Translate -TRANSLATE -

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

Στέγη σαν γέφυρα είχε το Ηρώδειο

Το Ηρώδειο κατά την διάρκεια των ανασκαφών

Στέγη σαν γέφυρα είχε το Ηρώδειο

Ο καθηγητής του ΕΜΠ Μαν. Κορρές θα παρουσιάσει τα κατασκευαστικά σχέδια του κτηρίου την προσεχή Κυριακή στο Ηρώδειο


Για 2.000 χρόνια ήταν το υψηλότερο κτήριο της Αθήνας, έφθανε τα 45-56 μέτρα, ωσότου χτίστηκε το «Χίλτον» που το ξεπέρασε. Για την κατασκευή του απαλλοτριώθηκαν τέσσερα οικοδομικά τετράγωνα και για την ξύλινη στέγη του χρειάστηκαν πάνω από 3.000 μεγάλα δέντρα. 

 

Ο λόγος, βέβαια, για το Ηρώδειο που ήταν στεγασμένο, σύμφωνα με τον καθηγητή Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής Μανόλη Κορρέ. Είχε τη μεγαλύτερη στέγη αρχαίου θεάτρου, η οποία φαίνεται πως κατέρρευσε από πυρκαγιά γιατί στη νεότερη εποχή, το 1858, βρέθηκε από τον Κυριάκο Πιττάκη, κατά τις ανασκαφές για την αποκάλυψη του μνημείου, ένα παχύ στρώμα στάχτης, όπως επίσης σπασμένα κεραμίδια, ξύλα καμένα και σιδερένια καρφιά μεγάλων διαστάσεων. 

Η πυρκαγιά συνδέεται με την καταστροφική μανία των Ερούλων το 267 μ.Χ. από την οποία δεν γλίτωσε το Ηρώδειο, όπως επισημαίνει ο Μ. Κορρές στη μελέτη του με τίτλο «Η στέγη του Ηρωδείου και άλλες γιγάντιες γεφυρώσεις», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Μέλισσα» και θα προυσιαστεί την ερχόμενη Κυριακή (6.30 μ.μ.) στο Ηρώδειο από τον ίδιο. Την ομιλία του θα προλογίσουν ο πρόεδρος του Μουσείου της Ακρόπολης καθηγητής Δημήτριος Παντερμαλής και ο προϊστάμενος της Α' ΕΠΚΑ Κωνσταντίνος Κίσσας. 

 

Ο κ. Κορρές εστιάζει στη στέγη του Ηρωδείου, γιατί η ύπαρξή της αγνοούνταν. Ο έμπειρος μελετητής των μνημείων της Ακρόπολης υποστηρίζει ότι η στέγη του Ηρωδείου «αποτέλεσε παγκόσμιο ρεκόρ μέγιστου ανοίγματος έως και το 19ο αιώνα!». Εχει άνοιγμα 50 μέτρων. «Δύναται μετά πάσης βεβαιότητος να λεχθεί ότι το Ηρώδειο υπήρξε το υψηλότερο κτήριο της χώρας ώς την εποχή της κατασκευής του ξενοδοχείου "Χίλτον", ενώ τη δεύτερη θέση ώς τα μέσα του 20ού αιώνα κατείχαν δύο επίσης ρωμαϊκά κτήρια: το λεγόμενον Οκτάγωνον κι η λεγόμενη Ροτόντα της Θεσσαλονίκης». Συσχετίζει το κατασκευαστικό αυτό θαύμα με την τεχνογνωσία που είχε αποκτηθεί στα ρωμαϊκά χρόνια με τις γέφυρες. Για παράδειγμα αναφέρει τη γέφυρα του Τραϊανού (105 μ.Χ.), έργο του διάσημου Απολλόδωρου από τη Δαμασκό. 

Το Ηρώδειο έχει το μέγεθος αρχαίου θεάτρου, χωρούσε 6.000 άτομα (σήμερα 5.000 γιατί δεν έχουν αναστηλωθεί οι τελευταίες σειρές). Τα αρχαία ωδεία ήταν πολύ μικρότερα και στεγασμένα. Είχαν τη χαρακτηριστική ημικυκλική μορφή και πολύ υψηλούς τοίχους για τη δημιουργία περιμετρικής ζώνης μεγάλων φωτιστικών ανοιγμάτων. Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού θεωρείται ακραία περίπτωση, λόγω του μεγέθους του που μοιάζει με τα μεγάλα θέατρα της αρχαιότητας. Χτίστηκε ανάμεσα στο 160-169 μ.Χ. σε έκταση τεσσάρων οικοδομικών τετραγώνων. 

 

Πώς κατάφεραν όμως οι τεχνίτες εκείνης της εποχής να κατασκευάσουν μια ενιαία στέγη, χωρίς ενδιάμεσους στύλους, με άνοιγμα τόσο μεγάλο, κάτι που σήμερα θεωρείται μάλλον ανέφικτο; Οι παρατηρήσεις του κ. Κορρέ σε λεπτομέρειες επί του σωζόμενου μνημείου αποδεικνύουν πως ήταν εφικτό. Βέβαια, η κατασκευή της στέγης, που ήταν κωνική, θα πρέπει να διήρκεσε περί τα τρία χρόνια, ενώ ολόκληρο το κτήριο οικοδομήθηκε σε 8 με 9 χρόνια. Η προμήθεια της ξυλείας για τη στέγη (έμβαδού 3 στρεμμάτων) θα πρέπει να υπήρξε μια ξεχωριστή και πολυδάπανη εργολαβία, καθώς χρειάστηκαν 3.000 δέντρα (κέδροι, κυπαρίσσια), βάρους 750-800 τόνων. Αν προστεθεί και το βάρος των κεραμιδιών, που υπολογίζεται σε 180 τόνους, πρόκειται για μια γιγάντια στέγη βάρους 1.000 τόνων. 

Η τεχνολογία για την κατασκευή αυτού του έργου ήταν ασύλληπτη για τα δεδομένα της εποχής, οπότε πιθανότατα επιστρατεύτηκαν μέθοδοι που χρησιμοποιούνταν για τις γέφυρες, σύμφωνα με το μελετητή. Η στέγη κατασκευάστηκε δύο φορές. Μία στο έδαφος, στο χώρο της Στοάς Ευμένους, που είχε μετατραπεί σε εργοτάξιο και όπου γίνονταν τα τεστ αντοχής της κατασκευής, και άλλη μία φορά πάνω σε ειδικά ικριώματα σε ύψος 30 μ. από το έδαφος, για την τελική τοποθέτησή της. Εσωτερικά, το Ηρώδειο διέθετε απίστευτο πλούτο. «Η ορχήστρα του ήταν στρωμένη με λευκές και μαύρες πλάκες μαρμάρου. Οι τοίχοι κοσμούνταν με πολύχρωμα μάρμαρα. Τα εδώλια ήταν φτιαγμένα από συμπαγές μάρμαρο». Χορηγός του, ο πάμπλουτος Ηρώδης ο Αττικός, ο οποίος το αφιέρωσε στη μνήμη της πρόωρα χαμένης συζύγου του, Ρήγιλλας. 

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=450719 


ΩΔΕΙΟ ΗΡΩΔΟΥ ΤΟΥ ΑΤΤΙΚΟΥ

Το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού (ή Ηρώδειο, όπως λανθασμένα έχει επικρατήσει) είναι αρχαίο ωδείο της ρωμαϊκής περιόδου, που βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλαγιά της Ακρόπολης των Αθηνών.

Χτίστηκε με ταχύτατο ρυθμό με δαπάνες του Ηρώδη του Αττικού κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ., προς τιμήν της συζύγου του Ασπασίας Αννίας Ρηγίλλης, η οποία πέθανε το 160 μ.Χ.. Ο προορισμός του οικοδομήματος ήταν κατά κύριο λόγο οι μουσικές εκδηλώσεις και για τον λόγο αυτό ονομάστηκε Ωδείο. Η ανάγκη της ανέγερσής του προέκυψε μετά την κατάρρευση του Ωδείου που είχε κτιστεί στο κέντρο της αρχαίας αγοράς της Αθήνας από τον στρατηγό του Αυγούστου, τον Αγρίππα, περί το 15 π.Χ., και εκείνο σε αντικατάσταση του ακόμα παλαιότερου Ωδείου του Περικλή, που είχε πυρπολήσει ο Σύλλας το 85 π.Χ..


Ο χώρος που προοριζόταν για το κοινό είχε 32 σειρές από μαρμάρινες κερκίδες και η χωρητικότητά του ήταν της τάξης των 5000 περίπου θεατών. Όπως και στα θέατρα της ρωμαϊκής εποχής, η ορχήστρα είχε ημικυκλικό σχήμα. Το σκηνικό οικοδόμημα βρισκόταν υπερυψωμένο στο βάθος της σκηνής και είχε τρεις ορόφους, δύο εκ των οποίων διατηρούνται μέχρι σήμερα σε ύψος 28 μέτρων. Το ωδείο ήταν στεγασμένο με ξύλινη οροφή από ξύλο κέδρου.

Από διάφορες ενδείξεις προκύπτει ότι το εν λόγω Ωδείο λειτούργησε μόνο 105 χρόνια, δεδομένου ότι τον 3ο αιώνα, δηλαδή το 267 μ.Χ., πολλά οικοδομήματα της Αθήνας, όπως και αυτό, καταστράφηκαν από τους Έρουλους επιδρομείς. Επίσης αυτό το διάστημα από τα διάφορα ευρήματα των ανασκαφών, όπως κρανία ανθρώπων και ταύρων, πιθανολογείται ότι ο χώρος χρησιμοποιήθηκε και για μονομαχίες και ταυρομαχίες. Φαίνεται όμως πως και οι τοίχοι του οικοδομήματος χρησιμοποιήθηκαν αργότερα ως οχυρωματικό έργο, εντασσόμενο στο τείχος που περιέβαλλε τη βάση του λόφου της Ακρόπολης. Εκτός από τα ερείπια οικίσκων που βρέθηκαν μέσα στο Ωδείο βρέθηκαν και ερείπια μικρής εκκλησίας. Στο μέσον της σκηνής και ακριβώς αντίκρυ της λεγόμενης "Βασιλείου Πύλης" ανακαλύφθηκε υπόγειο που εκτείνεται σε όλο το μήκος της έκτασης της σκηνής.

Οι επιχώσεις που επήλθαν στους επόμενους αιώνες σχεδόν το εξαφάνισαν, με μόνο ορατό σημείο τον ψηλό τοίχο της σκηνής, με την όλη κατασκευή να μοιάζει περισσότερο με γέφυρα.

Κατά τους Μεσαιωνικούς χρόνους όσοι επισκέπτονταν τα ερείπια του Ωδείου δεν ήταν σε θέση να αναγνωρίσουν ποιο κτήριο ήταν αυτό. Άλλοι το περιέγραψαν ως ανάκτορα του Λεωνίδα και του Μιλτιάδη, άλλοι ως το "Διδασκαλείο του Αριστοτέλη", ενώ το 1575 ο Ναυπλιώτης λόγιος Θεοδόσιος Ζυγομαλάς το θεωρούσε ως την "Ακαδημία του Αριστοτέλη". Ο πρώτος που υποστήριξε πως επρόκειτο για το Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού ήταν ο Άγγλος αρχαιολόγος Ριχάρδος Τσάντλερ το 1764, περίοδο κατά την οποία ο εσωτερικός χώρος του εν λόγω κτίσματος ήταν σπαρμένος με κριθάρι.

Επί οθωμανικής κυριαρχίας το εναπομείναν κτήριο ενσωματώθηκε μαζί με τη Στοά Ευμένους στο Τείχος του Χασεκή (1778) αποτελώντας οχυρωματικό έργο, τον λεγόμενο «Σερπετζέ». Σημειώνεται πως από τα τόξα του Ωδείου κατάφερε ο φιλέλληνας Γάλλος στρατηγός Φαβιέρος να εισέλθει στην Ακρόπολη, τον Δεκέμβριο του 1826, όταν την πολιορκούσαν οι Τούρκοι, προκειμένου να βοηθήσει τους πολιορκημένους Έλληνες.

Η πρώτη δοκιμαστική ανασκαφή έγινε το 1848 παρουσία του Βασιλέα Όθωνα από τους Κ. Πιττάκη και Α. Ραγκαβή. Η δε εκκένωση του Ωδείου από τις επιχώσεις που είχαν συσσωρευτεί στα ερείπια της στέγης και έφθαναν τα 15 μ. ύψος, ξεκίνησαν από τον Πιττάκη το 1857. Τελικά η σοβαρή αναστήλωση άρχισε τμηματικά μετά τον Β΄ Π.Π. στη δεκαετία του 1950 επί Βασιλέως Παύλου με σχέδια της Διεύθυνσης του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, που κατά κύριο μέρος είχε συντάξει ο καθηγητής και ακαδημαϊκός Αναστάσιος Ορλάνδος αμέσως μετά την αποχώρησή του από την υπηρεσία, με βοηθό του τον τότε επιθεωρητή αναστηλώσεων Ευστάθιο Στίκκα.

Με τη σταδιακή και τμηματική αναστήλωση κατέστη δυνατόν να αποκαλυφθεί όλο το αρχαίο αυτό οικοδόμημα και να βρει τον άλλοτε προορισμό του. Οι θέσεις των θεατών επενδύθηκαν με πεντελικό μάρμαρο και η ορχήστρα με πλάκες από μάρμαρο Υμηττού. Από τα τέλη της ίδιας δεκαετίας το Ωδείο χρησιμοποιείται, κυρίως κατά τους θερινούς μήνες, για πολιτιστικές εκδηλώσεις και από τότε πλειάδα Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών έχει εμφανιστεί στον χώρο αυτό.

facebook/Keti Pakita

Δεν υπάρχουν σχόλια: