Σαν χθές, πριν 88
χρόνια, γεννήθηκε ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ένας από τους κορυφαίους ποιητές και
δοκιμιογράφους της μεταπολεμικής γενιάς. Για τις πολιτικές του πεποιθήσεις,
φυλακίστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο, ενώ χαρακτηρίστηκε ως ο «ποιητής της ήττας»,
μια και οι στίχοι του αποτύπωσαν τη διάψευση των οραμάτων της Αριστεράς.
Ο Μανόλης
Αναγνωστάκης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1925. Εδώ, σπούδασε Ιατρική ενώ κατά
τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ. Την διετία 1943-1944
διατέλεσε αρχισυντάκτης του περιοδικού «Ξεκίνημα», που εξέδιδε ο Εκπολιτιστικός Όμιλος του Πανεπιστημίου
Θεσσαλονίκης, που είχε δημιουργήσει η ΕΠΟΝ και την ίδια περίοδο εμφανίστηκαν τα
πρώτα του γραπτά στο περιοδικό «ΠειραΪκά Γράμματα». Σημείωσε έντονη πολιτική
δράση στο φοιτητικό κίνημα, κάτι για το οποίο φυλακίστηκε το 1948.
Το επόμενο έτος
καταδικάστηκε σε θάνατο από το έκτακτο στρατοδικείο Θεσσαλονίκης, φυλακίστηκε
στο Γεντί Κουλέ αλλά δυο χρόνια αργότερα, το 1951, απελευθερώθηκε με την γενική
αμνηστία. Τα χρόνια 1955-1956 ειδικεύτηκε ως ακτινολόγος στη Βιέννη και στη
συνέχεια, στη Θεσσαλονίκη, άσκησε το επάγγελμα του ακτινολόγου. Την περίοδο
1959 - 1961 εξέδωσε το περιοδικό Κριτική ενώ υπήρξε μέλος της εκδοτικής ομάδας
των «Δεκαοκτώ κειμένων» (1970), των «Νέων Κειμένων» και του περιοδικού «Η
Συνέχεια» (1973). Το 1978 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Τα ποιήματα που ο
Μανόλης Αναγνωστάκης άφησε πίσω του δημοσιευμένα είναι 88 και γράφτηκαν από το
1941 έως το 1971. Από το 1979 που κυκλοφόρησε ο συγκεντρωτικός τόμος των
ποιημάτων του, και από το 1983 που κυκλοφόρησε ιδιωτικά το αυτοβιογραφικό
σχόλιο «Y.Γ.» δεν υπήρξε καμία δημόσια παρέμβασή του.
Ποιήματά του
μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, ενώ μελοποιήθηκαν από
συνθέτες, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Θάνος Μικρούτσικος, ο Μιχάλης Γρηγορίου, ο
Γιάννης Μαρκόπουλος και ο Δημήτρης Παπαδημητρίου.
Τιμήθηκε με το Κρατικό
Βραβείο Ποίησης (1986) και το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας (2002), ενώ
αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης
έφυγε από τη ζωή στις 23 Ιουνίου του 2005, στην Αθήνα.
Ένα από τα κορυφαία
ποιήματά του ήταν το «Μιλώ» που μελοποίησε το 1974 ο Μίκης Θεοδωράκης.
Μιλώ για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτών
Για τα κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα
Για τα παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαβάτες
Μιλώ για τα λουλούδια που μαραθήκανε σους τάφους και τα σαπίζει η βροχή
Για τα σπίτια που χάσκουνε δίχως παράθυρα σαν κρανία ξεδοντιασμένα
Για τα κορίτσια που ζητιανεύουν δείχνοντας στα στήθια τις πληγές τους
Μιλώ για τις ξυπόλυτες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματα
Για τις φλεγόμενες πόλεις τα σωριασμένα κουφάρια σους δρόμους
Τους μαστροπούς ποιητές που τρέμουνε τις νύχτες στα κατώφλια
Μιλώ για τις ατέλειωτες νύχτες όταν το φως λιγοστεύει τα ξημερώματα
Για τα φορτωμένα καμιόνια και τους βηματισμούς στις υγρές πλάκες
Για τα προαύλια των φυλακών και για το δάκρυ των μελλοθανάτων.
Για τα κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα
Για τα παιδιά μας που πουλάν τσιγάρα στους διαβάτες
Μιλώ για τα λουλούδια που μαραθήκανε σους τάφους και τα σαπίζει η βροχή
Για τα σπίτια που χάσκουνε δίχως παράθυρα σαν κρανία ξεδοντιασμένα
Για τα κορίτσια που ζητιανεύουν δείχνοντας στα στήθια τις πληγές τους
Μιλώ για τις ξυπόλυτες μάνες που σέρνονται στα χαλάσματα
Για τις φλεγόμενες πόλεις τα σωριασμένα κουφάρια σους δρόμους
Τους μαστροπούς ποιητές που τρέμουνε τις νύχτες στα κατώφλια
Μιλώ για τις ατέλειωτες νύχτες όταν το φως λιγοστεύει τα ξημερώματα
Για τα φορτωμένα καμιόνια και τους βηματισμούς στις υγρές πλάκες
Για τα προαύλια των φυλακών και για το δάκρυ των μελλοθανάτων.
Μα πιο πολύ μιλώ για τους ψαράδες
Π' αφήσανε τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματά Του
Κι όταν Αυτός κουράστηκε αυτοί δεν ξαποστάσαν
Κι όταν Αυτός τους πρόδωσε αυτοί δεν αρνηθήκαν
Κι όταν Αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτια
Κι οι σύντροφοι τους φτύνανε και τους σταυρώναν
Κι αυτοί, γαλήνιοι, το δρόμο παίρνουνε π' άκρη δεν έχει
Χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει
Όρθιοι και μόνοι μες στη φοβερή ερημία του πλήθους.Π' αφήσανε τα δίχτυα τους και πήρανε τα βήματά Του
Κι όταν Αυτός κουράστηκε αυτοί δεν ξαποστάσαν
Κι όταν Αυτός τους πρόδωσε αυτοί δεν αρνηθήκαν
Κι όταν Αυτός δοξάστηκε αυτοί στρέψαν τα μάτια
Κι οι σύντροφοι τους φτύνανε και τους σταυρώναν
Κι αυτοί, γαλήνιοι, το δρόμο παίρνουνε π' άκρη δεν έχει
Χωρίς το βλέμμα τους να σκοτεινιάσει ή να λυγίσει
http://farosthermaikou.blogspot.gr/2013/03/88.html#more
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου