Ακρόπολης : Το έπος του Μουσείου
Μια μέρα πριν από την πανηγυρική μεταφορά του πρώτου γλυπτού από το παλιό Μουσείο της Ακρόπολης πάνω στον Ιερό Βράχο στο καινούργιο που έχει ανεγερθεί στου Μακρυγιάννη ένας «ξένος» που περιδιάβαινε μόνος χωρίς συνοδείες τους χώρους του δάκρυζε. Αν η Μελίνα δεν βρίσκεται εδώ και χρόνια ανάμεσά μας, ο σύντροφός της Ζυλ Ντασσέν –αυτός ο «πιο Έλληνας από τους Έλληνες», όπως εύστοχα έχει χαρακτηριστεί– μπόρεσε να δει το όνειρό της εκπληρωμένο. Γιατί η Μελίνα ήταν η πρώτη που πίστεψε με τόσο πάθος στην αναγκαιότητα ενός……νέου Μουσείου για την Ακρόπολη και προώθησε τις διαδικασίες για την υλοποίησή του. Πώς είναι δυνατόν όμως ένα μουσείο να χρειάζεται 30 χρόνια για να κατασκευαστεί; Δυστυχώς, από την παράθεση των γεγονότων εξαιτίας των οποίων η ολοκλήρωση αυτού του έργου μετράται με δεκαετίες, προκύπτει ότι συνέβησαν πράγματα που δεν μας τιμούν. Η ιστορία της ανέγερσης του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης μοιάζει με μυθιστόρημα, το οποίο περιέχει περισσότερα πολιτικά, αστυνομικά και δικαστικά στοιχεία από κατασκευαστικά. Το χρονικό αυτής της 30ετούς ιστορίας το αποδεικνύει.
1976 και 1979. Δύο πανελλήνιοι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί για την ανέγερση νέου μουσείου στο οικόπεδο Μακρυγιάννη αποβαίνουν άκαρποι. Η προσπάθεια έχει μεν την άνωθεν έγκριση, του Κωνσταντίνου Καραμανλή συγκεκριμένα, όμως το σχέδιο ναυαγεί από την αρχή και τις δύο φορές. Η Ελλάδα δεν είναι ακόμη ώριμη για την υλοποίηση έργων με τέτοιες διαδικασίες.
1989. Δέκα χρόνια μετά την τελευταία απόπειρα και με τη Μελίνα Μερκούρη υπουργό Πολιτισμού ανακοινώνεται η προκήρυξη του τρίτου κατά σειράν αρχιτεκτονικού διαγωνισμού. Αυτή τη φορά είναι διεθνής, τίθενται αυστηροί όροι ώστε να μην υπάρχουν νομικά κενά και στην Κριτική Επιτροπή συγκαταλέγονται σοβαρά ονόματα του χώρου. Με μία ιδιαιτερότητα: Ο διάλογος που έχει στο μεταξύ αναπτυχθεί στην Ελλάδα γύρω από τη χωροθέτηση του νέου μουσείου το έχει μετατρέψει σε «φούρνο του Χότζα». Οι αρχαιολόγοι προτιμούν το οικόπεδο στου Μακρυγιάννη. Αλλά οι αρχιτέκτονες οποιοδήποτε άλλο, ακόμη και πολύ μακριά από την Ακρόπολη.
Συζητήσεις λιγότερο ή περισσότερο επίσημες, δημόσιος διάλογος και υψηλοί τόνοι χαρακτηρίζουν αυτή την εποχή και τελικά ανατίθεται σε επιτροπή ειδικών η επιλογή των καταλληλότερων θέσεων. Έτσι προτείνονται τρεις χώροι: Στου Μακρυγιάννη, απέναντι από τα Προπύλαια (στο εστιατόριο Διόνυσος) και στην Κοίλη στου Φιλοπάππου.
Στον διαγωνισμό θα συμμετάσχουν περισσότερα από 400 γραφεία και θα αναδειχθεί ένα ιταλικό, των Μανφρέντι Νικολέτι και Λούτσιο Πασαρέλι, οι οποίοι προτείνουν ένα τεράστιο κτίριο στου Μακρυγιάννη επισύροντας για μία ακόμη φορά τη μήνιν αρκετών ελλήνων αρχιτεκτόνων, συμμετασχόντων στον διαγωνισμό και μη.
Η εξέλιξη μόνον ομαλή δεν υπήρξε. Αρχικά οι ιταλοί αρχιτέκτονες κλήθηκαν να μειώσουν τον όγκο του κτιρίου στο μισό, ακολούθως υπήρξε πρόβλημα με το κόστος της μελέτης και παράλληλα οι έλληνες συνάδελφοί τους είχαν προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας ζητώντας την ακύρωση του διαγωνισμού. Και η πολιτεία; Δίσταζε. Και σαν να μην έφταναν αυτά ήρθε και το βαρύ πλήγμα τέσσερα χρόνια αργότερα:
1993. Το Συμβούλιο της Επικρατείας κήρυξε άκυρο τον διαγωνισμό, όχι πάντως για λόγους περιβαλλοντικούς και αρχαιολογικούς, όπως ζητούσαν οι έχοντες προσφύγει σ’ αυτό, αλλά για κάποια παρατυπία στη διαδικασία. Και τώρα;
1994. Ο θάνατος της Μελίνας προκαλεί συγκίνηση στο πανελλήνιο αλλά και σε όλο τον κόσμο. Όσον αφορά το νέο μουσείο μάλιστα, η ευθεία σύνδεση της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα με αυτό υπήρξε δική της και δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί διαπραγματευτικό χαρτί στη διεκδίκησή τους. Το κράτος λοιπόν, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες του, ιδρύει σε συνεργασία με το Ίδρυμα Μελίνα Μερκούρη τον Οργανισμό Ανέγερσης Νέου Μουσείου Ακρόπολης, ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, το οποίο και κάνει την απευθείας ανάθεση του έργου στους ιταλούς αρχιτέκτονες.
1995. Η πορεία ανατρέπεται και πάλι. Οι ανασκαφές στο οικόπεδο Μακρυγιάννη δίνουν πληθώρα ευρημάτων, φέρνοντας στο φως μια γειτονιά της αρχαίας Αθήνας. Τώρα, μαζί με τους αρχιτέκτονες διαμαρτύρονται και οι αρχαιολόγοι. Η αντιπολίτευση εκμεταλλεύεται το γεγονός και αρχίζουν νέες προσφυγές στη Δικαιοσύνη. Επιπλέον ο προϋπολογισμός του μουσείου φθάνει σε δυσθεώρητα ύψη: 30 δισ. δραχμές.
1999. Δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερα. Στους παραπάνω διαμαρτυρόμενους έχουν προστεθεί και περίοικοι των οποίων τα σπίτια θα πρέπει να απαλλοτριωθούν, ενώ οι προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας και οι μηνύσεις από όλους πέφτουν βροχή. Όμως η θέληση για την ανέγερση του μουσείου παραμένει αταλάντευτη.
2000. Προκηρύσσεται ο τέταρτος διαγωνισμός, με δεδομένη τη θέση στου Μακρυγιάννη, και απαραίτητη προϋπόθεση την ένταξη των αρχαιολογικών ευρημάτων στη μελέτη. Παίρνουν μέρος δώδεκα ομάδες και αναδεικνύεται το γραφείο του Μπερνάρ Τσουμί. Πρόεδρος του ΟΑΝΜΑ είναι πλέον ο καθηγητής Δημήτρης Παντερμαλής, που βαδίζει σταθερά προς τον στόχο παρά τις επιθέσεις. Γιατί οι αντιδράσεις για την ανέγερση του μουσείου φθάνουν ως το Ευρωκοινοβούλιο, με το αιτιολογικό ότι καταστρέφονται αρχαία, ενώ η έναρξη της διαδικασίας των απαλλοτριώσεων κινητοποιεί και πάλι τους περιοίκους. Αποτέλεσμα:
2003. Το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφαίνεται υπέρ της αναστολής των εργασιών μετά από προσφυγή του Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων (Ελληνικό Τμήμα) και περιοίκων.
2004. Ύστερα από μηνυτήρια αναφορά του βουλευτή της Ν.Δ. Πέτρου Τατούλη η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών ασκεί ποινική δίωξη εναντίον του Δ.Σ. του ΟΑΝΜΑ, μελών του ΚΑΣ, ακόμη και εναντίον της Κριτικής Επιτροπής που είχε επιλέξει τη συγκεκριμένη μελέτη.
Μετά τις εκλογές όμως το σκηνικό αλλάζει. Οι μηνυτές γίνονται σύμμαχοι και όλοι πλέον μάχονται για τον κοινό αγώνα.
2007. Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης είναι γεγονός!
Τα σα εκ των σων
Ο χώρος είναι διάφανος. Σαν να στέκεται ελεύθερος στον αέρα, λουσμένος από φως. Σ’ αυτό το τρίτο επίπεδο του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως απ’ όπου η «συνομιλία» με τον Ιερό Βράχο και τον Παρθενώνα είναι αμεσότερη πρόκειται να αναπτυχθεί η περίφημη Ζωφόρος του ναού της Αθηνάς. Ο γλυπτός διάκοσμος δηλαδή που περιέτρεχε το κτίριο εν είδει μαρμάρινης ταινίας ανακαλώντας στα μάτια των πιστών την πομπή των Παναθηναίων, την ιερότερη γιορτή της αρχαίας Αθήνας. Έργο του Φειδία και των μαθητών του, η Ζωφόρος αποτελεί ένα αριστούργημα της κλασικής γλυπτικής, διάσημο σήμερα και για έναν ακόμη λόγο. Ότι ένα μεγάλο μέρος της υπέστη τον γνωστό βανδαλισμό από τον Έλγιν, αφού αποκόπηκε βίαια από το μνημείο και εκλάπη για να βρεθεί στο Βρετανικό Μουσείο. Το αίτημα λοιπόν για την επιστροφή των Γλυπτών θα υπενθυμίζεται ανά πάσα στιγμή στο Νέο Μουσείο Ακροπόλεως, καθώς τα τμήματα της Ζωφόρου που λείπουν θα υπάρχουν μεν ως αντίγραφα, πλην όμως έτσι τοποθετημένα ώστε να γίνεται φανερή η απουσία τους από την Ελλάδα. Ενώ η ίδια η αίθουσα, με αναλογίες και προσανατολισμό όμοια με του Παρθενώνα, θα προτρέπει στην ευθεία αναφορά.
Μιλώντας κανείς για τα γλυπτά της Ακρόπολης, καταρχήν τον διάκοσμο των μνημείων που αφαιρέθηκε από αυτά πριν από λίγα χρόνια προκειμένου να προστατευθεί από την ατμοσφαιρική ρύπανση και την όξινη βροχή, η οποία προκαλεί τη γυψοποίηση του μαρμάρου, αλλά και για τα γλυπτά που βρέθηκαν από τις ανασκαφές, αναθήματα των αρχαίων Ελλήνων στο ιερό, δεν είναι σε θέση να ξεχωρίσει το πρώτο από το δεύτερο. Κατάταξη μεταξύ αριστουργημάτων δεν μπορεί να υπάρξει. Αλλά είναι και μεγάλη πρόκληση η αναφορά στα διασημότερα από αυτά, τα ωραιότερα ή τα ιδιαίτερα. Έτσι κι αλλιώς η έκθεση και η ανάδειξή τους στο Νέο Μουσείο Ακρόπολης θα είναι τέτοια σαν να τα βλέπουμε για πρώτη φορά.
Στο επίπεδο του Παρθενώνα, εκτός από την ιστορία που αφηγούνται οι ανάγλυφες πλάκες της Ζωφόρου, υπάρχουν και τα μυθολογικά θέματα, που παρουσιάζουν οι τέσσερις Μετόπες: Είναι η Γιγαντομαχία, η Αμαζονομαχία, η Κενταυρομαχία και στο τέταρτο, κατά πάσα πιθανότητα, η Άλωση της Τροίας. Μεγάλα τμήματά τους βρίσκονται όμως κι αυτά στο Βρετανικό Μουσείο, όπως και τμήματα των δύο Αετωμάτων όπου παριστάνονται η Γέννηση της Αθηνάς από το κεφάλι του Δία στο ένα και η διαμάχη της θεάς με τον Ποσειδώνα στο άλλο.
Η πάλη του Ηρακλή με τον θαλάσσιο δαίμονα Τρίτωνα κι ένας άλλος, Τρισώματος δαίμονας αυτός, που απεικονίζονται ανάγλυφα στη Μετόπη του ναού, ο οποίος προηγήθηκε χρονικά του Παρθενώνα, ο ονομαζόμενος Εκατόμπεδος, αποτελούν εκπληκτικά δείγματα της αρχαϊκής τέχνης, με το επιπλέον προσόν ότι διασώζουν σε ικανό βαθμό τη ζωγραφική και τον χρωματισμό τους. Ίχνη χρώματος κατευθείαν από τον 6ο π.Χ. αιώνα διατηρεί και η πιο κοκέτα Κόρη της Ακρόπολης, η επιλεγόμενη «Χιώτισσα». Με απαλά χαρακτηριστικά, περίτεχνη κόμμωση με στεφάνι, πλούσια κοσμήματα και ενδύματα που σχηματίζουν πολλές πτυχές είναι από μόνη της ένα στολίδι. Ακόμη ένα γλυπτό αυτής της εποχής είναι και ο Πέρσης Ιππέας, που οφείλει την ονομασία του στο ένδυμα του αναβάτη του αλόγου, καθώς θεωρείται ανατολικής προέλευσης. Είναι ένας κοντός χιτώνας με ζωγραφισμένα ανθέμια, ενώ οι περισκελίδες του φέρουν διακόσμηση ρόμβων. Ιππέας και άλογο είχαν φιλοτεχνηθεί σε ενιαίο κομμάτι λίθου, δυστυχώς όμως το γλυπτό σώζεται μερικώς.
Πήρε το μοσχαράκι του στους ώμους και ανέβηκε στην Ακρόπολη για να το προσφέρει θυσία στη θεά. Ο Μοσχοφόρος γενειοφόρος άνδρας είναι ένα από πιο γνωστά αρχαϊκά αγάλματα της Ακρόπολης, ενώ η επιγραφή του ονομάζει τον αναθέτη: Ρόμβος (ή Κόμβος), γιος του Πάλου. Και η ωραιότερη αρχαϊκή Κόρη: Η περίφημη Πεπλοφόρος – χάρις στο βαρύ δωρικό πέπλο που πέφτει πάνω από τον χιτώνα της – όμορφη, στολισμένη με κοσμήματα και με έντονο κόκκινο χρώμα στα μάτια και στα χείλη. Το Παιδί του Κριτία εξάλλου, ένας γυμνός έφηβος που χρονολογείται λίγο πριν από την περσική καταστροφή, αποτελεί ένα από τα ωραιότερα και τελειότερα δείγματα του αυστηρού ρυθμού της αρχαϊκής γλυπτικής.
Το σύμπλεγμα του μυθικού βασιλιά της Αθήνας, του Κέκροπα, και της κόρης του, πιθανόν της Πανδρόσου, δύο μορφές που κοσμούσαν το δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα, παρότι σώζονται ακέφαλες αποτελούν μια δυνατή σύνθεση, έργο του Φειδία ή κάποιου από τους μαθητές του. Προσωποποίηση της χάριτος σε μάρμαρο είναι η Νίκη Σανδαλιζομένη, που προσπαθεί να δέσει το λυμένο σανδάλι της και το αραχνοΰφαντο πέπλο της γλιστρά από τον ένα ώμο, επιτρέποντας ταυτόχρονα να διαγραφεί κάτω από τις πτυχώσεις του το σώμα της.
Αντίθετα, η αυστηρότητα ταιριάζει στην Αθηνά, ειδικά τη Σκεπτομένη, όπως απεικονίζεται σε ένα διάσημο ανάγλυφο λίθινης στήλης, η οποία στην αρχαιότητα ήταν καλυμμένη με γαλάζιο χρώμα ώστε να αναδεικνύεται η μορφή της θεάς. Στηρίζεται στο δόρυ της και με σκυμμένο το κεφάλι φαίνεται να κοιτά μια στήλη. Είναι το ορόσημο του ιερού της, είναι απλώς μια επιτύμβια στήλη ή ένας κατάλογος των λογαριασμών του ιερού της; Οι αρχαιολόγοι αναρωτιούνται.
Τελευταίες, πλην διασημότερες όλων, έρχονται οι Καρυάτιδες. Έξι κοσμούσαν το Ερέχθειο, αλλά μία απήχθη από τον Έλγιν. Ονομάστηκαν Καρυάτιδες μεταγενέστερα, επειδή σχετίστηκαν με κοπέλες από τις Καρυές της Λακωνίας, που χόρευαν ένα χορό προς τιμήν της θεάς Αρτέμιδος. Οι πέντε που έμειναν στην Ελλάδα, χωρίς το βάρος ενός ολόκληρου ναού τον οποίο στήριζαν για αιώνες, θα βρεθούν τώρα σε ένα απολύτως προστατευμένο περιβάλλον.
Ένα μόνον από αυτά τα γλυπτά θα μπορούσε να κάνει διάσημο κάποιο μουσείο του κόσμου. Όλα μαζί, και πολλά ακόμη, μπορούν να συνθέσουν ένα θαύμα.
(Ποντίκι, 1.11.2007)
Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης ήταν το δεύτερο πολιτιστικό όραμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Μαζί με την ανασκαφή των Βασιλικών Τάφων της Βεργίνας από τον αρχαιολόγο Μάνο Ανδρόνικο αποτέλεσαν την μεγάλη του πολιτιστική κληρονομιά. Αργότερα, η Μελίνα Μερκούρη ονειρεύτηκε πως το μουσείο θα μπορούσε να φιλοξενήσει και τα Γλυπτά του Παρθενώνα, τα λεγόμενα τότε Ελγίνεια, μια ονομασία που καταργήθηκε όταν το αίτημα της επιστροφής άρχισε να αντιμετωπίζεται θετικά από την διεθνή κοινότητα.
Ποτέ άλλοτε δεν έγινε τόσος θόρυβος για ένα κτίσμα. Αντιπαραθέσεις, κόντρες πολιτικών αρχηγών στην Βουλή, δημόσια κριτική. Για περίπου τριάντα χρόνια, αρχαιολόγοι, αρχιτέκτονες και πολεοδόμοι «βασανίστηκαν» για το αν το συγκεκριμένο οικόπεδο του στρατοπέδου Μακρυγιάννη ήταν ο καταλληλότερος χώρος για την ανέγερση του μουσείου. Η αρνητική γνώμη επιφανών ειδικών στηριζόταν στο σκεπτικό ότι το οικόπεδο ήταν εξαιρετικά περιορισμένο από τα γύρω κτίσματα, βρισκόταν πολύ κοντά στην Ακρόπολη -επομένως δεσμευόταν από τους όρους δόμησης της περιοχής- και ότι σε τμήμα του είχαν ανακαλυφθεί σημαντικά αρχαία, τα οποία δεν έπρεπε να καταστραφούν. Ο πόλεμος για τη χωρόθετηση διεξήχθη με δημόσια αντιπαράθεση και πλήθος προσφυγών για την αρχαιολογική ανασκαφή του οικοπέδου, την επιλογή του αρχιτεκτονικού σχεδίου και τις απαλλοτριώσεις.
Δύο πανελλήνιοι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί προκηρύχθηκαν, το 1976 και το 1979, και οι δύο χωρίς αποτέλεσμα. Το 1989 πραγματοποιήθηκε ο τρίτος διαγωνισμός, διεθνής αυτή τη φορά. Ύστερα από αντιδράσεις της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας το υπουργείο πρότεινε στους διαγωνιζόμενους δυο ακόμη εναλλακτικές θέσεις (Κοίλη και Διόνυσος), που όμως κρίθηκαν προβληματικές. Οι συμμετέχοντες στον διαγωνισμό οδηγήθηκαν τελικά στη λύση Μακρυγιάννη. Αν και επελέγη η πρόταση δυο Ιταλών αρχιτεκτόνων, το Συμβούλιο Επικρατείας ακύρωσε τον διαγωνισμό, εντοπίζοντας εξόφθαλμες παρατυπίες.
Παρά τις αντιρρήσεις σημαντικών Ελλήνων αρχιτεκτόνων (Γιώργος Κονδύλης, Άρης Κωνσταντινίδης κ.α.) και αρχαιολόγων όπως ο Γιώργος Δοντάς, οι διαδοχικές κυβερνήσεις επιμένουν πεισματικά στην αρχική χωροθέτηση Καραμανλή. Ακόμη και όταν με την ανασκαφή του 1997-1999 αποκαλύπτονται σημαντικές αρχαιότητες μπροστά στο διατηρητέο κτήριο Βάιλερ, η κυβέρνηση επιμένει στην οικοδόμηση του νέου μουσείου σε αυτή τη θέση. Για να καμφθούν οι αντιδράσεις, η τότε κυβέρνηση υποσχέθηκε ότι το μουσείο θα είναι έτοιμο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, το καλοκαίρι του 2004, ενώ εντάθηκαν οι προσπάθειες για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, έστω και με την μορφή του δανεισμού.
Το καλοκαίρι του 2000 ξεκίνησε ο διεθνής διαγωνισμός προεπιλογής μελετητών για την εκπόνηση των σχεδίων του Νέου Μουσείου που θα στεγάσει τα αριστουργήματα της Ακρόπολης. Δώδεκα από τα διαγωνιζόμενα γραφεία υπέβαλαν σχέδια και προπλάσματα με βάση τις απαιτήσεις του έργου:
-Πρωτοποριακή πρόταση ενσωμάτωσης της τοπικής ανασκαφής στο Μουσείο ώστε να αναδειχθούν τα αρχιτεκτονικά ευρήματα ως ένα μουσειακό έκθεμα.
-Χρήση του φυσικού φωτός και δημιουργία της αίσθησης ανοιχτού περιβάλλοντος, αφού τα περισσότερα εκθέματα ήταν στημένα στην αρχαιότητα στο ύπαιθρο.
-Επιδίωξη ισόρροπης σχέσης ανάμεσα στην αρχιτεκτονική του μουσείου και των αρχαίων κτηρίων στο βράχο της Ακρόπολης.
-Ικανοποιητική ένταξη του Νέου Μουσείου στο άμεσο αλλά και στο ευρύτερο αστικό περιβάλλον.
-Παροχή δυνατότητας στον επισκέπτη να βλέπει συγχρόνως τα αρχιτεκτονικά γλυπτά του Παρθενώνα στο Νέο Μουσείο και τον ίδιο τον Παρθενώνα στην Ακρόπολη.
Έπειτα από αναλυτική μελέτη, η επιτροπή αξιολόγησης κατέληξε σε ομόφωνη απόφαση για το πρώτο, δεύτερο και τρίτο βραβείο, ενώ αναγνώρισε την πρωτοτυπία άλλων δύο λύσεων και πρότεινε την διάκριση τους με ειδική μνεία. Επικρατέστερη κρίθηκε η πρόταση του Γαλλοελβετού αρχιτέκτονα Μπερνάρ Τσουμί και του ελληνικού γραφείου του Μιχάλη Φωτιάδη.
Βάσει του μουσειολογικού προγράμματος, μεγάλο βάρος δίνεται στην εξυπηρέτηση των επισκεπτών, με την διαμόρφωση ειδικών χώρων υποδοχής (φουαγιέ, καταστήματα, εστιατόριο, αμφιθέατρο, αίθουσα περιοδικών εκθέσεων) αλλά και την παροχή πληροφοριών ώστε το κοινό να ενημερώνεται πλήρως για ό, τι έχει σχέση με την Ακρόπολη και τα μνημεία της.
Την υλοποίηση του έργου ανέλαβε, εκ μέρους του Δημοσίου, ο Οργανισμός Νέου Μουσείου Ακρόπολης με επικεφαλής των καθηγητή Δημήτρη Παντερμαλή. Το μουσείο κτίστηκε με ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Οι αρχιτέκτονες, οι αρχαιολόγοι και όλοι όσοι είχαν εμπλακεί στον σχεδιασμό και στο κτίσιμο του ήξεραν εκ των προτέρων τι ακριβώς επρόκειτο να στεγάσει. Η πιθανότητα να βρεθούν μελλοντικά στην περιοχή νέες σημαντικές αρχαιότητες, αν και υπαρκτή, είναι μάλλον περιορισμένη.
Ο συνολικός προϋπολογισμός ανέγερσης ανήλθε στα 130 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το 30% έχει καλυφθεί από κοινοτικά κονδύλια.
«Ψηφίδες» του Μουσείου
-Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης βρίσκεται στην ιστορική περιοχή του Μακρυγιάννη, νοτιανατολικά του ιερού βράχου. Απέχει μόνο 300 μέτρα από την Ακρόπολη και περίπου δύο χιλιόμετρα από το Σύνταγμα. Άμεση πρόσβαση από το σταθμό του μετρό «Ακρόπολη», στην ανατολική παρυφή του χώρου του Μουσείου.
-Πρόεδρος του Δ.Σ. του ΟΑΝΜΑ (Οργανισμός Ανέγερσης Νέου Μουσείου Ακρόπολης) είναι ο καθηγητής αρχαιολογίας Δημήτριος Παντερμαλής και αντιπρόεδρος ο καθηγητής οικονομικών Γεώργιος Αγαπητός.
- Πολλοί Έλληνες αλλά και μεγάλος αριθμός Βρετανών πιστεύουν ότι το σύγχρονο μουσείο θα συμβάλλει στην επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα που σήμερα επιδεικνύονται στο Βρετανικό Μουσείο. Η διεκδίκηση της επιστροφής τους αποκτά νέα διάσταση μετά την ανέγερση του Νέου Μουσείου Ακροπόλεως.
- Τα απόντα γλυπτά, γνωστά και ως Ελγίνεια, διακοσμούσαν αρχικά τον Παρθενώνα και άλλα κτίσματα της Ακρόπολης και αντιπροσωπεύουν περισσότερα από τα μισά των γλυπτικών διακοσμήσεων της ιστορικής τοποθεσίας. Αφαιρέθηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα και η επιστροφή τους υπήρξε σημαντικό θέμα για τις ελληνικές κυβερνήσεις για πολλά χρόνια.
-Η κατασκευή άρχισε το Νοέμβριο του 2004.
-Το Μουσείο θα έχει περίπου 4.000 εκθέματα. Η συνολική του έκταση είναι 21.000 τμ ενώ διαθέτει εκθεσιακό χώρο 14.000 τμ σε αντίθεση με τα 1.450 τμ του παλαιού μουσείου επάνω στο Βράχο.
-Μέχρι τα επίσημα εγκαίνια, τους χώρους που είναι ανοικτοί στο κοινό επισκέπτονται περί τους 600 επισκέπτες ημερησίως.
www.kathimerini.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ - ΜΠΕ
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathremote_1_19/06/2009_285088
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου