Irving
Penn
1917-2009
Ο
φωτογράφος που άλλαξε τα περιοδικά για πάντα
Ένα
αφιέρωμα στον πρωτοπόρο μινιμαλιστή της φωτογραφίας μόδας και πορτρέτων, με τις
εμβληματικές εικόνες του.
Η
ηθοποιός Νικόλ Κίντμαν
ποζάρει για τον Πεν με φόρεμα του οίκου Rochas,
σχεδιασμένο
από τον Olivier Theyskens (2003).
"Μπορεί να με πιάσει
εμμονή με οτιδήποτε, αρκεί να το κοιτάζω για αρκετή ώρα. Αυτή είναι η κατάρα
του να είσαι φωτογράφος". Η ματιά του Πάμπλο Πικάσο, τα χέρια του Τρούμαν,
κάποτε το στήθος της Ζιζέλ: πραγματικά, ωραία πράγματα για να σου γίνουν
εμμονή. Και μετά, τα κόκαλα που περνούν οι ιθαγενείς της Γουινέας από τις μύτες
τους. Η άκρη του μανικιού σε ένα ταγέρ της Chanel. Οι σταγόνες του νερού πάνω σε μια
τουλίπα. Εμμονές, εμμονές, εμμονές. Χωρίς αυτές, δεν θα έφτανε να ζει ως τα 92,
δουλεύοντας ακόμα στο στούντιο του, χαμηλά στην 5η Λεωφόρο του Μανχάταν, πάνω
σε νεκρές φύσεις, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Αν ψάξεις για
φωτογραφίες του Ερβινγκ Πεν στα βιβλιοπωλεία ή -πιο εύκολα- στο Ιντερνετ, θα
βρεις χιλιάδες. Το «του Ερβινγκ Πεν» στην παραπάνω πρόταση έχει, βέβαια, ρόλο
γενικής υποκειμενικής. Με τη γενική αντικειμενική, θα δυσκολευτείς. Ο
φωτογράφος αρνιόταν σθεναρά να γίνει αντικείμενο φωτογράφισης. Ίσως γιατί
αρνιόταν να γίνει εμμονή για οποιονδήποτε. Για τον ίδιο λόγο δεν δεχόταν να
μιλήσει ποτέ, ούτε καν για τα περιοδικά με τα οποία συνεργαζόταν χρόνια
ολόκληρα. Και αν το έκανε, μία στα δεκαπέντε με είκοσι χρόνια, άφηνε πάντα απ'
έξω την προσωπική του ζωή.
Το μοντέλο Caroline Trentini φωτογραφημένο από τον Πεν
για τη Chanel, Νέα Υόρκη, 2007.
Έτσι και αλλιώς, ο Πεν δεν
ήταν κάποιος σταρ. Μιλούσε σχεδόν ψιθυριστά, πάντοτε πράος - ακόμη και όταν
μάλωνε με τα αφεντικά του. Ήταν πιο ήρεμος ακόμη και από τα φιλαράκια του, τον
Ρίτσαρντ Αβεντον και τον Χέλμουτ Νιούτον. Ναι, τα φιλαράκια του ήταν
-εννοείται- φωτογράφοι. Ο Ερβινγκ Πεν ζούσε για τη φωτογραφία. Και ζούσε μέσα
από τη φωτογραφία. Ο Ερβινγκ Πεν ήταν ο εκάστοτε Στραβίνσκι, η εκάστοτε Σιμόν
ντε Μποβουάρ, ο εκάστοτε Περουβιανός Ινδιάνος που στεκόταν απέναντι από το φακό
του. Ήταν οι γόπες ενός Camel
και ενός Chesterfield...
Sketches of Issey Miyake's clothes by Irving Penn
Παράξενο πράγμα για
κάποιον που ξεκίνησε ως ζωγράφος. Ήταν
21 ετών όταν αποφοίτησε, το 1938, από τη Σχολή του Μουσείου της Φιλαδέλφειας,
μαθητής του Ρώσου εμιγκρέ Αλεξέι Μπρόντοβιτς, που εργαζόταν παράλληλα στο Harper's Bazaar. Ο Μπρόντοβιτς εκτίμησε την ιδιαίτερη
ματιά στο σκιτσάρισμα του Πεν και τον πήρε βοηθό του στο περιοδικό. Και εκεί ο
νεαρός ζωγράφος έμαθε τι εστί μόδα. Μετακινήθηκε στο πολυκατάστημα Saks Fifth Avenue για λίγο, ως art director, αλλά δεν μπορούσε να
εγκαταλείψει τα περιοδικά.
Ο θρυλικός Αλεξάντερ
Λίμπερμαν, υπεύθυνος εκδόσεων της Conde Nast, τον έφερε στη βίβλο της γυναικείας μόδας, τη Vogue, για να αναλάβει την καλλιτεχνική
επιμέλεια των εξώφυλλων. Όταν οι φωτογράφοι του περιοδικού αδυνατούσαν να
υλοποιήσουν τα σχέδια που τους ζωγράφιζε, έπιανε τη μηχανή μόνος του. Και έτσι,
το 1943, ξεκίνησε μια σχεδόν μυθική καριέρα που διήρκεσε εξήμισι δεκαετίες.
Μέχρι το πρωί της Τετάρτης, 7 Οκτωβρίου 2009, όταν ο Ερβινγκ Πεν άφησε την
τελευταία του πνοή στο σπίτι του, στο Μανχάταν.
ΟΕρβινγκΠενείχε φιλοτεχνήσει πολλά εξώφυλλα της
αμερικανικής Vogue. Στην έκθεση «Model As Muse», στο Μητροπολιτικό Μουσείο της
Νέας Υόρκης (Μάιος 2009), εκτίθεται ένα από αυτά με τη Jean Patchett, γνωστό
μοντέλο της δεκαετίας του'50.
Εκτός από τα εξώφυλλα, στη
Vogue
ξεκίνησε σύντομα να φωτογραφίζει και μόδες.
Με έναν επαναστατικό για την εποχή τρόπο. Πετώντας μακριά τα πάντα, κρατώντας
στο κάδρο μόνο το ρούχο και το μοντέλο που το φορούσε. Αν μέχρι τότε ο κανόνας
ήταν τα παλ αλλά χαρούμενα φόντα μιας εύρωστης φύσης, όπως έκανε ο Σέσιλ Μπίτον,
ή τα γεμάτα με ανθοσυνθέσεις, κολόνες ιωνικού ρυθμού και πίνακες με χρυσά κάδρα
στούντιο, ο Ερβινγκ Πεν ξεκινούσε μια αληθινή επανάσταση, στήνοντας τις μόδες
του μπροστά από ένα λευκό ή γκρι πανί, ψάχνοντας την ιδανική γεωμετρία του κάθε
ρούχου και φορώντας το σε γυναικείες σιλουέτες εύπλαστες και παράξενες. Μία από
αυτές, το αγαπημένο του μοντέλο Λίζα Φονσαγκράιβς, έγινε και η σύζυγος του.
Παντρεύτηκαν το 1950 και έζησαν μαζί ως το θάνατο της, το 1992. Απέκτησαν έναν
γιο.
Ο συγγραφέας
Τρούμαν Καπότε, Νέα Υόρκη, 1948.
Σύντομα τα σημαντικότερα
περιοδικά στον κόσμο -πολλά μέχρι και σήμερα- φωτογραφίζουν τις μόδες τους a la maniere de Irving Penn.
Και όμως ο Πεν έψαχνε για νέο πεδίον δόξης. Ευτυχώς γι' αυτόν, η Vogue φιλοξενούσε συνεντεύξεις από τις
σπουδαιότερες μορφές της διανόησης. Ευτυχώς για εμάς, τις φωτογραφίσεις τους
ανέλαβε ο Ερβινγκ Πεν. Πικάσο, Κάποτε, Κοκτό... Όπως και με τη μόδα, έτσι και
στα πορτρέτα του πέταξε μακριά κάθε
φόντο και δημιούργησε ολόκληρη σχολή, «φέρνοντας σε δύσκολη θέση» τους
εικονιζόμενους. Αρχικά, στριμώχνοντας τους στη γωνία δύο άδειων τοίχων,
αργότερα φωτογραφίζοντας τους από πολύ κοντά. Και δουλεύοντας πάντοτε περίτεχνα
με το φως. Αναδεικνύοντας πάντα τη φιγούρα, τη στάση, το ύφος, την
ιδιαιτερότητα, την ιδιοσυγκρασία του καθενός. Είναι τέτοια η κληρονομιά που
αφήνει, ώστε τελικά έφυγε από τον μάταιο τούτο κόσμο με το χαρακτηρισμό «ένας
από τους σημαντικότερους πορτρετίστες» του 20ού αιώνα - και ας μεγαλούργησε σε
κάθε είδος φωτογραφίας με το οποίο καταπιάστηκε...
The
Nude In Vogue'.Special Edition.Irving Penn For Vogue Russia.Winter 2012
Τα
γυμνά του, για παράδειγμα, ήταν τόσο avant guard, ένα ξέφρενο παιχνίδι με τους
φωτισμούς και τις καμπύλες του σώματος, που στην εποχή τους, το 1949-1950,
ελάχιστοι τα αντιλαμβάνονταν ως τέχνη. Πρώτη φορά εκτέθηκαν στο κοινό τρεις
δεκαετίες μετά.
Ο φωτογράφος εν ώρα εργασίας στη Νέα Γουινέα, 1970.
Οι εθνογραφικές μελέτες ήταν μια άλλη αγάπη του Ερβινγκ Πεν. Έκανε
επτά μεγάλα ταξίδια, από τη Νέα Γουινέα μέχρι το Περού, και απαθανάτισε
ιθαγενείς με παραδοσιακές στολές, γκροτέσκες φιγούρες, περίτεχνους στολισμούς
σώματος, από το 1964 ως το 1971. Κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποιούσε τους
«κακόμοιρους τους πρωτόγονους» όπως τα λαμπερά μοντέλα του. «Οι άνθρωποι που
φωτογράφισα δεν ήταν πρωτόγονοι. Οι πρωτόγονοι ζουν στη Νέα Υόρκη», απάντησε με
την ήρεμη φωνή του πολλά χρόνια αργότερα.
«Cuzco
Children», 1948. Η εικόνα αυτή, που δείχνει δύο εξαθλιωμένα παιδιά του Περού,
πωλήθηκε αντί 529.000 δολαρίων σε δημοπρασία του Christie's, το 2008.
Ranunculus: Picotee, Νέα Υόρκη, 2006.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Πεν
αφοσιώθηκε στη φωτογράφιση λουλουδιών.
Η πιο μεγάλη του εμμονή,
πάντως, ήταν οι νεκρές φύσεις.
Δούλευε -κυρίως για τη διαφήμιση- σε still life φωτογραφίσεις μέχρι το θάνατο του. Τη φράση στην αρχή
του κειμένου την είπε κάποτε σε έναν δημοσιογράφο των New York Times, αναφερόμενος σε μια διαφωνία του με
τον Αλεξάντερ Λίμπερμαν που του ζητούσε κάποτε να φωτογραφίσει λουλούδια. Ο Πεν
αρνιόταν, μέχρι που αισθάνθηκε ότι ο Λίμπερμαν δεν τον θεωρούσε ικανό να το
κάνει. Κατέληξε να φωτογραφίζει λουλούδια για επτά συνεχόμενα χρόνια, για τα
χριστουγεννιάτικα τεύχη της Vogue.
Είναι οι πιο συγκλονιστικές φωτογραφίσεις λουλουδιών που έχουν γίνει ποτέ.
Αυτός ήταν ο Irving Penn
ένας
από τους μεγαλύτερους φωτογράφους της εποχής μας.
από άρθρο του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ για
το "Κ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου