Translate -TRANSLATE -

Σάββατο 1 Αυγούστου 2009

ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ - 1η Αυγούστου 1936




Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες 1936
Το αποκορύφωμα της προπαγάνδας
Αφήγηση από τον Jesse Owens με την αυθεντική μουσική.
Οι Ναζιστές προσπάθησαν να αποδείξουν την "υπεροχή" τους και τελικά κατέληξαν να γελοιοποιηθούν
Narrated by Jesse Owens, with the orginal music. The Nazis went to great lengths to pretend that they were the 'master race', but in the end the only ones they fooled were themselves. They looked ...
Οι Αγώνες της 11ης Ολυμπιάδας, κοινώς γνωστοί ως Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες 1936 διοργανώθηκαν στο Βερολίνο (Γερμανία) από τις 1 Αυγούστου έως τις 16 Αυγούστου 1936. Η συμμετοχή 49 εθνών και 3961 αθλητών στους αγώνες του Βερολίνου αποτέλεσε νέο ρεκόρ συμμετοχής.
Αν σήμερα αποφάσισα να αναφερθώ στο συγκεκριμένο γεγονός είναι για να παραθέσω, πέρα από κάποια στοιχεία για την ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ του ΧΙΤΛΕΡ και τρία γεγονότα ιδιαίτερου ελληνικού ενδιαφέροντος.
Πρώτα για το ξεκίνημα της αφής της Ολυμπιακής φλόγας με το τελετουργικό στην ΟΛΥΜΠΙΑ, μετά την συνάντηση, για προπαγανδιστικούς λόγους, του «φιλέλληνα» Αδόλφου Χίτλερ με τον Σπύρο Λούη και τέλος για την συμμετοχή για πρώτη φορά σε Ολυμπιακούς Αγώνες μιας Ελληνίδας Αθλήτριας της Δομνίτσας Λανίτου


Γενική ενημέρωση
Η αντισημιτική κυβέρνηση του εθνοσοσιαλιστικού κόμματος εκμεταλλεύτηκε το γεγονός της διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων για να βελτιώσει την εικόνα της Γερμανίας στο εξωτερικό και να αποσπάσει την προσοχή από τις προθέσεις της.
Για πρώτη φορά οργανώθηκε η αφή της Ολυμπιακής Φλόγας στην Ολυμπία και η λαμπαδηδρομία και για πρώτη φορά έγινε μετάδοση των αθλητικών γεγονότων μέσω τηλεόρασης.
Μέχρι σήμερα το ρεπορτάζ Ολυμπία (φιλμ 1938) τις σκηνοθέτιδος Λένι Ρίφενσταλ (Leni Riefenstahl) θεωρείται δείγμα αθλητικής προβολής αλλά, παράλληλα, και προπαγάνδας.


Γνωστοί Αθλητές
Ο μεγάλος νικητής του αγώνων ήταν ο Τζέσε Όουενς, ο οποίος κέρδισε τέσσερα χρυσά μετάλλια. Επιτυχέστερος των γερμανών αθλητών ήταν ο Κόνραντ Φρέυ με τρία χρυσά, ένα αργυρό και δυο χάλκινα μετάλλια. Ο Σον Κη-Τσονκ ήταν ο πρώτος κορεάτης ολυμπιονίκης που κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στον μαραθώνιο ως μέλος της ιαπωνικής αντιπροσωπείας.
Την ώρα που η κάτοχος του παγκοσμίου ρεκόρ στο ύψος γυναικών, Γκρέτελ Μπέργκμαν έμενε εκτός Εθνικής Γερμανίας λόγω της εβραϊκής της καταγωγής και ο Αδόλφος Χίτλερ είχε σκοπό να χρησιμοποιήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες για προσωπικό όφελος, θέλοντας να αναδείξει την «ανωτερότητα της άριας φυλής», ένας Αφρο-Αμερικανός του χάλασε τα σχέδια. Ο Τζέσε Οουενς κατέκτησε 4 χρυσά μετάλλια αναγκάζοντας τον Χίτλερ να αποχωρήσει από το στάδιο. Μία σκηνή που απέδειξε πώς ο αθλητισμός μπορεί να υπερισχύσει απέναντι στην πολιτική.


Το πρόσωπο: Τζέσι Όουενς
Ο Τζέσι Όουενς ήταν μαύρος αμερικανός αθλητής του στίβου, γεννημένος στην Αλαμπάμα. Στις 2.5.1935 είχε πετύχει το μεγαλύτερο ίσως αθλητικό επίτευγμα όλων των εποχών, όταν μέσα σε χρονικό διάστημα 45 λεπτών κατέρριψε τέσσερα παγκόσμια ρεκόρ σε τέσσερα διαφορετικά αθλήματα: τα 100 μέτρα, τα 200 μέτρα, τα 200 μέτρα με εμπόδια και το άλμα σε μήκος.
Ο Όουενς υπήρξε ο πρωταγωνιστής των Αγώνων του 1936, διαλύοντας τις ελπίδες του Χίτλερ να αποδειχθεί η υπεροχή των λευκών αθλητών του απέναντι στους αφροαμερικάνους, όταν κατέκτησε τέσσερα χρυσά μετάλλια, στα 100 και 200 μέτρα, στο άλμα σε μήκος και στα 4 Χ 100 μέτρα. Οι Γερμανοί θεατές ζητούσαν με μανία αυτόγραφο από τον μεγάλο αθλητή, ενώ ακόμα και ο αντίπαλός του στο άλμα σε μήκος, Γερμανός Λουζ Λονγκ τον είχε ενθαρρύνει πριν το άλμα του. Και όμως, όπως ο ίδιος ο Όουενς θυμήθηκε με πικρία μετά τους Αγώνες, ήταν ο Αμερικανός πρόεδρος που δεν του έστειλε ούτε ένα τηλεγράφημα για να τον συγχαρεί για τη νίκη του. Οι Αγώνες του 1936 ήταν η μοναδική εμφάνιση του Όουενς σε Ολυμπιακούς, αλλά αρκούσε για να τον καταστήσει αθάνατο.
Jesse Owens 1936 Olympic Gold medal

«Οι Ολυμπιακοί αγώνες του Βερολίνου το 1936 και η ιδέα για την αφή της Ολυμπιακής φλόγας και την λαμπαδηδρομία»
Αρχικά η ΔΟΕ είχε αποφασίσει να γίνουν οι Ολυμπιακοί αγώνες του 1916 στο Βερολίνο οι οποίοι τελικά αναβλήθηκαν λόγω του 1ου Παγκόσμιου Πολέμου. Έτσι οι Γερμανοί ξαναέκαναν αίτηση προκειμένου να διοργανώσουν τους 11ους Ολυμπιακούς αγώνες στο Βερολίνο το 1936. Η αίτηση έγινε τον Μάιο του 1930 και ο κυριότερος «αντίπαλος» ήταν η Βαρκελώνη. Στις 13 Μαΐου 1931, στην Λοζάνη, η διοργάνωση ανατέθηκε στο Βερολίνο που υπερίσχυσε της Βαρκελώνης με ψήφους 43 έναντι 16.
Μετά την άνοδο του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος στην εξουσία, στις 30 Ιανουαρίου του 1933, άρχισαν να πληθαίνουν οι φωνές, ειδικά στις ΗΠΑ, ότι δεν μπορούσαν να διοργανωθούν οι Ολυμπιακοί αγώνες από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που δεν έδινε ίσες ευκαιρίες σ' όλους τους ανθρώπους (τότε δεν αναφέρονταν ακόμα σε «ανθρώπινα δικαιώματα» ή σε «μειονότητες»...) και δεν παρείχε τις εγγυήσεις για την τήρηση της «Ολυμπιακής Χάρτας». Τον Μάιο του 1933 όμως η ΔΟΕ επιβεβαίωσε την ανάθεση των Ολυμπιακών αγώνων στο Βερολίνο αφού το ναζιστικό καθεστώς παρέσχε ότι εγγυήσεις του ζητήθηκαν (όπως π.χ, ελεύθερη πρόσβαση όλων των αθλητών ανεξαρτήτου φυλής και θρησκείας, ανεξάρτητη πολιτικά Οργανωτική Επιτροπή κ.λπ.)


Παρόλα αυτά όμως μετά και από την επιβολή από το ναζιστικό καθεστώς των «Φυλετικών Νόμων της Νυρεμβέργης», στις 15.09.1935, οι αντίπαλοι της Γερμανίας στη διοργάνωση των αγώνων πλήθαιναν... Έτσι οι διαφωνούντες Ευρωπαίοι, που δραστηριοποιούνταν κυρίως στην Γαλλία, αποφάσισαν την διεξαγωγή της Λαϊκής Ολυμπιάδας (Olimpiada Popular), η οποία με την υποστήριξη της αριστερής Ισπανικής Κυβέρνησης θα διοργανώνονταν στην Βαρκελώνη από 19 έως 26 Ιουλίου 1936, δηλ. λίγες μέρες πριν του αγώνες του Βερολίνου. Σ' αυτήν είχαν δηλωθεί περίπου 6.000 αθλητές από 22 χώρες ...

Τελικά λόγω των «προεορτίων» του εμφυλίου πολέμου στην Ισπανία πολλοί δεν μπόρεσαν να πάνε, ενώ οι περισσότεροι εγκατέλειψαν τη χώρα με το ξέσπασμα του εμφυλίου στις 17 Ιουλίου στο Μαρόκο.
Πολύ όμως πιο σοβαρή και «επικίνδυνη», για την επιτυχία των αγώνων, ήταν η αντίδραση των Αμερικάνων. Η «Ένωση Ερασιτεχνικού Αθλητισμού» (Amateur Athletic Union-AAU), που μέχρι το 1978 ασκούσε ουσιαστικά και τα καθήκοντα της τυπικά υπάρχουσας Εθνικής Ολυμπιακής Επιτροπής των ΗΠΑ, μαζί με το μεγαλύτερο συνδικάτο της χώρας (Τhe American Federation of Labor-AFL), με τα Πανεπιστήμια ξεσηκωμένα  και με την συμπαράταξη πολλών γνωστών αθλητών ζήτησαν από την Κυβέρνηση να μποϋκοτάρει τους αγώνες. Η Κυβέρνηση ανέθεσε τότε την απόφαση στην AAU και όχι στην Εθνική Ολυμπιακή Επιτροπή, η οποία στις 8 Δεκεμβρίου 1935 με ψήφους 58 έναντι 56, είχε αποφασίσει τη συμμετοχή στους αγώνες παρά την αντίθεση του Προέδρου της Ιερεμία Μαχόνυ. Την απόφαση των Αμερικάνων ακολούθησαν και οι υπόλοιπες χώρες που το «σκεφτόντουσαν» με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι συμμετοχές σε 49 χώρες από τις 39 της προηγούμενης Ολυμπιάδας του Λ. Άντζελες.


Οι Γερμανοί θέλοντας να αναβαθμίσουν τους αγώνες και να τονίσουν την ελληνικότητά τους πρότειναν στην ΔΟΕ να γίνει για πρώτη φορά η αφή της Ολυμπιακής φλόγας στην Αρχαία Ολυμπία και με λαμπαδηδρομία να μεταφερθεί στο Βερολίνο. Η ελληνική πλευρά που αρχικά είχε στο νου της να μεταφερθεί, με δρομείς, αντί για φλόγα ένα κλαδί ελιάς στο Βερολίνο, πείστηκε και συμφώνησε.
Να σημειώσουμε ότι και το 1928, στους Ολυμπιακούς αγώνες του Άμστερνταμ, άναψε (όχι βέβαια με μεταφορά δάδας από την Ολυμπία) για πρώτη φόρα η φλόγα μέσα σε ολυμπιακό στάδιο. Επηρεασμένος από αυτό, ο γενικός γραμματέας της οργανωτικής επιτροπής των αγώνων του Βερολίνου Καρλ Ντίεμ πρότεινε την διεξαγωγή μιας λαμπαδηδρομίας η οποία θα έφερνε την φλόγα στο στάδιο που θα φιλοξενούσε τους αγώνες. Εδώ θα πρέπει να κάνουμε μια διευκρίνιση γιατί υπάρχει η άποψη (που εμφανίζεται από τους άνθέλληνες και αναμασιέται από διάφορους άσχετους) ότι η ιδέα της αφής της φλόγας και της λαμπαδηδρομίας ήταν μια έμπνευση του Γκαίμπελς για προπαγανδιστικούς λόγους και ότι  δεν έχει καμιά σχέση με την Αρχαία Ελλάδα.

 Karl Diem

Βεβαίως ο Γκαίμπελς όπως και ο Χίτλερ ήθελαν μια λαμπαδηδρομία που θα ξεκινούσε από την Ελλάδα και θα κατέληγε στο Βερολίνο σαν ένας συμβολισμός που ταίριαζε απόλυτα στα πιστεύω τους. Ήταν για αυτούς ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην Αρχαία Ελλάδα και τον τεράστιο πολιτισμό της (για την οποία πίστευαν πως αποτελούσε ένα πρώιμο στάδιο της Άριας φυλής), ο οποίος θα παραδιδόταν μέσω της φλόγας στη νέα γερμανική αυτοκρατορία που ετοίμαζαν. Μια σκυταλοδρομία μέσα στους αιώνες.
Όμως από την άλλη είναι γνωστό ότι και στην Αρχαία Ελλάδα γίνονταν λαμπαδηδρομίες , ειδικά στην Αθήνα (Παναθήναια) και ότι στην Ολυμπία ήταν πάντα αναμμένος ένας βωμός, αφιερωμένος στην Εστία, με ιερή Φλόγα. Τη φλόγα την άναβαν με τις ακτίνες του ήλιου, με τη βοήθεια κοίλου κατόπτρου. Πάντως τελικά από αυτή την ιστορία η Ελλάδα βγήκε οφελημένη.

 Oi aνασκαφές στην Αρχαία Ολυμπία ξεκίνησαν το 1875

Όπως ίσως κάποιοι γνωρίζουν οι ανασκαφές στην Αρχαία Ολυμπία ξεκίνησαν το 1875 και μέχρι πρόσφατα γίνονταν με χρηματοδοτήσεις του Γερμανικού κράτους. Με τις συστηματικές ανασκαφές των Ερνέστου Κουρτίου και του Γουλιέλμου Νταίρπφελντ, εξεχόντων Γερμανών Αρχαιολόγων, στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα είχε αναδειχθεί το μεγαλύτερο μέρος της Ιεράς Άλτεως στηνΑρχαία Ολυμπία και είχαν έλθει στο φως σπουδαία έργα (όπως ο Ερμής και τα Γλυπτά του Ναού του Διός) που προσέλκυσαν μεν το διεθνές ενδιαφέρον, αλλά όμως δεν προκάλεσαν ενδιαφέρον και στις επιτροπές  των αναγεννημένων Ολυμπιακών Αγώνων που ουσιαστικά αγνοούσαν τον ιστορικό χώρο της Ολυμπίας.
Όμως η κατάσταση άλλαξε εν όψει της ΧΙ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑΣ και από το 1934 έως το 1936 εντάθηκαν οι ανασκαφές ενόψει των αγώνων του Βερολίνου και της αφής της φλόγας. Εμπνευστής της επιτάχυνσης ήταν ο Χανς Βον Τσαμμερ, επικεφαλής του αθλητικού γραφείου του Ράιχ που έπεισε τον Χίτλερ να χρηματοδοτήσει μια ανασκαφή στον χώρο της Αρχαίας Ολυμπίας όπου και τελούνταν οι αρχαίοι αγώνες και να διοργανωθεί εκεί μια τελετή αφής της φλόγας, όπως και έγινε. Η τελετή προέβλεπε μάλιστα την ύπαρξη 15 παρθένων οι οποίες υπό την επίβλεψη της πρωθιέρειας, θα λάμβαναν τη φλόγα με τη βοήθεια ενός κοίλου κατόπτρου το οποίο θα αντανακλούσε τις ακτίνες του ήλιου.


Βέβαια η προπαγάνδα … προπαγάνδα και κατά τη διάρκεια της πρώτης τελετής αφής, έπαιζε ο ύμνος του ναζιστικού κινήματος «Die Fahne Hoch» ( η σημαία ψηλά). Το κάτοπτρο καθώς και οι πυρσοί που θα χρησιμοποιούνταν αργότερα για τη μεταφορά της φλόγας, είχαν κατασκευαστεί από τη γνωστή  γερμανική πολεμική βιομηχανία Krupp.
Όμως την ιδέα της λαμπαδηδρομίας της Ολυμπιακής Φλόγας όπως ήδη αναφέραμε την είχε ο Γερμανός φιλέλληνας Καρλ Ντιμ. Ο Ντιμ ήταν ο ιδρυτής, τη δεκαετία του 1920, της γνωστότερης ίσως Γυμναστικής Ακαδημίας του κόσμου, της Κολωνίας και παρόλο που ποτέ δεν υπήρξε μέλος του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος της Γερμανίας είχε οριστεί Γενικός Γραμματέας της Οργανωτικής Επιτροπής των αγώνων του Βερολίνου. Αυτό όμως που προσπαθούν να μας πείσουν κάποιοι είναι ότι ο Ντιμ ήταν ένθερμος ναζιστής, άρα και η τελετή της αφής και η λαμπαδηδρομία είναι «ναζιστικό κατάλοιπο».  Μας λένε μάλιστα ότι τελευταία το παραδέχονται και οι Γερμανοί και έχουν αρχίσει την «αποψίλωση» του ονόματός του.


Παρά τα σχετικά περί σταδιακής αποκαθήλωσης της εικόνας του Ντιμ τα τελευταία χρόνια στη Γερμανία, συνεχίζει να είναι αποδεκτό ότι ποτέ του δεν ταυτίστηκε με τον Εθνικοσοσιαλισμό. Γι' αυτό εξάλλου πχ. το όνομά του «επιβίωσε» της πρόσφατης ανακατασκευής του Ολυμπιακού Σταδίου του Βερολίνου και αναφέρεται στην πλάκα που υπάρχει στην «είσοδο του Μαραθώνα» (έτσι λέγεται ακόμα και σήμερα η είσοδος στο στάδιο) για να θυμίζει τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών αγώνων του 1936.
Μεγάλος λάτρης της Αρχαίας Ελλάδος, ο Ντιμ κατάφερε να πείσει τον Πρόεδρο της Οργανωτικής Επιτροπής των αγώνων, Λέβαντ, για την ιδέα του. Αποτέλεσμα ήταν στην ετήσια σύνοδο της ΔΟΕ στην Αθήνα, στις 18 Μαΐου 1934, ο Λέβαντ, που ήταν μέλος της, να προτείνει να γίνει αφή και μεταφορά της Ολυμπιακή φλόγας δια λαμπαδηδρομίας μέχρι το Βερολίνο. Πολύτιμη βοήθεια στην υπόθεση πρόσφερε ο Γιάννης Κετσέας που διετέλεσε Πρόεδρος του ΣΕΓΑΣ, Μέλος της τότε ΕΟΕ και της ΔΟΕ. Ο Ντιμ μαζί με τον Κετσέα είναι επίσης οι εμπνευστές και οι ιδρυτές της Ολυμπιακής Ακαδημίας στην Αρχαία Ολυμπία στην οποία μάλιστα ο Ντιμ άφησε και τμήμα της περιουσία του μετά τον θάνατό του.

 Η αφή της Ολυμπιακής φλόγας 

Έτσι στις 23 Μαΐου 1934 στην Αρχαία Ολυμπία αποφασίστηκε από την ΔΟΕ να γίνει για πρώτη φορά η αφή και η λαμπαδηδρομία της Ολυμπιακής φλόγας. Η αφή θα γινόταν με τον τρόπο που γίνονταν και στην Αρχαία Ελλάδα αφού ο Κετσέας πληροφόρησε σχετικά τον Ντιμ, πως την περιέγραφε ο Πλούταρχος στο έργο του «Παράλληλοι Βίοι» - Βίος Νουμά Πομπιλίου...
Συμπερασματικά. Ναι η λαμπαδηδρομία εξυπηρέτησε πιθανόν την δεδομένη στιγμή την ναζιστική προπαγάνδα στο εσωτερικό της όμως η αφή της φλόγας υφίστατο από τα αρχαία χρόνια και η διαχρονικότητά της φαίνεται και από το γεγονός ότι υιοθετήθηκε στα κατοπινά χρόνια ως θεσμός που ενώνει το μακρινό Ολυμπιακό παρελθόν της Αρχαίας Ελλάδας με τον σύγχρονο Ολυμπιακό ιδεώδες. 


«Οι Ολυμπιακοί αγώνες του Βερολίνου το 1936, η λαμπαδηδρομία και η τελετή έναρξης»
Αναφερθήκαμε παραπάνω πως δόθηκαν οι 11οι Ολυμπιακοί αγώνες στο Βερολίνο και πως αποφασίστηκε για πρώτη φορά να γίνει αφή της Ολυμπιακής φλόγας στον ιερό χώρο της Αρχαίας Ολυμπίας και να μεταφερθεί αυτή μέσω λαμπαδηδρομίας στο Βερολίνο, ας δούμε τώρα πως έγινε η αφή, η λαμπαδηδρομία και τι έγινε στην τελετή έναρξης των αγώνων του 1936.

Το μεσημέρι της 20ης Ιουλίου του 1936 έγινε στην Αρχαία Ολυμπία για πρώτη φορά στην Ιστορία η αφή της φλόγας. Την φλόγα άναψε η Πρωθιέρεια, Κούλα Πράτσικα, πρωτοπόρος του κλασσικού χορού στην Ελλάδα, ενώ τότε νεαρές ιέρειες ήταν μεταξύ άλλων, η μετέπειτα και επί 40 χρόνια χορογράφος της τελετής Μαρία Χόρς, η Έλσα Βεργή και η ηθοποιός Αλέκα Κατσέλη, η μητέρα της σημερινής Λούκας Κατσέλη. Πρώτος λαμπαδηδρόμος ήταν ο Έλληνας διπλωμάτης Κωνσταντίνος Κονδύλης, που μετά αποτυπώθηκε και στο κάλυμμα ενός κουτιού σπίρτων που κυκλοφορούσε μια εταιρία...

 O πρώτος λαμπαδηδρόμος K. Κονδύλης
Η φλόγα άναψε με τη βοήθεια κοίλου κατόπτρου κατασκευής της γερμανικής Zeiss, υπό τις οδηγίες του καθηγητή φυσικής του Παν/μιου Αθηνών, Περιστεράκη. Την δάδα την είχε κατασκευάσει η επίσης γερμανική Krupp και ήταν από χάλυβα με φιτίλι από βραδύκαυστο μαγνήσιο που έκαιγε για περίπου 10 λεπτά.
Η λαμπαδηδρομία ξεκίνησε από την Αρχαία Ολυμπία για να φτάσει την επομένη στην Αθήνα και να την υποδεχθούν πάνω από 50.000 κόσμου στο Παναθηναϊκό Στάδιο.
Την επομένη η φλόγα ταξίδεψε για τους Δελφούς όπου έγινε επίσης μια τελετή και στην συνέχεια αφού πέρασε  από την Λάρισα έφτασε στην Θεσσαλονίκη στις 24 Ιουλίου 1936.
Στη συνέχεια μέσω Βουλγαρίας, Γιουγκοσλαβίας, Ουγγαρίας, Αυστρίας και Τσεχοσλοβακίας έφτασε στις 31 Ιουλίου 1936 στη Γερμανία. Στην Τσεχοσλοβακία έγιναν κάποια επεισόδια, μιας και οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών ήταν τεταμένες λόγω της Σουδητίας και η φλόγα προς στιγμήν έσβησε.


Σημερινό μνημείο στα σύνορα Τσεχίας-Γερμανίας, στο Bahratal κοντά στη Δρέσδη, στο σημείο όπου, όπως αναγράφεται, «αθλητές της Τσεχοσλοβακίας το 1936, παρέδωσαν την Ολυμπιακή φλόγα, στο δρόμο της από την Αθήνα στο Βερολίνο, σε Γερμανούς αθλητές»
Το πρωί της 1ης Αυγούστου 1936 (στις 11:42) η φλόγα έφτασε στο Βερολίνο. Την είχαν μεταφέρει 3075 λαμπαδηδρόμοι για μια απόσταση 3187 χιλιόμετρα. Στο Βερολίνο έγινε μια επίσημη τελετή υποδοχής της στην πλατεία Lustgarten, παρουσία πάνω από 80.000 κόσμου και άναψαν και δύο βωμοί που έκαιγαν για όλη τη διάρκεια των αγώνων.
Την προηγούμενη μέρα (31.07.1936) είχε φτάσει στο Βερολίνο και ο Σπύρος Λούης, ο πρώτος Έλληνας μαραθωνοδρόμος ολυμπιονίκης το 1896, σαν επίσημος προσκεκλημένος των Γερμανών για τους αγώνες. Ο Λούης γνώρισε αποθεωτική υποδοχή από τους Γερμανούς, στους οποίους ήταν και συνεχίζει να είναι πολύ γνωστός.


Παρεμπιπτόντως να αναφέρουμε ότι στο Ολυμπιακό πάρκο του Μονάχου όπου έγιναν οι αγώνες του 1972, έχουν δώσει στους δρόμους τα ονόματα 12 εξεχουσών προσωπικοτήτων και αθλητών. Μεταξύ αυτών και του Σπύρου Λούη. Ο δρόμος μάλιστα που φέρει το όνομα Spiridon Louis Ring, είναι ο κεντρικότερος, διατρέχει όλο το πάρκο και είναι ο δρόμος που περιβάλει το στάδιο της Bayern, περνάει μπροστά από την Olympiahalle και γενικά συνδέει όλες τις εγκαταστάσεις όπου έγιναν αθλήματα το 1972.
Η τελετή έναρξης των αγώνων έγινε στις 1 Αυγούστου 1936, στις 4 το απόγευμα και κράτησε 2 ώρες, μπροστά σε 120.000 θεατές. Η τελετή ξεκίνησε με την ανάρτηση των σημαιών των 49 συμμετεχόντων χωρών και στη συνέχεια άρχισε η παρέλαση των 3,963 αθλητών.
Η Ελλάδα εισήλθε πρώτη, όπως είχε καθιερωθεί από την Ολυμπιάδα του 1928 στο Άμστερνταμ (δείτε στο youtube την τελετή έναρξης της 10ης Ολυμπιάδας του Λος Άντζελες το 1932, με την Ελλάδα να μπαίνει πρώτη). Σημαιοφόρος μας ήταν ο Ιωάννης Σεραϊδάρης, πρωταθλητής της σφαιροβολίας, που είχε γεννηθεί στη Φινλανδία (!!). Αμέσως μετά τον σημαιοφόρο μας ακολουθούσε ο Σπύρος Λούης ντυμένος τσολιάς. Οι αθλητές μας όπως και πολλοί άλλοι (πχ. οι Γάλλοι) χαιρέτισαν φασιστικά.
Μετά την είσοδο των αθλητών και τις ολιγόλεπτες ομιλίες του Κουπερτέν και του Λέβαντ (Προέδρου της Οργανωτικής Επιτροπής) ακολούθησε η κήρυξη της έναρξης των αγώνων από τον Αδόλφο Χίτλερ.
Στη συνέχεια αναρτήθηκε η Ολυμπιακή σημαία και ακούστηκε ο Ολυμπιακός ύμνος που είχε μελοποιηθεί από το Στράους. Μέχρι την Ολυμπιάδα του 1956 η κάθε διοργανώτρια χώρα συνέθετε τον δικό της ύμνο και μόνο από το 1960 ο ύμνος είναι ο γνωστός μας πλέον που έγραψε ο Παλαμάς και μελοποίησε ο Σαμάρας.
Κατόπιν μπήκε στο στάδιο ο τελευταίος λαμπαδηδρόμος, ο Fritz Schligen και άναψε το βωμό της Ολυμπιακής φλόγας.
Ακολούθησε ο όρκος των αθλητών οι οποίοι στη συνέχεια αποχώρησαν από τη σήραγγα κάτω από την «Πύλη του Μαραθώνα». Στις 18:00 και αφού είχαν αποχωρήσει οι αθλητές έληξε και η τελετή έναρξης με τον Χίτλερ να αποχωρεί και τον παρουσιαστή της τηλεόρασης μετά το κλασσικό γερμανικό «Achtung! Achtung!» να αναγγέλλει ότι θα συνεχίσουν από το στούντιο με τη μετάδοση καλλιτεχνικού προγράμματος:
«Ο τηλεοπτικός σταθμός Πάουλ Νίπκοφ συνεχίζει το ειδικό πρόγραμμα «Ολύμπια» με τη μετάδοση καλλιτεχνών. Θα δείτε και θα ακούσετε τον Έλληνα τενόρο Λύσσανδρο Ιωαννίδη (ΣΣ γνωστός τενόρος στην Ευρώπη του Μεσοπολέμου που μετά τον Β' ΠΠ επέστρεψε στην Ελλάδα και βοήθησε στην ίδρυση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής)...»
Έτσι ακόμα και μετά την τελετή οι Γερμανοί συνέχισαν να προβάλλουν την Ελλάδα... Όλα αυτά δεν πέρασαν απαρατήρητα στην Ελλάδα κάτι που φαίνεται και από το πρωτοσέλιδο της Καθημερινής για την τελετή έναρξης που έφερε την σφραγίδα της Ελλάδος.
Η «προπαγάνδα» υπέρ της Αρχαίας Ελλάδας συνεχίστηκε και στο ντοκιμαντέρ «Ολύμπια, Γιορτή των λαών» που γύρισε η Leni Riefenstahl και πρωτοπροβλήθηκε το 1938. Για τις ανάγκες των γυρισμάτων η Riefenstahl ήρθε στην Ελλάδα κατά την αφή της Ολυμπιακής φλόγας. Σκοπός της δεν ήταν απλώς να καταγράψει τα γεγονότα αλλά να τα σκηνοθετήσει. (σημ. kgrek : σχετικά με το ντοκιμαντέρ «Ολύμπια, Γιορτή των λαών» που γύρισε η Leni Riefenstahl διαβάστε παρακάτω)

The Nazi Olympics: Berlin 1936

Χίτλερ συναντάει δισκοβόλο και Ερμή!
το εύρημα-ντοκουμέντο Γερμανού φωτογράφου

Το εύρημα του Γερμανού φωτογράφου, που ανακάλυψε το 1936 τον κωπηλάτη του Ν.Ο. Θεσσαλονίκης Ζαφειρόπουλο να είναι ίδιος κι΄ απαράλλαχτος με τον Ερμή του Πραξιτέλη! Τον φωτογράφισε στο μουσείο, δίπλα στον Ερμή και η φωτογραφία με εντολή του Χίτλερ δημοσιεύτηκε σε γερμανικά περιοδικά, για ν΄ αποδειχθεί ότι οι Έλληνες του 20ού αιώνα είναι αυθεντικοί απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, δηλαδή Άριοι, όπως και οι... Γερμανοί.
Προετοιμάζοντας το Γ΄ Ράιχ τους ολυμπιακούς αγώνες, σε μία εποχή που ο Χίτλερ αποσκοπούσε να καταλάβει την Ευρώπη, η ναζιστική Γερμανία κατεχόταν από την έπαρση της Αρίας φυλής, έχοντας ως υπόδειγμα, πνευματικό και μορφολογικό, τους αρχαίους Έλληνες. 


Η σκηνοθέτης Ρίφενσταλ που είχε αναλάβει την κινηματογράφηση των αγώνων, είχε εντολή από τον δικτάτορα να κάνει διαφημιστικά ντοκιμαντέρ, με τους Άριους Γερμανούς να θυμίζουν αγάλματα αρχαίων Ελλήνων. Ο Χίτλερ είχε αδυναμία στο κάλος των αγαλμάτων των αρχαίων Ελλήνων, όπως στον δισκοβόλο του Μύρωνα, που του προκαλούσε δέος, όπως και ο Ερμής του Πραξιτέλη. Όταν του έφεραν τη φωτογραφία του αγάλματος με τον Έλληνα νέο να ποζάρει δίπλα του, του έκανε τόση εντύπωση η διαχρονική ομοιότητά τους, που έδωσε εντολή να χρησιμοποιηθεί για διαφήμιση της Αρίας φυλής. (δεν νομίζετε, ότι ο δισκοβόλος είναι σα να λέει κάτι στο δικτάτορα... Όπως: Πρόσεξε καλά, τι πας να κάνεις άνθρωπέ μου στην ανθρωπότητα...)
Η Leni Riefenstahl είχε πει μετά χρόνια, ότι στις φωτογραφικές εκθέσεις που έκανε επί Χίτλερ, θα ήθελε να είχε και τον Jesse Owens, ανάμεσα στα αγάλματα αρχαίων και σύγχρονων αθλητών.
ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ
ΑΔΟΛΦΟΥ ΧΙΤΛΕΡ - ΣΠΥΡΟΥ ΛΟΥΗ
"πως είσαι κυρ Χίτλερ μου, τί κάνει η οικογένεια;"
Στους ολυμπιακούς αγώνες του Βερολίνου (1936) ο θρυλικός μαραθωνοδρόμος Σπύρος Λούης ήταν επικεφαλής της πρωτοπόρου στη παρέλαση ελληνικής ομάδας, ντυμένος φουστανελάς.
Ο Χίτλερ, που βρισκόταν στο κέντρο της εξέδρας των επισήμων, όταν έμαθε ποιός ήταν, ζήτησε να τον γνωρίσει από κοντά και μόλις τέλειωσε η παρέλαση έγινε η συνάντηση. Ο δικτάτορας του Γ Ράιχ, κατέβηκε με τους υπασπιστές του στο στίβο και ζήτησε διερμηνέα για να συνομιλήσει με τον ολυμπιονίκη του μαραθωνίου δρόμου του 1896. Ο Χίτλερ πρόσφερε κάποιο δώρο στον Λούη και εκείνος ανταπέδωσε με ένα κλωνάρι ελιάς, που του είχε πασάρει μέλος της ελληνικής αποστολής. Και τότε, πάνω στην μεγαφωνική ανακοίνωση ότι ο αρχηγός του Γ΄ Ράιχ συνομιλεί με τον θρυλικό Έλληνα ολυμπιονίκη και τις φωτογραφίσεις, ο απλοικός Μαρουσιώτης, έφερε σε δύσκολη θέση τον διερμηνέα, όταν ρώτησε «πως είσαστε κυρ Χίτλερ μου, τί κάνει η οικογένεια». Λένε ότι ο Έλληνας πρεσβευτής κόντεψε να πάθει συγκοπή, αλλά ο Χίτλερ αποχαιρέτησε τον παλιό νερουλά με θερμή χειραψία. Ο μαραθωνοδρόμος Στέλιος Κυριακίδης, είχε ρωτήσει τον Λούη, τί είπε στον Χίτλερ κι΄ εκείνος απάντησε: "Τα συνηθισμένα. Τί χαμπάρια κυρ Χίτλερ μου, τον ρώτησα και για την υγεία της οικογένειάς του...".


Περισσότερα μου είπε ο ηθοποιός Πέτρος Κυριακός, που όταν ήταν βοηθός σαγματοποιού, έφτιαχνε τα χάμουρα και τα περιλαίμια του αλόγου και της σούστας του νερουλά Λούη. Φανατικός φίλαθλος του στίβου, επισκεπτόταν τον Λούη ως τα γεράματά του και είχε ακούσει από τον αγράμματο νερουλά να λέει ότι απεκάλεσε τον αρχηγό του Γ Ράιχ «κύριο», όπως είχε αποκαλέσει και τον Γεώργιο τον Α΄ «κυρ βασιλιά μου». Και απορούσε, τί το παράξενο, που τον ρώτησε για την υγεία της οικογένειάς του... 
Δομνίτσα Λανίτου

«H EMΦΑNIΣIΣ της ηλέκτριζε τα πλήθη, όπως άλλοτε μία κρητική βράκα στην οδό Σταδίου προκαλούσε διαδήλωσι», έγραψε ο Σπύρος Mελάς σε χρονογράφημά του το 1931. Δεν αναφερόταν σε κάποια καλλονή της εποχής, σε κάποιο μοντέλο. H γυναίκα που ξεσήκωνε τα πλήθη ήταν μια 17χρονη πρωταθλήτρια του στίβου. H μετέπειτα μεγάλη, Δομνίτσα Λανίτου, που από τότε είχε δώσει δείγματα του αστείρευτου ταλέντου της. Πέντε χρόνια αργότερα, στο Bερολίνο, έμελλε να γίνει η πρώτη Ελληνίδα αθλήτρια στίβου, που πήρε μέρος σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Σαν άλλη Καλλιπάτειρα, «γκρέμισε κάποια τείχη» - μολονότι η ίδια δεν αισθάνεται έτσι, αφού δεν έκανε κάτι απαγορευμένο, όπως η αρχαία Ελληνίδα.
Bέβαια, για την Ελλάδα του 1936, το να πάει μια αθλήτρια στους Ολυμπιακούς Αγώνες ήταν κάτι σαν τη φεμινιστική επανάσταση. Σκεφθείτε ότι οι γυναίκες άρχισαν να ψηφίζουν μόλις το 1952!
Tο 1936 η Λανίτου σημείωνε επιδόσεις διεθνούς επιπέδου και καλύτερες, συγκριτικά, από των περισσότερων ανδρών. Όμως, όταν ο ΣEΓΑΣ κατήρτισε τον κατάλογο με τους αθλητές, που θα πήγαιναν στους Ολυμπιακούς, δεν την είχε περιλάβει. Έγραψε, απλώς, «ίσως» μία αθλήτρια». Σχολίασαν την επομένη οι εφημερίδες: «Γιατί ίσως; H Λανίτου σημειώνει επιδόσεις διεθνούς επιπέδου». Έτσι η 22χρονη πρωταθλήτρια πήγε στο Bερολίνο. Eκεί έτρεξε στα 80μ. εμπόδια και στα 100μ. Στα εμπόδια προκρίθηκε στους ημιτελικούς, ως 3η στην σειρά της, με 12.6. Στους ημιτελικούς τερμάτισε πάλι 3η. Στον τελικό προκρίνονταν οι δύο. Στα 100μ. έμεινε στον προκριματικό.
Αυτά που πέτυχε ήταν περίφημα για Eλληνίδα. «Δεν αγωνιζόμασταν σε διεθνείς αγώνες, για ν' αποκτήσουμε πείρα. Πριν από τους Ολυμπιακούς έγινε στην Αθήνα μια συνάντηση με Αυστριακές αθλήτριες. Μετά, ταξιδεύοντας προς το Βερολίνο, σταματήσαμε για αγώνες στη Βουδαπέστη. Την πρώτη ημέρα, στα εμπόδια, είχα φοβερό «τρακ». Νόμιζα ότι θα μείνω πάνω στα εμπόδια. Την επομένη, στα 100μ., ήμουν καλά. Ευτυχώς, που έγινε κι αυτή η συνάντηση», λέει. Και θυμάται κάτι χαρακτηριστικό: «Όταν ταξιδεύαμε για το Βερολίνο, μας πήραν κουκέτες. Στην επιστροφή μάς έβαλαν σε θέσεις... Γυρίζοντας, σταματήσαμε στον Βόλο για αγώνες. Ήθελαν να μας δουν. Μάλιστα, έτρεξα στα 4X100μ.... ανδρών, επειδή δεν υπήρχε τέταρτος δρομέας».
Φυσικά, η εμπειρία της συμμετοχής στους Ολυμπιακούς είναι κάτι μοναδικό. «Ήταν συγκλονιστική η στιγμή, που μπήκε στο στάδιο ο Γερμανός λαμπαδηδρόμος με την Ολυμπιακή δάδα. H Φλόγα είχε έλθει από την Ελλάδα. Και ήταν η πρώτη φορά που άναβε. Αλλά ήταν μεγάλη και η στιγμή της εισόδου της ελληνικής ομάδας, η οποία μπαίνει πάντα πρώτη. Μετά τον σημαιοφόρο, μπήκε ο Oλυμπιονίκης Σπύρος Λούης, ντυμένος με φουστανέλα. Και ακολουθούσα εγώ. Ήταν συγκλονιστικές οι στιγμές αυτές».


O Αδόλφος
H κ. Λανίτου δεν ξεχνά και τον Xίτλερ:
«Kαθόταν δίπλα στο θεωρείο των αθλητών. Θυμάμαι τις αντιδράσεις του κατά τη διεξαγωγή του μήκους, όταν ο Γερμανός Λανγκ διεκδικούσε τη νίκη από τον Αμερικανό, Tζέσι Oουενς. Όταν νίκησε ο Αμερικανός, ο Xίτλερ έμοιαζε με πεθαμένο. O αθλητής της αρείας φυλής έχασε από Mαύρο. Όμως, τους Έλληνες οι Γερμανοί μάς είχαν τότε στα «όπα-όπα». Τιμούσαν την Ελλάδα. Παρ' ότι βλέπαμε ότι είχαν τους λόγους τους».
-Προπαγανδιστικούς;
«Νομίζω, ναι. Θα σας πω και κάτι, που δείχνει ποιοι ήταν πράγματι οι Γερμανοί. Μια μέρα, αφού είχαν τελειώσει οι αγώνες, μπήκαμε στο τραμ μια παρέα Ελλήνων. Μαζί μας ήταν η Σοφία Σπανούδη, η σπουδαία μουσικολόγος. Ήταν πολύ παχιά και προκάλεσε ειρωνικά σχόλια κάποιων Γερμανών. H Σπανούδη γνώριζε άπταιστα Γερμανικά και τους απάντησε: «Tώρα κατάλαβα ότι οι οδηγίες, που είχατε, να είστε ευγενείς προς τους ξένους, δεν ισχύουν πια». Έμειναν άναυδοι».
H Λανίτου συγκέντρωσε πάνω της τους προβολείς. Όχι, μόνο για την εμφάνισή της. Ήταν Ελληνίδα και η μόνη γυναίκα εκπρόσωπος της χώρας μας στο μεγαλύτερο αθλητικό ραντεβού της τετραετίας. Πολλές γερμανικές εφημερίδες της αφιέρωσαν στήλες. Οι φωτογραφίες της κοσμούσαν σχεδόν καθημερινά, κατά τη διάρκεια των αγώνων, τις αθλητικές σελίδες. Στιγμιότυπα στο στάδιο, σε μουσεία, στην Ελλάδα. Μάλιστα, την έβαλαν και σε έρευνα για τις όμορφες αθλήτριες. Το εντυπωσιακό είναι ότι της έκανε αφιέρωμα και τουρκική εφημερίδα της εποχής.
Όμως επιτρέψτε μας μια μικρή παρασπονδία. Να ολοκληρώσουμε το πορτραίτο της μεγάλης αθλήτριας μας και πέραν των Ολυμπιακών του Βερολίνου.


Λονδίνο, 1948
H μεγάλη αθλήτρια πήρε μέρος και στους Oλυμπιακούς του 1948, στο Λονδίνο. Έτρεξε στα 80μ. εμπόδια και αποκλείσθηκε από τον Α΄ γύρο. Όλη η ελληνική ομάδα είχε αποτύχει τότε. H Ελλάς βρισκόταν στην δίνη του εμφυλίου πολέμου.
«Στο Λονδίνο πήγαμε σχεδόν πεινασμένοι, σε κακή κατάσταση. Πριν από λίγα χρόνια είχαμε βγει από τον πόλεμο και την κατοχή, μετά είχαμε τον εμφύλιο. Πήγαμε για τη συμμετοχή, αλλά και οι περισσότερες χώρες αντιμετώπιζαν προβλήματα. Και στο Λονδίνο, ακόμη, υπήρχε πρόβλημα με τη διατροφή. Όχι ότι δεν μας έδιναν φαγητό. αλλά δεν ήταν πλήρες. Έτσι, στους αθλητές, που προέρχονταν από χώρες κοντινές στη Βρετανία, έστελναν από την πατρίδα τους τρόφιμα σχεδόν καθημερινά. από την Ελλάδα, φυσικά, δεν είχαμε τέτοια βοήθεια. Έτσι εμένα με... ανέλαβαν οι Ολλανδέζες».
Βέβαια, το πρόβλημα της Λανίτου δεν ήταν μόνο οι συνθήκες ζωής στην Ελλάδα. «Στο Βερολίνο ήμουν μικρή και στο Λονδίνο μεγάλη. H καλύτερη περίοδος συνέπεσε με τον πόλεμο», τονίζει.
H φωτογραφία της Λανίτου -μοναδικής εκπροσώπου της Eλλάδος και σ' εκείνους τους Ολυμπιακούς- κόσμησε και τις βρετανικές εφημερίδες της εποχής.
Tα χρήματα δεν τη συγκίνησαν. Ίσως επειδή πάντα «είχε τον τρόπο της». Tις σύγχρονες αθλήτριες τις «ζηλεύει» μόνο για τα μέσα που διαθέτουν: «Xαίρομαι, γιατί έχουν αυτά, που δεν είχαμε. Ξεκινήσαμε σε μονοπάτι με αγκάθια. Kαι τώρα είναι λεωφόρος με δάφνες. Tότε ο αθλητισμός γυναικών ήταν ο «φτωχός συγγενής». Tώρα είναι ισότιμος με τον ανδρικό».
Mοιραία, σχεδόν, έρχεται η ερώτηση: Θα ήθελε ν' αγωνιζόταν τότε ή τώρα;
«Από πλευράς πνεύματος, τότε. Από απόψεως συνθηκών, τώρα. Tο αθλητικό πνεύμα τότε δεν είχε καμία σχέση με τον επαγγελματισμό. Oι οικονομικές απολαβές δεν με απασχολούν. Iσως γιατί δεν είχα οικονομικά προβλήματα».
H «φανατικωτέρα ιέρεια του ελληνικού στίβου» αγαπούσε αυτό που έκανε. «O αθλητισμός τότε ήταν χόμπι, κέφι. Tώρα είναι εργασία. Πληρώνεται. Oταν, λοιπόν, έβρισκες μεγάλες δυσκολίες, αναγκαζόσουν να σταματήσεις. Bοήθεια δεν είχαμε από τον ΣEΓΑΣ. aκόμη και τις στολές και τα παπούτσια εμείς τ' αγοράζαμε. Σπάνια ο σύλλογός μου, ο Α.O. Παλαιού Φαλήρου, μας έδινε παπούτσια», τονίζει.
Σεμνοτυφία
Oι δυσκολίες, στη συντηρητική, γεμάτη προκαταλήψεις, ελληνική κοινωνία της εποχής, ήταν πολλές για τα κορίτσια που επιθυμούσαν ν' ασχοληθούν με τον αθλητισμό. Τα σορτς... σόκαραν και προκαλούσαν.
«Oι γονείς ήταν συντηρητικοί. Δεν ήθελαν τα σορτσάκια. Eίχαν προκαταλήψεις. Δεν επιθυμούσαν να γυμνάζονται τα κορίτσια μαζί με τ' αγόρια. Στο Στάδιο υπήρχε ένας επιστάτης, ο Γιώργος, που μας έβαζε τις φωνές. Bέβαια, δεν είχαν και άδικο μερικές φορές, αφού στις προπονήσεις έμπαιναν διάφοροι και έλεγαν πράγματα, όχι και τόσο ευπρεπή. O πατέρας μου κανόνισε να καθιερωθούν ημέρες και ώρες για τα κορίτσια. Oι γονείς δεν άφηναν εύκολα τις κοπέλες να πάνε στα γυμναστήρια. Πόσο μάλλον σε ταξίδια. Γι' αυτό δεν γίνονταν αγώνες στην επαρχία. αργότερα, όταν ήμουν στην επιτροπή γυναικών του ΣEΓΑΣ, πήγαινα στα σπίτια των αθλητριών και προσπαθούσα να πείσω τους γονείς να τις αφήσουν να πάμε στην επαρχία. Oι προκαταλήψεις ξεπεράστηκαν σιγά-σιγά», καταλήγει.
Oι εποχές άλλαξαν. Όταν η Δομνίτσα Λανίτου ξεσήκωνε τα πλήθη, δεν υπήρχε τηλεόραση, για να τη θαυμάσουν οι φίλαθλοι, όπως συμβαίνει τώρα.. Όμως, η προβολή της από τις εφημερίδες ήταν πολύ μεγαλύτερη από όσο των σημερινών πρωταθλητριών. άλλωστε, ο στίβος ήταν τότε το προβεβλημένο άθλημα. H χώρα, που γέννησε τον κλασικό αθλητισμό, τότε τον τιμούσε.
O Παύλος Παλαιολόγος, διαπρεπής δημοσιογράφος και χρονογράφος, παρουσιάζει τη Λανίτου στην έρευνα, «Γυναίκες του 1935». Kαι αναρωτιέται, αν η «προσήλωση εις την σκληραγωγίαν του αθλητισμού, δεν της αφαιρεί την χάριν, δεν της στερεί την τρυφερότητα». Απαντάει ο ίδιος:
«Kαι μόνη η εμφάνισις της φανατικωτέρας ιερείας του ελληνικού στίβου, είνε αρκετή δια να δώση την απάντησιν. Tο λεπτοφυές άνθος, που εγνώρισε την χαράν του φωτός εις το νησί της Αφροδίτης, διατηρεί όλην την γοητείαν και την φλόγαν της πρώτης νεότητος. Tίποτε δεν αφήρεσε ο αθλητισμός. απ' εναντίας, ετελειοποίησε το επιμελημένον έργον της φύσεως. Έδωσε την αρμονίαν των γραμμών, έδωσε το σφρίγος και την υγείαν».
Από την άποψη της προβολής, ουδόλως ζηλεύει τις σημερινές αθλήτριες. «Tην προβολή που είχα, δεν την έχουν τώρα. Yπάρχει, βέβαια, η τηλεόραση, αλλά οι εφημερίδες δεν γράφουν όπως τότε».
Ωστόσο, οι καιροί τότε ήταν δύσκολοι. Tο 1936, μια εφημερίδα, έγραφε, κάτω από φωτογραφία της Λανίτου με αθλητικό παντελονάκι, την εξής καταπληκτική λεζάντα:
«H δις Λανίτου, πρωταθλήτρια της Eλλάδος, η οποία έχει ένα χαριτωμένο σωματάκι. Eις το Στάδιον εμφανίζεται κάθε φοράν ενώπιον χιλιάδων θεατών με το κοστούμι της γυμναστικής».
«Σα να μπορούσαμε να τρέξουμε με τα φορέματα», σχολιάζει...
(Ν. Α. Κωνσταντόπουλος)


 Λένι Ρίφενσταλ

Ολυμπία (φιλμ 1938)


Ολυμπία (γερμ. Olympia) είναι ένα ντοκιμαντέρ ταινία με δύο μέρη της Λένι Ρίφενσταλ που δείχνει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 που έλαβαν μέρος στο Βερολίνο την εποχή της ναζιστικής Γερμανίας.
Το ντοκιμαντέρ αποτελείται από δύο μέρη, τα οποία βασίζονται κατά ένα μεγάλο μέρος στους αγώνες, είναι όμως λίγο πολύ ανεξάρτητα, και έχουν διαφορετικό σκοπό το καθένα.
Μέρος πρώτο: Η γιορτή των εθνών
Το πρώτο μέρος αρχίζει με σκηνές της αρχαίας Ελλάδας. Η ακρόπολη, τα αγάλματα, οι αθλητές, η θάλασσα. Η ολυμπιακή φλόγα ξεκινάει από την Ολυμπία και φτάνει στο σημερινό (1936) στάδιο του Βερολίνου. Από εκεί και ύστερα ακολουθούν σκηνές των διαφόρων αγωνισμάτων. Δισκοβολία, σφυροβολία, ακόντιο, ρυθμική γυμναστική.
Μέρος δεύτερο: Η γιορτή του κάλους
Το δεύτερο μέρος αρχίζει με σκηνές μέσα στο Ολυμπιακό χωριό που δείχνουν τους αθλητές να ξεκουράζονται και να γυμνάζονται. Μετά συνεχίζει με τα υπόλοιπα αγωνίσματα. Δέκαθλο, ενόργανη γυμναστική, ιστιοπλοΐα, ξιφασκία, πένταθλο, πόλο, ποδηλασία, μποξ, χόκεϊ, ποδόσφαιρο, ιππασία, κωπηλασία, κολύμβηση και κατάδυση. Το δεύτερο μέρος τελειώνει με έναν δραματικό μαραθώνιο που καταλήγει σε επιβλητικές σκηνές με προβολείς που φωτίζουν τον νυχτερινό ουρανό πάνω από το στάδιο.


Παρασκήνια
Τα δύο μέρη καλύπτουν μεν τους αγώνες, πέρα απ' αυτό όμως θέτουν το θέαμα των αγώνων σε ένα πλαίσιο σκηνοθεσίας. Τόσο η μέθοδος όσο και το όλο αποτέλεσμα ήταν πρωτοποριακό και πρωτοφανές για την εποχή του. Ιδίως η αρχή του πρώτου μέρους και το τέλος του δευτέρου μέρους, αλλά και η όλη σκηνοθεσία των αγωνισμάτων έκαναν μεγάλη εντύπωση στους θεατές εκείνης της εποχής. Το έργο όμως είχε καθαρά προπαγανδιστικό ύφος με σκοπό να βελτιώσει την εικόνα της Γερμανίας στο εξωτερικό και αυτήν των Ναζί στο εσωτερικό. Η εικόνα του Χίτλερ, που κατά την άφιξη του ολυμπιακού φωτός ανακοινώνει εορταστικά την έναρξη των αγώνων, του δίνει ένα κάπως λιγότερο τρομακτικό πρόσωπο.
Οι σκηνές των αθλητικών σωμάτων, τα χαρούμενα πρόσωπα, η ευγενής άμιλλα και απονομή των μεταλλίων στους νικητές ήταν ένα ευπρόσκλητο μέσο για την ανάρρωση του ηθικού της μεσοπολεμικής Γερμανίας. Αλλά και η σκηνοθεσία μιας εκδήλωσης τέτοιου μεγέθους ήταν απλώς μια εξάσκηση για της προπαγανδιστικές μαζικές εκδηλώσεις που θα ακολουθήσουν στα επόμενα χρόνια και θα οδηγήσουν στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Βραβεύσεις
Αν και το ντοκιμαντέρ είναι ένα από τα καλύτερα έργα της Ρίφενσταλ και θεωρείται μέχρι σήμερα ως μία από τις αξιολογότερες κινηματογραφικές εργασίες, επισκιάζεται από την ένταξή του στο προπαγανδιστικό έργο της ναζιστικής Γερμανίας. Τα βραβεία που πήρε από το 1938 μέχρι το 1941 είναι σήμερα ανάξια λόγου. Το ναζιστικό Υπουργείο Δημόσιας Διαφώτισης και Προπαγάνδας το χαρακτήρισε «πολύτιμο». Πήρε το Γερμανικό Βραβείο Κινηματογράφου (γερμ. Deutscher Filmpreis) του 1937/38, το Σουηδικό βραβείο Polar του 1938, το χρυσό μετάλλιο Coppa Mussolini του έτους 1938 ως καλύτερο αλλοδαπό έργο στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας, πήρε ένα Ολυμπιακό Χρυσό μετάλλιο από το Comitée International Olympique το 1938. Η Ελλάδα το τίμησε με το Ελληνικό Βραβείο των Σπορ. Το 1941 έλαβε το Βραβείο Kinema Junpo στην κατηγορία καλύτερη ξενόγλωσση ταινία και στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Λωζάνης το 1948 ένα ολυμπιακό δίπλωμα εκ των υστέρων. Το περιοδικό Time το ανέβασε στις «100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών».


Πηγές :
Ιντερνετ-Wikipedia

Δεν υπάρχουν σχόλια: