Το αρχιτεκτονικό κεφάλαιο των Αθηνών
Οι τράπεζες κατέχουν τα περισσότερα επιβλητικά κτίρια της προπολεμικής Αθήνας,
που βρίσκονται στο κέντρο της πρωτεύουσας
Του Δημητρη Pηγοπουλου
Μπορεί τα φώτα της δραματικής νύχτας της 12ης Φεβρουαρίου να έπεσαν στο κτίριο της οδού Σταδίου με τους κινηματογράφους «Αττικόν» και «Απόλλων», αλλά είναι σαφές από τη σχετική λίστα που έδωσε στη δημοσιότητα ο Δήμος Αθηναίων πως τη «νύφη» την πλήρωσαν κυρίως οι μεγάλες ελληνικές τράπεζες και τα κτίριά τους. Ιστορικά μέγαρα του αθηναϊκού κέντρου όπως αυτό της Λαϊκής Τράπεζας στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και Πεσμαζόγλου, ιδιοκτησία της Alpha Bank σήμερα, ή η οικία Πήλικα στην οδό Αθηνάς, που στέγαζε υποκατάστημα της Tράπεζας Κύπρου, υπέστησαν καίρια πλήγματα. Αν ο στόχος των δραστών ήταν η ραχοκοκαλιά της αστικής Αθήνας, τότε πέτυχαν διάνα. Γιατί τα ελληνικά τραπεζικά ιδρύματα στεγάζονται σε ορισμένα από τα πιο επιβλητικά αστικά μέγαρα της προπολεμικής Αθήνας. Δεν πρόκειται για ελληνική πρωτοτυπία. Αν ανατρέξουμε στην ιστορία των πόλεων, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, παρατηρούμε ότι διάσημα κτίρια ανήκουν σε μεγάλες τράπεζες. Σήμερα, από την πλατεία Συντάγματος μέχρι την Ομόνοια, στους δύο βασικούς άξονες που είναι η οδός Σταδίου και Πανεπιστημίου, συνωστίζονται οι έδρες των περισσότερων μεγάλων ελληνικών τραπεζών. Στο συγκρότημα της πλατείας Κοτζιά, με μέτωπο και στην οδό Σταδίου, η Εθνική Τράπεζα, στο λεγόμενο «Τετράγωνο 19» σε Σταδίου και Πανεπιστημίου, η Alpha Bank, στο Μέγαρο Σερπιέρη επί της Πανεπιστημίου η Αγροτική Τράπεζα, στο Μετοχικό Ταμείο Στρατού, στην οδό Αμερικής, η Τράπεζα Πειραιώς. Πολύ κοντά και η διακριτική Eurobank, στο Μέγαρο Μποδοσάκη, στη λεωφόρο Αμαλίας, ενώ η Εμπορική Τράπεζα στεγάζεται σε μεταπολεμικό κτίριο, Σοφοκλέους και Αιόλου.
Αν υπάρχει «γεωγραφία» των ελληνικών τραπεζών, αυτό βρίσκεται εγγύτερα στην πλατεία Ομονοίας παρά στο Σύνταγμα, όπου με τα μάτια του σήμερα θεωρούμε το επιχειρηματικό κέντρο της Αθήνας. Αλλά στην Αθήνα του 19ου αιώνα και του πρώτου μισού του 20ού η καρδιά του εμπορίου χτυπάει κάτω από την πλατεία Κλαυθμώνος, επομένως τίποτα το περίεργο. Επίσης, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ο ρευστός τραπεζικός χάρτης, μια διαρκής ιστορία εξαγορών και συγχωνεύσεων, αποτυπώνεται και στην πραγματική ζωή. Πολλά κτίρια που σήμερα βρίσκονται στα χέρια μεγάλων τραπεζών φέρουν συχνά και για ιστορικούς λόγους το όνομα ιδρυμάτων που δεν υπάρχουν πια. Κλασικό παράδειγμα το μέγαρο της Λαϊκής Τράπεζας, ανάμεσα στα θύματα των πρόσφατων εμπρησμών στο κέντρο της Αθήνας, στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και Πεσμαζόγλου. Η Λαϊκή Τράπεζα είχε συγχωνευθεί με την Ιονική η οποία στη συνέχεια εξαγοράσθηκε από την Alpha Bank. Αντίστοιχα το μεγαλοπρεπές κτίριο της Εθνικής στην οδό Σταδίου 35 οι παλιοί Αθηναίοι το γνώρισαν ως μέγαρο της Τράπεζας Αθηνών.
Κτίριο - έμβλημα
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Αυτό που ξέρουμε ως κεντρικό συγκρότημα της Εθνικής Τραπέζης, επί της οδού Αιόλου, και το οποίο αποτελεί το έμβλημα του ιδρύματος, προέκυψε από τη συνένωση δύο χωριστών διώροφων κτιρίων της δεκαετίας του 1840. Αριστερά βρισκόταν η οικία Δομνάνδου, η οποία αγοράστηκε το 1845 από τον Γεώργιο Σταύρου και στέγασε το πρώτο τραπεζικό κατάστημα της απελευθερωμένης Ελλάδας. Δεξιά βρισκόταν το ξενοδοχείο «Αγγλία» του επιχειρηματία Φραγκίσκου Φεράλδη, το οποίο αγοράστηκε με τη σειρά του μια δεκαετία αργότερα, με την επέκταση των εργασιών της τράπεζας. Στην αυγή του 20ού αιώνα ενοποιήθηκαν με σχετική ευκολία. Με τον χρόνο προστέθηκαν και άλλα σημαντικά κτίρια στο δυναμικό της Εθνικής. Εκτός από το κτίριο της Τράπεζας Αθηνών, στο οποίο ήδη αναφερθήκαμε, σημειώστε και το παλιό ξενοδοχείο της Ομόνοιας, το «Excelsior». Ορισμένες πηγές το αποδίδουν στον Ερνέστο Τσίλερ, αλλά δεν μπορούμε να είμαστε καθόλου βέβαιοι. Προπολεμικά ήταν ένα από τα πιο σημαντικά ξενοδοχεία της Αθήνας με 100 δωμάτια και καφεζαχαροπλαστείο-ζυθοπωλείο στο ισόγειο.
Μεταμορφώσεις
Με την Alpha Bank τα πράγματα είναι λίγο πιο περίπλοκα, καθώς στην πορεία του χρόνου από την εποχή της πρώτης επωνυμίας (Τράπεζα Ελληνικής Εμπορικής Πίστεως) μέχρι σήμερα υπήρξαν πολλές και εντυπωσιακές μεταμορφώσεις στο λεγόμενο «Τετράγωνο 19» (με όψεις στη Σταδίου, Πανεπιστημίου και Πεσμαζόγλου). Το αρχικό κτίριο, γωνία Σταδίου και Πεσμαζόγλου, έργο του αρχιτέκτονα Νικόλαου Νικολαΐδη (1892 - 1967), κατεδαφίστηκε στη δεκαετία του ’70 για να οικοδομηθεί η ναυαρχίδα του Ιδρύματος διά χειρός Νίκου Βαλσαμάκη. Οι ανάγκες για ένα μεγάλο οικόπεδο παρέσυραν και την πίσω όψη του κτιρίου της στοάς Νικολούδη όπου στεγαζόταν η «Εστία» και το περίφημο πατάρι του Λουμίδη. Το 1999 με την απορρόφηση της Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας περιήλθαν στην κατοχή της Alpha Bank τα γειτονικά ιστορικά κτίρια στην Πεσμαζόγλου και στην Πανεπιστημίου και τα δύο έργα του αρχιτέκτονα Αναστάσιου Μεταξά (1863 - 1937). Αρχισαν έργα αποκατάστασης με επικεφαλής τον αείμνηστο Αλέξανδρο Καλλιγά (1932-2006) και βασικό γνώμονα την αποσύνδεση των δύο κτιρίων και την επιστροφή τους στην προ του 1958 κατάσταση.
Βανδαλισμένη με κόκκινη μπογιά είναι εδώ και μήνες η ιστορική έδρα της Αγροτικής Τράπεζας που δεν είναι άλλη από το Μέγαρο Σερπιέρη. Το νεοκλασικό αρχοντικό χτίστηκε τη δεκαετία του 1880 για να στεγάσει τον Ιταλό μεταλλειολόγο και επιχειρηματία Ιωάννη Βαπτιστή Σερπιέρη (Giovanni Baptista Serpieri, 1815-1887), ιδρυτή της Εταιρείας Μεταλλείων Λαυρίου. Τα σχέδια εκπονεί ο στρατιωτικός μηχανικός Αναστάσιος Θεοφιλάς. Η επιλογή της θέσης μόνο τυχαία δεν ήταν, αφού «έβλεπε» στην «Αθηναϊκή Τριλογία» (Βιβλιοθήκη, Πανεπιστήμιο, Ακαδημία), ενώ βρισκόταν σε απόσταση αναπνοής και από τον Αγιο Διονύσιο, τον καθεδρικό ναό των Καθολικών της Αθήνας. Τόσο ο Σερπιέρης όσο και η σύζυγός του ήταν πιστοί καθολικοί. Το μέγαρο αγοράστηκε το 1929 από τη νεοσύστατη τότε Αγροτική Τράπεζα και, επί της εποχής της νέας ιδιοκτησίας, οικοδομήθηκαν οι προσθήκες στο πίσω μέρος του αρχικού κτιρίου, με πρόσβαση από την οδό Εδουάρδου Λω. Βορειότερα στην Πανεπιστημίου, στη συμβολή με την οδό Κριεζώτου υπάρχει ένα σύγχρονο κτίριο, επίσης της Αγροτικής. Δυστυχώς αντικατέστησε την πρόσοψη ενός ωραίου αθηναϊκού ξενοδοχείου, πέντε αστέρων, του «King’s Palace», έργο του αρχιτέκτονα Κώστα Κιτσίκη (1892-1969).
Τριπλή μεταμόρφωση έχει υποστεί το κτίριο της πρώην Εθνικής Κτηματικής Τράπεζας στο νούμερο 40 της Πανεπιστημίου. Χτίστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα και υπήρξε η πρώτη έδρα της Λαϊκής Τράπεζας. Τις επόμενες δεκαετίες στο κτίριο προστέθηκαν όροφοι και μεγαλοπρεπής τρούλος. Το 1980, όταν είχε περιέλθει στην Εθνική Κτηματική Τράπεζα, θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας, ο Αλέξανδρος Καλλιγάς σχεδίασε μια λύση που περιελάμβανε μεν τη διατήρηση και αποκατάσταση του κτίσματος στην αρχική του μορφή, αλλά ταυτόχρονα προχωρούσε στην προσθήκη μιας μοντέρνας πολυώροφης οικοδομής στον ακάλυπτο χώρο πίσω από το νεοκλασικό. Ηταν μία από τις πιο αμφιλεγόμενες λύσεις σε μια περίοδο που η Αθήνα δεν ήταν εξοικειωμένη με ανάλογες ιδέες.
Μακροχρόνια μίσθωση
Περνώντας έξω από το Attica της οδού Πανεπιστημίου ελάχιστοι γνωρίζουν ότι το επιβλητικό αυτό συγκρότημα του αθηναϊκού Μεσοπολέμου, των Βασίλειου Κασσάνδρα (1904-1973) και Λεωνίδα Μπόνη (1896-1963), έχει περάσει στα χέρια του ομίλου της Τράπεζας Πειραιώς με μακροχρόνια μίσθωση. Θα το διαχειρίζεται δηλαδή μέχρι το 2052.
Η αναφορά μας, χωρίς τη φιλοδοξία να είναι διεξοδική, θα ήταν οπωσδήποτε λειψή χωρίς την επισήμανση του μεγάρου της Τραπέζης της Ελλάδος στην Πανεπιστημίου. Χτίστηκε τη δεκαετία του ’30 βάσει σχεδίων των αρχιτεκτόνων Νικόλαου Ζουμπουλίδη (1888-1962), Κίμωνα Λάσκαρι (1905-1978) και Κωνσταντίνου Παπαδάκη. Οπως παρατηρεί εύστοχα ο Δημήτρης Φιλιππίδης την περίοδο εκείνη, παρά τις ραγδαίες εξελίξεις, τα μεγάλα δημόσια κτίρια εξακολουθούσαν να σχεδιάζονται σε «καθαρό» κλασικιστικό ρυθμό.
Επίσης είναι καλό να θυμόμαστε ότι χάρη σε τράπεζες (στη συγκεκριμένη περίπτωση στην Τράπεζα Εργασίας που δεν υπάρχει σήμερα) διασώθηκαν δύο νεοκλασικά κτίρια σε κίνδυνο, στην αρχή της οδού Κολοκοτρώνη.
Στόχοι φθορών
Ηταν πάντα στόχος οι τράπεζες; Πριν από τον Δεκέμβριο του 2008 δεν ήταν τα μεγαλοπρεπή μέγαρα των τραπεζών που πλήρωναν το μάρμαρο, κυριολεκτικά. Στις 19 Δεκεμβρίου του 1980 τα πολυκαταστήματα «Μινιόν» και «Κατράντζος» καταστρέφονται ολοσχερώς από ταυτόχρονους εμπρησμούς. Τρεις ημέρες μετά την ευθύνη για τους εμπρησμούς ανέλαβε η νεοεμφανιζόμενη «Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης 80». Eνα χρόνο αργότερα πυρπολούνται ο «Κλαουδάτος» και το «Ατενέ», σε μικρότερη έκταση ο «Δραγώνας» και ο «Λαμπρόπουλος» στον Πειραιά. Μια άλλη αθηναϊκή τραγωδία, ο θάνατος τεσσάρων αθώων ανθρώπων στις 9 Ιανουαρίου του 1991, συνέβη ύστερα από πυρπόληση εμπορικού καταστήματος, στο «Κάπα Μαρούσης», στην οδό Πανεπιστημίου.
Φυσικά και οι τράπεζες είχαν το μερίδιό τους. Αλλά τίποτα που να μπορεί να συγκριθεί με το βράδυ της 12ης Φεβρουαρίου. Οι «απώλειες» ήταν «ελεγχόμενες»: σπασμένες τζαμαρίες, κατεστραμμένα μηχανήματα αυτόματων συναλλαγών, συνθήματα στις προσόψεις που την άλλη ημέρα ειδικά εξοπλισμένα συνεργεία εξαφάνιζαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου