Translate -TRANSLATE -

Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

ΕΚΕΙ ΜΑΣ ΚΑΤΑΝΤΗΣΑΝ

Μαυρομάτικα από το Περού, ρεβίθια από το Μεξικό
Το... εισαγόμενο τραπέζι ενός παραδοσιακού γεύματος

Της Τανιας Γεωργιοπουλου

Ελληνική κουζίνα; Ασφαλώς ναι, αλλά να ξέρουμε ότι μαγειρεύουμε (είτε το γνωρίζουμε είτε όχι) με «συστατικά» από κάθε γωνιά του πλανήτη, αφού βασικά αγαθά της καθημερινής μας διατροφής είναι κυρίως εισαγόμενα. Φασόλια από την Κίνα, μαυρομάτικα από το Περού και τη Μαδαγασκάρη, φακές από τον Καναδά, ρεβίθια από το Μεξικό και την Τουρκία, κουκιά από τη Συρία, αλλά και μέλι από τη Βουλγαρία και ελαιόλαδο από την Ιταλία, είναι τα εδέσματα του «ελληνικού τραπεζιού». Τα ελληνικά όσπρια κυρίως, αλλά και άλλα διατροφικά είδη πέφουν θύματα των επιδοτήσεων και της υψηλής τους τιμής.

Το 90% των οσπρίων που φτάνουν στο τραπέζι μας είναι εισαγόμενα, καθώς, έως τουλάχιστον πριν από λίγα χρόνια, οι καλλιέργειες αυτές ήταν είδος υπό εξαφάνιση στην Ελλάδα. Με την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση οι αγρότες εγκατέλειψαν την καλλιέργεια οσπρίων η οποία απέφερε μικρό εισόδημα και ξεκίνησαν να καλλιεργούν κυρίως τα λεγόμενα βιομηχανικά φυτά, βαμβάκι, καπνό, καλαμπόκι και σιτάρι, που είχαν μεγάλη επιδότηση. Ομως η πτώση των τιμών και των επιδοτήσεων έκανε κάποιους να στραφούν και πάλι σε εκείνες τις παραδοσιακές καλλιέργειες. Τώρα όμως οι Ελληνες παραγωγοί έχουν να αντιμετωπίσουν μεγάλο ανταγωνισμό από χώρες που παράγουν με λιγότερο κόστος, και όπως φαίνεται οι έμποροι τις προτιμούν.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ελλάδα καταναλώνονται κατά μέσο όρο ετησίως 32.000 τόνοι φασόλια κάθε είδους, ενώ η ελληνική παραγωγή δεν ξεπερνά τους 7.000 τόνους. Ωστόσο, φέτος περισσότεροι από 1.500 τόνοι (από πέρυσι) μένουν αδιάθετοι στις αποθήκες των αγροτών.



«Οι τιμές που ζητούν οι Ελληνες παραγωγοί σε σχέση με τις τιμές των εισαγόμενων οσπρίων είναι από 40-200% υψηλότερες» λέει στην «Κ» ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας εισαγωγής και συσκευασίας οσπρίων Αφοί Αργυράκη ΑΕΒΕ, κ. Βασίλης Αργυράκης. Σημειώνει ότι η διαφορά του κόστους της υπερατλαντικής μεταφοράς δεν είναι και πολύ μεγάλη, καθώς η μεταφορά από τον Καναδά κοστολογείται 0,6 λεπτά το κιλό, ενώ από τα Φάρσαλα 0,3. «Βλέπετε, σε εμάς όλες οι μεταφορές γίνονται οδικώς και αυτό κοστίζει. Αν είχαμε καλύτερο σιδηροδρομικό δίκτυο θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα» τονίζει. Ενα ακόμα ζήτημα είναι οι ποσότητες που διοχετεύονται, καθώς και το γεγονός ότι πολλές φορές τα ελληνικά όσπρια χρειάζονται «ξεδιάλεγμα» και άρα έχουν φύρα. Από την άλλη, τα φασόλια από την Κίνα είναι χονδρόφλουδα και δεν χυλώνουν όπως θα ήθελε ο Ελληνας καταναλωτής. «Το 20% του τζίρου μας είναι ελληνικά. Η αγορά επιλέγει» τονίζει ο κ. Αργυράκης. Ο κ. Νίκος Καραγεωργίου διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας «3 άλφα» εκτιμά ότι η διαφορά τιμής όταν είναι λογική μπορεί να καταβληθεί από τον Ελληνα καταναλωτή. «Ομως, είναι σημαντικό το προϊόν που παράγεται από τους αγρότες να είναι ίδιο γιατί σε ένα σακουλάκι δεν μπορεί να περιέχονται διαφόρων ειδών φακές» εξηγεί.

Την ίδια στιγμή ο αντίλογος από τους παραγωγούς είναι εξίσου ισχυρός. Οι... γίγαντες από την Κίνα έχουν 1,20 ευρώ, από την Πολωνία έχουν 2,80 (κατά μέσο όρο) και οι παραγωγοί από τις Πρέσπες που διαθέτουν προϊόν Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ενδειξης ζητούν φέτος 2,70 - 2,80 το κιλό. Στις αποθήκες όμως του συνεταιρισμού Πελεκάνος των Πρεσπών έχουν μείνει περίπου 800 τόνοι από τους συνολικά περίπου 2.000 γίγαντες - ελέφαντες αδιάθετοι. «Αυτό συμβαίνει γιατί πολλοί πωλούν δήθεν ελληνικά φασόλια από τις Πρέσπες. Εξετάζοντας 36 εταιρείες που διατείνονται ότι πωλούσαν φασόλια Πρεσπών, ανακαλύψαμε ότι μόνο οι δύο είχαν πραγματικά δικό μας προϊόν» τονίζει στην «Κ» ο πρόεδρος του συνεταιρισμού κ. Νικόλαος Στεργίου. Οι τιμές όμως που οι καταναλωτές βρίσκουν στο ράφι δεν είναι καθόλου «εισαγόμενες». Φασόλια γίγαντες γνωστής εταιρείας σε συσκευασία μισού κιλού πωλούνται 2,70 ευρώ, ήτοι το κιλό 5,40 ευρώ, ποσό διόλου ευκαταφρόνητο. Οπως αναγράφεται, το προϊόν ναι μεν έχει συσκευαστεί στην Ελλάδα αλλά το περιεχόμενο είναι εισαγόμενο.

«Το μεγαλύτερο πρόβλημα και για εμάς και για τους παραγωγούς είναι οι ποσότητες που διατίθενται χύμα» τονίζει ο κ. Αργυράκης. «Ολοι στη λαϊκή πωλούν φασόλια Καστοριάς και την ίδια στιγμή οι δικές μας οι αποθήκες είναι γεμάτες. Πώς γίνεται αυτό;» ρωτά με νόημα ο κ. Στεργίου.

Πηγή:
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_2_18/04/2010_398020

Δεν υπάρχουν σχόλια: