Η Σώτια Τσώτου και η ιστορία πίσω από ένα υπέροχο τραγούδι! “Απ’ το Αεροπλάνο”
Το έξοχο τραγούδι «Από το αεροπλάνο», σε μουσική του Κώστα Χατζή και στίχους της Σώτιας Τσώτου, είναι γραμμένο με αφορμή το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967 και τα όσα έζησε η εξαίρετη στιχουργός στο αεροδρόμιο του Ελληνικού.
Η Σώτια Τσώτου ήταν στα μέσα της δεκαετίας του 60 μια νεαρή ανερχόμενη δημοσιογράφος, που έκανε πολιτικό ρεπορτάζ για την εφημερίδα Ελευθερία. Η Εφημερίδα διέκοψε την κυκλοφορία της την 21η Απριλίου του 1967, την ίδια μέρα που έλαβε χώρα το στρατιωτικό πραξικόπημα. Η Σώτια Τσώτου με το κλείσιμο της εφημερίδας έμεινε άνεργη και σκέφτηκε να αναζητήσει δουλειά στη Θεσσαλονίκη, συγκεκριμένα στο συγκρότημα Βελλίδη, που εξέδιδε τις εφημερίδες Μακεδονία και Θεσσαλονίκη. Φτάνοντας στο αεροδρόμιο του Ελληνικού αντίκρισε έκπληκτη τη χούντα σε όλο της το μεγαλείο: στρατός, άρματα μάχης και μια πληθώρα ανθρώπων που ήλεγχαν εξονυχιστικά όλους όσους έφταναν εκεί για να ταξιδέψουν ή όσους επέστρεφαν.
Η Σώτια Τσώτου τη στιγμή που έπαιρνε το δελτίο επιβιβάσεως συνελήφθη, υποβλήθηκε σε εξονυχιστικό έλεγχο και αυστηρότατη ανάκριση που κράτησε ώρες ολόκληρες. Φυσικά έχασε το αεροπλάνο. Αφού τελείωσε το μαρτύριο της και δεν βρέθηκαν εις βάρος της ενοχοποιητικά στοιχεία, αφέθηκε ελεύθερη. Έπειτα από τόσες ώρες στο ανακριτικό γραφείο του αεροδρομίου, ταλαιπωρημένη, αηδιασμένη και φοβισμένη, επιβιβάστηκε στο επόμενο αεροπλάνο για την Θεσσαλονίκη. Όταν απογειώθηκε, κοίταξε από ψηλά και είδε πως είχαν καταντήσει την Ελλάδα του Ρίτσου, του Σεφέρη και του Ελύτη οι συνταγματάρχες. «Κοίταξε πως φαντάζουν από εδώ ψηλά» σκέφτηκε. «Μυρμήγκια. Μοιάζουν μυρμήγκια οι άνθρωποι». Και πράγματι, μυρμήγκια έμοιαζαν οι συνταγματάρχες και το καθεστώς τους από ψηλά.
Πριν ακόμα σβήσει η επιγραφή του αεροπλάνου «προσδεθείτε», εκείνη έλυσε την ζώνη ασφαλείας και αισθάνθηκε να της φεύγει ένα βάρος, μαζί και ο φόβος που είχε νιώσει στα χέρια τους. Ένιωσε ελεύθερη και συγχρόνως θυμωμένη με όλα αυτά που είχε ζήσει και αντικρίσει στο αεροδρόμιο. Εκείνη τη στιγμή έδωσε μια υπόσχεση στον εαυτό της, ότι το πρώτο της ρεπορτάζ όταν θα ξανάβρισκε δουλειά, θα ήταν σχετικό με αυτά, αλλά και με τα συναισθήματα των ανθρώπων που βλέπουν τον κόσμο από ψηλά. Από το αεροπλάνο. Τελικά φτάνοντας στην Θεσσαλονίκη δεν βρήκε δουλειά στο συγκρότημα Βελλίδη.
Ήταν γραφτό να μην συνεχίσει την καριέρα της ως δημοσιογράφος. Έτσι, εκείνο το ρεπορτάζ που ετοίμαζε για τη στήλη κάποιας εφημερίδας έγινε ευτυχώς στίχος, αφού η Σώτια Τσώτου ασχολήθηκε από τότε με την ποίηση και το τραγούδι.
Όπως η ίδια είπε χρόνια αργότερα σε συνέντευξή της στο περιοδικό ΔΙΦΩΝΟ η ανάμειξή της με την στιχογραφία ξεκίνησε από ανάγκη επιβίωσης.
«Στις 21 Απρίλη 1967, ο Γ. Παπαδόπουλος επιβάλλει τη δικτατορία στην Ελλάδα. Πολλές εφημερίδες, διαμαρτυρόμενες γι’ αυτή την κατάσταση, διακόπτουν αυθημερόν την έκδοση τους. Ανάμεσα τους και η Ελευθερία, στην οποία εργαζόμουν. Ακόμη με πονάνε οι αναμνήσεις εκείνου του καιρού. Ανεργία, ανασφάλεια, ένα μέλλον αβέβαιο και σκοτεινό για δεκάδες δημοσιογράφους κι εργαζόμενους στον τύπο και όχι μόνο. Και αιφνιδιαστικά ένα πρωί δέχομαι ένα τηλεφώνημα από τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, που δούλευε στα Νέα. Δεν γνωριζόμασταν προσωπικά, εκτιμούσα τα τραγούδια του και τον διάβαζα στο Σώμα των εφημερίδων. Κι όπως φαίνεται με διάβαζε κι εκείνος και με θεωρούσε αξιόλογη, όπως απεδείχθη από το τηλεφώνημα. Πήγα και τον βρήκα. Με περίμενε με μια κούτα τσιγάρα, ένα σεβαστό χαρτζιλίκι -γιατί, συν τοις άλλοις, ήμουν κι απένταρη- και μια πρόταση: να ασχοληθώ με το στίχο, έστω προσωρινά, για επιβίωση. Αλλά ουδέν μονιμότερον του προσωρινού. Σαράντα δύο χρόνια μετά, Μάιος του 2009, και σου δίνω συνέντευξη ως στιχουργός που κατά πώς φαίνεται τα κατάφερε».
Η Σώτια Τσώτου γεννήθηκε το 1942 στη Λιβαδειά. Ήταν το πέμπτο παιδί της οικογένειας του αγωνιστή του ΕΛΑΣ Γιώργου Κρανιώτη, που εκτελέστηκε από τους Γερμανούς μπροστά στο σπίτι του το Σεπτέμβρη του 1943. Το μένος των Γερμανών κατά του Γιώργου Κρανιώτη τους οδήγησε και στην πυρπόληση του σπιτιού του, με αποτέλεσμα να μείνει η οικογένεια του στο δρόμο. H γυναίκα του Ειρήνη, τρομοκρατημένη από τις βιαιότητες των Γερμανών χάθηκε από τους δικούς της, αγνοούμενη μέχρι το 1950, οπότε βρέθηκε να νοσηλεύεται στο Νοσοκομείο της Βούλας. Η δραματική περιπέτεια της οικογένειας της είχε ως αποτέλεσμα τη φυγή της μικρής Σώτιας.
Οι αδελφές Ιορδάνου, συγγενείς της μητέρας της, την έφεραν σε ηλικία δύο ετών στην Αθήνα, όπου υιοθετήθηκε από οικογένεια εύπορων μικροαστών, του Χαράλαμπου και της Δέσποινας Τσώτου. Φοίτησε στο Ιδιωτικό Δημοτικό Σχολείο «Μαρσέλου» και στη συνέχεια στο Α΄ Γυμνάσιο της Αθήνας (Πλάκα) τα τρία πρώτα χρόνια και κατόπιν στη Ελληνογαλλική Σχολή Καλογραιών «Άγιος Ιωσήφ» στην οδό Χαριλάου Τρικούπη.
Από τα 18 της χρόνια εργαζόταν ως δημοσιογράφος, παράλληλα με τις σπουδές της στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και τις δραματικές σχολές του Πέλου Κατσέλη και του Κωστή Μιχαηλίδη.
Η Δικτατορία της 21ης Απριλίου τη βρήκε στην εφημερίδα "Ελευθερία", η οποία διέκοψε αυθημερόν την έκδοσή της, θέτοντας τέλος στη δημοσιογραφική της καριέρα. Στη διάρκεια της Χούντας συνελήφθη και κρατήθηκε πολλές φορές. Στην απομόνωση εμπνεύστηκε τα τραγούδια που θα την έκαναν λίγους μήνες αργότερα γνωστή ως στιχουργό, το «Βρε δε βαριέσαι, αδελφέ» και το «Να 'τανε το '21».
Έχει δύο κόρες, τη Δέσποινα, που είναι δημοσιογράφος και την Ασημένια, που είναι μουσικός και τραγουδίστρια. Πέθανε στις 10 Δεκεμβρίου 2011 από καρκίνο, αφήνοντας πίσω της μεγάλα στιχουργικά έργα.
Συνεργασίες
Η καθοριστική συνεργασία της καριέρας της ήταν με τον Κώστα Χατζή, η οποία έδωσε τραγούδια διαμαρτυρίας κατά την διάρκεια της Δικτατορίας, όπως «Ο Στρατής», «Δε βαριέσαι αδελφέ», «Απ' το αεροπλάνο», «Της γειτονιάς μας ο τρελός», «Ένας Γερμανός και μια Εβραία», «Κάτι τρέχει», «Λεωφορείο ο κόσμος», «Νυχτώνει, δόξα τω Θεώ» κλπ. Κορύφωση της συνεργασίας της με τον Κώστα Χατζή αποτέλεσε ο δίσκος "Ρεσιτάλ", του οποίου οι πωλήσεις ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο δίσκους. Ανάμεσα στα τραγούδια του δίσκου ήταν τα «Σύνορα η αγάπη δε γνωρίζει», «Σπουδαίοι άνθρωποι, αλλά», «Σ' αγαπώ (όπως η μάνα το παιδί)», «Κι ύστερα», «Δεν είμ' εγώ», «Η αγάπη όλα τα υπομένει» κ.α. Στις επιτυχίες τους από άλλους δίσκους συγκαταλέγονται επίσης τα τραγούδια «Αντίο», «Αν ερχόσουν», «Μη μας περιφρονάς», «Ο κύριος κανείς», «Πάλι ύπνος δε με πιάνει», «Είμαι ένας άνθρωπος απλός» κ.α.
Μεγάλη εμπορική επιτυχία με νούμερα ασυνήθιστα για τη μικρή ελληνική αγορά είχε και η συνεργασία της με τον Σταύρο Κουγιουμτζή και το «Να 'τανε το '21», τραγούδι το οποίο καθιέρωσε τον Γιώργο Νταλάρα. Άλλες επιτυχίες της με τον Κουγιουμτζή ήταν τα τραγούδια «Έτσι είν' οι ανθρώποι», «Δώσε μου το χέρι σου» και «Να 'μουν ο Μεγαλέξανδρος» με τον Νταλάρα αλλά και «Αν βαρέθηκες κυρία», «Ρεμπέτικα τραγούδια» και «Μέθυσα κι απόψε» με τον Καλατζή.
Μια επίσης σημαντική συνεργασία ήταν με το Δώρο Γεωργιάδη, με τον οποίο συμμετείχαν στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης του 1972 και πήραν το πρώτο βραβείο με το τραγούδι «Αν ήμουν πλούσιος» και στο Φεστιβάλ Τραγουδιού της Eurovision του 1979 με το τραγούδι «Σωκράτης» που τραγούδησε η Ελπίδα. Ανάμεσα στις επιτυχίες της με τον Δώρο Γεωργιάδη ήταν επίσης τα τραγούδια «Ταξίδευα παιδί κι εγώ», «Κάποτε πήγα στην Αμέρικα», «Ο Ρωμιός», «Χίλια εννιακόσια τίποτα», «Μη βάζεις μαύρο» (Άννα Βίσση), «Εγώ δεν είμαι δικαστής», «Τι τις θες τις Κυριακές», «Άγιες οι καθημερινές» (Γιώργος Πολυχρονιάδης), «Υπάρχουν κι άλλοι δρόμοι», «Σ' ευχαριστώ», «Καμιά φορά» (Ελπίδα) κ.α.
Σταθμός στην καριέρα της θεωρούνται και δυο δίσκοι με τον Στέλιο Καζαντζίδη που γνώρισαν σημαντική επιτυχία με τα γνωστά τραγούδια «Βραδιάζει», «Έι καπετάνιε», «Ξέρω νεκρούς», «Έφυγες φίλε» κ.α. Ο Καζαντζίδης σε κάποιες συνεντεύξεις του μίλησε με τα καλύτερα λόγια για την στιχουργό, χαρακτηρίζοντας την μεγάλη και αποκαλώντας την "Η σύγχρονη Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου". Το τραγούδι «Έφυγες φίλε» γράφτηκε για έναν κοινό τους φίλο, τον Ανδρέα Καΐάφα, ο οποίος έφυγε σε ηλικία 49 ετών από καρκίνο.
Το 1985 συνεργάστηκε με τον συνθέτη Γιώργο Παπαδάκη και τον τραγουδιστή Παναγιώτη Τσίχλη και δημιουργήθηκε ο δίσκος "Άιντε Ζωή", ο οποίος συμπεριλάμβανε τις επιτυχίες «Άγγελέ μου» , «Το 166» , και το «Τί δεν θα΄δινα» σε στίχους του Γιώργου Παπαδάκη.
Το 1994 η Σώτια Τσώτου μέσα σε τρεις στροφές περιέγραψε την ιστορία του Στέλιου, ο Τάκης Σούκας έγραψε μια μελωδία στο ρυθμό του καρσιλαμά και μέσα στο τραγούδι «Εγώ 'μαι πρόσφυγα παιδί», ο Στέλιος τραγούδησε χαρακτηριστικά "από τραγούδια λαϊκά, έμαθα τα ελληνικά". Το τραγούδι συμπεριλήφθηκε στο δίσκο "Και πού θεός".
ΤΟ ΑΕΡΟΠΛΑΝΟ
Πολύ με πίκρανε η ζωή
μακριά θα φύγω ένα πρωί
θ’ ανέβω σ’ ένα αεροπλάνο
να δω τον κόσμο από κει πάνω
Όταν κοιτάς από ψηλά
μοιάζει η γη με ζωγραφιά
και συ την πήρες σοβαρά
Μοιάζουν τα σπίτια με σπιρτόκουτα,
μοιάζουν μυρμήγκια οι ανθρώποι,
το μεγαλύτερο ανάκτορο
μοιάζει με ένα μικρούλι τόπι
Κι όλοι αυτοί που σε πικράνανε
από ψηλά αν τους κοιτάξεις
θα σου φανούν τόσο ασήμαντοι
που στην στιγμή θα τους ξεχάσεις
Αγαπημένη μου μη κλαις
πάμε μαζί ψηλά αν θες
να δεις την γη από την σελήνη
ένα φεγγάρι είναι και κείνη
Όταν κοιτάς από ψηλά
μοιάζει ο κόσμος ζωγραφιά
και συ τον πήρες σοβαρά
Μοιάζουν οι πύργοι με κουκλόσπιτα
και τα κανόνια με παιχνίδια
από ψηλά δεν ξεχωρίζουνε
οι ομορφιές και τα στολίδια
Και ότι σε πλήγωσε ή σε θάμπωσε
από ψηλά αν το κοιτάξεις
θα σου φανεί τόσο ασήμαντο
που στη στιγμή θα το ξεχάσεις
https://youtu.be/1cUWjqrrOqU?t=29
Πηγές :
Ηρακλή Ευστρατιάδη “Ένα τραγούδι… μια ιστορία”, εκδόσεις Τουμπής
https://www.perfectreader.net/η-ιστορία-πίσω-από-ένα-υπέροχο-τραγούδ/
https://el.wikipedia.org/wiki/Σώτια_Τσώτου
https://www.musicpaper.gr/news/item/1282-2013-02-27-14-41-40
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου