Translate -TRANSLATE -

Σάββατο 12 Ιουλίου 2025

Η ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΓΗ ΚΑΙ ΟΙ ΖΕΥΓΟΛΑΤΕΣ ΜΑΣ

 

 

Η ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΓΗ 

ΚΑΙ ΟΙ ΖΕΥΓΟΛΑΤΕΣ ΜΑΣ

Γράφει ο Γ.Ν. ΠΟΛΥΔΩΡΑΣ

Κουβαλάμε στην ψυχή μας τον τόπο μας. Πολλές φορές βαραίνει τον «μέσα βίο μας». Μα σαν πατάμε το χώμα μας, αστράφτουμε πάμπλουτοι στη λιακάδα του Διογένη.

Σε μια βιωματική ανασκαφή της μνήμης μας φανερώνονται και οι ζευγολάτες μας. Ακούμε την ανάσα τους στις αυλακιές και στα τριξίματα των αρότρων τους. Παρατηρούμε τα απόλυτα πρόσωπά τους να συνδέονται με τα προαιώνια ελληνικά πρόσωπα. Έτσι όπως συνδεόταν το αλέτρι τους με το ησιόδειο άροτρο και το αλώνι τους με το αλώνι του Τριπτόλεμου.

Τώρα έρημα και «ξεδοντιασμένα» τα αλώνια μας. Ξεχασμένα από τους περισσότερους τηλεδιαιτώμενους Νεοέλληνες. Τους καθηλωμένους στους καναπέδες του έτοιμου φαγητού και της αποχαύνωσης με τις εξακολουθητικές ειδήσεις να κανοναρχούν εγκλήματα και παγκόσμια αλληλεξάρτηση. Για την ενέργεια, για την ακρίβεια, για την επερχόμενη επισιτιστική κρίση και για τις σιταποθήκες της Ουκρανίας που παραμένουν γεμάτες, λόγω πολέμου.

Τώρα που η επίπονη κατάκτηση της ευδαιμονίας έχει παραχωρήσει τη θέση της σε μια ασύμμετρη καλοπέραση. Τώρα που οι Νεοέλληνες περιμένουν στην ουρά για την ενοικίαση ξαπλώστρας στις παραλίες. Τώρα που πνίγουμε τα κοκόρια του συβαριτισμού μας για να μην μας ξυπνάνε το πρωί, θυμάμαι εκείνους που μπονόρα φώταγαν στα χωράφια τους !

Θυμάμαι τους ζευγολάτες μας ! Εκείνους που σώρωναν πινάκια τα χρυσαφένια σιτάρια, δίπλα στους θυμελικούς στύλους των αλωνιών τους. Τότε που τα αλώνια τους έμοιαζαν με τις πλακόστρωτες πλατείες των αρχαίων θεάτρων μας. Ήταν αυτοί που ίσιωναν τα μονοπάτια στη ζωή και στην πίστη τους. Γιατί το τραύμα τους ήταν το θαύμα τους ! Ήταν αυτοί που ζωντάνευαν τους δρόμους, με τις καψαλισμένες από τον ήλιο μάντρες τους, να «γλείφουν» στα δεμάτια των μουλαριών τους. Ήταν οι ίδιοι διαμορφωτές του κοινωνικού τους και του φυσικού τους χώρου. Στον δικό τους οικότοπο. Διδάσκονταν από τη σοφία της φύσης για να αποφεύγουν τις ανθρωπογενείς παρεμβάσεις με άσχημες συνέπειες. Ήταν οι λαξευτές του τοπίου τους. Του αποτυπωμένου στην ψυχή τους. Έτσι όπως ήταν αποτυπωμένο στην ασπίδα του Αχιλλέα. Με το νου τους όμως πάντα στην πατρίδα και με αυτονόητη την ευθύνη τους στην «εύτακτη ελευθερία».

Αυτοί οι ζευγολάτες ήξεραν να φροντίζουν και τα ζώα τους. Είχαν συνδεθεί μαζί τους στις ζοφερές κακουχίες του πολέμου. Ήταν οι αγόγγυστοι σύμμαχοί τους στον καθημερινό κάματο της ειρήνης. «Η ανάπαυσις των πόνων έστιν άρτυμα», ίσχυε το ίδιο και γι’ αυτούς και για τα ζώα τους. Στη διακοπή του οργώματος για λίγη ξεκούραση και φαγητό, τους έτριβαν το καταπονημένο στήθος και εκείνα γύρναγαν, τους κοίταγαν και τρίβονταν πάνω τους. Μετά τα τάιζαν με τη βρώμη που έπρεπε. Στην συνέχεια πλάνευαν τον εαυτό τους. Κάποιες μέρες έρχονταν και οι γυναίκες τους με ζεστό φαγητό. Αυτές οι γυναίκες με την εγκαρτέρηση και τη θλίψη του Ελκομένου της Μονεμβασιάς στα μάτια τους. Που συνήθως σκυμμένες ή οκλάζουσες διακονούσαν τη ζωή και την πατρίδα από την κούνια έως την κάσα. Χωρίς έναν εξηρμένο λόγο ποτέ να κοσμεί τα αστόλιστα αυτιά τους. Και οι ηλικιωμένες να αγναντεύουν στα παράθυρα ! Με το δάκρυ της ξενιτιάς να θαμπώνει τη λιγοστή τους όραση και να κρατά νωπή την τσαλακωμένη πετσετούλα στην τσέπη της ποδιάς τους.

Τις περισσότερες φορές οι ζευγολάτες ήταν μονάχοι. Διάλεγαν μια καλή πέτρα σε απάγκιο για να κάτσουν σαν βασιλιάδες (βάση + λας = πέτρα). Σαν άρχοντες που απέπνεαν τέτοια φυσική ευγένεια, ώστε να αναρωτιέται κανείς, από πού πήγαζε αυτή η λαϊκή ελίτ; Στη σκέψη τους οι ιαματικές προσδοκίες για την πρόοδο των παιδιών τους, που τα δίδαξαν ήθος και αγάπη για τα «γράμματα». Κάθε προσδοκία τους και ένα χαμόγελο. Και οι χαρακιές κακουχίας στο πρόσωπό τους, ίδιες με εκείνες στο πέτρινο υπέρθυρο της εισόδου του σπιτιού τους, να μετράνε τον χρόνο και να μαγεύουν το σφιγμένο, αντρίκιο και ακριβό τους χαμόγελο. Αυτοί δεν ήξεραν το χασκόγελο. Γιατί οι ρυτίδες οι κρυμμένες μέσα τους, χαράκωναν την ψυχή τους. Έκαναν το σταυρό τους την ώρα του φαγητού τους. Όχι από συνήθεια. Λίτονταν ! Ως Ακολουθία της Λιτής, σύντομη ικεσία μοναστικού τυπικού, η δέησή τους. Και η βουβή αυδή της γης τους, η ευωδιά του οργωμένου χαλικοκέντητου χωραφιού τους, να αναδίδει ως μέγιστη και άυλη ανταπόδοση στον μόχθο τους. Όχι ως αντίδωρο μιας ανάξιας μετοχής, αλλά ως ιερή και αντάξια ανταμοιβή των μετεχόντων στο Δώρο της Θείας Ευχαριστίας !

Δωρική η ιεροτελεστία του φαγητού τους. Δεμένη σταυρωτά η πετσέτα με το έντιμο ψωμί τους. Το αρμυρό τυρί τους προσφάι και δικαιολογία, για τη μεταλαβιά, δυο ποτήρια ευλογημένου οίνου στις φλέβες των χεριών τους, που διαγράφονταν όπως εκείνες των αρχαίων αγαλμάτων μας. Είχαν ζήσει τη στέρηση και την έλλειψη, αλλά δεν επέλεγαν την υπερβολή. Επέλεγαν την μεσότητα. Ήξεραν ότι η λίγη τροφή είναι υγεία. Εφάρμοζαν το «άσκηση υγιεινής, ακορίη τροφής, αοκνίη πόνων», δηλαδή ότι είναι άσκηση υγείας να μην τρως μέχρι κορεσμού και να μην αποφεύγεις τους κόπους. Γιατί οι ζευγολάτες αυτοί δεν ανήκαν στην ομάδα των ανθρώπων των «μισούντων πάσαν εργασίαν», ούτε σ’ αυτούς που διέθεταν τα μέσα για να… «ζώσι χωρίς να σκάπτωσι», όπως έλεγε ο Ροΐδης. Ήταν λεβέντες, όχι μόνο στο παράστημα. Οι περισσότεροι ήταν «πρωτανθοί της αρετής». Στα νιτερέσια τους αξία είχε ο λόγος τους και η συμφωνία, γιατί προτεραιότητα γι’ αυτούς είχε η σχέση και όχι η χρήση ή το τίμημα. Σέβονταν τους ανθρώπους, τη γη τους και τους καρπούς της, όπως σέβονταν τη γη και τα δέντρα των άλλων. Όχι σαν τους οψίμως απασχολούμενους με τη γη, ούτε σαν πολλούς ασυνείδητους «επαγγελματίες» σημερινούς αγρότες. Που είναι ρυπαντές των αγρών τους. Που ψεκάζουν ανεξέλεγκτα, που καίνε ή αλέθουν τα πλαστικά μαζί με το χώμα.

Εκείνοι οι αγρότες ήταν πολεμιστές στη ζωή και στα χαρακώματα του Αλβανικού Μετώπου. Τα κρυοπαγήματα στα γόνατά τους και οι ουλές από τα θραύσματα χειροβομβίδας στο κορμί τους, συνέθεταν τα στοιχεία της ταυτότητάς τους. Για τη γη τους ! Για τη γη μας ! Που είναι η έδρα μας, όπως την όρισε ο Ησίοδος για τους αθανάτους «… Γαι΄ ευρύστερνος, πάντων έδος ασφαλές αίει…», πλατύστερνη η γη και πάντοτε σταθερή έδρα όλων.

«Δε γυρεύω μήτε το σταμάτημα, μήτε το γύρισμα προς τα πίσω. Γυρεύω το νου, την ευαισθησία και το κουράγιο των ανθρώπων που προχωρούν εμπρός…», έγραφε ο Σεφέρης.

Το εμπρός όμως, έχει να κάνει και με την αναζήτηση της παράδοσής μας, των αξιών μας και του τρόπου της ζωής μας, ιδίως τώρα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης. Έχει να κάνει και με το ότι η ανθρωπογενής διαταραχή του περιβάλλοντος φαίνεται ότι υπερβαίνει την αυτορρύθμιση του κλίματος. Έχει να κάνει και με την ώσμωση του παρόντος και του παρελθόντος.

Στον αγροτικό μας τομέα, νομοτελειακά, το παρόν διαφέρει κατά πολύ του παρελθόντος. Άλλο άροση και άλλο υδροπονία. Η φυσική λίπανση των αγρών μας έχει αντικατασταθεί με τα σύνθετα λιπάσματα και τους βιοδιεγέρτες. Είναι πλέον γεγονός η εφαρμογή της καινοτόμου τεχνολογίας στην αγροτική μας οικονομία που είναι όμως περιορισμένη και μη ανταγωνιστική. Γιατί οι τεράστιες συστηματικές καλλιέργειες και η με ειδικούς αισθητήρες ευφυέστερη γεωργία άλλων χωρών μειώνει το κόστος παραγωγής και βελτιώνει την ποιότητα των προϊόντων τους. Η αγροτική μας πολιτική μάλλον αναλώνεται περισσότερο στη διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων και των επιδοτήσεων και λιγότερο στην κατεύθυνση της αγροτικής μας πολιτικής. Ευτυχώς που παράγουμε διάφορα εξαιρετικής ποιότητας αγροτοκτηνοτροφικά Προϊόντα Ονομασίας Προέλευσης και Γεωγραφικής Ένδειξης, για τα οποία όμως πρέπει να αυξηθεί η παραγωγή και η εξαγωγή. Θα μπορούσαμε επίσης να παράγουμε σε μεγαλύτερες ποσότητες όλα τα αγροτικά προϊόντα. Όμως ο αγροτικός μας τομέας είναι λιγότερο εθνικός από όσο θα έπρεπε και σ’ αυτό συντελεί η Ε.Ε. και ο αστισμός μας. Η γη μας στις ορεινές και στις ημιορεινές κυρίως περιοχές είναι έρημη. Βρίσκεται σε εγκατάλειψη. Τα χωράφια μας είναι σε «αγρανάπαυση» διαρκείας. Δεν διαθέτουμε βέβαια αυτάρκεια. Και δεν μπορούμε να παράγουμε ό, τι καταναλώνουμε. Αντιθέτως εισάγουμε ακόμα και σιτηρέσια ζώων ή … λεμόνια.

Δυστυχώς χάσαμε για πάντα την τέχνη του βίου και τα θησαυρίσματα απροσποίητης ευκοινωνησίας των πατεράδων μας και των παππούδων μας.

Αν αφουγκραζόμαστε τους ζευγολάτες μας, τι θα είχαν άραγε να μας πουν; Αυτοί που ήταν μέρος της εθνικής μας βιογραφίας. Αυτοί που γνώριζαν τα σύνορα της πατρίδας μας όπως γνώριζαν τα σύνορα των χωραφιών τους. Αυτούς θα ήθελα να ακούσω, γιατί αυτούς τους πολεμιστές, αυτούς τους ζευγολάτες, αυτούς τους πολύτιμους «επικονιαστές» της κακοτράχαλης γης μας, ευθυτενείς με την ξυάλη στα χέρια, φέρω μέσα μου.

Εις μνήμην όλων αυτών των ζευγολατών της Ορεινής Ηλείας, της Ορεινής Τριφυλίας, και όχι μόνο, αυτών των αντρών με «λόγω τιμής», αφήνω ένα παιδικό δάκρυ στα χέρσα και δασωμένα πλέον χωράφια μας, να στεγνώσει με εκείνο το αεράκι που χάιδευε τα γεννήματά μας στις πλαγιές. Κρατάω φυλαχτό στο παλίμψηστο των οφθαλμών μου, εκείνες τις πρώτες εικόνες με το καταπράσινο, το μαγευτικό κύμα του βουνού με τον αστάχυνο αφρό, που αργοσάλευε στις πλαγιές και έσπαγε στα πεζούλια των γερόντων μας και στους όχτους της οικογεωγραφίας μας.

Γεώργιος Ν. Πολύδωρας

Συντ/χος καθηγητής - Κυπαρισσία

Πηγή

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ  «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» (14.7.2022)

https://www.facebook.com/photo/?fbid=568035291641711&set=g.1408972685984020

 

Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

ΝΑΡΚΙΣΣΟΣ ΚΑΙ ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ

 


ΝΑΡΚΙΣΣΟΣ ΚΑΙ ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟΣ

Ο μύθος του Νάρκισσου ενέπνευσε την έννοια του ναρκισσισμού στην ψυχολογία, δηλαδή την παθολογική αυτοαγάπη και την αδυναμία ανάπτυξης υγιών σχέσεων. Στον πυρήνα του, ο μύθος δείχνει πώς η έλλειψη ενσυναίσθησης και αυτογνωσίας μπορεί να οδηγήσει στην απομόνωση και την καταστροφή.

Ο μύθος του Νάρκισσου είναι ένας από τους πιο γνωστούς της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας και έχει διαχρονικό συμβολισμό, που σχετίζεται με την αυτοαγάπη, τη ματαιοδοξία και την έλλειψη ενσυναίσθησης.  

 

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΝΑΡΚΙΣΣΟΥ

 

Ο Νάρκισσος ήταν ένας πανέμορφος νέος, γιος του ποταμού Κηφισού και της νύμφης Λειριόπης. Από μικρός ήταν ξακουστός για την εξαιρετική του ομορφιά. Όλοι τον θαύμαζαν, άνδρες και γυναίκες, αλλά εκείνος παρέμενε αδιάφορος, αγνοώντας τους πάντες.

Μία από τις νύμφες, η Ηχώ, ερωτεύτηκε τον Νάρκισσο. Όμως, λόγω μιας κατάρας που της είχε ρίξει η Ήρα, μπορούσε μόνο να επαναλαμβάνει τα λόγια των άλλων και όχι να μιλήσει πρώτη. Όταν προσπάθησε να του εκδηλώσει την αγάπη της, εκείνος την περιφρόνησε. Η Ηχώ, πληγωμένη και απελπισμένη, μαράθηκε από τη θλίψη και το σώμα της εξαφανίστηκε, αφήνοντας μόνο τη φωνή της.

Η θεά Νέμεσις, βλέποντας την υπεροψία και την αλαζονεία του Νάρκισσου, αποφάσισε να τον τιμωρήσει. Τον οδήγησε σε μια πηγή με καθαρό νερό, όπου, καθώς έσκυψε να πιει, αντίκρισε το είδωλό του και ερωτεύτηκε τον ίδιο του τον εαυτό, χωρίς να καταλαβαίνει ότι ήταν απλώς μια αντανάκλαση.

Ο Νάρκισσος μαγνητίστηκε από τη δική του εικόνα και δεν μπορούσε να απομακρυνθεί από την πηγή. Η επιθυμία του για τον "άγνωστο" νέο που έβλεπε ήταν τόσο έντονη που τελικά έλιωσε από τον πόθο ή, σύμφωνα με κάποιες εκδοχές, αυτοκτόνησε. Στο σημείο όπου πέθανε, φύτρωσε ένα λουλούδι, το οποίο ονομάστηκε νάρκισσος.

 

"Ναρκισσισμός» και ψυχολογία

 


 

Στη σύγχρονη εποχή, ο όρος "ναρκισσισμός" απέκτησε ψυχολογική σημασία, περιγράφοντας ένα σύνολο χαρακτηριστικών και συμπεριφορών που σχετίζονται με την υπερβολική αυτοεκτίμηση, την έλλειψη ενσυναίσθησης και την ανάγκη για θαυμασμό. Το φαινόμενο αυτό είναι πλέον συχνό και μελετάται εντατικά από την ψυχολογία και την ψυχιατρική.

Ο ναρκισσισμός, στην ψυχολογική του διάσταση, αναφέρεται σε ένα πρότυπο συμπεριφοράς όπου το άτομο δίνει υπερβολική σημασία στον εαυτό του, θεωρεί ότι υπερέχει των άλλων και αναζητά διαρκώς την επιβεβαίωση και τον θαυμασμό των γύρω του. Αν και ένα μέτρο αυτοεκτίμησης είναι φυσιολογικό και απαραίτητο, ο παθολογικός ναρκισσισμός ξεπερνά τα όρια και γίνεται επικίνδυνος τόσο για το ίδιο το άτομο όσο και για τους ανθρώπους του περιβάλλοντός του.

Η ψυχολογία αναγνωρίζει τον ναρκισσισμό ως χαρακτηριστικό της προσωπικότητας, αλλά σε πιο ακραίες περιπτώσεις, όταν δηλαδή προκαλεί σοβαρά προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις ή στην κοινωνική και επαγγελματική λειτουργία, ταξινομείται ως Ναρκισσιστική Διαταραχή Προσωπικότητας (Narcissistic Personality Disorder). Τα άτομα αυτά συχνά εμφανίζουν υπερβολική αίσθηση ανωτερότητας, δεν μπορούν να δείξουν ειλικρινή ενσυναίσθηση, απορρίπτουν την κριτική και είναι εξαιρετικά ευάλωτα σε κάθε μορφή απόρριψης ή αποτυχίας.

Τα αίτια του ναρκισσισμού μπορεί να προέρχονται από την παιδική ηλικία. Παιδιά που μεγάλωσαν σε περιβάλλον υπερβολικής αποδοχής ή αντιθέτως συναισθηματικής παραμέλησης συχνά αναπτύσσουν ναρκισσιστικές τάσεις ως μηχανισμό αυτοπροστασίας. Η σύγχρονη κοινωνία και ιδίως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενισχύουν την ανάγκη για προβολή, αποδοχή και εξιδανίκευση της εικόνας του εαυτού, ενισχύοντας έτσι τη ναρκισσιστική συμπεριφορά, ιδιαίτερα στους νέους.

Οι συνέπειες του ναρκισσισμού στις ανθρώπινες σχέσεις είναι σημαντικές. Οι νάρκισσοι δυσκολεύονται να δημιουργήσουν ουσιαστικούς δεσμούς, συχνά εκμεταλλεύονται τους άλλους, ενώ παρουσιάζουν έντονο θυμό όταν δεν λαμβάνουν τον θαυμασμό που προσδοκούν. Αυτό οδηγεί σε συγκρούσεις, συναισθηματική απόσταση και ενίοτε σε κοινωνική απομόνωση.

 

Η ατυχία να έχεις αδελφό νάρκισσο.

 


 

Ένας νάρκισσος αδελφός είναι ο άνθρωπος που καθρεφτίζεται συνεχώς στον εαυτό του, όχι για να βρει μέσα του κάτι αληθινό, αλλά για να λατρέψει την αντανάκλαση της ψεύτικης τελειότητας που έχει πλάσει. Ο νάρκισσος αδελφός δεν αγαπά – απαιτεί θαυμασμό. Δεν μοιράζεται – εκμεταλλεύεται. Και πάνω απ’ όλα, δεν προσφέρει – υπολογίζει, κρατά, μαζεύει. Τσιγκούνης όχι μόνο με το χρήμα, αλλά και με τη στοργή, τη συγγνώμη, την κατανόηση.

Ψυχολογικά, τέτοιου είδους αδελφός βλέπει τον εαυτό του ως τον άξονα γύρω από τον οποίο οφείλουν να περιστρέφονται όλοι οι άλλοι. Τα πάντα μεταφράζονται σε όρους συμφέροντος: τι θα κερδίσει, τι θα χάσει, ποιος θα τον επαινέσει. Αν δώσει κάτι – ακόμη και μια καλημέρα με αληθινή ζεστασιά – το θεωρεί επένδυση, που απαιτεί άμεση απόδοση.

Τα Προβλήματα που Δημιουργεί

Πολλά τα προβλήματα που δημιουργεί με την συμπεριφορά του

1.         Συναισθηματική αποστράγγιση

Συχνά θα σε κάνει να νιώθεις ένοχος που ζητάς ή χρειάζεσαι κάτι, ακόμα κι αν είναι απλό ή αυτονόητο. Δεν δίνει χώρο για αδυναμίες – μόνο για τις δικές του υπερβολές.

2.         Συνεχής υποτίμηση

Αν πετύχεις κάτι, θα το μειώσει ή θα το συγκρίνει με κάτι δικό του, πάντα ανώτερο. Αν αποτύχεις, θα φροντίσει να το θυμάσαι. Πάντα εκεί, όχι για να σε στηρίξει, αλλά για να αποδείξει πως εκείνος ξέρει καλύτερα.

3.         Οικονομικές και πρακτικές δυσκολίες

Ως τσιγκούνης, δεν θα βοηθήσει ούτε όταν μπορεί – και συχνά θα κάνει να φαίνεται πως σου προσφέρει ενώ στην πραγματικότητα απλώς αποφεύγει το κόστος. Μπορεί να ζητά δανεικά χωρίς πρόθεση επιστροφής ή να αποφεύγει να συμβάλει σε κοινές οικογενειακές υποχρεώσεις.

4.         Διαρκής χειραγώγηση

Ο νάρκισσος τσιγκούνης αδελφός δεν υψώνει φωνή· χαμογελά και σου φυτεύει ενοχές. Σε κάνει να νιώθεις υποχρεωμένος επειδή "σου έκανε χάρη" – ακόμη κι όταν απλώς έκανε το ελάχιστο.

5.         Τοξική οικογενειακή δυναμική

Δημιουργεί ρήγματα στις σχέσεις μεταξύ των άλλων μελών της οικογένειας. Καλλιεργεί ανταγωνισμό, παρεξηγήσεις, ακόμη και αποξένωση. Η αγάπη δεν έχει χώρο να ριζώσει όταν το χώμα είναι γεμάτο δηλητήριο.

Ας δούμε τι λέει κάποιος που έχει τραβήξει μαρτύρια εξ αιτίας του νάρκισσου – τσιγκούνη αδελφού του.

"Ο αδελφός μου ο Αχιλλέας"

 

Ο Αχιλλέας δεν έμπαινε σ’ ένα δωμάτιο — το καταλάμβανε. Σαν βασιλιάς που ρίχνει το βλέμμα του όχι για να δει, αλλά για να κρίνει. Τα μάτια του, καθρέφτες γυαλισμένοι απ’ τον θαυμασμό που περίμενε να δει στους άλλους. Το βήμα του, αργό, μελετημένο – κάθε του κίνηση φώναζε «εγώ».

Ήταν ο αδελφός μου. Μα ποτέ δεν ένιωσα πως ήμουν ο δικός του αδελφός.

Από μικρός μάζευε τα πάντα μα κυρίως χρήματα, επιβραβεύσεις. Ό,τι είχε αξία στα μάτια του, έπρεπε να του ανήκει. Ό,τι δεν του απέφερε κέρδος – υλικό ή συναισθηματικό – του ήταν άχρηστο. Οι λέξεις του, μόνο αυτές που ήθελε να ξεστομίσει. Το χαμόγελο, γεμάτο υποκρισία. Κι η καλοσύνη του – όταν τυχόν εμφανιζόταν – συνοδευόταν πάντα από εκείνο το βλέμμα του που σου έλεγε: μην ξεχάσεις τι σου πρόσφερα σήμερα.

Όταν του ζητούσες βοήθεια, σου την έδινε σε δόσεις. Μισή συμβουλή, λίγη καθυστέρηση, κι ένα τεράστιο «θυμήσου ποιος σε έσωσε». Και αν κάποτε τολμούσες να του μιλήσεις για τις ανάγκες σου, τις ανάγκες των παιδιών σου, τότε σου απαντούσε: « Σου τόχα πει. Τι τα θέλεις τα παιδιά; Δεν φταις εσύ που δεν προνόησες για τις ανάγκες σου. Εγώ φταίω που νοιάζομαι για εσένα.»

Και μέσα σ’ όλα αυτά, το χειρότερο δεν ήταν η τσιγγουνιά του στο χρήμα. Ήταν η τσιγγουνιά του στην τρυφερότητα, στη στήριξη, στην αδελφικότητα. Ό,τι αγαπούσε, το ήθελε μόνο γι’ αυτόν – ακόμη και τη μνήμη των γονιών μας, την κρατούσε σφιχτά σαν προσωπικό τρόπαιο, λέγοντας πάντα: «Εγώ τους στάθηκα περισσότερο.»

Μα εγώ θυμάμαι. Θυμάμαι, θυμάμαι πολλά από την αχαρακτήριστη συμπεριφορά του. Θυμάμαι πώς μου είπε «θα το ξεπεράσεις» όταν αντιμετώπιζα προβλήματα τη δουλειά μου. Θυμάμαι πώς, ό,τι του ζητούσα, έμοιαζε σ’αυτόν σαν επιδρομή στο θησαυροφυλάκιο του, έστω και αν δεν του στοίχιζε τίποτα.

Κι όμως, ακόμη και τώρα, κάθε τόσο περιμένω – ίσως μάταια – να χτυπήσει το τηλέφωνο και να τον ακούσω να λέει: «Αδερφέ μου, τι χρειάζεσαι;» Αλλά το τηλέφωνο δεν χτυπά. Κι εκείνος, εκεί – πάντα να περιμένει να του πεις ευχαριστώ, ακόμη κι όταν δεν σου δίνει απολύτως τίποτα.

Και νάταν μόνο αυτά;;;

Όταν ξεκινούσε το επάγγελμά του, εμείς τα αδέλφια του προσφέραμε ένα γραφείο να στεγάσει στα πρώτα του βήματα την δραστηριότητα του — αληθινό δώρο από αδελφική πίστη και αγάπη. Δεν του ζητήσαμε αντίτιμο· μόνο να πορευτεί με ήθος. Μα εκείνος, με το βλέμμα του σφιχτό και το στόμα του πάντα μισάνοιχτο για δικαιολογίες, ξέχασε γρήγορα ποιοι του στάθηκαν. Δεν πλήρωνε τις υποχρεώσεις του στο διαμέρισμα που του παραχωρήσαμε. Κι όταν οι λογαριασμοί έφταναν απλήρωτοι στην πόρτα, δεν απαντούσε. Άφηνε τη διαχείριση να χτυπά τα κουδούνια των υπολοίπων. Να χτυπά σ’εμάς τα αδέλφια του.

Κι ύστερα, ήρθε και το θέμα του σπιτιού. Εγώ, κάτοχος του μεγαλύτερου μέρους και εκείνος, ενός μονάχα μικρού ποσοστού. Του το πρόσφερα προσωρινά – για να σταθεί στα πόδια του, όπως κάνει κανείς για τον αδελφό του. Μα για τον Αχιλλέα, κάθε χέρι βοήθειας είναι απλώς μια νέα ευκαιρία κατάκτησης.

Χωρίς παιδιά, χωρίς ρίζες – μονάχα με μια γυναίκα στο πλευρό του που ήξερε να ζητά, να απαιτεί, να διεκδικεί ό,τι δεν της ανήκε. Μαζί, άρχισαν να συμπεριφέρονται στο σπίτι σαν να ήταν δικό τους. Να βάζουν κλειδαριές, να απαγορεύουν είσοδο, να προσπαθούν να το οικειοποιηθούν. Άρχισαν να ψιθυρίζουν όρους νομικούς· κατοχή, χρησικτησία, τετελεσμένα.

Εγώ, εκεί – να παρακολουθώ έναν αδελφό που μετατρεπόταν σε αντίδικο. Κι έναν άνθρωπο που, ενώ μεγάλωσε πλάι μου, τώρα ετοίμαζε χαρτιά για να μου πάρει ό,τι κάποτε του πρόσφερα με ανοιχτή καρδιά.

Δεν με πονάει τόσο το σπίτι. Με πονάει η αχαριστία. Η μετατροπή της αγάπης σε ευκαιρία. Η απληστία που καμουφλάρεται πίσω από τον νόμο. Ο αδελφός που δεν είδε ποτέ πέρα από τον εαυτό του.

Ίσως τελικά να μην ήθελε ποτέ οικογένεια. Ήθελε κοινό, υπηρέτες, στηρίγματα. Κι όταν τα πήρε, τα γύρισε όλα ανάποδα. Και τώρα, στεκόμαστε σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα — εγώ με τη μνήμη, εκείνος με τα νομικά του.

Μα ακόμη και τώρα, βαθιά μέσα μου, αναρωτιέμαι: ποιος έχασε πιο πολλά τελικά; Εκείνος που θέλησε να αρπάξει, ή εγώ που τόλμησα να προσφέρω;

Ειλικρινά στενοχωρήθηκα με τα παθήματά του φίλου μου  αλλά πώς να τον παρηγορήσω;

Αν έχεις έναν τέτοιον αδελφό, η μεγαλύτερη πρόκληση δεν είναι να του αλλάξεις συμπεριφορά — κάτι που σπανίως επιτυγχάνεται — αλλά να προστατεύσεις τον εαυτό σου από την ψυχική φθορά. Οριοθέτηση, συναισθηματική αποστασιοποίηση και, αν χρειαστεί, απομάκρυνση, είναι μερικές από τις υγιείς άμυνες.

 

 

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:

Σε εμένα πάντως και σε εσάς, που διαβάστε αυτή την ανάρτηση, πιστεύω ότι συμπερασματικά μας έμεινε το δίδαγμα ότι ο ναρκισσισμός είναι ένα φαινόμενο με βαθιές ρίζες τόσο στον μύθο όσο και στην ανθρώπινη ψυχή.

Αν και όλοι φέρουμε κάποια ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά, η υπερβολή τους μπορεί να καταστεί επιβλαβής. Η καλλιέργεια της αυτογνωσίας, της ενσυναίσθησης και της ταπεινότητας είναι βασικά στοιχεία για την ισορροπημένη ανάπτυξη της προσωπικότητας και για τη δημιουργία υγιών σχέσεων με τους άλλους.

Στην εποχή της ψηφιακής προβολής και του «φαίνεσθαι», είναι πιο επίκαιρο από ποτέ να θυμόμαστε ότι η αληθινή αξία του ανθρώπου βρίσκεται όχι μόνο στην εικόνα του, αλλά κυρίως στις πράξεις του και στη σχέση του με τους γύρω του.

 

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2025

Κ. Γραικιώτης : Τώρα θα ζήσω για μένα

 


Τώρα θα ζήσω για μένα

Όταν η ψυχή αποφασίζει να ξαναγεννηθεί

Υπάρχουν στιγμές στη ζωή που η σιωπή μας φωνάζει πιο δυνατά απ’ όλους. Που κουραστήκαμε να είμαστε όλα για όλους και τίποτα για εμάς. Που κοιτάμε τον καθρέφτη και αναρωτιόμαστε: πότε θα ζήσω… για μένα; Αυτό το κείμενο είναι ένα ταξίδι αυτογνωσίας, μια εξομολόγηση και μια κραυγή απελευθέρωσης. Αν νιώθεις πως ήρθε η ώρα να πεις «ως εδώ», τότε αυτό είναι για σένα.

Ξεφλουδίζω τις μέρες μου σαν παλιά ομόλογα. Τα κρατούσα σφιχτά για μια ζωή, προσμένοντας τόκους ευτυχίας που ποτέ δεν ήρθαν. Τα εξαργυρώνω τώρα στην τράπεζα της καρδιάς μου, που έχει πια μόνο έναν πελάτη: τη μοναξιά μου. Κι εκείνη, όσο κι αν την πλήγωσα, πάντα με περιμένει στη γωνία, σαν πιστός σκύλος που δεν ξέρει τι σημαίνει προδοσία.

Ξεγελώ τις τύψεις μου με την πρόφαση της φθοράς. Του χρόνου – αυτού του κατεργάρη χωρίς λόγο τιμής. Ξεπληρώνω με ευτυχίες περασμένες, που η μνήμη – αυτή η γλυκιά μου απατεώνισσα – τις σερβίρει ξανά και ξανά σαν να τις χρειάζομαι για να αναπνέω.

Μα δεν τις χρειάζομαι πια. Ξεπουλώ όσα κρατούσα κρυφά, ασήμαντα πράγματα που τα σκέπαζε η σκόνη της ανασφάλειας, μα μέσα τους κρυβόταν ό,τι δεν τόλμησα ποτέ να ζήσω. Σφραγίζω επιταγές συναισθημάτων χωρίς αντίκρισμα, ακυρώνω συμβόλαια του «πάντα» που υπογράφτηκαν με λόγια, κι όχι με αλήθειες.

Γκρεμίζω κάστρα από άμμο, που ’χτιζα παιδί με τα χέρια της αθωότητάς μου στην παραλία της χαράς. Τώρα, δαγκώνω το μήλο της γνώσης χωρίς ενοχή. Μιλάω κατάματα στο φίδι. Δεν ψάχνω για συκή – δεν έχω τίποτα να κρύψω πια.

Κατεβαίνω στον βυθό, εκεί που ναυάγησαν οι παλιές μου αγάπες. Κι από το ναυάγιο διαλέγω προσεκτικά τα πολύτιμα. Όχι από ανάγκη – από σεβασμό. Τα υπόλοιπα τα αφήνω στη θάλασσα να τα πάρει το ρεύμα.

Ξεκλειδώνω συρτάρια ψυχής και τα πετάω όλα. Όλα. Κρατάω μόνο ένα «σ’ αγαπάω». Για τις στιγμές που νυχτώνει μέσα μου κι έχω ανάγκη να ανάψω φως.

Κλείνω κύκλους που χάραξα με τον διαβήτη του «θέλω» και, παρ’ ότι η μύτη έχει σχεδόν σπάσει, ανοίγω άλλους. Με άλλη διάμετρο, αλλά με την ίδια ψυχή. Κι αν πονάει, ας πονάει.

Τώρα ξέρω.

Είναι κάποιες στιγμές στη ζωή που ξυπνάς. Όχι σαν απ’ τον ύπνο. Από λήθαργο. Από χειμερία νάρκη που κράτησε όχι μόνο χειμώνες αλλά και καλοκαίρια. Και τότε λες: «Τώρα θα ζήσω για μένα».

Όχι επειδή πριν δεν ζούσες, αλλά επειδή ζούσες για όλους – εκτός από σένα. Είσαι ο τελευταίος που σκεφτόσουν κάθε βράδυ, κι ας έλεγες πως τα κάνεις όλα για σένα. Ένα έξυπνο άλλοθι για να μη σε πούνε βλάκα. Κι εσύ το πίστεψες.

Έμεινες. Σε σχέσεις, σε δουλειές, σε ρόλους που δε σου πήγαιναν, επειδή φοβόσουν. Να μη σε πουν λιποτάκτη. Να μη νομίσουν πως δεν αγάπησες. Κι ας έκλαιγε μέσα σου ο εαυτός σου. Έκλεινες τ’ αφτιά στα SOS του.

Μέχρι που έπεσε το παραβάν. Κι έμειναν γυμνές οι καρδιές. Αντικριστά. Δυο καρδιές. Που δεν μπορούσαν πια να πουν ψέματα. Ομολόγησαν – ακόμα και τα ανομολόγητα. Και πόνεσαν. Και μάτωσαν. Μα ο κύκλος έκλεισε. Για να γεννηθεί καινούριος.

Γιατί έτσι είναι οι ζωές μας: κύκλοι. Παραβολές. Ιστορίες με ηθικά διδάγματα που δεν γράφτηκαν ποτέ σε βιβλία. Μονάχα στη σιωπή των βραδινών σκέψεων.

Μάθε να φεύγεις όταν πρέπει. Όχι όταν σβήσεις. Μάθε να μην προσποιείσαι πως έχεις, όταν είσαι άδειος. Είναι κι αυτό αρετή. Και ναι: Ηθικό είναι να μη δίνεις όταν δεν έχεις. Όχι να προσποιείσαι ότι δίνεις.

Ζήσε. Για σένα. Όχι από εγωισμό. Από αλήθεια. Από δικαίωμα.

Όλοι έχουμε χάσει χρόνο. Όλοι έχουμε κρατήσει ανοιχτούς λογαριασμούς με το παρελθόν. Μα κάποια μέρα, κάποια στιγμή, φτάνεις στο τώρα. Και τότε κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη και του λες:

«Τώρα θα ζήσω για μένα.»

Και το εννοείς.

Αν ένιωσες και εσύ έστω και μια φράση αυτού του κειμένου να σου μιλάει, μην την αγνοήσεις. Κάνε σήμερα ένα μικρό βήμα για σένα. Φέρε μπροστά σου τις εμπειρίες σου μιας και  απλά πες «κι εγώ… τώρα θα ζήσω για μένα».

 κ.α.γ.