Translate -TRANSLATE -

Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2025

Κεδροδάσος Αλυκού Νάξου — Ο φυσικός παράδεισος που αντιστέκεται

 


Κεδροδάσος Αλυκού Νάξου — Ο φυσικός παράδεισος που αντιστέκεται

Δύο λόγια με αφορμή ένα άρθρο της εφημερίδας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ που έτυχε να διαβάσω σήμερα.

Στη νοτιοδυτική ακτή της Νάξου, εκεί όπου οι αμμοθίνες αγκαλιάζουν τη θάλασσα και οι άνεμοι ψιθυρίζουν γλυκούς ήχους ανάμεσα στους κέδρους, βρίσκεται το Κεδροδάσος Αλυκού. Ένας τόπος όπου ο χρόνος μοιάζει να κυλά πιο αργά, και η φύση να κρατάει τα δικά της μυστικά. Οι κέδροι, με τις γκριζοπράσινες κορφές τους, στέκουν επιβλητικοί πάνω στην άμμο, με ρίζες που σφίγγουν τη γη και προστατεύουν το λεπτό οικοσύστημα από τη φθορά. Θαμνώδη ρείκια, θυμάρια και άγρια φυτά συμπληρώνουν αυτή την εικόνα, δημιουργώντας ένα σκηνικό που μοιάζει βγαλμένο από παραμύθι.

Η Αλυκός δεν είναι μόνο δάσος. Είναι ένας μικρός παράδεισος όπου οι αμμοθίνες συναντούν μικρούς όρμους με γαλαζοπράσινα νερά, κι όπου η σιωπή συναντά τον ήχο του κύματος. Η πανίδα βρίσκει καταφύγιο ανάμεσα στους κέδρους: λαγοί, πουλιά και ερπετά ζουν ανάμεσα σε σκιά και ήλιο, διατηρώντας την ισορροπία ενός πολύτιμου οικοσυστήματος.

Κι όμως, για δεκαετίες, ένας σκελετός από μπετόν παρέμενε ανάμεσα στα δέντρα. Μια ημιτελής ξενοδοχειακή κατασκευή που ξεκίνησε τη δεκαετία του ’60, σαν ξένο σώμα επηρέαζε αρνητικά αυτό το φυσικό τοπίο. Όμως η επιμονή πολιτών και τοπικών φορέων μαζί με δικαστικές αποφάσεις κράτησαν ζωντανό το όνειρο της φύσης. Μόλις πριν λίγους μήνες άρχισε η κατεδάφιση αυτού του μπετονένιου σκελετού.  Η Νάξος ανάσανε  και το Κεδροδάσος Αλυκού επιστρέφει μέρα με την ημέρα στην φυσική ηρεμία του.

Αυτός ο τόπος δεν είναι απλώς μια παραλία ή ένα δάσος. Είναι ένα ζωντανό οικοσύστημα, ένας φυσικός θησαυρός που μας θυμίζει ότι η φύση αντέχει όταν τη σεβόμαστε. Πιστεύουμε ότι η  αφαίρεση του μπετόν είναι μόνο η αρχή.  Από εκεί και πέρα χρειάζεται φροντίδα, αναδάσωση και υπεύθυνη διαχείριση, ώστε οι επόμενες γενιές να γνωρίσουν την ίδια σιωπή, τον ίδιο ψίθυρο των κέδρων, και την ίδια μαγεία που κάνει το Κεδροδάσος Αλυκού μοναδικό.

Στη Νάξο, η φύση πλέον συνεχίζει να γράφει την ιστορία της, και εμείς μπορούμε να είμαστε απλοί θεατές ή συντηρητές αυτού του παραδείσου.

Και τώρα λίγα λόγια για το άρθρο του Γιώργου Λιάλιου στην εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ με τίτλο «Νάξος: Η κατεδάφιση που άργησε δύο δεκαετίες»

 

 

Μετά από δεκαετίες εγκατάλειψης και νομικών εκκρεμοτήτων, ξεκίνησε πριν από λίγες ημέρες η κατεδάφιση του παλιού, ημιτελούς ξενοδοχείου — ενός μεγάλου κτιριακού «σκελετού» 11.000 τ.μ. μέσα στο κεδροδάσος.

Η ανέγερσή του είχε ξεκινήσει τη δεκαετία του ’60 – ’70 από βελγική εταιρεία, πάνω σε δημόσια δασική γη, με αγοραπωλησίες που σήμερα θεωρούνται αμφιβόλου νομιμότητας.

Η προσπάθεια καταπάτησης της έκτασης χρονολογείται από τη δεκαετία του ’60. Η οικοδόμηση διακόπηκε, αλλά το «κουφάρι» έμεινε εκεί για πολλά χρόνια, ένα ερείπιο, με γκράφιτι και εγκατάλειψη.

Η απαλλαγή του Κεδροδάσους από τα μπετονένια ερείπια επιτεύχθηκε χάρι στην επιμονή πολιτών και δημόσιων λειτουργών που ανάμεσα τους πρωτοστάτησαν ο δασάρχης, ο έφορος Νάξου και ο λιμενάρχης.

Η κατεδάφιση λειτουργεί ως «επίλογος» σε μια ιστορία που κράτησε πάνω από μισό αιώνα. Για την τοπική όμως κοινωνία σηματοδοτεί ταυτόχρονα και ένα «προοίμιο»: η απομάκρυνση των μπετών μπορεί να δώσει πραγματική «ανάσα» στο κεδροδάσος και να ανοίξει δρόμο για περιβαλλοντική αποκατάσταση και βιώσιμη διαχείριση της περιοχής.

 «Η κατεδάφιση ήταν αίτημα δεκαετιών» — όπως δηλώνουν οι ντόπιοι, και «τώρα πρέπει να δούμε το επόμενο βήμα».

Η περιοχή του Αλυκού είναι — όπως υπογραμμίζεται — «το μόνο αδόμητο σημείο σε όλη τη δυτική ακτή του νησιού», ένα σπάνιο φυσικό «στολίδι».

Η κατεδάφιση δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά ευκαιρία: αν υπάρξει ολοκληρωμένη μελέτη αναβάθμισης, προστασίας και βιώσιμης διαχείρισης — με αναδάσωση, ελεγχόμενο χαρακτήρα πρόσβασης, σε συνεργασία με δασική υπηρεσία και περιβαλλοντικές αρχές — το κεδροδάσος μπορεί να ανακτηθεί ως φυσικός πνεύμονας για τους κατοίκους και τους επισκέπτες.

Σε ευρύτερο επίπεδο, η εξέλιξη δείχνει ότι η δικαιοσύνη και το δημόσιο συμφέρον μπορούν — έστω και μετά από δεκαετίες — να επικρατούν απέναντι στην αυθαίρετη δόμηση, στην παράνομη καταπάτηση δημόσιας γης και στην τουριστική εκμετάλλευση χωρίς σεβασμό στο περιβάλλον.

Διαβάστε αναλυτικά το άρθρο της “Καθημερινής” με όλες τις λεπτομέρειες εδώ:

https://www.kathimerini.gr/society/reportaz/563943178/naxos-i-katedafisi-poy-argise-dyo-dekaeties/

Εμείς απλά εκφράζουμε την ικανοποίησή μας και ευχόμαστε κάθε καλό στους Ναξιώτες

Κωνσταντίνος Γραικιώτης

 

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2025

Αλεξανδρινές Μορφές Υπατία και Αγία Αικατερίνη

 


Αλεξανδρινές Μορφές

Υπατία και Αγία Αικατερίνη

 

Στη δύση του αρχαίου κόσμου και στην αυγή μιας νέας εποχής, τότε που η Αλεξάνδρεια έμοιαζε ακόμη με φλόγα που πάλευε να μείνει αναμμένη μέσα στο σκοτάδι των ταραγμένων αιώνων, αναδύθηκαν δύο γυναίκες τόσο διαφορετικές – και τόσο παράλληλες – ώστε η ιστορία, αιώνες αργότερα, κάποιες φορές τις μπέρδεψε. Η μία, η Υπατία, υπήρξε θυγατέρα της ελληνικής σκέψης και της επιστήμης. Η άλλη, η Αικατερίνη υπήρξε παιδί της νεαρής Εκκλησίας, σύμβολο πίστης και μαρτυρίου. Και οι δύο τέκνα της ίδιας πόλης, της Αλεξάνδρειας που άλλοτε είχε φιλοξενήσει το μεγάλο Μουσείο, τη Βιβλιοθήκη και τα πιο ανήσυχα πνεύματα της οικουμένης.

Η Υπατία γεννήθηκε στον καιρό που το φως του ελληνισμού πάσχιζε ακόμη να κρατηθεί. Κόρη του Θέωνος, μεγάλωσε ανάμεσα σε παπύρους, αστρονομικά όργανα και μαθηματικά διαγράμματα. Στο Μουσείο της Αλεξανδρείας, όπου άλλοτε ο Ερατοσθένης είχε μετρήσει το μέγεθος της γης και ο Ευκλείδης είχε θεμελιώσει τη γεωμετρία, η Υπατία δεν έμαθε απλώς αλλά και δίδαξε. Με τη φωνή της να κυλά σαν καθαρό νερό και με το νου της ακονισμένο, συγκέντρωνε πλήθος μαθητών. Ανάμεσά τους ήταν κι ο Συνέσιος ο Κυρηναίος, μετέπειτα επίσκοπος, που της έγραφε επιστολές ευγνωμοσύνης για την πνευματική της καθοδήγηση.

Όμως εκείνη την εποχή η Αλεξάνδρεια έβραζε σαν καζάνι. Πάθη, θρησκευτικοί ανταγωνισμοί, πολιτικές διαμάχες. Το κύρος και η ελευθερία της Υπατίας έγιναν για κάποιους σκιά απειλητική. Η φήμη της, το πλήθος που την ακολουθούσε, η ευθυκρισία της – όλα ερέθιζαν όσους φοβούνταν την ισχύ ενός λόγου που δεν χωρούσε σε δογματικά καλούπια.

Το 415 μ.Χ., σε μια από εκείνες τις σκοτεινές μέρες όπου οι δρόμοι της Αλεξάνδρειας έβραζαν από φανατισμό, μια ομάδα φανατισμένων μοναχών την άρπαξε από το άρμα της. Την έσυραν στο Καισάριο, την ξέντυσαν και τη θανάτωσαν με θραύσματα αγγείων, διαμελίζοντας το σώμα της και ρίχνοντάς το στη φωτιά. Ο θάνατός της, βίαιος και αδικαιολόγητος, έμεινε ως πληγή στη μνήμη της πόλης. Σαν να κάηκε μαζί της και κάτι από το ελληνικό πνεύμα που επί αιώνες άνθιζε εκεί.

 


Κι ενώ η Υπατία έσβηνε μέσα στη δίνη των συγκρούσεων, μια άλλη μορφή, ήδη τυλιγμένη με το φωτοστέφανο της παράδοσης, συνέχιζε να ζει στις καρδιές των πιστών: η Αγία Αικατερίνη. Η ιστορία τη θέλει κόρη του έπαρχου Κώνστα, όμορφη, μορφωμένη και απτόητη μπροστά στους φιλοσόφους της εποχής της. Λέγεται πως συζήτησε με πενήντα σοφούς και τους οδήγησε στην πίστη της. Η επιμονή, το θάρρος και η καθαρότητά της εξόργισαν τον αυτοκράτορα. Και όπως συχνά γίνεται με όσους επιμένουν σε κάτι που υπερβαίνει την τάξη του κόσμου, οδηγήθηκε στο μαρτύριο: βασανίστηκε και αποκεφαλίστηκε τον καιρό του Μαξιμιλιανού. Η μνήμη της τιμάται στις 25 Νοεμβρίου.

Με τον καιρό, οι δύο αυτές Αλεξανδρινές παρθένες — η μία της επιστήμης, η άλλη της πίστης — άρχισαν να συγχέονται στη λαϊκή φαντασία. Η χριστιανική παράδοση έντυσε την Αικατερίνη με τη σοφία της Υπατίας: της έδωσε διαβήτη και σφαίρα στις εικόνες, σύμβολα της γεωμετρίας και της αστρονομίας — επιστήμες που υπηρετούσε η Υπατία. Ίσως γιατί ο κόσμος είχε ανάγκη από μια μορφή που να ενώνει το πνεύμα και την πίστη, τη γνώση και το μαρτύριο. Ίσως γιατί η ιστορία, όταν περνά μέσα από τους αιώνες, μοιάζει κάποτε να παίρνει τα πρόσωπα των ανθρώπων και να τα συγκολλά για να πει μια βαθύτερη αλήθεια.

Όπως κι αν έγινε, σήμερα ξέρουμε πως η Αικατερίνη και η Υπατία υπήρξαν δύο διαφορετικές παρουσίες: η μία μάρτυρας της πίστης, η άλλη μάρτυρας της γνώσης. Δύο φωτεινές φιγούρες που γεννήθηκαν στην ίδια πόλη, σε καιρούς θολούς, και που ο θάνατός τους, τόσο διαφορετικός, μα και τόσο ίδιος στην τραγικότητα, συνεχίζει να μας θυμίζει ότι η Αλεξάνδρεια υπήρξε κάποτε το σημείο όπου συναντήθηκαν και συγκρούστηκαν οι μεγάλες παραδόσεις του κόσμου.

Δύο γυναίκες. Δύο εποχές. Μία πόλη. Και μια ιστορία που ακόμη μας ζητά να τη διηγηθούμε.

Κων. Γραικιώτης 

Πηγές :

Πηγές:

ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ : Αικατερίνη η αγία. Υπατία η φιλόσοφος

https://www.pemptousia.gr/2015/05/ypatia/

https://atexnos.com/υπατία-και-αγία-αικατερίνη-δύο-πρόσωπ/

 

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2025

Τελετουργίες, έθιμα και μνήμες από το ελληνικό λιομάζωμα

 


 Ο Νοέμβρης της Ελιάς: Τελετουργίες, έθιμα και μνήμες από το ελληνικό λιομάζωμα

 

Σε ολόκληρη την Ελλάδα, το φθινόπωρο δεν είναι απλώς μια εποχή· είναι μια σιωπηλή υπόσχεση πως η γη θα ξαναδώσει τους καρπούς της. Ανάμεσα στα πιο σταθερά σημάδια του χρόνου βρίσκεται το λιομάζωμα, μια διαδικασία που ενώνει γενιές, έθιμα και βιώματα. Πολύ πριν τα μηχανήματα και οι σύγχρονες πρακτικές αλλάξουν το τοπίο, η ελαιοσυγκομιδή συνόδευε την καθημερινότητα των αγροτικών οικογενειών ως μια σχεδόν ιερή πράξη. Το κείμενο που ακολουθεί ξετυλίγει αυτές τις παλιές εικόνες, τις συνήθειες και τις μικρές τελετουργίες που σημάδεψαν το ελληνικό λιόφυτο, φωτίζοντας έναν τρόπο ζωής που επιβιώνει – έστω και μεταμορφωμένος.

 


Η εποχή της ελιάς

Στη «ζώνη της ελιάς» φθινόπωρο σήμαινε, σε περασμένους καιρούς, σπορά και λιομάζωμα. Τώρα που η καλλιέργεια των δημητριακών σε μικρούς κλήρους έχει περιοριστεί (ή και εκλείψει), το φθινόπωρο της αγροτικής οικογένειας είναι σχεδόν συνώνυμο με το μάζεμα της ελιάς. Σχεδόν μοναδική χειμερινή ασχολία πλέον, απασχολεί ένα μεγάλο ποσοστό των νοικοκυριών της Ελλάδας, εκεί τουλάχιστον όπου ευδοκιμεί η ελιά.

Σε πολλά μέρη, το λιομάζωμα άρχιζε ύστερα από τον αγιασμό και τέλειωνε με την προσφορά των πρώτων καρπών. Είναι γιορτή το μάζεμα της σοδειάς, γιορτή που αρχίζει στο χωράφι, στ' αμπέλι, στο λιόφυτο, και δεν τελειώνει παρά σαν σιγουρευτεί ο καρπός στ' αμπάρια. Είναι τότε που ο νοικοκύρης θα βάλει το καινούργιο λάδι στα λαδοπίθαρα, θα πάει το πρώτο σταμνί στην εκκλησία (γίνεται να ξεχάσει το μερτικό του Αγίου;), θ' απλώσει στο παξιμάδι το πρώτο λάδι της χρονιάς για να το δοκιμάσει, θα φτιάξει την πίτα με το πρώτο λάδι.

«Καταλαβαίναμε πότε τέλειωνε ο καθένας, πότε είχε 'πομαζώξει. Ερχόταν στην εκκλησία κι έφερνε ένα σταμνί, δυο σταμνιά, ανάλογα με το εισόδημα του. Κι ύστερα έβγαινε ο παπάς και διαλαλούσε από το Ιερό Βήμα πως ο τάδε επομάζωξε, κι όποιος θέλει να ραντολοήσει, να πάει αύριο κιόλας, τα λιόφυτα του είναι ελεύτερα [...]». Διηγήσεις από την ελαιόφυτη Κρήτη, διηγήσεις που περιγράφουν ένα άγνωστο σήμερα εθιμικό πλαίσιο: εκείνο που καθόριζε τη σχέση του καλλιεργητή με το θείον για πολλούς αιώνες. Το «ραντολόι» θυμίζει τη σταχομαζώχτρα του Παπαδιαμάντη ή την Ρουθ των Γραφών. Ήταν η συνήθεια να αφήνονται μέσα στο λιόφυτο οι τελευταίοι καρποί, για να τους μαζέψουν (έναν έναν με το χέρι) όσοι δεν είχαν. Κι αυτό έπρεπε να το αναγγείλει ο παπάς, «γιατί το λένε και τα γράμματα της Εκκλησίας». Έτσι απλά θα υπενθυμίσει η Κρήσσα γιαγιά πως έχει ακούσει την προσταγή, όπως αυτή   διατυπώνεται   στο  Δεντερονόμιον: «αφού τινάξης τας ελαίας σου δεν θέλεις πάλιν ελαιουργήσει τους κλάδους. Θέλει είσθαι διά τον ξένον, διά το ορφανόν, διά την χήραν [...]». Γυναίκες σκυφτές, μαντηλοφορεμένες, με το καλάθι στο χέρι, ανακατεύουν τις ξινίδες, αναζητώντας τους τελευταίοι: πολύτιμους καρπούς της ελιάς. Οι λιγοστές ελιές που 'πόμειναν μπορεί να λέγονται «απόλιδα». Ο Καζαντζάκης. που από παιδί έκλεισε εντός του την εικόνα της φθινοπωρινής και της χειμωνιάτικης Κρήτης, την αφήνει να ξεχυθεί με τον καλοδουλεμένο στίχο και να μας πλημμυρίσει: «Βγαίνου οι γριές σκυφτές, φραγή-φραγή, να μάσουν· σαλιγκάρια, οι νιές ελιομαζώχτρες αρμεχτά τ' απόλιδα διαλέγουν [...]».

«Τόσο θεοσεβούμενος ήταν ο κόσμος, παιδί μου, που μερικοί έπαιρναν το πρώτο λάδι από τη φάμπρικα, μα δεν το πήγαιναν στο σπίτι. Το πήγαιναν στην εκκλησία κι άναβαν τα καντήλια. Α, να, ο παππούς μου το 'χε τάμα να αλέθει μερικές ελιές στσι στερνές του Οχτώβρη και να ανάβει με το λάδι τους το καντήλι των Αγίων Αναργύρων -εορτάζουν, ξέρεις, την πρώτη του Νοέμβρη [...]. Όταν άλεθε κανονικά, πάλι στην εκκλησία πήγαινε το πρώτο λάδι, ένα σταμνίγια το καντήλι της Παναγίας». Πάλι η ίδια φωνή! Και το ίδιο έλαιον. Εκείνο που κάποτε χάριζε στα ιερά των Ελλήνων το φως του «άσβεστου λύχνου» («[...] το της Αθηνάς ιερόν ο τε αρχαίος νεώς ο της Παλλάδος εν ω ο άσβεστος λύχνος»), και στα ιερά των σύγχρονων την «ακοίμητη καντήλα». Πηγή φωτός το έλαιον. Για τον ναό της Παλλάδος, για τον ναό της Του Θεού Σοφίας, για το παλάτι του αυτοκράτορα, αλλά και για το ταπεινό καλύβι του ξωμάχου. Το έλαιον είναι το «θύμα» που γεννά το θαύμα του φωτός. Είναι το θύμα στην προαιώνια Ουσία, είναι το «καιόμενον», το «αναλισκόμενον» για να γεννηθεί το φως!


 

Το πανηγύρι της ελιάς

Στα ελληνικά λιόφυτα αρχίζει κάθε Νοέμβρη το πανηγύρι της ελιάς. Παλιότερα οι γυναίκες με τα καλάθια μάζευαν μία μια της πεσμένες ελιές. Αλλού οι μαζωχτάδες χτυπούσαν τα κλαδιά με ράβδους και μάζευαν τον καρπό από τα στρωμένα ελαιόπανα. Τελευταία, η τεχνολογία αντικατέστησε την αρχαία ξύλινη ράβδο με μεταλλική περιστρεφόμενη. Αλλά και τώρα μπορείς να δεις -όλο και πιο σπάνια, ομολογουμένως- τους πιο ηλικιωμένους καλλιεργητές να αφήνουν αμάζευτο το τελευταίο κλαδί. Έτσι όπως κάνουν στον τρύγο και στον θερισμό. Να μείνει κάτι και στη γη που τα γέννησε! Η Αλκή Κυριακίδου-Νέστορος δίνει την εξήγηση με τα λόγια ενός αγρότη από το Φιλώτι της Νάξου: «Η γης μοιάζει της πέρδικας. Η πέρδικα κάνει δεκαεφτά-δεκαοχτώ αβγά και της τα παίρνεις όλα και της αφήνεις τρία και νομίζει πως τα 'χει όλα και συνεχίζει να κάνει κι άλλα. Έτσι είναι κι η γης. Άφηναν οι παλιοί μιαν άκρα, ένα χερόβολο αθέριστο [...]». Και η γη συνεχίζει να γεννά. Έτσι κι η ελιά. Της αφήνεις ένα κλαδί αράβδιστο και συνεχίζει να γεννοβολά. Αρχαίες συνήθειες, απόηχοι ίσως θυσιαστικών τελετών που άντεξαν στον χρόνο...

Όσο κι αν είναι επίπονη η δουλειά της συγκομιδής, έχει τις χαρές της. Είναι που ο καλλιεργητής φτάνει στο τέλος, είναι ακόμη η πλερωμή για τον κόπο μιας ολόκληρης χρονιάς. Ο ταξιδευτής του χρόνου, ο Νίκος Καζαντζάκης, είδε τους μαζωχτάδες να γυρνούν, μετά το τέλος του λιομαζώματος, μαζί με τον αρχαίο ιεροφάντη, ψάλλοντας κάποιο τελετουργικό σκοπό: «Γυρνούν χαρούμενοι απ' τα λιόφυτα και ψέλνου οι ραβδιστάδες, κι ο ξορκιστής ντυμένος με προβιές το σείστρο κουδουνίζει...». Ο ποιητής δανείστηκε την εικόνα από το μινωικό παρελθόν του τόπου του: στο περίφημο «αγγείο των θεριστών» εικονίζεται η επιστροφή από το θέρος· ένας, ο επικεφαλής της ιερής πομπής, κρατεί το σείστρο, όργανο μουσικό πανάρχαιο. Ο Καζαντζάκης βάζει το σείστρο στο χέρι του ραβδιστή. Η εικόνα των θεριστών υποχωρεί στη σκέψη του. Τι σίτος, τι οίνος, τι έλαιον... Κι ο ραβδιστής της ελιάς, σαν ιεροφάντης μιας μυστικής τελετής, ντυμένος στις προβιές, κρατεί το σείστρο, σαν τελειώσει η μέρα.

 

 

«Σα να 'ναι γάμος και χαρά...»

Κάποτε τελειώνει και το ίδιο το λιομάζωμα. Αλλού Δεκέμβρη, αλλού Γενάρη. Αλλού παίρνει καιρό ακόμη, φτάνει ως τον Μάρτη. Ίσως και να μην έχει άδικο ο Καζαντζάκης που παραλλήλισε τις γιορτές της συγκομιδής του σίτου και του ελαίου. Η ολοκλήρωση μιας μακράς και επίπονης διαδικασίας μπορεί να γίνει τελετή, μπορεί και πανηγύρι!

Υπήρχε παλαιότερα μια ωραία συνήθεια στη Λευκάδα: όλοι, νοικοκύρης, μαζωχτάδες, εργάτες του λιοτριβιού, έπρεπε να γευτούν το πρώτο λάδι: «Πριν πάνε τις ελιές στο λιοτριβιό, πηγαίνει ο παπάς κι αγιάζει και φτιάχνουν λαδόπιτα, για να ευχηθούν, δίνουν δε και στους λιτροβιαραίους και τρώνε [...]». Το ελαιόλαδο συμμετέχει, ως πρώτη ύλη στην παρασκευή της λαδόπιτας, που διανέμεται στο συγγενικό περιβάλλον αλλά και σ' όσους εργάζονται για την παραγωγή του ελαιολάδου.

Στην Κρήτη διασώθηκαν μέχρι τον 20ό αιώνα τα «πομαζωχτίκια», μια ειδική γιορτή που γινόταν μόλις τέλειωνε η συγκομιδή. Ο νοικοκύρης ετοίμαζε γλέντι στο σπίτι του. Συμμετείχαν οι συγγενείς, οι φίλοι και, απαραιτήτως, οι μαζωχτάδες, δηλαδή οι εργάτες που δούλεψαν για να μαζευτεί η σοδειά. Τα φαγητά μαγειρεύονταν με το καινούργιο λάδι, ακόμη κι αν υπήρχε παλιό στο λαδοπίθαρο. Συνήθως ζύμωναν το επίσημο ψωμί (το φτάζυμο), και φρόντιζαν να είναι πλούσιο το τραπέζι, για να είναι πλούσια κι η χρονιά. Το ειδικό για την περίσταση γλύκισμα ονομαζόταν «λαδωτή πίτα», που ζυμωνόταν με πετιμέζι και προσφερόταν στο τέλος του ομαδικού δείπνου. Και πάλι ελιάς ποιητής έρχεται να μας θυμίσει αυτές τις ξεχασμένες εικόνες, ο Κωστής Φραγκούλης:

«[...] Κι όντέ δα πιουν στη βίβα μου,.

για τ' απομοζωχτίκια,

τάβλες θα στρώσω φτάζυμο,

πετσάρη τωσε σφάζω

σα να 'ναι γάμος και χαρά,

γη συντεκνιά σα νά 'χω,

να με καλοχρονίσουνε,

σπολλάτη να μου πούνε.

Καλοκατάλυτη η σοδειά,

του δέκαλου το λάδι,

του διακονιάρη για μιστό,

και ψυχικό για τσ' άγιους [...]»

Αλλού το ψωμί της γιορτής ήταν «λαδόψωμο». Κι αλλού έριχναν το λάδι χωρίς τσιγκουνιά στο πιάτο με τη φάβα. Για να τρέξει περισσότερο την άλλη χρονιά στο σπιτικό. Στην Αγιάσο, στο τέλος της συγκομιδής, γινόταν ολόκληρη γιορτή: «Ένας από τους ραβδιστές μπήγει ανάποδα το λούρο του στη γη και του βάζει φωτιά, πιστεύοντας πως όταν λυγίσει το μακρύ ραβδί θα λυγίσουν και του χρόνου οι ελιές από το βάρος του καρπού. Οι γυναίκες στίβουν τις ελιές, με το μαύρο ζουμί τους αλείφουν το πρόσωπο και χορεύουν γύρο από τη φωτιά, πετώντας τα καλάθια τους με ευχές στο νοικοκύρη, να έχει του χρόνου περισσότερο καρπό, και στις ανύπαντρες, να είναι παντρεμένες [...]».

 

 

Κύκλος αέναος

Ο κύκλος της παραγωγής μπορεί να κλείνει μ' αυτές τις γιορτές. Όμως ο κύκλος των εθίμων που αρχίζουν με τον ερχομό της καινούργιας ζωής και τελειώνουν με την επιστροφή στη μάνα γη, δεν κλείνει ποτέ! Στην Κύπρο, το πρώτο νερό που θα πιει το βρέφος θα του το προσφέρουν σε φύλλο ελιάς: όπως δεν διψά η ελιά, δεν θα διψάσει και το παιδί! Παντού, το λάδι θα μεταφέρει τη σφραγίδα του θείου ελέους στο βάπτισμα. Αλλού, τα κλαδιά της ελιάς θα γίνουν στεφάνι του γάμου! Κι ακόμη, το στερνό αντίο θα το πουν με κλάδους ελιάς: όπως ακριβώς παραδίδεται ό,τι είχε διατάξει ο Λυκούργος, στην Κρήτη και την Πελοπόννησο δίνουν στον νεκρό το κλαδί της ελιάς. Γιατί μέσα από τη θλίψη του θανάτου πρέπει να αναδυθεί η χαρά της ζωής, η ελπίδα. Γιατί η ελιά είναι το δέντρο που ποτέ του δεν πεθαίνει. Ξεραίνεται ο κορμός αλλά μέσα από τα νεκρά, κατάξερα ξύλα φυτρώνει καινούργιος βλαστός και μεγαλώνει, μεγαλώνει, γίνεται δέντρο ολόκληρο. Είναι η καινούργια ζωή ή μήπως η παλιά που αναστήθηκε; Τα κλαδιά της ελιάς έρχονται να δηλώσουν πως τίποτα δεν τελειώνει, πως όλα βρίσκονται στην περίμετρο ενός κύκλου που δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος!

 

ΑΙΩΝΟΒΙΑ ΕΛΙΑ
 

Επίλογος

Σήμερα, μπορεί οι ρυθμοί να έχουν αλλάξει και η τεχνολογία να έχει απλοποιήσει το λιομάζωμα, όμως ο κύκλος της ελιάς παραμένει αναλλοίωτος. Χρόνο με τον χρόνο επαναλαμβάνει την ίδια υπόσχεση: ότι η σχέση του ανθρώπου με τη γη δεν χάνεται, απλώς μεταμορφώνεται. Τα παλιά έθιμα — το «ραντολόι», οι ευλογίες, τα «πομαζωχτίκια», το πρώτο λάδι που άναβε καντήλια — ίσως ακούγονται μακρινά, αλλά λειτουργούν σαν μνήμες που ενώνουν το παρελθόν με το παρόν.

Η ελιά, σύμβολο ζωής και αντοχής, συνεχίζει να ριζώνει βαθιά στην ελληνική ψυχή, θυμίζοντας πως όσο υπάρχουν άνθρωποι που σκύβουν στη γη της, τίποτε από αυτή την παράδοση δεν σβήνει πραγματικά.

Διασκευή από άρθρο του Νίκου Ψιλάκη στις ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ - Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ με τίτλο : «Στους ελληνικούς ελαιώνες. Έθιμα και παραδόσεις της συγκομιδής των ελιών και της εξαγωγής του λαδιού»

 


Ο Νίκος Ψιλάκης (Κασταμονίτσα Ηρακλείου, 6 Αυγούστου 1955 - Ηράκλειο, 2 Νοεμβρίου 2024) ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, λαογράφος, συγγραφέας και λογοτέχνης.

Βιογραφικά στοιχεία

Ο Νίκος Ψιλάκης αφιέρωσε τη ζωή του στη δημοσιογραφία, στην καταγραφή και ανάδειξη της λαογραφικής παράδοσης, των μνημείων της Ορθοδοξίας και της κρητικής διατροφής. Εργάστηκε επί σειρά ετών στον τοπικό τύπο του Ηρακλείου και αργότερα στο τοπικό ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Αφοσιώθηκε με ζήλο στην καταγραφή και τεκμηρίωση του λαϊκού πολιτισμού της Κρήτης. Ιδιαίτερο ήταν το ενδιαφέρον του για την κρητική διατροφή για την οποία και συνέγραψε σειρά βιβλίων.

Επιμελήθηκε το σενάριο και τη δημοσιογραφική έρευνα σε περισσότερα από 80 ντοκιμαντέρ στην κρατική τηλεόραση, έλαβε μέρος ως εισηγητής σε περισσότερα από 200 συνέδρια και εκδηλώσεις και πραγματοποίησε πολλές εκθέσεις φωτογραφίας.

Ο Νίκος Ψιλάκης είχε τιμηθεί δυο φορές από την Ακαδημία Αθηνών, για το έργο του ``Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης``, με το βραβείο των δημοσιογραφικών ενώσεων της Ελλάδας και με το βραβείο ``Νίκος Καζαντζάκης`` για την προσφορά του στα γράμματα.

Ήταν μέλος της Εταιρείας Κρητικών Ιστορικών Μελετών, της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας και υπήρξε για σειρά ετών Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Γεύσης. Επίσης ήταν μέλος της Επιτροπής Διασύνδεσης του Πανεπιστημίου Κρήτης με την κοινωνία, καθώς και της συντακτικής ομάδας του ηλεκτρονικού περιοδικού «Τρίτων» του Πανεπιστημίου Κρήτης.

WIKIPEDIA 

 

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2025

Η Προσπάθεια για Φίμωση και ο Φόβος της Αλήθειας

 


Η Προσπάθεια για Φίμωση και ο Φόβος της Αλήθειας

Από τα Τέμπη στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ: 

"Ο αγώνας ενάντια στη λήθη και την αποσιώπηση"

 

Γράφει ο Κωνσταντίνος Γραικιώτης

Οικονομολόγος - Αρθρογράφος κοινωνικών και ιστορικών θεμάτων

 


1. Το Αρχέγονο Ερώτημα της Δικαιοσύνης

Τι είναι αυτό που κάνει τις φωνές που ζητούν δικαιοσύνη τόσο απειλητικές για την εξουσία; Γιατί, ακόμη και σήμερα, σε μια εποχή που η πληροφορία είναι παντού, κάποιοι επιμένουν να φιμώσουν όσους απαιτούν δικαιοσύνη και λογοδοσία; Το ερώτημα αυτό δεν είναι θεωρητικό, δεν είναι νέο αλλά είναι τόσο παλιό όσο και η ίδια η ανθρώπινη ιστορία. Είναι βαθιά υπαρξιακό για κάθε κοινωνία που θέλει να λέγεται δημοκρατική. Από τις εποχές των πρώτων μαρτύρων της αλήθειας μέχρι τους σύγχρονους ακτιβιστές, η φωνή που ζητά λογοδοσία και διαφάνεια αντιμετωπίζει πάντοτε αντιστάσεις.

Η περίπτωση των Τεμπών και η στάση της κυρίας Καρυστιανού, εκπροσώπου του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων  καθώς και των υπολοίπων συγγενών των θυμάτων είναι ένα σύγχρονο παράδειγμα του αγώνα ενάντια στη σιωπή και την λήθη. Ένας αγώνας που θυμίζει τις αρχές του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ Τζούνιορ, ο οποίος πίστευε ότι η αδικία δεν πρέπει να ξεχνιέται, ούτε να αποσιωπάται. Αν δεν καταγραφεί, αν δεν αποδειχθεί, τότε κάποιοι θα ισχυριστούν ότι «δεν συνέβη ποτέ». Και για αυτό σήμερα περισσότερο από ποτέ είναι επιτακτική ανάγκη να αγωνιζόμαστε “ενάντια στη λήθη”, γιατί η λήθη είναι το πρώτο βήμα προς τη συγκάλυψη.

 


2. Οι Μηχανισμοί Φίμωσης: Όταν η Αλήθεια Πονάει

Οι προσπάθειες φίμωσης ή υποβάθμισης των φωνών που ζητούν δικαιοσύνη δεν είναι τυχαίες ούτε ασύνδετες. Η φίμωση δεν είναι απλώς σιωπή.  Είναι ενεργή στρατηγική. Προέρχεται συνήθως από εκείνους που έχουν κάτι να χάσουν από την αποκάλυψη της αλήθειας. Από εκείνους που έχουν θεσμική, πολιτική ή οικονομική ευθύνη και άρα διακύβευμα από την αποκάλυψη της πλήρους αλήθειας. Η αντίδρασή τους στηρίζεται σε τρεις βασικούς πυλώνες:

Πολιτικό Κόστος: Η πλήρης αποκάλυψη των αιτίων και των υπευθύνων για το δυστύχημα στα Τέμπη συνεπάγεται βαρύ πολιτικό τίμημα. Αποκαλύπτει διαχρονικές παραλείψεις, ανεπάρκεια ελέγχου, αδράνεια ή συγκάλυψη, ευθύνες σε ανώτερα επίπεδα εξουσίας δηλαδή στοιχεία που θίγουν κυβερνήσεις και κόμματα.

Θεσμική Προστασία: Η φίμωση λειτουργεί ως μηχανισμός αυτοάμυνας ως ασπίδα απέναντι στην απαξίωση δημόσιων οργανισμών, απαξίωση για ολόκληρα θεσμικά συστήματα, που επιδιώκουν να διατηρήσουν το κύρος τους. Η ανάδειξη των διαρθρωτικών αδυναμιών σε οργανισμούς όπως ο ΟΣΕ ή οι ρυθμιστικές αρχές θα σήμαινε την αποδόμηση ενός ολόκληρου διοικητικού οικοδομήματος.

Υποβάθμιση Ευθυνών: Η υποβάθμιση των ευθυνών μέσω της εστίασης στο ανθρώπινο λάθος είναι η πιο βολική λύση. Η συστηματική εστίαση στο λεγόμενο “ανθρώπινο λάθος” —του σταθμάρχη— είναι μια προσπάθεια να περιορίσει την υπόθεση σε ένα μεμονωμένο περιστατικό, αποκρύπτοντας τη θεσμική και πολιτική ευθύνη της μη λειτουργίας των συστημάτων ασφαλείας.

 

 

3. Ο Αγώνας των Συγγενών: Μια Σύγχρονη Αντι-λησμονητική Πορεία

Η στάση της κυρίας Καρυστιανού και των συγγενών των θυμάτων στα Τέμπη δεν είναι απλώς συναισθηματική αντίδραση. Είναι πολιτική πράξη. Είναι η εφαρμογή των αρχών του Κινγκ στη σύγχρονη Ελλάδα.

Ο Κινγκ πίστευε πως η μεγαλύτερη νίκη δεν είναι να νικήσεις τον εχθρό σου, αλλά να εμποδίσεις τη λήθη να καταπιεί την αδικία και για αυτό ο Κινγκ απαιτούσε οι κάμερες να καταγράφουν τη βία για να υπάρξουν αποδείξεις διότι, όπως έλεγε, «αν δεν το δουν, θα πουν πως δεν συνέβη ποτέ». Την συμβουλή του M.L.King  ακολουθούν και οι συγγενείς με το να απαιτούν πλήρη διαφάνεια. Γιατί δεν αρκεί να γνωρίζουμε ότι έγινε το δυστύχημα. Πρέπει να αποδείξουμε το γιατί έγινε. Οι συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών αγωνίζονται να μην ξεχαστούν οι 57 νεκροί τους και να μην παραγραφούν οι ευθύνες κάτω από την θολούρα που δημιουργεί το πέρασμα του χρόνου ή η ρητορική του “ανθρώπινου λάθους”.

Ζητούν πλήρη διαφάνεια στη δικαστική έρευνα, καταγραφή των τεχνικών ελλείψεων, ανάδειξη των διοικητικών και πολιτικών παραλείψεων. Ο φόβος τους είναι συγκεκριμένος: Η υπόθεση των ανθρώπων τους που χάθηκαν δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να βυθιστεί στη δικαστική ομίχλη και να παραδοθεί στη λήθη.

 

 

4. Η Αναγκαιότητα της «Απόδειξης» ως πολιτική πράξη

Η ανάγκη για «απόδειξη» δεν είναι νομική λεπτομέρεια. Είναι πολιτική πράξη. Είναι η άρνηση της λήθης. Είναι η απαίτηση να μην ξεχαστούν οι 57 ψυχές. Είναι η πίεση προς τα ΜΜΕ, την Ευρώπη, τη Δικαιοσύνη, ώστε η έρευνα να φτάσει σε βάθος.

Το ερώτημα που έθετε ο Κινγκ παραμένει δραματικά επίκαιρο: «Χρειαζόμαστε αποδείξεις για να πιστέψουμε στην αδικία;»

Στην υπόθεση των Τεμπών, οι συγγενείς απαντούν ξεκάθαρα: ναι, χρειαζόμαστε αποδείξεις, όχι για το ότι συνέβη το δυστύχημα – αυτό είναι αυτονόητο – αλλά για το γιατί συνέβη.

Η αλήθεια δεν αναζητείται στο γεγονός, αλλά στα αίτια.

Αποδείξεις για τα Μη-Λειτουργικά Συστήματα: Τα συστήματα ασφαλείας ήταν εκτός λειτουργίας επί χρόνια. Η αλήθεια πρέπει να αποκαλύψει ποιος είχε την ευθύνη αυτής της παρατεταμένης αποτυχίας.

Αποδείξεις για τις Παραλείψεις και τη Διαφθορά: Οι καθυστερήσεις στα έργα, οι αστοχίες στις συμβάσεις και η ανυπαρξία ηλεκτρονικού ελέγχου αποτελούν τη «σύγχρονη μαρτυρία» που ζητούσε ο Κινγκ – τη μαρτυρία της κάμερας που δείχνει ό,τι οι ισχυροί θα ήθελαν να σβήσουν.

 

 

5. Η Πίεση ως Μηχανισμός Αντίστασης

Στον 21ο αιώνα, ο αγώνας για δικαιοσύνη δεν διεξάγεται μόνο στους δρόμους αλλά και στα μέσα ενημέρωσης, στα ευρωπαϊκά όργανα, στα δικαστήρια.

Η Καρυστιανού και οι συγγενείς των θυμάτων χρησιμοποιούν την πίεση ως εργαλείο διατήρησης της μνήμης:

·        με δημόσιες παρεμβάσεις στα ΜΜΕ,

·        με συγκέντρωση υπογραφών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

·        με νομικές κινήσεις που δεν επιτρέπουν στην υπόθεση να ξεχαστεί.

Η πίεση αυτή λειτουργεί ως αντίδοτο στη λήθη και ως ασπίδα απέναντι στη προσπάθεια συγκάλυψης. Είναι η διαρκής υπενθύμιση ότι πίσω από κάθε στατιστικό νούμερο υπάρχουν πρόσωπα, ζωές, οικογένειες, και πως η αλήθεια δεν μπορεί να θαφτεί για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας.

 

 

6. Συμπέρασμα: Ο Αγώνας για τη Μνήμη

Ο αγώνας των συγγενών των Τεμπών δεν είναι μόνο νομικός ή ηθικός· είναι ιστορικός.

Είναι η διεκδίκηση του δικαιώματος να μην ξεχαστεί η αδικία, να αποτυπωθεί η ευθύνη με τρόπο που θα αποτρέψει την επανάληψή της.

Όπως θα έλεγε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, “η αδικία οπουδήποτε είναι απειλή για τη δικαιοσύνη παντού”.

Αν δεν υπάρξει συλλογική μνήμη, τότε το τραγικό γεγονός των Τεμπών κινδυνεύει να μετατραπεί σε ακόμη ένα σημείο υποσημείωσης της ιστορίας· και τότε, οι υπεύθυνοι θα μπορέσουν να ισχυριστούν πως «δεν συνέβη ποτέ».

Για αυτό και η ανάγκη για «αποδείξεις» δεν είναι νομική λεπτομέρεια. Είναι πολιτική πράξη. Είναι η άρνηση της λήθης.

Ο αγώνας της Καρυστιανού και των συγγενών είναι επομένως ένας σύγχρονος αγώνας ενάντια στη θεσμική λήθη, μια μάχη για την αποκατάσταση της αλήθειας και της αξιοπρέπειας των θυμάτων. Είναι η απαίτηση να μην ξεχαστούν οι 57 ψυχές. Είναι η πίεση προς τα ΜΜΕ, την Ευρώπη, τη Δικαιοσύνη, ώστε η έρευνα να φτάσει σε βάθος. Και όσο αυτή η φωνή για πίεση παραμένει ζωντανή, η φίμωση δεν θα έχει τον τελευταίο λόγο.

Ο απλός λαός που συμπαρίσταται στον αγώνα των συγγενών των θυμάτων γνωρίζει πολύ καλά πως αν δεν υπάρξει πίεση, αν δεν υπάρξει καταγραφή, τότε η αλήθεια θα θαφτεί. Και μαζί της, η ελπίδα για δικαιοσύνη. Και αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να το επιτρέψουμε να συμβεί.

Καλή δύναμη σε όλους και καλή συνέχεια στον δρόμο της αλήθειας και της μνήμης

ΚΓ