ανθρώπου!…
-          Κάποιος να αλλάξει την οικτρή κατάσταση στη Χώρα μου!…
-          Όλα τα δεινά, έχουν και κάποιο τέλος!…
-          Να διαισθανθούν οι νέοι μας ότι, τα νιάτα συμβαδίζουν με την ελπίδα…να ελπίζουν…να μην μεταναστεύουν…να μην αυτοκτονούν…να παλέψουν…έχουν νιάτα…..δεν περισσεύει κανείς από τον δύσμοιρο τούτο τόπο!…
-          Να μας φυλάξεις από τους αναρίθμητους “νέο-Σωτήρες” που “πασχίζουν” –τάχα- να σώσουν τον τόπο!…
-          Να δώσεις να φανεί Ένας Αρχηγός ενάρετος, να είναι Έλληνας στο γονιδίωμα και στην ψυχή, να σκέφτεται ελληνικά, να πράττει ελληνικά για τον τόπο τούτο, τον πολύπαθο!…»…

Σταμάτησε…Σιώπησε…`Ενοιωσε αλαφρωμένος στα τρίσβαθα της ψυχής, έχοντας τη σιγουριά –ή έτσι τουλάχιστον ήθελε να πιστεύει- πως έγινε αποδεκτή απ’ τον Χριστό, η εξομολόγηση ψυχής…
…Η νύχτα είχε προχωρήσει….Μάζεψε κλαδιά φασκομηλιάς, μαντζουράνας και καλοκοιμιτιάς, τα έστρωσε στο πεζούλι της αυλής, ξάπλωσε… Το βλέμμα του πλανήθηκε στην ολόγιομη σελήνη, που θάμπωνε το φως των αστεριών στον ουρανίσιο θόλο…Χαλάρωσε στη θεία αγκαλιά της φύσης, στην ευωδία των βοτάνων κάτωθέ του, στην ηρεμία του εξωκκλησιού, στη μαγεία της νύχτας της φεγγαρόπλουμης…

…Αέρινος ο Μορφέας τον σιγοπλησίασε, του σφάλιξε τα καπάκια των ματιών…

http://www.agonaskritis.gr/φοβάμαιλυπάμαιανησυχώελπίζω/

Δεν υπάρχουν σχόλια: