Η απόδραση Καραμανλή στο Παρίσι και η επιστροφή
Ξαφνική αναχώρηση στο Παρίσι
Το απόγευμα της 9ης Δεκεμβρίου 1963 ήταν ψυχρό. Μαύρα σύννεφα είχαν μαζευτεί στον ουρανό, κι οι διαβάτες τυλιγμένοι στα παλτά τους προχωρούσαν βιαστικά στους κεντρικούς δρόμους. Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή, έπειτα άλλη και ταυτόχρονα μια ομάδα από εφημεριδοπώλες σκορπίστηκαν στη Σταδίου και στην πλατεία Κλαυθμώνος για ν' αναστατώσουν την πρωτεύουσα με τις φωνές τους:
— Έφυγε ο Καραμανλής!
— Ο Καραμανλής στο Παρίσι!
— Απεχώρησε της πολιτικής!
Η είδηση έπεσε σαν βόμβα στην Αθήνα. Οι περαστικοί σταματούσαν κι αγόραζαν τα παραρτήματα των εφημερίδων με τους μεγάλους ζωηρούς τίτλους στις πρώτες σελίδες: «Ο κ. Καραμανλής απεχώρησε της πολιτικής ζωής και της ηγεσίας του κόμματος του. Ανεχώρηοε την 2αν μ.μ. οήμερον διά Παριοίους. Θεωρεί εαυτόν ακατάλληλον δια πολιτικόν ουμβιβαομόν. Αρχηγός της ΕΡΕ ωρίσθη ο κ. Π. Κανελλόπουλος.»
Τα δραματικά γεγονότα που θα σημάδευαν την πολιτική ιστορία του τόπου, είχαν εξελιχθεί ως εξής: Στις 8.30 της 9ης Δεκεμβρίου, ο διευθυντής του γραφείου Τύπου του Κ. Καραμανλή πήρε ένα τηλεφώνημα του τότε αρχηγού της ΕΡΕ:
— Γιάννη φεύγουμε το μεσημέρι για το Παρίσι... Κλείσε τρία εισιτήρια, και ετοίμασε τη βαλίτσα σου... Αλλά δεν θα πεις τίποτα σε κανένα. Δεν θα ήθελα σκηνές και συγκεντρώσεις έξω από το σπίτι ή το αεροδρόμιο...
Αιφνιδιαστικά
Η απόφαση της αναχώρησης ανακοινώθηκε από τον Κ. Καραμανλή αιφνιδιαστικά, όχι μόνο στο διευθυντή του γραφείου Τύπου του, αλλά και στην τότε σύζυγο του Αμαλία, η οποία πληροφορήθηκε ότι θα έφευγαν για το Παρίσι την 12.30 της περασμένης νύχτας, ενώ βρισκόταν σ' ένα φιλικό σπίτι. Έσπευσε τότε στο διαμέρισμα της για να ετοιμάσει τις αποσκευές της. Γύρω στις 12.30, ο Κ. Καραμανλής ειδοποίησε για την αναχώρηση του τον Παν. Κανελλόπουλο, ο οποίος μετέβη αμέσως στο διαμέρισμα της οδού Καρνεάδου, όπου έμενε τότε ο ιδρυτής της ΕΡΕ. Οι δύο άνδρες παρέμειναν για λίγο μόνοι συνομιλούντες. Κατόπιν, ο Π. Κανελλόπουλος στον οποίον ο Καραμανλής ανέθεσε την αρχηγία της ΕΡΕ, συνόδευσε τον Μακεδόνα πολιτικό μέχρι το αεροδρόμιο, όπου τον αποχαιρέτησε συγκινημένος. Όλα έγιναν σύντομα και αθόρυβα. Οι Αθηναίοι, κι ύστερα από λίγο όλοι οι Έλληνες, πληροφορήθηκαν με κατάπληξη την αναχώρηση του ιδρυτού της ΕΡΕ στο εξωτερικό, κι αναρωτήθηκαν:
— Γιατί έφυγε ο Καραμανλής;
Τι ήταν εκείνο που τον ανάγκασε να αυτοεξορισθεί παραιτούμενος από την ηγεσία του κόμματος του που ο ίδιος ίδρυσε, και από την πολιτική, αντί να μείνει και να δώσει τη μάχη κατά των πολιτικών του αντιπάλων;
Η επιστολή του
Τη μόνη υπεύθυνη εξήγηση, θα μπορούσε να δώσει η επιστολή του αρχηγού της ΕΡΕ προς τους βουλευτές του κόμματος του, που δημοσιεύθηκε την επομένη. Αλλά και η επιστολή εκείνη, δεν εκρίθη σαν αρκετά σαφής. Και ίσως δεν ήταν για κείνη την εποχή. Αργότερα, κάτω από το φως των εξελίξεων, τα ασαφή της σημεία, αποκτούσαν μια νέα σαφήνεια; «...Το αποτέλεσμα της τελευταίας εκλογής, ενίσχυσε την πεποίθηση μου, ότι δεν υφίστανται εις την χώραν αι συνθήκαι εκείναι τας οποίας εθεώρησα πάντοτε απαραιτήτους διά να εκπληρώσω την αποστολήν μου, όπως εγώ τουλάχιστον την αντιλαμβάνομαι. Τα προηγηθέντα εξάλλου, αλλά και τα επακολουθήσαντα των εκλογών γεγονότα απέδειξαν, ότι το πολίτευμα της χώρας πλημμελώς λειτουργεί υπό το κράτος των εκβιασμών...»
Και συνέχιζε: «Οταν ένας πολιτικός γνωρίζει τι πρέπει να γίνει εις την χώραν του και δεν δύναται να το πραγματοποιήσει διότι του αρνούνται τις αναγκαίες προϋποθέσεις, οφείλει αντί να συμβιβάζεται με τη συνείδησίν του, να αποχωρεί. Άλλως, η παραμονή του εις την ενεργόν πολιτικήν, όχι μόνον καθίσταται αμφιβόλου χρησιμότητος, αλλά είναι δυνατόν, εις ορισμένας περιπτώσεις να αποβαίνει και επιβλαβής...».
Πολλά χρόνια αργότερα, ο Κων. Τσάτσος, θα έδινε μια πληρέστερη εξήγηση: «Ο Καραμανλής αυτοεξορίστηκε για να αποτρέψει τον εθνικό διχασμό. Αν και μέχρι μυελού οστέων άνθρωπος της πράξεως, το πάθος της εκπληρώσεως του χρέους, υπήρξε σ' αυτόν δυνατότερο από το πάθος της πράξεως. Προτίμησε να θυσιάσει τη δράση παρά να δει την Ελλάδα (που χρειαζόταν ήρεμο πολιτικό βίο για να συνεχισθεί το έργο της οκταετίας) να κλυδωνίζεται από ασίγαστα πάθη, όπως πολλές φορές στο παρελθόν. θυσίασε γι' αυτό την πολιτική του σταδιοδρομία και σιώπησε».
Ο βιογράφος του Μωρίς Ζενεβουό, της Γαλλικής Ακαδημίας, δίνει τη δική του συμπληρωματική εξήγηση: «Έχοντας πειστεί πως η λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ήταν αδύνατη χωρίς τις ριζικές μεταβολές που μάταια και επίμονα είχε συστήσει -καθώς ανήμπορος πλέον και στις πρωτοβουλίες και στις πράξεις, συνθλιβότανε ανάμεσα στο στέμμα και στη δημοκοπία των αντιπάλων του- παρέμεινε αμετακίνητος στην εφεκτική του στάση και στην αποχή του»...
Μια άλλη εξήγηση
Στις εξηγήσεις αυτές, θα πρέπει να προστεθεί ίσως και μια εξήγηση μη πολιτική: Ο χαρακτήρας του κ. Καραμανλή. Ο Καραμανλής έχει επανειλημμένα αφηγηθεί, πως ο πατέρας του του έλεγε ότι «δεν κάνει γι' αυτό το επάγγελμα» (την πολιτική).
Δεν ήταν καμωμένος για συμβιβασμούς, συναλλαγές, κομπίνες. «Ή θα συμβιβαστείς και δεν θα είσαι πια ο Κώστας ή θα κρατήσεις την ακαμψία σου και θα αποτύχεις, Όπως και να 'ναι, θα υποφέρεις...» Φαίνεται ότι υπέφερε. Υπάρχουν δυνατοί χαρακτήρες τους οποίους δεν ενοχλεί η συκοφαντία, η πολεμική, οι άδικες κατηγορίες, τα μη ορθόδοξα μέσα. Στην πολιτική υπάρχουν και άλλοι που δεν αντέχουν, που «υποφέρουν», όπως ο γιος του δασκάλου από την Πρώτη Σερρών. Από την γαλλική πρωτεύουσα πια, ο πολιτικός ηγέτης θα παρακολουθούσε τα όσα διαδραματίζονταν στην Ελλάδα.
Ο τόπος οδηγείται σε εκτροπή
Το Παρίσι είναι όμορφο το φθινόπωρο. Αυτή την εποχή έφθασε στην «πόλη του φωτός» ο σημερινός πρόεδρος και θα έμενε 11 ολόκληρα χρόνια. Στην αρχή εγκαταστάθηκε σ' ένα διαμέρισμα της Αβενί Ανρί Μαρτέν, αργότερα σ' ένα άλλο του Μπουλβάρ Μαγιό και τέλος στο γνωστό στους Ελληνες επισκέπτες του Παρισιού, αλλά και στους Παριζιάνους διαμέρισμα του Μπουλβάρ Μονμορανσί, σ' ένα από τα πιο γοητευτικά σημεία της γαλλικής πρωτεύουσας, στο ακτινωτό της Ετουάλ κοντά στο δάσος της Βουλώνης.
Στην Ελλάδα τα πολιτικά γεγονότα ήταν ανησυχητικά. Η κρίση στις σχέσεις Βασιλέως-Γ. Παπανδρέου, η διάσπαση του Κέντρου, αλλά συγχρόνως διάσπαση και μέσα στις τάξεις της ΕΡΕ. Ίσως όχι τόσο εμφανής όπως στο Κέντρο, αλλά δεν έπαυε να υπάρχει. Στους μοναχικούς του περιπάτους, κάτω από ένα γκρίζο ουρανό στο δάσος της Βουλώνης, ο Κ. Καραμανλής προβληματιζόταν για τα όσα συνέβαιναν στην πατρίδα του. Εκείνος ήξερε να βλέπει καθαρά πού βάδιζε ο τόπος.
Προειδοποιούσε
Οι επισκέπτες που έφθαναν από την Αθήνα ήσαν πολλοί. Όλοι του απηύθυναν έκκληση να επιστρέψει, κι άλλοι προσπαθούσαν να του αποσπάσουν κάποια δήλωση. Μάταιος κόπος. Σ' όλο αυτό το διάστημα όμως, δεν έπαυε να διατηρεί αλληλογραφία με τους πολύ στενούς του συνεργάτες, τους οποίους προειδοποιούσε για τους κινδύνους που διέτρεχε η χώρα. Παραμονές του πραξικοπήματος του 1967, έγραφε στον Κων. Τσάτσο:
«...Την ανωμαλία τη σημερινή τη δημιουργεί ο φόβος ότι η πλειοψηφία Παπανδρέου-ΕΔΑ θα οδηγήσει στην ανατροπή των πάντων...». Πρότεινε να προχωρήσουν σε άμεσες εκλογές, ή να σχηματισθεί κυβέρνηση μέσα από τη Βουλή η οποία θα φρόντιζε να ηρεμήσει το πολιτικό κλίμα, θα ετοίμαζε τις εκλογές για το Νοέμβριο και συμπλήρωνε: «Δεν ξέρω εάν υπάρχουν δυνατότητες προς την κατεύθυνση αυτή, διότι μαθαίνω ότι όλοι έχετε τρελαθεί. Εάν δεν γίνει ούτε το ένα, ούτε το άλλο, ο τόπος θα οδηγηθεί σε εκτροπή...».
Σημαντικές δηλώσεις
Δυστυχώς, η εκτροπή ήταν πλέον θέμα ωρών και το πραξικόπημα έγινε με οδυνηρά αποτελέσματα. Σε χρονικές στιγμές που είχαν ιδιαίτερη σημασία, ο Καραμανλής έσπαγε τη σιωπή του και κεραυνοβολούσε τη χούντα.
Οι δηλώσεις του έπαιρναν ευρεία δημοσιότητα από όλες τις μεγάλες εφημερίδες του κόσμου και τα διεθνή δημοσιογραφικά πρακτορεία. Η απήχηση που είχαν αυτές οι δηλώσεις ανησυχούσαν τους δικτάτορες. Ένα χρόνο μετά το ψευτοδημοψήφισμα του Παπαδόπουλου, τόνιζε πως αν οι «κυβερνώντες» δεν αντιλαμβάνονταν το καθήκον τους ν' αποχωρήσουν, «οφείλουν να τους υποδείξουν οι εξ αγαθής προαιρέσεως συστρατευθέντες μετ' αυτών αξιωματικοί».
Στις 23 Απριλίου του 1973, τόνιζε ο εξόριστος ηγέτης: «Δεν θα εδικαιούτο βέβαια να αξιώσει κανείς από άνδρας στρατιωτικούς πολιτικήν σοφίαν, θα ανέμενε όμως, ευλόγως, ειλικρίνειαν και θάρρος. Και νομίζω, ότι είναι καιρός για τους κυβερνώντες να αποδείξουν ότι κατέχουν τας αρετάς αυτάς. Είναι καιρός να τερματίσουν τον εμπαιγμόν του ελληνικού λαού και να του δώσουν μια σαφή και έντιμον προοπτικήν για το πολιτικόν του μέλλον. Γιατί τα περί δημοκρατικής διαπαιδαγωγήσεως των Ελλήνων υπό καθεστώς δικτακτορίας, όπως και τα στοχοδιαγράμματα που είναι άγνωστα στην ίδια την κυβέρνηση, αποτελούν φαιδρολογήματα, τα οποία αδικούν τη νοημοσύνην του λαού, αλλά δίδουν και το μέτρο της νοημοσύνης εκείνων που τα προβάλλουν...».
Η επιστροφή και η ανοικοδόμηση
Όταν μετά το εγκληματικό πραξικόπημα της χούντας και του Σαμψών κατά του Μακαρίου, οι Τούρκοι βρήκαν την ευκαιρία που ζητούσαν για την εισβολή, η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων στην Αθήνα, πανικόβλητη μπροστά στο κακό που συνετελέσθη, αποφάσισε να παραδώσει την διακυβέρνηση στους πολιτικούς. Ο «πυρήνας» όμως της χούντας διαφώνησε. Ύστερα από πολλές εκκλήσεις του στρατηγού Φ. Γκιζίκη προς τον Ιωαννίδη, ο τελευταίος, με έκδηλη δυσφορία, δήλωσε ότι θα υποκύψει μεν στην επιθυμία της ηγεσίας των Εν. Δυνάμεων να δοθεί πολιτική λύση, αλλά τόνισε ότι δεν συμφωνούσε μ' αυτήν.
Ο «αόρατος δικτάτορας» που θα μπορούσε εκείνη τη στιγμή να αχρηστεύσει εύκολα όλους όσοι προσανατολίζονταν στην επιστροφή του κοινοβουλευτισμού, φάνηκε απίστευτα «βολικός», επειδή είχε τρομάξει από το μέγεθος της καταστροφής που ο ίδιος προκάλεσε στην Κύπρο. Δεν έφερε αντίρρηση στον Γκιζίκη, αλλά και δεν εγκατέλειψε τα σχέδια του να «χτυπήσει» αιφνιδιαστικά τους πάντες σε χρόνο που αυτός θα έκρινε κατάλληλο. Και οι αμετανόητοι πιστοί του περίμεναν ανυπόμονα το σύνθημα του.
Περικυκλωμένος
Επομένως, την ώρα που ήλθε στην Ελλάδα ο Καραμανλής, βρισκόταν ουσιαστικά περικυκλωμένος από τους εχθρούς της Δημοκρατίας, που βυσσοδομούσαν στο σκοτεινό παρασκήνιο. Το μέγα πλήθος και το μέγα πάθος που παρατηρήθηκε στην υποδοχή του Καραμανλή (όμοιο του οποίου ξανάδε η χώρα μόνο στην απελευθέρωση από τους Γερμανούς) ξάφνιασε ξένους και ντόπιους παράγοντες, που επιθυμούσαν μια κατάσταση κάπως μεταβατική, στην οποία η ηγεσία των Εν. Δυνάμεων θα έπαιζε αποφασιστικό ρόλο. σύμφωνα με το τουρκικό πρότυπο. Γι' αυτό, και οι παράγοντες αυτοί, δεν ήθελαν τον Καραμανλή, επειδή αντιπροσώπευε την αληθινή δημοκρατία. Το γεγονός διαισθάνθηκε υποσυνείδητα όλος ο λαός, ακόμα και οι παλαιοί κομματικοί αντίπαλοι του Καραμανλή, που αντιλαμβάνονταν ότι μόνη εγγύηση επιστροφής στη δημοκρατία, ήταν ο αυτοεξόριστος εθνικός ηγέτης.
«Ένας άνθρωπος ήλθε και ορκίσθηκε μόνος», είπε επιγραμματικά ο Γεώργ. Μαύρος. Σε χρόνο ρεκόρ, ο Καραμανλής σχημάτισε κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, υπερκομματική με υπουργούς που είχαν αναπτύξει αντιστασιακή δραστηριότητα. Αν και ισορροπούσε σε ένα τεντωμένο σχοινί, απέλυσε όλους τους πολιτικούς κρατούμενους και με τη βοήθεια του Ευάγγ. Αβέρωφ και του Σόλωνα Γκίκα, διέλυσε την ΕΣΑ, συνέλαβε τον Ιωαννίδη και τους άλλους πραξικοπηματίες, όπως και τους βασανιστές, που δικάστηκαν και καταδικάστηκαν. Επανέφερε στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως τους διωγμένους, όπως και τους απόστρατους και απότακτους του Ναυτικού, νομιμοποίησε το ΚΚΕ, κι όλα τα κόμματα λειτούργησαν ελεύθερα. Ως «εσχάτη πράξη διαμαρτυρίας» έναντι της Συμμαχίας για το Κυπριακό, ο Καραμανλής πήρε την απόφαση αποχωρήσεως από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ και κατήγγειλε την Τουρκία ότι απειλεί την παγκόσμια ειρήνη με προσφυγή στον ΟΗΕ.
Η Νέα Δημοκρατία
Ιδρύει τη «Νέα Δημοκρατία» και στις εκλογές της 17ης Δεκεμβρίου 1974, κερδίζει το εντυπωσιακό ποσοστό των 54,37%. Το δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου 1974, τερματίζει το πολιτειακό, που είχε ταλανίσει επί γενεές γενεών το λαό. Το νέο Σύνταγμα άνοιξε θεσμικά τη δημοκρατική αυλαία. Επί πρωθυπουργίας του, σταδιοδρόμησε η περισσότερη και καλύτερη δημοκρατία που είχε γνωρίσει ο τόπος στα 160 χρόνια της ανεξαρτησίας. %
Το εκλογικό σώμα, ανανέωσε την εμπιστοσύνη του στον Καραμανλή στις εκλογές του 1977. Σ' αυτήν την περίοδο της πρωθυπουργίας του, οικοδόμησε μια σύγχρονη και προοδευτική Δημοκρατία και εξόπλισε την ελληνική Πολιτεία με νέους εύρωστους θεσμούς που έλαβαν συνταγματική κατοχύρωση. Το Σύνταγμα του 1975, θεωρείται ένα από τα πιο συγχρονισμένα των χωρών της Ευρώπης.
Αντιμετώπισε με ψυχραιμία και σύνεση τις τουρκικές προκλήσεις και, χωρίς να κάνει καμιά παραχώρηση εις βάρος των εθνικών συμφερόντων, απέτρεψε δύο φορές τον πόλεμο με την Τουρκία.
Ο άλλοτε υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Ιχσάμ Τσαγλαγιανγκίλ, θα ομολογήσει στα απομνημονεύματα του για τον Καραμανλή, ότι «Πάντα ήταν ρεαλιστής» και ότι «Γνώριζε τι θα μπορούσαν να δεχθούν οι Τούρκοι και σε ποια σημεία θα επιμείνουν...».
Υπήρξε ο αρχιτέκτονας της εντάξεως της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Ύστερα από μακροχρόνιες προσπάθειες του, η χώρα μας έγινε από την 1η Ιανουαρίου 1981 το δέκατο μέλος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Ευρωπαϊκή πολιτική
Η ευρωπαϊκή του πολιτική είναι απόρροια της βαθιάς και μακροχρόνιας πίστεως του στην Ευρώπη και στο μέλλον της. Πιο Ευρωπαίος από τους Ευρωπαίους, αγωνίστηκε επί πολλά χρόνια για την ενοποίηση της Ευρώπης. Σε αναγνώριση αυτού του αγώνα του, τιμήθηκε με τα βραβεία Καρλομάγνου και Σουμάν. Εξασφάλισε την επανένταξη της Ελλάδας στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, ανέβασε το διεθνές κύρος της χώρας και διηύρυνε τις διεθνείς σχέσεις προς τα Βαλκάνια, τη Σοβιετική Ένωση, τις τότε ανατολικές χώρες, την Κίνα, τον αραβικό και τον Τρίτο Κόσμο. Οι Έλληνες, ασχέτως πολιτικών πεποιθήσεων, αναγνωρίζουν το έργο και τη συμβολή του Κων. Καραμανλή στην οικοδόμηση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, και γενική είναι η διαπίστωση, ότι επί δύο θητείες στον ανώτατο θώκο της Πολιτείας, ως πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο Καραμανλής αγωνίσθηκε για τις πάγιες αξίες της Δημοκρατίας, της Ελευθερίας και της γαλήνης αυτού του τόπου...
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (6.3.1994)