Λίγες εβδομάδες πριν από το τέλος του περασμένου χρόνου, μια ευγενική κυρία μου ζήτησε να ασχοληθώ με το ελληνικό τραγούδι και την ιστορία του. Ήταν η κυρία Ελίζα Μαρελλι, δραστηριοποιημένη στον Σύλλογο Φίλων του Ελληνικού Τραγουδιού, και η πρόταση ήταν για την έκδοση ενός ημερολογίου, όπως το έκαναν εδώ και αρκετά χρόνια για τους κορυφαίους δημιουργούς του, όπως για τον Κώστα Γιαννίδη, τον Ζακ Ιακωβίδη, τον Γιάννη Σπάρτακο, τον Μίμη Πλέσσα τον Γιώργο Κατσαρό και τόσους άλλους, αλλά αυτή τη φορά η αναφορά θα ήταν για εκείνον που αν δεν πρέπει να τον χαρακτηρίσουμε και «γεννήτορα», πάντως σε κάθε περίπτωση είναι ένας από τους πιο μεγάλους δημιουργούς, αν όχι και τους διαμορφωτές του, που του έδωσαν τον ξεχωριστό του χαρακτήρα, έτσι που όταν μιλάμε σήμερα για το «παλιό» και «αξέχαστο» ελληνικό τραγούδι, το μυαλό μας πηγαίνει σε ένα αφετηριακό όνομα, που με την ιστορία του και τις εκατοντάδες των τραγουδιών του βρίσκεται στην άκρη του νήματος, δηλαδή του Κλέωνα Τριαντάφυλλου ή καλύτερα του Αττίκ, όπως είναι περισσότερο γνωστός σε όλους μας.
Ήξερα βέβαια αρκετά για τον Αττίκ, όπως και για την περίφημη «Μάντρα» του, που ήταν όχι μόνο το «φυτώριο» νέων τραγουδιστριών, ταυτισμένες με τη δική του ερμηνευτική άποψη ως προς την απόδοση των τραγουδιών, ένα είδος που, χωρίς υπερβολή, θα το λέγαμε και «Κάρολο Κουν του τραγουδιού». Παράλληλα και με μια ομάδα συνεργατών που είχε διαλέξει, από ποιητές κυρίως, στιχουργούς, συνθέτες, δημοσιογράφους, ηθοποιούς, με αμεσότητα προσέγγισης με το κοινό και με το δικό του χιούμορ ο καθένας, σχολίαζαν κάθε βράδυ από σκηνής της «Μάντρας» και με τον Αττίκ στον πρώτο λόγο τα γεγονότα της ημέρας και της Αθήνας που αποτελούσε τότε την καρδιά ενός κράτους με ιστορία όχι μεγαλύτερη του ενός αιώνα.
Λέγεται μάλιστα ότι και ο κορυφαίος χρονογράφος της εποχής του, ο Γεώργιος Βλάχος, άρχιζε συχνά την «επιστολή» του στο χρονογράφημα της «Καθημερινής» του με τη φράση «όπως ισχυρίστηκε στη “Μάντρα" του και ο Αττίκ» και που βέβαια μετέφερε το χαριτολόγημα του Αττίκ στο «μεγάλο αφεντικό» όπως το άκουσε ο Χρήστος Χαιρόπουλος, που ήταν τακτικός συντάκτης της «Καθημερινής», αλλά και «διασκεδαστής» της «Μάντρας».
Ρίχτηκα λοιπόν με πολύ κέφι στην έρευνα και που κάθε τόσο το ενδιαφέρον ήταν όλο και πιο ανανεωμένο, μια και για τον Αττίκ ισχύει το «όσο ψάχνεις, βρίσκεις», για να φτάσω στις ρίζες των Τριαντάφυλλου, που ήταν μια ευκατάστατη οικογένεια από την Αίγυπτο, με τη μητέρα του, που, έχοντας καταλάβει τα καλλιτεχνικά προσόντα του παιδιού της, φρόντισε να τον οπλίσει με μουσικές γνώσεις, με ταξίδια στο Παρίσι... νοικιάζοντας ολόκληρο συρμό για να χωρέσει και με το υπηρετικό προσωπικό μαζί ολόκληρη η «Τριαντάφυλλου ανάβαση» στη γαλλική πρωτεύουσα. Καταλαβαίνει λοιπόν ο καθένας ότι ο νεαρός Αττίκ δεν δυσκολεύθηκε καθόλου να πλησιάσει τους μουσικούς κύκλους της Ευρώπης που τον έκαναν αμέσως γνωστό, έτσι που και η πρώτη του παρουσία στην Αθήνα δεν παρουσίασε δυσκολίες, αφού η φήμη του νέου συνθέτη με τραγούδια ήδη γνωστά είχε προηγηθεί.
«Γυναικολάτρης» και ο ίδιος, όπως και η «γυναίκα» ήταν πάντα το «εν δράσει» στοιχείο των τράγουδιών του, πολλά από τα οποία αποτελούσαν και προσωπικέε του ιστορίες, με τρεις μεγάλεε αισθηματικές ιστορίεε, στη μια από τις οποίες είναι αφιερωμένο και το γνωστό του «Ζητάτε να σας πω» -που γράφτηκε στο διάλειμμα μιας παράστασης της «Μάντρας», κάτω από τη φορτική πίεση του κοινού- τη Μαρίκα Φιλιππίδου, όταν την είδαν ένα βράδυ να μπαίνει στην πλατεία της «Μάντρας», συνοδευμένη από το νέο της εραστή, που δεν ήταν άλλος από τον πατέρα της Μελίνας και του Σταμάτη Μερκούρη, που αργότερα επισημοποίησαν τη σχέση τους και ο τίτλος του «Ζητάτε να σας πω» ήταν η σκληρή απαίτηση του κοινού να τους... τραγουδήσει την ακόμα ανοιχτή πληγή της προδομένης του αγάπης για τα «ωραιότερα μάτια του κόσμου», σύμφωνα βέβαια με τη δική του εκτίμηση! Είναι ίσως η ωραιότερη και πιο ανθρώπινη «ερωτική ομολογία» που γράφτηκε για μια φωνή, αν σκεφτεί κανένας τις συνθήκες και το ελάχιστο χρονικό διάστημα για να γραφτεί και στη συνέχεια, ο ίδιος ο Αττίκ να το τραγουδήσει.
Τι έγινε όμως; Όσο προχωρούσα και έμπαινα όλο και πιο μέσα στην ταραχώδη ζωή του Αττίκ και ιδιαίτερα στις αισθηματικές του περιπέτειες, παράλληλα και με ασταμάτητη καλλιτεχνική δραστηριότητα, όσο και με το ιδιόρρυθμο στις διαπροσωπικές του εκδηλώσεις, τόσο και μεγάλωνε ο φάκελος με τα όσα τον αφορούσαν. Έτσι δηλαδή που θα ήταν αδύνατον όλα αυτά τα τόσο χρήσιμα για τη ζωή ενός τόσο σημαντικού ανθρώπου να χωρέσουν στις περιορισμένες 14 σελίδες ενός ημερολογίου, όπως το είχαν κάνει σε προηγούμενα ημερολόγια οι Φίλοι του Ελαφρού Τραγουδιού. Όπως προειδοποιούσαν τα πράγματα, μας έλεγαν ότι θα έπρεπε να μοιράσουμε την ύλη σε δύο τόμους και σε πολυτελέστατη έκδοση, όπως το άξιζε ένα αφιέρωμα στον Αττίκ. Κάτι για το οποίο, όπως και μόνοι τους, μέσω της κ. Μαρέλλι με ειδοποίησαν, ο Σύλλογος τους είχε απλώς «φίλους» και όχι «χορηγούς» μιας τόσο μεγάλης και φιλόδοξης παραγωγής.
Έτσι, εγκαταλείφθηκε τελικά η αρχική ιδέα και αποφάσισα να προχωρήσω μόνος μου την έρευνα, συγκεντρώνονται στοιχεία για τον Αττίκ από διάφορες πηγές, όπως και από την ταινία «Τα χειροκροτήματα» που είχε γυρίσει με τη ζωή του Αττίκ ο Γιώργος Τζαβέλλας, όπως και τις πολύτιμες σημειώσει που έχει γράψει η Δανάη, έχοντας ζήσει κοντά του για ένα μεγάλο διάστημα της ζωής της. Και να θυμηθώ ότι πάλι η κ. Ελίζα Μαρέλλι, που υπήρξε μαθήτρια της, ήταν εκείνη που βοήθησε το «ΠΑΡΟΝ» και τον υποφαινόμενο πριν από ένα χρόνο όταν η πραγματικά «μεγάλη μας Δανάη» ζούσε ακόμα...
Υπολογίζω σε τρεις με τέσσερις μήνες να έχω ολοκληρώσει την έρευνα και το γράψιμο για τον Αττίκ και σε συνεργασία με μεγάλο εκδοτικό οίκο να το δείτε σύντομα και στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων.
Γιώργος Λαζαρίδης
6 ημέρες και 1 νύχτα…
Από την εφημερίδα «ΠΑΡΟΝ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου