Translate -TRANSLATE -

Δευτέρα 14 Απριλίου 2025

Μια λησμονημένη φωνή της Επανάστασης του 1821 από την Σμύρνη

 

 

Ο Πέτρος Μέγκους: Μια λησμονημένη φωνή της Επανάστασης του 1821 από την Σμύρνη

Μια μοναδική μαρτυρία από έναν απλό πολεμιστή – γραμμένη στην Αμερική, ξεχασμένη για σχεδόν δύο αιώνες, που τώρα ξαναβρίσκει τη θέση της στην ιστορική μνήμη.

 

Η φωνή που δεν ήταν από προεστό ή στρατηγό

Ο Πέτρος Μέγκους, γεννημένος το 1785 στο Κουκλουτζά της Σμύρνης, υπήρξε μια σπάνια περίπτωση ανθρώπου της εποχής του: μορφωμένος, οξυδερκής και παρατηρητικός, συμμετείχε στην Επανάσταση του 1821 όχι από τη θέση ενός ηγέτη ή λογίου, αλλά ως απλός μαχητής. Και όμως, χάρη στη μαρτυρία του –που εκδόθηκε το 1830 στις Ηνωμένες Πολιτείες– η φωνή του ξεχωρίζει σήμερα για τη διαύγεια και τη φρεσκάδα της, προσφέροντας μια εναλλακτική αφήγηση στα κυρίαρχα εθνικά αφηγήματα.

Η μαρτυρία του εκδόθηκε στα αγγλικά και, μέχρι πρόσφατα, παρέμενε σχεδόν άγνωστη στο ελληνικό κοινό. Ένα αντίτυπο του βιβλίου εντοπίστηκε από τον εκδοτικό οίκο «Ισνάφι» στα Γιάννενα και μεταφράστηκε από τον Βαγγέλη Κούταλη, φέρνοντάς το ξανά το 2009 στο φως.

Ο Μέγκους έλαβε παιδεία στην Ακαδημία των Κυδωνιών και επηρεάστηκε έντονα από τον Διαφωτισμό, παρακολουθώντας τα κηρύγματα του Κωνσταντίνου Οικονόμου στη Σμύρνη. Η οικογένειά του είχε εμπορικούς δεσμούς με τη Δύση και διατηρούσε επαφές με Αμερικανούς ιεραποστόλους. Το 1828, μεταφέρεται στις Ηνωμένες Πολιτείες με πρωτοβουλία του Josiah Brewer, μαζί με άλλα δύο ελληνόπουλα, προκειμένου να σπουδάσει.

Στην Αμερική, διδάσκει ελληνικά στο Mount Pleasant Institute και στο Trinity College. Λίγο αργότερα όμως χάνονται τα ίχνη του. Ο τελευταίος που τον αναφέρει είναι ο φιλέλληνας Jonas King, που θεωρεί πως ίσως κατατάχθηκε στον μεξικανικό στρατό.

 

Η μαρτυρία του Μέγκους καταγράφεται σε μορφή ερωταποκρίσεων από έναν Αμερικανό εκδότη (πιθανόν έναν από τους Elliott ή Palmer, που αναφέρονται στο βιβλίο). Ο ίδιος ο Πέτρος δεν γνώριζε ακόμα αγγλικά, και το βιβλίο βασίστηκε στις συζητήσεις του με τον εκδότη, πιθανότατα στα ιταλικά ή γαλλικά. Το κείμενο συνοδεύεται από υποσημειώσεις και γλωσσάρι τουρκικών και αλβανικών λέξεων – δείγμα του ενδιαφέροντος του εκδότη να προσφέρει ένα πλήρες πολιτισμικό πορτρέτο της εποχής στους Αμερικανούς αναγνώστες.

Ο Πέτρος ταξιδεύει στο Μεσολόγγι, όπου γνωρίζεται με τον φιλέλληνα Johanan Jacob Meyer και έρχεται σε επαφή με το πολυσύνθετο μωσαϊκό ανθρώπων και ιδεών που συνθέτουν την Ελληνική Επανάσταση. Από τον αρβανίτικο χαρακτήρα των Υδραίων μέχρι την εντυπωσιακή ρώμη του Χατζή-Χρήστου με βουλγαρική καταγωγή, ο Μέγκου αποτυπώνει μια Επανάσταση όχι μονοσήμαντη, αλλά ποικιλόμορφη – εθνικά, γλωσσικά και θρησκευτικά.

 

 

Η μαρτυρία του φωτίζει και τη ρευστότητα της εθνικής ταυτότητας εκείνης της εποχής. Στο πλευρό των Ελλήνων πολεμούν Αλβανοί, Βούλγαροι και Σέρβοι. Ο ίδιος καταγράφει με απορία τις μονομαχίες των Φιλελλήνων Γάλλων και Γερμανών –ένα έθιμο ξένο προς τον οθωμανικό κόσμο– και σαρκάζει για τη γλώσσα των αλβανόφωνων ναυτών του Μιαούλη.

Ο ιστορικός Δημήτρης Σταματόπουλος υπενθυμίζει πως το 1809 είχε υπάρξει κοινή απόφαση Ελλήνων και Τούρκων προεστών για εξέγερση κατά του Βελή Πασά, με σύσταση μικτής κυβέρνησης και σημαία που συνδύαζε τον Σταυρό με την Ημισέληνο. Επίσης, η πρόταση του Κοραή να μην αποκλείονται οι Εβραίοι από το νέο ελληνικό κράτος, έρχεται σε αντίστιξη με τη συνταγματική πρόβλεψη που το καθόρισε ως «κράτος των Ορθοδόξων Χριστιανών».

Η μαρτυρία του Πέτρου Μέγκους προσφέρει μια άλλη εικόνα της Επανάστασης: όχι εξιδανικευμένη, αλλά ρεαλιστική, με χιούμορ, παρατηρητικότητα και σεβασμό προς την πολυπλοκότητα της εποχής. Δεν πρόκειται για μια «εθνικά καθαρή» ιστορία, αλλά για ένα ταξίδι μέσα σε ένα πολιτισμικό σταυροδρόμι, όπου η γλώσσα, η θρησκεία και η καταγωγή δεν καθόριζαν απόλυτα την ταυτότητα ή τη στάση ενός ανθρώπου.

Το βιβλίο του, που είχε γραφτεί για να «προσφέρει ευχαρίστηση και γνώση στο αμερικανικό κοινό», σήμερα προσφέρει κάτι εξίσου πολύτιμο: έναν εναλλακτικό τρόπο να θυμόμαστε και να κατανοούμε το 1821. Όχι μόνο ως εθνική εξέγερση, αλλά και ως κοινωνικό, πολιτισμικό και υπαρξιακό ρήγμα.


 


Αναφορά στο βιβλίο και το περιεχόμενό του

Η αφήγηση του Πέτρου Μέγκου ξεκινά με μια ζωντανή και λεπτομερή περιγραφή της γενέτειράς του, του Κουκλουτζά, που βρίσκεται κοντά στη Σμύρνη. Περιγράφει το φυσικό περιβάλλον και τον οικισμό με την καθημερινότητα των ανθρώπων. Στην παιδική του ηλικία, αναφέρεται σε πρόσωπα που σημάδεψαν τη ζωή του, όπως η παραμάνα του, η οποία καταγόταν από την Τριπολιτσά και είχε φτάσει αιχμάλωτη στη Σμύρνη, καθώς και σε άλλες μορφές της οικογένειάς του. Επίσης, μιλά για τη βιβλιοθήκη του πατέρα του, για τα πρώτα του σχολεία, όπως το Φιλολογικό Γυμνάσιο και τη Σχολή των Κυδωνιών, καθώς και για το σύστημα διδασκαλίας της εποχής, δίνοντας λεπτομέρειες για τις μεθόδους διδασκαλίας και τις αμοιβές των δασκάλων.

Με την έκρηξη της ελληνικής Επανάστασης το 1821, η ζωή του Μέγκου αναστατώνεται. Στη Σμύρνη, όπου η κατάσταση γίνεται ολοένα πιο επικίνδυνη, αναγκάζεται να εγκαταλείψει την πόλη. Κατόπιν, με ένα αυστριακό πλοίο και με την υποστήριξη του Γάλλου προξένου, φτάνει στη Τεργέστη και από εκεί μεταβαίνει στο Μεσολόγγι, γεμάτος ενθουσιασμό και έτοιμος να συμμετάσχει στον Αγώνα για την ανεξαρτησία.

Το 1821, ο Μέγκους μαζί με Ρουμελιώτες πολεμιστές συμμετέχει σε επιθέσεις εναντίον των Τούρκων στην Πάτρα, και στη συνέχεια στο Μεσολόγγι και την Άρτα. Η συμμετοχή του στον Αγώνα ενδυναμώνεται όταν προσλαμβάνεται ως γραμματικός από τον καπετάνιο του Υδραίου στόλου, Ανδρέα Μιαούλη. Στη ναυμαχία της Πάτρας (Φεβρουάριος 1822), ο Μέγκους παίρνει μέρος στην πρώτη σημαντική πολεμική εμπειρία του στη θάλασσα. Στη συνέχεια, γνωρίζεται με τον Σαχτούρη στην Ύδρα, εντάσσεται στο πλήρωμά του και συμμετέχει σε επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων, όπως στη Χίο το 1822, που μόλις είχε καταστραφεί από την τουρκική επέλαση. Η επιχείρηση αυτή είχε στόχο τη διάσωση των Χιωτών αιχμαλώτων και την προστασία των υπόλοιπων κατοίκων του νησιού.

 

 

Ο Μέγκους συμμετέχει σε αρκετές άλλες στρατιωτικές επιχειρήσεις και στο τέλος του 1822, εντάσσεται στο φιλελληνικό σώμα υπό τη διοίκηση του Γάλλου αξιωματικού L. J. Blondel μέχρι και την αποτυχία της μάχης του Πέτα. Στη μάχη του Πέτα (Ιούλιος 1822), το φιλελληνικό τάγμα αποδεκατίζεται και ο Μέγκους, παρά τις απώλειες, καταφέρνει να διαφύγει και να φτάσει στο Μεσολόγγι. Η υγεία του, όμως, έχει κλονιστεί σοβαρά, και αναγκάζεται να επιστρέψει μέσω Ύδρας και Τήνου στη Σμύρνη, όπου θα περάσει αρκετό χρόνο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ταξιδεύει σε διάφορα μέρη του Αιγαίου και συμμετέχει σε μικρές συγκρούσεις στην Κρήτη το 1823.

Το 1826, ο Μέγκους βρίσκεται στην Σύρο και στη Μυτιλήνη, όπου παίρνει μέρος σε επιχειρήσεις αναζήτησης αιχμαλώτων, και στη συνέχεια, επιστρέφει οριστικά στη Σμύρνη. Εκεί γνωρίζει Αμερικανούς ιεραπόστολους, και ιδιαίτερα τον Ιωνά Κινγκ, του οποίου η θεολογική κατάρτιση και τα κηρύγματα τον εντυπωσιάζουν. Με την υποστήριξη του Josiah Brewer το  1828 θα βρεθεί με δύο άλλα Ελληνόπουλα στην Αμερική.

 

 

Η αφήγηση του Μέγκου είναι γεμάτη με προσωπικές εμπειρίες από την καθημερινή ζωή κατά την Επανάσταση του 1821. Περιγράφει όχι μόνο πολεμικές συγκρούσεις, αλλά και τη ζωή των ανθρώπων της εποχής, τον τρόπο που οι κοινότητες συνυπήρχαν, τις αντιπαραθέσεις μεταξύ των Ελλήνων και Τούρκων και τις διαφορετικές νοοτροπίες που επικρατούσαν σε διάφορες περιοχές. Μέσω της αφήγησής του, αναδεικνύει τις αντιφάσεις της κοινωνίας, τις δυσκολίες που υπήρχαν στο στρατό, τις λιποταξίες, τις οικονομικές πιέσεις και την προσπάθεια επιβίωσης των στρατιωτών. Αντιλαμβάνεται την ένταση μεταξύ των πολιτικών και στρατιωτικών παρατάξεων, καθώς και τη σχέση μεταξύ των ελληνικών και τουρκικών κοινοτήτων, που ήταν πάντα τεταμένη, αν και υπήρχαν στιγμές συνεργασίας.

Το βιβλίο του Μέγκου δεν είναι απλώς μια πολεμική εξιστόρηση, αλλά μια διείσδυση στην καθημερινή ζωή των Ελλήνων κατά την περίοδο της Επανάστασης. Κινητοποιεί τη μνήμη του για να αναδείξει ιστορίες που αφορούν την κοινή ζωή στη Σμύρνη και την ευρύτερη περιοχή, την κοινωνική και ιδεολογική αντιπαράθεση, τη συμβίωση των Ελλήνων και των Τούρκων, και τις αναμνήσεις του από την παιδική του ηλικία. Αναφέρει τις προσπάθειες των Ελλήνων να ενσωματώσουν δυτικά στοιχεία στον τρόπο ζωής τους, όπως η εισαγωγή πυροσβεστικών αντλιών και η ίδρυση Τράπεζας, και παραθέτει προσωπικά περιστατικά, όπως η εκτέλεση του διοικητή Κιατίπογλου το 1816, οι ταραχές του 1797 στη Σμύρνη και οι μνήμες από την εξέγερση του Αλέξανδρου Υψηλάντη.

Ο Μέγκους επίσης καταγράφει στοιχεία της καθημερινής ζωής των Τούρκων, τις γιορτές και τα σχολεία τους, τις διαφορές στην κοινωνική και πολιτισμική ζωή τους σε σχέση με τους Έλληνες. Παρόλο που πολλές φορές τονίζει την αντιπάθειά του προς τους Τούρκους και τονίζει τη βαναυσότητα και την αμάθεια τους, παρουσιάζει και θετικά περιστατικά, όπως την υποστήριξη που έλαβε η οικογένειά του από κάποιους Τούρκους. Η αντιπαράθεση αυτή ενισχύεται από τις εμπειρίες του στις μάχες και τις συγκρούσεις του 1821, αλλά και από τις γενικότερες πολιτισμικές αντιπαλότητες που προϋπήρχαν της Επανάστασης.

 


 

Με την αφήγηση του, ο Μέγκους θέλει να μιλήσει για τα πάντα: για τις μάχες που έλαβε μέρος, τις ιστορίες που άκουσε και τις προσωπικές του εμπειρίες, καθώς και για τα γεγονότα που επηρεάζουν τις κοινότητες της εποχής. Έτσι, η αφήγηση δεν περιορίζεται μόνο στην πολεμική ιστορία, αλλά επεκτείνεται και σε κοινωνικά, πολιτισμικά και ιδεολογικά θέματα που αφορούν τη ζωή των Ελλήνων και των Τούρκων στην περιοχή κατά την Επανάσταση του 1821.

Σε γενικές γραμμές, το βιβλίο του Μέγκου είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και ζωντανή αφήγηση που συνδυάζει τις προσωπικές του εμπειρίες και παρατηρήσεις με ιστορικά γεγονότα, δίνοντας στον αναγνώστη μια ευρύτερη εικόνα των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών της εποχής της Επανάστασης.

Το βιβλίο η "Αφήγηση ενός Έλληνα στρατιώτη" (Narrative of a Greek soldier) του Πέτρου Μενγκούς  τυπώθηκε και εκδόθηκε από τους Elliott και Palmer, 20 William-street, στη Νέα Υόρκη στα 1830. (Η αφήγηση του Πέτρου Μέγγου. Από τη Σμύρνη στην Ελλάδα του 1821, μετάφραση : Βαγγέλης Κούταλης, Ιωάννινα, εκδόσεις Ισνάφι, 2009, 320 σ.)

Το βιβλίο δεν είναι άγνωστο στην ελληνική βιβλιογραφία. Έχει καταγραφεί από τη Λουκία Δρούλια στη φιλελληνική βιβλιογραφία της και έχει χρησιμοποιηθεί κυρίως από τον Κυριάκο Σιμόπουλο στο βιβλίο του «πως είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του 21 ως πηγή για ορισμένα γεγονότα της Επανάστασης». Η μετάφρασή του στα ελληνικά και η κυκλοφορία του από τον εκδοτικό οίκο Ισνάφι των Ιωαννίνων μας δίνει τη δυνατότητα να το ξαναδούμε στο σύνολό του και να επανεκτιμήσουμε τη σημασία του.

 Πηγές :

https://mikrasiatis.gr/i-afigisi-tou-petrou-mengou-apo-ti-smyrni-stin-ellada-tou-1821/

https://www.kathimerini.gr/opinion/713745/fones-kai-fones-apo-to-1821/

Διαδίκτυο

 

Παρασκευή 4 Απριλίου 2025

ΖΗΝΟΒΙΑ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΠΑΛΜΥΡΑΣ

 

                               Giovanni Battista Tiepolo :Queen Zenobia Addressing Her Soldiers, 1725/1730

ΖΗΝΟΒΙΑ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΠΑΛΜΥΡΑΣ

Γράφει ο Κ. Γραικιώτης

Η ομορφιά της ήταν θρυλική και υπήρξε μία από τις πιο εντυπωσιακές και δυναμικές γυναικείες μορφές της αρχαιότητας. Με βαθιά μαύρα μάτια, λεία επιδερμίδα, μαλλιά δεμένα σε πλεξούδες σύμφωνα με το έθιμο της εποχής, ήταν μια γυναίκα επίσης φιλόδοξη, ευφυής και καλλιεργημένη.  Μια μελαχρινή γυναίκα εκθαμβωτικής ομορφιάς, σαγηνευτική, ευφυής, θαρραλέα και υπέρμετρα φιλόδοξη, ένα πλάσμα ακαταμάχητα χαρισματικό. Ήταν μία από τις πιο μορφωμένες και γλωσσομαθείς γυναίκες της εποχής της - μιλούσε ελληνικά, λατινικά, αραμαϊκά, αιγυπτιακά και τις τοπικές διαλέκτους. Ήταν επιρρεπής στις απολαύσεις των αισθήσεων, αγαπούσε το θέατρο και παρακολουθούσε τα θεάματα στο ελληνικό θέατρο της πόλης.

Η Ζηνοβία (240-275 μ.Χ), έζησε τον 3ο αιώνα μ.Χ., και διακρίθηκε για την εξυπνάδα, την καλλιέργεια και τη στρατηγική της ικανότητα. Γεννημένη στην Παλμύρα, ρωμαϊκή αποικία που βρίσκεται στη σημερινή Συρία, η Ζηνοβία βασίλευσε από το 267 ή 268 μέχρι το 272 μ.Χ. Ολόκληρο το όνομά της ήταν Σεπτιμία Ζηνοβία (Septimia Zenobia και αραμαϊκά: Znwoya Bat Zabbai). Σύμφωνα με πηγές όπως ο ιστορικός Τρεβέλλιος Πολιών, η Ζηνοβία ισχυριζόταν ότι καταγόταν από τον Μέγα Αλέξανδρο ή την Κλεοπάτρα Ζ’.

Ήταν η δεύτερη σύζυγος του Odenato, ενός λαμπρού πολιτικού και στρατιώτη που, μετά από μια λαμπρή καριέρα, διορίστηκε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Γαλιηνό (Gallienus) ως υπερασπιστής των συνόρων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από την περσική απειλή, ιδιαίτερα ορίστηκε βασιλιάς της Παλμύρας ενός σημαντικού σταθμού καραβανιών στη Συροπαλαιστινιακή περιοχή της σημερινής Συρίας. Η Ζηνοβία ακολουθούσε πάντα τον σύζυγό της στα πεδία των μαχών στις στρατιωτικές εκστρατείες κατά των Περσών και στα Πολεμικά Συμβούλια. Με τον Οδαίναθο απέκτησαν ένα παιδί τον Βαμπάλαθο (Αθηνόδωρο)

Το 267 ο πατέρας του Βαμπάλαθου ο Οδαίναθος και ο ετεροθαλής αδελφός του Χαϊράν Α΄ δολοφονήθηκαν από έναν συγγενή, ίσως εξάδελφο του Οδαίναθου, ονόματι Μαιώνιο. Ο Μαιώνιος κυβέρνησε ως σφετεριστής και στέφθηκε αυτοκράτορας, αλλά σχεδόν αμέσως σκοτώθηκε, καθώς δεν υπάρχει καμία επιγραφή ή στοιχεία για την κυριαρχία του. Πάντως φημολογείτο ότι και η Ζηνοβία ενεθάρρυνε την συνωμοσία ενάντια στον βασιλιά και τον διάδοχό του που προερχόταν από την πρώτη του σύζυγο.

 

Με τους Oδαίναθο και τον μεγαλύτερο γιο του νεκρό, η διαδοχή ήρθε στον μικρότερο γιο του, Βαμπάλαθο. Ο νεαρός Βαμπάλαθος έγινε βασιλιάς (rex consul imperator dux Romanorum, "Ευφημισμένος βασιλιάς των βασιλέων" και corrector totius Οrientis, επιμελητής πάσης Ανατολής) της Αυτοκρατορίας της Παλμύρας σε ηλικία 8 ετών. Όντας πολύ μικρός για να κυβερνήσει, η μητέρα του Ζηνοβία έγινε η de facto ηγεμόνας της Παλμύρας καθώς ανέλαβε την εξουσία ως αντιβασίλισσα για λογαριασμό του ανήλικου γιου της. Άλλωστε η πρώτη της πράξη ήταν να δηλώσει ανοιχτά τον εαυτό της απόγονο της βασίλισσας Κλεοπάτρας και να ανακηρύξει τον εαυτό της βασίλισσα της Παλμύρας  

Αρχικά ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αυρηλιανός αναγνώρισε την κυριαρχία του Βαμπαλάθου, ίσως επειδή ο Αυρηλιανός βρισκόταν σε μία μεγάλη σύγκρουση με τη Γαλατική αυτοκρατορία στα δυτικά και δίστασε να υποκινήσει ανοιχτό πόλεμο με την αυτοκρατορία της Παλμύρας. Αυτή η αμοιβαία αναγνώριση μαρτυρείται από πρώιμα νομίσματα, που εξέδωσε η Ζηνοβία με το όνομα του Βαμπαλάθου, αλλά και αναγνωρίζοντας τον Αυρηλιανό ως Αυτοκράτορα. Στα νομίσματα, ο Αυρηλιανός εμφανίζεται να φορά ένα ακτινοβόλο στέμμα, που υποδηλώνει την υπεροχή του ως Αυτοκράτορα, ενώ ο Βαμπάλαθος στέφεται με δάφνινο στεφάνι. Τα νομίσματα που κόπηκαν στην Αλεξάνδρεια, έδειχναν τον Αυρηλιανό στον πρώτο του χρόνο εξουσίας και τον Βαμπάλαθο στον τέταρτο χρόνο του, με τον Βαμπάλαθο να υιοθετεί τιμητικούς τίτλους, που πιθανώς κληρονόμησε από τον πατέρα του Οδαίναθο. Αν και το Βασίλειο της Παλμύρας είχε κέντρο την Παλμύρα, ο Βαμπάλαθος και η Ζηνοβία πιθανότατα πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος της βασιλείας τους στην Αντιόχεια, τη διοικητική πρωτεύουσα της Συρίας. Η σχέση μεταξύ της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της νεοσύστατης αυτοκρατορίας της Παλμύρας επιδεινώθηκε και μία σειρά από κατακτήσεις της Παλμύρας, που πραγματοποιήθηκαν υπό την πλασματική υποταγή στη Ρώμη, ξεκίνησε γύρω στο 270.

 


Τον Οκτώβριο του 270 ένας στρατός της Παλμύρας 70.000 ανδρών εισέβαλε στην Αίγυπτο και ανακήρυξε τη Ζηνοβία, μητέρα του Βαμπάλαθου, ως βασίλισσα της Αιγύπτου. Ο Ρωμαίος στρατηγός Tενάγινο Πρόβος μπόρεσε να ανακτήσει την Αλεξάνδρεια τον Νοέμβριο, αλλά ηττήθηκε και διέφυγε στο φρούριο της Βαβυλώνας, όπου πολιορκήθηκε και σκοτώθηκε από τον Zαβδά, έναν στρατηγό της Παλμύρας, ο οποίος συνέχισε την πορεία του προς τα νότια και ασφάλισε την Αίγυπτο. Στη συνέχεια, το 271, ο Zαμπαί, ένας άλλος στρατηγός της Παλμύρας που υπηρετούσε τη Ζηνοβία, ξεκίνησε στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μ. Ασία και ενώθηκε με τον Zαβδά την άνοιξη του ίδιου έτους. Οι Παλμυρηνοί υπέταξαν τη μικρασιατική επαρχία της Γαλατίας και κατέλαβαν την περιφερειακή πρωτεύουσα της Άγκυρας, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη έκταση της επέκτασης της Παλμύρας.

Η Ζηνοβία ονειρευόταν να κάνει την πρωτεύουσά της Παλμύρα όχι μόνο εμπορικό, αλλά και πνευματικό κέντρο. Στη διάρκεια της πεντάχρονης βασιλείας της (267-272 μ.Χ.), κατόρθωσε να μετατρέψει την υποτελή στη Ρώμη πολιτεία της σε ανεξάρτητο βασίλειο και την Παλμύρα σε μία από τις πλουσιότερες πόλεις της Ανατολής. Ο Αυρηλιανός εξαφανίστηκε από τα νομίσματα της Παλμύρας, ενώ η Ζηνοβία και ο Βαμπάλαθος υιοθέτησαν τους τίτλους της Αυγούστας και του Αυγούστου, αντίστοιχα. Ο Βαμπάλαθος ονομάστηκε σε νομίσματα «βασιλιάς, αυτοκράτορας, dux Romanum, αρχηγός των Ρωμαίων» και ξεκίνησε μία ανοιχτή εξέγερση κατά της Ρώμης.

 

Η ΖΗΝΟΒΙΑ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΛΜΥΡΑ
 

Το 272 μ. Χ. ο Αυρηλιανός αποφάσισε να βάλει τέλος στην ανταρσία στην Ανατολή. Ο στρατός της Παλμύρας και ο ρωμαϊκός στρατός συγκρούστηκαν στις όχθες του Ορόντη, όπου ο Αυρηλιανός, ένας μεγάλος στρατηγός, πέτυχε μια μεγάλη νίκη. Η Ζηνοβία και οι πιστοί της αναγκάστηκαν να καταφύγουν πρώτα στην Αντιόχεια και μετά στην Έμεσα. Η αποφασιστική νίκη του Αυρηλιανού σημειώθηκε στην Έμεσα, αλλά η Ζηνοβία, αν και βαριά ηττημένη, δεν παραδόθηκε. Υποχώρησε στην Παλμύρα και εδώ ετοιμάστηκε να αντιμετωπίσει την αναπόφευκτη πολιορκία. Ο Αυρηλιανός της πρόσφερε μια τιμητική παράδοση, αλλά η βασίλισσα δεν δέχτηκε, έχοντας εμπιστοσύνη στη βοήθεια των φυλών της ερήμου. Η βοήθεια τους όμως δεν έφτασε ποτέ καθώς η Ρώμη είχε υποτάξει όλους αυτούς τους πληθυσμούς και η Ζηνοβία δεν είχε πλέον άλλη επιλογή από το να φύγει με τον γιο της. Άφησε την πόλη και κατευθύνθηκε ανατολικά για να ζητήσει από την αυτοκρατορία των Σασσανιδών ενίσχυση. Όμως, παρά τη βοήθεια των νομάδων της ερήμου, αναγνωρίστηκε και αιχμαλωτίστηκε από τους Ρωμαίους  που την παρακολουθούσαν και η βασίλισσα  συνελήφθηκε κοντά στον Ευφράτη και την έφεραν μπροστά στον Αυρηλιανό. Αμέσως μετά, οι πολίτες της Παλμύρας ζήτησαν ειρήνη και η πόλη παραδόθηκε.

Το τέλος της ονομαστικής κυριαρχίας της Ζηνοβίας και του γιού της ήρθε μετά την απώλεια της πολιορκημένης Παλμύρας. Ο Βαμπάλαθος, η μητέρα του και το συμβούλιό της οδηγήθηκαν στην Έμεσα και δικάστηκαν. Οι περισσότεροι από τους υψηλόβαθμους αξιωματούχους της Παλμύρας εκτελέστηκαν, ενώ η μοίρα της Ζηνοβίας και του Βαμπάλαθου παρέμεινε αβέβαιη. Αν και ο Αυρηλιανός εκτέλεσε τους περισσότερους από τους κρατούμενούς του, πιθανότατα γλίτωσε τη βασίλισσα και τον γιο της, για να τους σύρει να παρελάσουν στον προγραμματισμένο θρίαμβό του.

Σύμφωνα με τον ιστορικό Ζώσιμο, ο Βαμπάλαθος απεβίωσε στον δρόμο για τη Ρώμη, αλλά αυτή η θεωρία δεν έχει ούτε επιβεβαιωθεί, ούτε διαψευστεί. Άλλες πηγές υπονοούν, ότι μετά την αποστολή της ηττημένης Ζηνοβίας και τού Βαμπαλάθου στη Ρώμη, ο Αυρηλιανός επέτρεψε και στους δύο επαναστάτες να ζήσουν, αλλά μόνο αφού παρήλασαν στους δρόμους της Ρώμης σύμφωνα με τις ρωμαϊκές παραδόσεις που ήθελαν να εορτάζονται οι στρατιωτικές νίκες με θριαμβευτική πομπή. Αυτό ήταν ταπεινωτικό για τους δύο, αλλά καλύτερο από το θάνατο. Αυτή η θεωρία υποστηρίζεται από την παρόμοια αντιμετώπιση του Αυρηλιανού για τους Tετρίκους: τον Τέτρικο Α΄ και τον Tέτρικο Β΄ της Γαλατικής αυτοκρατορίας, μακροχρόνιους εχθρούς της Ρώμης, στους οποίους ο Αυτοκράτορας επέτρεψε να αποσυρθούν μετά την ήττα τους στη μάχη του Σαλόν το 274 και αργότερα μεταφέρθηκαν στη Ρώμη. 

 


 

Στην αιώνια πόλη, η όμορφη αιχμάλωτη βασίλισσα παρέλασε σαν το πολυτιμότερο από τα τρόπαια του Αυρηλιανού δεμένη με χρυσές αλυσίδες στο άρμα του αυτοκράτορα. Οι πηγές διίστανται ως προς την απόληξή της. Άλλος λέει ότι πέθανε λίγο μετά την άφιξή της στη Ρώμη, άλλος αναφέρει ότι εντυπωσιασμένος ο Αυρηλιανός από την εκθαμβωτική ομορφιά της Ζηνοβίας, αλλά και το θάρρος της να ορθώσει το ανάστημά της κατά της Αυτοκρατορίας της Ρώμης, πρόσφερε σ’ αυτή την ελευθερία της, άλλος πάλι λέει ότι στη Ρώμη, η έκπτωτη «βασίλισσα της ερήμου» παντρεύτηκε ένα Ρωμαίο συγκλητικό και πέρασε την υπόλοιπη ζωή της μέσα σε ανέσεις και πολυτέλεια στη ρωμαϊκή έπαυλή του κοντά στο σημερινό Τίβολι της Ιταλίας ως Ρωμαία αρχόντισσα μέχρι το τέλος των ημερών της.

Η Ζηνοβία πάντως έμεινε στην ιστορία όχι μόνο για τις πολιτικές και στρατιωτικές της επιτυχίες, αλλά και για το θάρρος και την αποφασιστικότητά της σε μια εποχή όπου οι γυναίκες σπάνια κατείχαν εξουσία


 

ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Η Ζηνοβία ήταν φιλότεχνος και προστάτευσε τη φιλοσοφία και τις τέχνες, προσελκύοντας λόγιους και φιλοσόφους στην αυλή της στην Παλμύρα Αποτελεί επίσης σύμβολο γυναικείας ισχύος, στρατηγικής ικανότητας και πολιτιστικού μεγαλείου, και πολλές φορές έχει συγκριθεί με την Κλεοπάτρα, ενώ έχει εμπνεύσει θεατρικά έργα, μυθιστορήματα και όπερες.

Πάμε να δούμε πώς η Ζηνοβία επέζησε στον χρόνο μέσα από την τέχνη, τη λογοτεχνία και τον θρύλο. Είναι εντυπωσιακό πώς ένα ιστορικό πρόσωπο του 3ου αιώνα συνεχίζει να εμπνέει μέχρι σήμερα.

Η Ζηνοβία στην τέχνη

Μέσα από Αναγεννησιακούς και νεότερους πίνακες η Ζηνοβία προβάλλει ως το σύμβολο της γυναικείας αρετής και αξιοπρέπειας.

Ζωγράφοι όπως ο Giovanni Battista Tiepolo και ο Nicolas Poussin την απεικόνισαν είτε στη σύλληψή της είτε στη θριαμβευτική πομπή της στη Ρώμη.

Πολλές απεικονίσεις τη δείχνουν ευγενική, αγέρωχη, ακόμα και δεμένη και αιχμάλωτη, χωρίς να χάνει την αξιοπρέπειά της.

Σε γλυπτά και χαλκογραφίες αναπαριστάται συχνά ντυμένη με ελληνορωμαϊκή ενδυμασία, με διάδημα ή σκήπτρο.

Η Ζηνοβία στη λογοτεχνία

 Σε Μεσαιωνικούς θρύλους εμφανίζεται στα χειρόγραφα και τις λαϊκές αφηγήσεις ως η «Ζηνοβία η σοφή» ή «η περήφανη βασίλισσα της Ανατολής».

Σε Αναγεννησιακά έργα:

Ο Τζοβάνι Μποκάκιο την περιλαμβάνει στο έργο του De mulieribus claris («Για τις ένδοξες γυναίκες»), τονίζοντας τη σοφία και το θάρρος της. Η Ζηνοβία παρουσιάζεται ως υπόδειγμα ανδρείας, αντίστοιχη των ανδρών βασιλέων.

Στη Νεότερη λογοτεχνία:

Στο αγγλόφωνο μυθιστόρημα "Zenobia, or The Fall of Palmyra" (1837) του William Ware, εμφανίζεται ως τραγική ηρωίδα, γεμάτη χάρη και φιλοσοφικό στοχασμό.

Έχει επίσης αναφερθεί σε φεμινιστικές μελέτες και δοκίμια, ως σύμβολο της γυναικείας εξουσίας σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο.

Στην Όπερα και θέατρο

Η ζωή της Ζηνοβίας ενέπνευσε τουλάχιστον δέκα όπερες από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα! (Π.χ. "Zenobia, Regina de Palmireni" από τον Tomaso Albinoni ή  το έργο "Zenobia in Palmira" του Giovanni Paisiello.).

Στα έργα αυτά παρουσιάζεται ως τραγική ηρωίδα που συνδυάζει δύναμη, πάθος και αξιοπρέπεια. Η δραματική της πτώση προσφέρει πλούσιο έδαφος για συγκίνηση και στοχασμό.

Στους  Θρύλους & στις παραδόσεις

Σε κάποιες αραβικές αφηγήσεις μετατρέπεται σχεδόν σε μυθική φιγούρα, που κυβερνά με σοφία και αυστηρότητα.

Ορισμένοι ιστορικοί της Ανατολής τη θεωρούσαν προάγγελο της ισλαμικής χρυσής εποχής λόγω της ευφυΐας και του πολιτιστικού της έργου.

 

 

Πηγές :

https://extremelyinterestingfacts.quora.com/ZENOBIA-THE-QUEEN-OF-PALMYRA

https://el.wikipedia.org/wiki/Ζηνοβία

https://el.wikipedia.org/wiki/Βαμπάλαθος

 

Τετάρτη 2 Απριλίου 2025

Επιστολή Λεχ Βαλέσα προς Ντοναλντ Τραμπ

 



 Ο πρώην πρόεδρος της Πολωνίας Λεχ Βαλέσα έγραψε την ακόλουθη επιστολή στον Τραμπ.

Εξοχότατε, κύριε Πρόεδρε,

Παρακολουθήσαμε το ρεπορτάζ της συνομιλίας σας με τον Πρόεδρο της Ουκρανίας, Volodymyr Zelensky, με φόβο και αποστροφή. Θεωρούμε προσβλητικό το γεγονός ότι περιμένετε από την Ουκρανία να δείξει σεβασμό και ευγνωμοσύνη για την υλική βοήθεια που παρείχαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στον αγώνα τους κατά της Ρωσίας. Οφείλουμε ευγνωμοσύνη στους ηρωικούς Ουκρανούς στρατιώτες που χύσανε το αίμα τους για την υπεράσπιση των αξιών του ελεύθερου κόσμου. Πεθαίνουν στην πρώτη γραμμή για περισσότερα από 11 χρόνια στο όνομα αυτών των αξιών και της ανεξαρτησίας της πατρίδας τους, η οποία δέχτηκε επίθεση από τη Ρωσία του Πούτιν.

Δεν καταλαβαίνουμε πώς δεν μπορεί να το αναγνωρίσει ο ηγέτης μιας χώρας που συμβολίζει τον ελεύθερο κόσμο.

 


Η δυσφορία μας ενισχύθηκε επίσης από την ατμόσφαιρα στο Οβάλ Γραφείο κατά τη διάρκεια αυτής της συνομιλίας, η οποία μας θύμισε τις ανακρίσεις που αντέξαμε στα χέρια των Υπηρεσιών Ασφαλείας και τις συζητήσεις στα κομμουνιστικά δικαστήρια. Οι εισαγγελείς και οι δικαστές, ενεργώντας για λογαριασμό της παντοδύναμης κομμουνιστικής πολιτικής αστυνομίας, θα μας εξηγούσαν ότι αυτοί είχαν όλη την εξουσία ενώ εμείς καμία. Απαίτησαν να σταματήσουμε τις δραστηριότητές μας, με το επιχείρημα ότι χιλιάδες αθώοι άνθρωποι υπέφεραν εξαιτίας μας. Μας αφαίρεσαν τις ελευθερίες και τα πολιτικά μας δικαιώματα επειδή αρνηθήκαμε να συνεργαστούμε με την κυβέρνηση ή να εκφράσουμε ευγνωμοσύνη για την καταπίεσή μας. Είμαστε συγκλονισμένοι που ο Πρόεδρος Volodymyr Zelensky αντιμετωπίστηκε με τον ίδιο τρόπο.

Η ιστορία του 20ου αιώνα δείχνει ότι όποτε οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπάθησαν να αποστασιοποιηθούν από τις δημοκρατικές αξίες και τους Ευρωπαίους συμμάχους τους, τελικά έγιναν απειλή για τον εαυτό τους. Ο Πρόεδρος Woodrow Wilson το κατάλαβε όταν αποφάσισε το 1917 ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έπρεπε να συμμετάσχουν στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Πρόεδρος Franklin Delano Roosevelt το κατάλαβε όταν, μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ τον Δεκέμβριο του 1941, αποφάσισε ότι ο πόλεμος για την υπεράσπιση της Αμερικής πρέπει να διεξαχθεί όχι μόνο στον Ειρηνικό αλλά και στην Ευρώπη, σε συμμαχία με τα έθνη που δέχονταν επίθεση από το Τ.

Θυμόμαστε ότι χωρίς τον Πρόεδρο Ronald Reagan και την οικονομική δέσμευση της Αμερικής, η κατάρρευση της σοβιετικής αυτοκρατορίας δεν θα ήταν δυνατή. Ο Πρόεδρος Ρίγκαν αναγνώρισε ότι εκατομμύρια σκλάβοι υπέφεραν στη Σοβιετική Ρωσία και στις χώρες που είχε υποτάξει, συμπεριλαμβανομένων χιλιάδων πολιτικών κρατουμένων που πλήρωσαν για την υπεράσπιση των δημοκρατικών αξιών με την ελευθερία τους. Το μεγαλείο του βρισκόταν, μεταξύ άλλων, στην αταλάντευτη απόφασή του να αποκαλέσει την ΕΣΣΔ «Αυτοκρατορία του Κακού» και να την πολεμήσει αποφασιστικά. Κερδίσαμε, και σήμερα, το άγαλμα του Προέδρου Ρόναλντ Ρίγκαν στέκεται στη Βαρσοβία, απέναντι από την Πρεσβεία των ΗΠΑ.

Κύριε Πρόεδρε, η υλική βοήθεια —στρατιωτική και οικονομική— δεν μπορεί ποτέ να ταυτιστεί με το αίμα που χύθηκε στο όνομα της ανεξαρτησίας της Ουκρανίας και της ελευθερίας της Ευρώπης και ολόκληρου του ελεύθερου κόσμου. Η ανθρώπινη ζωή είναι ανεκτίμητη. η αξία του δεν μπορεί να μετρηθεί σε χρήματα. Ευγνωμοσύνη οφείλεται σε αυτούς που θυσιάζουν το αίμα και την ελευθερία τους. Αυτό είναι αυτονόητο για εμάς, τους ανθρώπους της Αλληλεγγύης, πρώην πολιτικούς κρατούμενους του κομμουνιστικού καθεστώτος υπό τη Σοβιετική Ρωσία.

Καλούμε τις Ηνωμένες Πολιτείες να τηρήσουν τις εγγυήσεις που δόθηκαν μαζί με τη Μεγάλη Βρετανία στο Μνημόνιο της Βουδαπέστης του 1994, το οποίο καθιέρωσε την άμεση υποχρέωση υπεράσπισης της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας με αντάλλαγμα την παραίτησή της από τα πυρηνικά όπλα. Αυτές οι εγγυήσεις είναι άνευ όρων — δεν γίνεται καμία αναφορά να αντιμετωπίζεται αυτή η βοήθεια ως οικονομική συναλλαγή.

υπογεγραμμένο,

Λεχ Βαλέσα, πρώην πολιτικός κρατούμενος, Πρόεδρος της Πολωνίας

 


Former President of Poland Lech Walesa wrote the following letter to Trump.

Your Excellency, Mr. President,

We watched the report of your conversation with the President of Ukraine, Volodymyr Zelensky, with fear and distaste. We find it insulting that you expect Ukraine to show respect and gratitude for the material assistance provided by the United States in its fight against Russia. Gratitude is owed to the heroic Ukrainian soldiers who shed their blood in defense of the values of the free world. They have been dying on the front lines for more than 11 years in the name of these values and the independence of their homeland, which was attacked by Putin’s Russia.

We do not understand how the leader of a country that symbolizes the free world cannot recognize this.

 

 

Our alarm was also heightened by the atmosphere in the Oval Office during this conversation, which reminded us of the interrogations we endured at the hands of the Security Services and the debates in Communist courts. Prosecutors and judges, acting on behalf of the all-powerful communist political police, would explain to us that they held all the power while we held none. They demanded that we cease our activities, arguing that thousands of innocent people suffered because of us. They stripped us of our freedoms and civil rights because we refused to cooperate with the government or express gratitude for our oppression. We are shocked that President Volodymyr Zelensky was treated in the same manner.

The history of the 20th century shows that whenever the United States sought to distance itself from democratic values and its European allies, it ultimately became a threat to itself. President Woodrow Wilson understood this when he decided in 1917 that the United States must join World War I. President Franklin Delano Roosevelt understood this when, after the attack on Pearl Harbor in December 1941, he resolved that the war to defend America must be fought not only in the Pacific but also in Europe, in alliance with the nations under attack by the Third Reich.

We remember that without President Ronald Reagan and America’s financial commitment, the collapse of the Soviet empire would not have been possible. President Reagan recognized that millions of enslaved people suffered in Soviet Russia and the countries it had subjugated, including thousands of political prisoners who paid for their defense of democratic values with their freedom. His greatness lay, among other things, in his unwavering decision to call the USSR an “Empire of Evil” and to fight it decisively. We won, and today, the statue of President Ronald Reagan stands in Warsaw, facing the U.S. Embassy.

 

 

Mr. President, material aid—military and financial—can never be equated with the blood shed in the name of Ukraine’s independence and the freedom of Europe and the entire free world. Human life is priceless; its value cannot be measured in money. Gratitude is due to those who sacrifice their blood and their freedom. This is self-evident to us, the people of Solidarity, former political prisoners of the communist regime under Soviet Russia.

We call on the United States to uphold the guarantees made alongside Great Britain in the 1994 Budapest Memorandum, which established a direct obligation to defend Ukraine’s territorial integrity in exchange for its relinquishment of nuclear weapons. These guarantees are unconditional—there is no mention of treating such assistance as an economic transaction.

Signed,

Lech Wałęsa, former political prisoner, President of Poland

 Πηγή

QUORA.COM