Τα Καλύβια τ' Αλώνια και οι Νερόμυλοι της Ολυμπίας και Τριφυλίας
Η ορεινή Ολυμπία και Τριφυλία είναι γεμάτες από σιταροχώραφα σκαρφαλωμένα στις πλαγιές των βουνών τα όποια κάποτε καλλιεργόντουσαν συστηματικά μ' επιμέλεια κι επιμονή απ’ τους κατοίκους των άγονων χωριών τους κι εξασφάλιζαν τον επιούσιο.
Όλα αυτά τα σιταροχώραφα στα πετροβούνια του τόπου δημιουργήθηκαν μ' εκχερσώσεις που έκαναν αγρότες της περιοχής διά μέσου πολλών ετών. Σύλλεξαν χούφτα χούφτα το ευλογημένο χώμα, σαν αποτρίμματα χρυσαφιού, με τα ροζιασμένα χέρια τους και με μόνο γεωργικό εργαλείο ένα πετροκασμά, τα έκλεισαν σε λιθόκτιστα στηθαία (πεζούλια) για να μπορέσουν να σπείρουν εκεί σιτάρι ή καλαμπόκι με την ελπίδα, αν περάσει το ευεργετικό σύννεφο, να θερίσουν. Τις περισσότερες όμως φορές δεν παίρνανε ούτε το άχυρο για τα ζώα τους απ' αυτή την επίπονη και πέρα από κάθε περιγραφή γεωργική τους εργασία.
Σ' επίκαιρες θέσεις είχαν χτίσει με ξερολιθιά πρόχειρες αγροικίες (καλύβια) για να προστατεύονται απ' τις βροχές κατά τις σκληρές μέρες του χρόνου, αφού οι αγρότες μας, εκείνα τα χρόνια και πριν ακόμα ξημερώσει καλά καλά, έπαιρναν τα ζώα τους και τα γεωργικά τους εργαλεία και πήγαιναν κατ' ευθείαν στα κτήματα που δούλευαν όπου και περνούσαν ολόκληρη την μέρα τους. Για να είμαστε πιο ακριβείς, με τ' αστέρι φεύγανε απ' το χωριό και με τ' φεγγάρι επιστρέφανε στην απέριττη εστία τους κατάκοποι.
Τα τραγούδια τους όμως και το γέλιο δεν έλλειψε ποτέ απ' τα χείλη και το στόμα τους. Και για πολλούς μεγάλους σε ηλικία σήμερα κατοίκους της περιοχής έχει μείνει ζωντανή η ανάμνηση να βλέπουν, ομάδες, ομάδες τους χωρικούς των «Πανω Χωριών» να γυρίζουν απ' τα χωράφια τους φορτωμένοι οι ίδιοι, οι γυναίκες, τα παιδιά τους και τα ζώα τους, ανάλογα ο καθένας με διάφορα πράγματα της δουλειάς και με ξύλα, τραγουδώντας αντιφωνικά και γελώντας εγκάρδια, χωρίς κασετόφωνα και ραδιόφωνα στούς ώμους, παρά μόνο, όπως προλέχθηκε, με τον κασμά, το λοσταρι και το ποιμενικό ραβδί ατό χέρι.
Στα μικρομάγαζα των χωρίων συγκεντρώνονταν μόνο τα βράδια, αφού τακτοποιούσαν πρώτα τα ζώα τους, έφερναν νερό μέσα σε ξυλοβάρελα απ' την κεντρική βρύση και προγραμμάτιζαν τις δουλειές της επομένης ημέρας.
Έτσι έζησαν οι άγιοι εκείνοι άνθρωποιτης Ολυμπιακής υπαίθρου, οι ευλογημένοι ήρωες της αγροτικής γης αυτών των περιοχών, κυρίως των χωριών του Λυκαίου (Αμπελιώνας, Αγιοσώστη, Νέδας, Πέτρας, Σκληρού, Μαρίνας, Κακαλέτρι και Στάσιμου). Και μέσα από τις ταπεινές οικογένειες τους ξεπήδησαν καθηγητές Πανεπιστημίου, Πρωθυπουργοί, Υπουργοί, Βουλευτές, ευλαβείς ιερωμένοι, ακαταπόνητοι εκπαιδευτικοί, Διδάσκαλοι και Καθηγητές, εξαίρετοι Δικηγόροι, Μηχανικοί, άλλοι επιστήμονες, Γιατροί, Γεωπόνοι κ.λ.π.. καθώς και πετυχημένοι έμποροι και φιλότιμοι τεχνίτες...
Κοντά στα καλύβια υπήρχαν και τα πετράλωνα στα όποια θυμώνιαζαν τα χερόβολα κι αλώνιζαν στη συνέχεια. Σχεδόν κάθε μεγάλο χωράφι είχε και τα αλώνι του. Τα μικροχώραφα είχαν κοινό αλώνι με τη συνεργασία των ιδιοκτητών τους.
Στα κεφαλόβρυσα και στις όχθες των ποταμιών ήσαν οι νερόμυλοι κινούμενοι με τις υδατοπτώσεις για τ' άλεσμα του σιταριού, καλαμποκιού, κριθαριού, βρώμης, μαρτιάκου, σίκαλης, ακόμα και βελανιδιών. Την εποχή της κατοχής σ' αυτούς τους μύλους λειτουργούσε κρυφά ραδιόφωνο με ρεύμα πού αυτοί παρήγαγαν κι έτσι η περιοχή γνώριζε τι γίνεται στον κόσμο.
Όποιος ταξιδεύει σήμερα απ' την Ανδρίτσαινα για τον Πύργο βλέπει κατά τη διαδρομή λείψανα τους. Ομοίως και στις διαδρομές Ανδρίτσαινας—Μεγαλόπολης, Ανδρίτσαινας—Ναού Επικουρίου Απόλλωνα, Ανδρίτσαινας — Καλαμάτας, μέσω των «Πάνω Χωριών».
Ο τόπος είναι κατάσπαρτος απ' αυτά τα δημιουργήματα των αγροτών της περιφερείας, μαρτυρία έντονη ενός έντιμου αγροτικού βίου κ’ αγάπης του Έλληνα χωρικού για τη ζωή, την πατρίδα του, την προκοπή και την ευδοκίμηση.
Αυτά τα σημάδια κι αυτές οι μαρτυρίες, άλλα και το μαρτύριο των συμπατριωτών μας σε σκληρές εποχές, ανάμεσα στα βουνά του Λύκαιου και του Τετραγίου, των κάστρων της Λυνίσταινας, Αγίας Ελένης, Είρας και τις πηγές του Νέδα, σ' όλη γενικά τη διαδρομή στο ορεινό κομμάτι της Τριφυλίας, πρέπει να περισωθούν οπωσδήποτε. Προξενούν, πέρα απ' τους δικούς μας συναισθηματικούς λόγους, βαθύτατες εντυπώσεις στους ντόπιους και ξένους τουρίστες που δεν διστάζουν να αναφέρονται παντοιοτρόπως στις ομορφιές του τόπου και στα αγροτικά μνημεία που είδαν.
Δεν θα ήταν λοιπόν χωρίς κάποια σημασία κι όφελος η γενικότερη τουριστική αξιοποίηση των καλυβιών, αλανιών, νερόμυλων και κυρίως όσων βρίσκονται σε περάσματα επαρχιακών ή αγροτικών αμαξιτών δρόμων.
Οι νερόμυλοι, τ' αλώνια και τα καλύβια στον τόπο μας μιλάνε για το μακρινό παρελθόν, για τον απόηχο του χτες, για τ' ανεβοκατεβάσματα του χρόνου... Μας μιλάνε για πρόσωπα και περιστατικά, γι' αγάπη, έρωτες, γλέντια, τραγούδια, για πόθους και καημούς των ανθρώπων εκείνων πού τάφτιαξαν κι έζησαν μ' αυτά χρόνια και χρόνια. Είναι μια πλούσια και πολύτιμη λαϊκή κληρονομιά άξια προσοχής, προβολής και περιφρούρησης κι όχι περιφρόνησης.
Αν σταθείς σ' ένα απ' αυτά τα έργα, τ' αλώνια π.χ. και φωνάξεις δυνατά θ' ακούσεις της φωνής σου την αντιβουή στα σύρραχα και στις αντικρινές πλαγιές, στις ρεματιές και στα ρουμάνια. θ' ακούσης αμέσως χιλιάδες φωνές απ' τα βάθη των ετών να σ' απαντούν μέσα απ' την αιωνιότητα και να σου λένε: Εμείς αυτά μπορούσαμε τότε να κάνουμε κι' αυτά φτιάξαμε. Έτσι ήταν δυνατό να ζήσουμε κι έτσι ζήσαμε. Εσείς σεβαστείτε τα έργα μας και συνεχίστε μ' ακούραστη διάθεση στη ζωή βελτιώνοντας τον πολιτισμό, μ' αρετή και ήθος, μέχρις ότου πάρουν άλλοι τη σειρά σας.
Οι πρόεδροι των Κοινοτήτων και οι αρμόδιες αρχές, θα πρέπει να έχουν συνεχές ενδιαφέρον και προτάσεις για την αξιοποίηση αυτών των λειψάνων του αγροτικού και ποιμενικού μας περιβάλλοντος. Άλλωστε οι νερόμυλοι ιδιαίτερα ήσαν μικρά εργοστάσια την παλιά εποχή στον τόπο μας. Δεν πρέπει να χαθούν. Καθήκον μας είναι να τους διατηρήσουμε στη ζωή. Αξίζουν περισσότερο από ένα αργαλειό, μια μασουρίστρα, ένα ξυλόχτενο πού φυλάμε σε κάποιο λαογραφικό μουσείο. Οι νερόμυλοι είναι μόνοι τους υπαίθρια Λαογραφικά μουσεία κι όσοι ακόμα υπάρχουν δεν πρέπει να εξαφανισθούν. Είναι όλοι σε υπέροχες τοποθεσίες κοντά σε θαυμάσια τοπία δίπλα σε σκιερά δένδρα και τα διάφανα νερά των ποταμών Νέδα και Διάγοντα πού γαλήνιοι κι ασημένιοι ανάμεσα από πεύκα και πρίνους, καταπράσινες, γελαστές και κατάστικτες απ' αγριολούλουδα πλαγιές, οδεύουν στην καταγάλανη θάλασσα της Αρκαδίας.
(Διασκευή από παλιό άρθρο του Παναγιώτη Χ. Χαραλαμπόπουλου, Λυκειάρχη με τίτλο «Νά διατηρηθούν τα Καλύβια τ' Αλώνια και οι Νερόμυλοι της περιοχής»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου