Κυνηγώντας αγριόχοιρους με τον Χρουστσόφ στην Ουγγαρία
Και ναι μεν ο Χρουστσόφ δε σκότωσε το αγριογούρουνο...
...εξήγησε όμως πώς η γάτα μπορεί να φάει μουστάρδα!..
Στην καρδιά του Ψυχρού Πολέμου, τα παρασκήνια της διπλωματίας δεν εκτυλίσσονταν πάντοτε πίσω από κλειστές πόρτες και αυστηρά επίσημα τραπέζια. Μερικές φορές, ένα κυνήγι αγριόχοιρων σε κάποιο δάσος της Ουγγαρίας μπορούσε να αποκαλύψει περισσότερα για τις διεθνείς σχέσεις, την ανθρώπινη πλευρά των ισχυρών και τις ιδιότυπες στιγμές που γράφουν την άτυπη ιστορία της εποχής. Ο Γιάνος Ραντβάνι, Ούγγρος πρώην πρεσβευτής στις ΗΠΑ (1962-1967) και αργότερα καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο τού Μισισιπή, διπλωμάτης και ακαδημαϊκός, μας παραδίδει μια γλαφυρή αφήγηση της επίσκεψης του Νικήτα Χρουστσόφ στην Ουγγαρία το 1961, σε μια εποχή που η παγκόσμια πολιτική περνούσε μέσα και από τα... χαρακώματα του κυνηγιού.
Ο Γιάνος Ραντβάνι θυμάται ένα κυνήγι αγριόχοιρων πού έκανε το 1961 ο Χρουστσόφ στην Ουγγαρία, και τα όσα απολαυστικά συνέβησαν μετά.
Ήταν το φθινόπωρο του 1961 που ο Νικήτα Χρουστσόφ προγραμμάτισε ένα σύντομο ταξίδι στην Ουγγαρία. Ήταν ένα από τα πολλά ανεπίσημα ταξίδια του, στα οποία συνήθιζε να συνδυάζει δουλειές και διασκέδαση. Τούτη τη φορά ο Χρουστσόφ σχεδίαζε να έχει σοβαρές συνομιλίες και, παράλληλα, να απολαύσει την αγαπημένη του διασκέδαση, πού ήταν το κυνήγι αγριόχοιρων.
Προσωπικά σαν αρμόδιος τότε για το πρωτόκολλο τού υπουργείου Εξωτερικών της Ουγγαρίας, ήμουν υπεύθυνος για την τήρηση του προγράμματος των σοβιετικών φιλοξενούμενων.
Η δουλειά αυτή δεν ήταν από τις εύκολες. Ειδικά το καθήκον μου να εξασφαλίσω την επιτυχή έκβαση του κυνηγιού αγριόχοιρων, ήταν από τις βαρύτερες ευθύνες μου.
Έτσι πριν αφιχθεί ο Χρουστσόφ, έγινε μια περιήγηση - επιθεώρηση στην περιοχή πού θα πήγαινε ο σοβιετικός επίσημος για κυνήγι, και στη συνέχεια ασχοληθήκαμε (οι συνάδελφοι μου κι εγώ) με τη ρύθμιση και των παραμικρών λεπτομερειών.
Ανάμεσα στους συντρόφους μου, πού επεξεργάστηκαν μαζί μου το επίπονο αυτό πρόγραμμα, ήταν ο συνταγματάρχης Σεμπαστιέν, επικεφαλής της Ουγγρικής Μυστικής Υπηρεσίας (πού στη χώρα μου ήταν πιο γνωστή σαν «Φύλακας της Κυβέρνησης»), και ένας σοβιετικός σύμβουλος ασφαλείας, πού του άρεσε να τον φωνάζουν «Μίσα». Συνεργάστηκα, επίσης με τη Νατια Βεροκ, στέλεχος του κομμουνιστικού κόμματος, του Τμήματος Διεθνών Σχέσεων, και με το διευθυντή του Ιδρύματος Παιδείας.
Επικίνδυνο κυνήγι
Οδηγός μας ήταν ένας καλοθρεμμένος Ούγγρος, ο Ιστβάν Βάργκα, δασοφύλακας στην περιοχή όπου θα γινόταν το κυνήγι. Ταξιδεύαμε με τζιπ, ώσπου φτάσαμε σ’ ένα στενό πέρασμα, σε μια πλαγιά, οπότε και αρχίσαμε, αναγκαστικά, το περπάτημα. Ο Βάργκα μάς πήγε σ' ένα ξέφωτο, και μάς είπε:
Αν οι καλεσμένοι σας περιμένουν σ’ αυτό το ξέφωτο μια ώρα, την αυγή, θα δουν μια ολόκληρη στρατιά αγριόχοιρων, πού θα έρθουν εδώ για να πιουν νερό από τούτο το ρυάκι».
Ο Βάργκα πήρε μια βαθιά ανάσα και ξέσπασε συγκρατημένα:
«Μονάχα ένας τυφλός θάχανε το στόχο του απ' αυτό το ξέφωτο».
Όλοι γελάσαμε και αρχίσαμε να εξετάζουμε το έδαφος και τη γύρω περιοχή για να στηθούν πρόχειροι καταυλισμοί.
Το κυνήγι αγριόχοιρων, όπως και το κυνήγι της αρκούδας, είναι πολύ επικίνδυνο. Αυτά τα άγρια γουρούνια έχουν τέτοια δόντια, πού μπορούν να ξεσκίσουν ένα ζώο ή έναν άνθρωπο μέσα σε δευτερόλεπτα. Έχω δει ο ίδιος έμπειρους κυνηγούς να πετάνε το δίκαννο και να σκαρφαλώνουν σαν τρελοί πάνω στο πλησιέστερο δέντρο, τρομοκρατημένοι από το κυνηγητό των αγριόχοιρων. Έτσι, τα ειδικά μέτρα ασφαλείας λήφθηκαν στην εντέλεια.
Και μετά το Μάο οι... αγριόχοιροι
Το αεροπλάνο με το οποίο ταξίδευε ο Σοβιετικός επίσημος προσγειώθηκε σε μια στρατιωτική βάση κοντά στη Βουδαπέστη. Ο Χρουστσόφ με την ολιγομελή συντροφιά του φιλοξενήθηκε σ’ έναν κυβερνητικό ξενώνα για επισήμους στο Λόφο Βούδα, και οι συνομιλίες έγιναν στο αρχηγείο του Ουγγρικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Ο Χρουστσόφ και ο γενικός γραμματέας του Κ.Κ. Ουγγαρίας. Γιάνος Καντάρ, συζητούσαν τις εντεινόμενες σινο - σοβιετικές διαφορές και τον αντίκτυπο τους στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.
Ενώ ο Χρουστσόφ ήθελε να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στην Αλβανία και τον προστάτη της, την Κίνα, ο Καντάρ πίστευε πιο πολύ στην τακτική «ας περιμένουμε να δούμε». Ο Χρουστσόφ επέμεινε πολύ, και ο Καντάρ υποσχέθηκε να συμπαρασταθεί στους Σοβιετικούς και να υποστηρίξει τις πιέσεις τους. Όπως ο Χρουστσόφ, έτσι και ο Καντάρ αποδοκίμασε την πολιτική του Εμβέρ Χότζα και την προσωπολατρία του Μάο.
Τη δεύτερη μέρα της επισκέψεως, ο Καντάρ και ο Χρουστσόφ ήταν έτοιμοι για το κυνήγι. Έτσι, στις 2 τη νύχτα, ξεκινήσαμε. Οι κυνηγοί ήταν μισοκοιμισμένοι κατά τη διάρκεια του σύντομου ταξιδιού (το δάσος απείχε 25 χιλιόμετρα από τη Βουδαπέστη). Όταν, όμως, φτάσαμε εκεί, ο φρέσκος αέρας τους ξύπνησε. Περπατήσαμε μέχρι το ξέφωτο.
Ο Καντάρ πρόσφερε ένα εξαιρετικό μπράντι, και με τον τρίτο γύρο πού έκανε το μπουκάλι, οι καλεσμένοι μας απέκτησαν εξαιρετική διάθεση. Ήταν ή ώρα να πάρουμε τις θέσεις μας. Ο Χρουστσόφ και ο Βάργκα πήγαν στο πρώτο «χαράκωμα». Ο Καντάρ έμεινε μόνος του στο δεύτερο, άλλοι ανέβηκαν στα δέντρα, κι εγώ με το συνταγματάρχη Σεμπαστίν ανεβήκαμε στην κουφή, του λόφου, απ' όπου παρακολουθούσαμε όλη την κοιλάδα.
Ο Χρουστσόφ κρατούσε το όπλο του σφιχτά και νευρικά, παρατηρώντας ανυπόμονα το ρυάκι. Το σκηνικό ήταν έτοιμο. Οι μόνοι που έλειπαν ήταν οι αγριόχοιροι —αλλά όχι για πολύ. Μέσα σε μισή ώρα οι αγριόχοιροι ξεπετάχτηκαν μεμιάς από τους θάμνους. Στην αρχή εμφανίστηκαν πέντε «νεαροί» αγριόχοιροι, και στη συνέχεια άλλοι δώδεκα.
Δεν υποψιάστηκαν κινδύνους, κι έτσι προχώρησαν ήσυχα στο ρυάκι, απ’ όπου άρχισαν να ξεδιψάνε με το παγωμένο νερό.
Δεν πίεσε καθόλου την σκανδάλη
Εντελώς ξαφνικά, ο «αρχηγός» τους, πού ήταν ο γηραιότερος και ζύγιζε 230 κιλά, τέντωσε το αυτί του, και στράφηκε ελαφρά προς το μέρος μου. Δεν ξέρω αν άκουσε κανέναν ύποπτο θόρυβο ή αν ο αέρας του μετέφερε ανθρώπινη μυρωδιά, άλλα καθώς παρατηρούσε προς το μέρος μας, γινόταν όλο και πιο νευρικός, ενώ η νευρικότητα του άρχισε να μεταδίδεται σαν επιδημία σε όλη την αγέλη.
Δίχως αμφιβολία, ήσαν έτοιμοι να αποσυρθούν από το πεδίο βολής. Ο Βάργκα έγνεψε στον Χρουστσόφ να σημαδέψει τον μεγαλύτερο αγριόχοιρο. Ο σοβιετικος ηγέτης σημάδεψε και ο Βάργκα, πού είχε αναλάβει να καλύπτει το Χρουστσόφ, στόχευε κι αυτός με το όπλο του. Άκουσα μόνον ένα πυροβολισμό, και είδα τον βαρύ αγριόχοιρο να πέφτει κάτω νεκρός.
Η σιγή πού επακολούθησε δεν μπορεί να κράτησε περισσότερο από ένα δευτερόλεπτο, και τότε όλοι οι αγριόχοιροι άρχισαν να διασκορπίζονται πανικόβλητοι προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Ένας από τους αγριόχοιρους δεν μπορούσε να δραπετεύσει, και σκοτώθηκε από ένα βλήμα του Καντάρ.
Ο Βάργκα συνέχαιρε τον Χρουστσόφ λέγοντας του ότι είχε χτυπήσει Το πιο μεγάλο ζώο. Ο Χρουστσώφ δεν απάντησε για ένα ή δυο λεπτά. Μετά, κοιτάζοντας προς τον ουρανό, μουρμούρισε ότι δεν πίεσε καθόλου την σκανδάλη του όπλου του. Αργότερα μάθαμε τη «θλιβερή» Ιστορία: δεν ήταν του Χρουστσόφ η σφαίρα πού χτύπησε θανάσιμα τον αρχηγό της αγέλης, άλλα του Βάργκα. Η αγέλη είχε εξαφανιστεί, όμως, και δεν μπορούσαμε, να κάνουμε τίποτα πια.
Για να σπάσουμε κάπως τον πάγο, πήραμε τον Χρουστσόφ για μια βόλτα στο δάσος. Αργότερα, τυχαία βρέθηκε μπροστά σε μερικές χήνες, και — ευτυχώς! — κατάφερε να χτυπήσει μια από αυτές. Ο Χρουστσόφ καταχάρηκε με το απρόσμενο τρόπαιο πού του έπεσε στα χέρια και, επιπλέον, έλαβε καλές ειδήσεις από τη Μόσχα.
Ανέκδοτα για τον Στάλιν
Με το δείπνο, ο Χρουστσόφ, ανέκτησε την καλή του διάθεση. Βρήκε την φασολάδα εξαιρετική, και ήπιε αρκετό κρασί. Ευχαρίστησε τη μαγείρισσα και έπιασε την κουβέντα. Δεν ξέρω πώς ήρθε η συζήτηση στο Στάλιν, άλλα θυμάμαι ότι ο Χρουστσόφ υπογράμμισε το πόσο δύσκολη ήταν η επιβίωση για όσους δεν συμφωνούσαν απόλυτα με τις δικτατορικές απόψεις του Στάλιν.
Μίλησε με την ίδια «πίκρα» και για τον «επίτροπο Εξωτερικών Βιασισλάβ Μολότοφ», και στη συνέχεια είπε ότι «υπήρξαν, εν πάσει περιπτώσει, κι ορισμένα χιουμοριστικά στιγμιότυπα σε εκείνες τις σκοτεινές μέρες», οπότε εξιστόρησε το εξής ανέκδοτο :
«Όλα συνέβησαν τον Οκτώβριο του 1943, όταν οι υπουργοί Εξωτερικών της Βρετανίας και των Η.Π.Α., Άντονι Ήντεν και Κορντελ Χάλλ, επισκέφθηκαν τη Μόσχα για να έχουν συνομιλίες με τον Μολότοφ. Ύστερα από διήμερες συζητήσεις, για την τακτική πού θα έπρεπε να εφαρμόσουν ώστε να ηττηθούν οι Ναζί, οι τρεις άνδρες συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του Μολότοφ. Στο τζάκι έκαιγαν μεγάλα ξύλα και η βοτκα είχε δημιουργήσει μια ζεστή ατμόσφαιρα. Η ατμόσφαιρα ήταν σχεδόν «σπιτικιά», καθώς οι τρεις γάτες του Μολότοφ χαϊδεύονταν πάνω στους καλεσμένους του. Στη μέση της πνευματώδους συζητήσεως, ο Μολότοφ έθεσε ξαφνικά μια απροσδόκητη ερώτηση. Ρώτησε τους Ήντεν καί Χάλλ άν ήξεραν «με ποιο τρόπο θά μπορούσε κανείς να αναγκάσει μια σιαμέζα γάτα να γλείψει μουστάρδα».
Οι δυο υπουργοί "Εξωτερικών τα έχασαν. Τότε η Αυτού Υψηλότης υπουργός των Εξωτερικών (της Βρετανίας) παρήγγειλε ένα κομμάτι ροζ - μπήφ. Το ροζ-μπήφ σερβιρίστηκε σ' ένα ξύλινο πιάτο. Ο Ήντεν έβαλε λίγη μουστάρδα πάνω στο μπιφτέκι και έβαλε τη γάτα κοντά στο πιάτο. Μόλις, όμως, η έντονη μυρωδιά της μουστάρδας έφτασε στα ρουθούνια της, η σιομιέζα εξαφανίστηκε οργισμένη. Επακολούθησε η προσπάθεια του γεμάτου αυτοπεποίθηση Χάλλ. Αντί για κρέας, ο Χάλλ παράγγειλε ψάρι. Έβαλε τη μουστάοδα μέσα στο ψάρι, με την ελπίδα ότι ή γάτα θα την αντιλαμβανόταν πολύ αργά. Ή γατούλα, όμως, αρνήθηκε να αγγίξει το πιάτο. Τελευταίος, προσπάθησε ο Μολότοφ, φορώντας τα γυαλιά του με το χρυσό σκελετό, πού τον έκαναν να μοιάζει περισσότερο με δάσκαλο παρά με «πρωτοπαλίκαρο» του Στάλιν. Ενήργησε αστραπιαία, αρπάζοντας τη δύστυχη γάτα από την ουρά και βάζοντας μια μεγάλη κουταλιά μουστάρδας στα οπίσθια του ζώου. Ο επίτροπος έριξε τότε τη γάτα στο πάτωμα και, όπως μπορείτε να φανταστείτε κι εσείς, το άμοιρο ζώο, ενώ έσκουζε από το τσούξιμο, και στριφογύριζε γύρω - γύρω σαν τρελλό, άρχισε να γλείφει τη μουστάρδα». Όλοι ξέσπασαν σε γέλια, ειδικά όταν ο Χρουστσόφ υπογράμμισε:
«Έτσι, οι δύο υπουργοί Εξωτερικών κατάλαβαν με τι τρόπο λειτουργούσε ή διπλωματία του Στάλιν». Προσωπικά, έχω αμφιβολίες για το αν σι Ήντεν και Χάλλ αντιλήφθηκαν την υψηλή διπλωματία του Κρεμλίνου. Αυτό, όμως, δεν ήταν το «ρεζουμέ» της ιστορίας. Εκείνο που είχε σημασία είναι ότι το ανέκδοτο μέσα σε δύο μέρες κυκλοφορούσε στους δρόμους της Βουδαπέστης.
Τέλος καλό, όλα καλά. Και πραγματικά. Το τελευταίο ποτήρι, με το αγαπημένο κόκκινο κρασί του Χρουστσόφ και το στρουντελ (γερμανικό γλυκό) ήταν έξοχα. Όταν φύγαμε από το αγρόκτημα κι επιστρέψαμε στη Βουδαπέστη, φροντίσαμε να ξεχάσουμε ότι ο Χρουστσόφ απέτυχε να πατήσει τη σκανδάλη την κρίσιμη στιγμή.
Η αφήγηση του Γιάνος Ραντβάνι δεν είναι απλώς μια περιγραφή ενός αποτυχημένου –ή μάλλον, παραπλανητικά επιτυχημένου– κυνηγιού. Είναι ένα πικρόχολο και συνάμα απολαυστικό στιγμιότυπο μιας εποχής όπου η πολιτική συχνά ντυνόταν με το προσωπείο της ανεμελιάς, για να καλύψει τις σκιές της ιδεολογικής έντασης και του παρασκηνίου. Ανάμεσα στα κυνήγια με τα γουρούνια, τις χήνες και τα ανέκδοτα με γάτες και μουστάρδα, αποκαλύπτεται η αληθινή ανθρώπινη διάσταση των πρωταγωνιστών της Ιστορίας – ένας κόσμος όπου το γέλιο λειτουργεί άλλοτε ως βαλβίδα εκτόνωσης κι άλλοτε ως αιχμηρό σχόλιο για την εξουσία.
Πηγή
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ






Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου