Translate -TRANSLATE -

Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2011

Ομοιότητες και διαφορές της Ελλάδας σήμερα με την Αργεντινή του 2000






Κι όμως, η λατινοαμερικανική χώρα υπήρξε στις αρχές του 20ού αιώνα 
μία από τις πλουσιότερες του κόσμου


Της Ρουμπινας Σπαθη

Δεν είναι πολλοί οι οικονομικοί αναλυτές ή δημοσιογράφοι που έχουν αντισταθεί στον πειρασμό να παραλληλίσουν την Ελλάδα με την Αργεντινή αναφορικά, βέβαια, με τα όσα προηγήθηκαν της πτώχευσής της πριν από μία δεκαετία. Παρά τις αυτονόητες αναλογίες, με κυριότερη την υπερχρέωση και την αδυναμία άσκησης νομισματικής πολιτικής εξαιτίας της σύνδεσης του πέσο με το δολάριο, υπάρχει μία μείζων ειδοποιός διαφορά: η Αργεντινή υπήρξε στις αρχές του 20ού αιώνα μία από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου. Το δυναμικό εσωτερικής παραγωγής που αξιοποιήθηκε μετά τη στάση πληρωμών για την αναδιάταξη της εγχώριας οικονομίας στάθηκε καθοριστική παράμετρος για την επιβίωσή της.

Οι ρίζες της κακοδαιμονίας της ανάγονται στο αρκετά μακρινό παρελθόν, καθώς η χώρα γνώρισε μια μακρά περίοδο στρατιωτικής δικτατορίας, τα τελευταία χρόνια της οποίας προχώρησε σε εκτεταμένο δανεισμό. Το 1983 όταν επέστρεψε η δημοκρατία, είχαν ήδη δεχθεί πλήγμα οι βιομηχανίες της χώρας και η ανεργία βρισκόταν στο 18%. Σύντομα προχώρησε σε νέο δανεισμό τον οποίο δεν μπορούσε να αποπληρώσει, ενώ στο τέλος της δεκαετίας του 1980 ο πληθωρισμός έφτασε στο μυθικό ποσοστό του 5.000%! Είχε προηγηθεί η ολέθρια για μεγάλη μερίδα των επιχειρήσεων και του πληθυσμού της Αργεντινής σύνδεση των δανείων με την αξία του δολαρίου. Η ραγδαία υποτίμηση του πέσο είχε ως αποτέλεσμα τον υπερ-δεκαπλασιασμό των δόσεων στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων εν μια νυκτί.

Σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας που ακολούθησε, της δεκαετίας του 1990, η Αργεντινή υπήρξε μόνιμος «πελάτης» του ΔΝΤ, που σημειωτέον έφθασε να αναγνωρίσει την αποτυχία του στην περίπτωσή της. Υπό τις εντολές του ΔΝΤ προχώρησε σε μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, σε ραγδαία μείωση μισθών και κατάργηση όλων των κοινωνικών προγραμμάτων. Η οικονομία βυθίστηκε στην ύφεση. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, ο υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης του Κάρλος Μένεμ, ο Ντομίνγκο Καβάγιο, ανέλαβε να ολοκληρώσει το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που είχε εγκαινιάσει η κυβέρνηση Μένεμ. Μετά την κρατική εταιρεία τηλεπικοινωνιών και τον κρατικό αερομεταφορέα της Αργεντινής, την άλλοτε ηγετική στη Λατινική Αμερική Aerolineas Argentinas, ο Καβάγιο εκποίησε 200 κρατικές επιχειρήσεις, μεταξύ των οποίων την κρατική εταιρεία σιδηροδρόμων, το κρατικό μονοπώλιο πετρελαίων, τις εταιρείες κοινής ωφελείας, δύο κρατικούς τηλεοπτικούς σταθμούς, οδικό δίκτυο έκτασης 10.000 χλμ., τις βιομηχανίες χάλυβα και πετροχημικών και μια σειρά τραπεζών που περιήλθαν στον έλεγχο ξένων τραπεζικών κολοσσών. Το αποτέλεσμα ήταν μια προσωρινή εκτίναξη του ΑΕΠ της χώρας και των ξένων επενδύσεων, μείωση της φτώχειας και αύξηση της κατανάλωσης. Το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1990, όμως, είχαν εξαντληθεί τα κεφάλαια από τις ιδιωτικοποιήσεις, μεσολάβησε η οικονομική κρίση στο Μεξικό και στη Βραζιλία που έπληξε γενικότερα την περιοχή και η οικονομία άρχισε να βυθίζεται εκ νέου σε ύφεση, καθώς η υποτίμηση των νομισμάτων των δύο γειτονικών χωρών έπληξε την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών της Αργεντινής.

Καθοριστική στάθηκε, άλλωστε, η απόφαση του Καβάγιο να συνδέσει το νόμισμα της Αργεντινής με το δολάριο σε ισοτιμία 1:1 μολονότι είχε αρχικά ως αποτέλεσμα να αναχαιτισθεί ο ιλιγγιώδης πληθωρισμός. Ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη μια προσπάθεια της κυβέρνησης να επαναδιαπραγματευθεί το χρέος της με το ΔΝΤ, σημειώθηκε μαζική εκροή κεφαλαίων, καθώς οι πολίτες μετέτρεπαν τις καταθέσεις τους σε δολάρια και τα έβγαζαν από τη χώρα. Η κυβέρνηση αποφάσισε να μπλοκάρει τις καταθέσεις, επιβάλλοντας το διαβόητο «corralito», που έθετε ένα όριο στις αναλήψεις τα 250 δολάρια την εβδομάδα. Σε συνδυασμό με την εκτεταμένη φτώχεια, την ανεργία που είχε επιστρέψει στα μετά τη δικτατορία επίπεδα, και τους χιλιάδες άστεγους που είχαν κατακλύσει τους δρόμους του Μπουένος Αϊρες, η χώρα γνώρισε πρωτοφανείς κοινωνικές εκρήξεις που οδήγησαν στην παροιμιώδη πλέον απόδραση του τότε προέδρου Φερνάντο ντε λα Ρούα, με ελικόπτερο από την ταράτσα του Προεδρικού Μεγάρου και στη στάση πληρωμών στις 23 Δεκεμβρίου του 2001.

Επιστροφή στην ανάπτυξη
Μετά τη στάση πληρωμών στη διάρκεια του 2002, το ΑΕΠ της Αργεντινής συρρικνώθηκε κατά 11%, η ανεργία υπερέβη το 20% και ο πληθωρισμός αναρριχήθηκε στο 40%. Παράλληλα, η αποσύνδεση του πέσο από το δολάριο οδήγησε σε υποτίμηση του αργεντίνικου νομίσματος κατά 55%, κάτι που οδήγησε μεν σε περαιτέρω διόγκωση του εξωτερικού χρέους αλλά σύντομα ενίσχυσε την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών της Αργεντινής και προκάλεσε την αντιστροφή του εμπορικού ελλείμματος σε πλεόνασμα. Η οικονομία της Αργεντινής άρχισε να ανακάμπτει δυναμικά με την εκλογή του περονιστή Νέστορ Κίρχνερ στην προεδρία της χώρας το 2003, που προχώρησε σε αυξήσεις μισθών και συντάξεων και διασφάλισε τη συναίνεση του 76,6% των πιστωτών της χώρας σε αναδιάρθρωση του χρέους και «κούρεμα» ύψους 75%. Εκμεταλλευόμενος τα κεφάλαια που είχε συγκεντρώσει από την αύξηση των εξαγωγών, προέβη το 2005 σε πλήρη αποπληρωμή του χρέους της Αργεντινής προς το ΔΝΤ. Μολονότι τα δημοσιονομικά της χώρας παραμένουν προβληματικά, καθώς για τον δανεισμό της αναγκάζεται να καταβάλλει επιτόκια 7%, η οικονομία της Αργεντινής γνώρισε το 2010 ανάπτυξη 7,5%.

Πηγή:
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economy_41_06/11/2011_461727

Δεν υπάρχουν σχόλια: