1η
Σεπτεμβρίου, αρχή Ινδίκτου
Γράφει
ο Μιχάλης Χουρδάκης
Ως
έλεγε η συχωρεμένη η γιαγιά Χατζήνα Μαρία Μακράκη – Χουρδάκη (Μακρομαρία) που
μας άφησε χρόνους το 1974 σε ηλικία 94 χρόνων, παλιά, αφήναν από βραδύς της 1ης
του Σετέμπρη στο δώμα ή την αυλή του σπιτιού, ένα ρόγδι, ένα μονοσκέλιδο
σκόρδο, ένα κρομμύδι κι ένα τσαμπί σταφύλι, για να αστρονομιστούν. Το πρωί που
΄χενε αρχιχρονιά η Εκκλησία μας, πριν ακόμη βγει ο ήλιος, πέρνανε τους
αστρονομισμένους αυτούς καρπούς μαζί με τους περυσινούς που φύλαγαν στο
΄κονοστάσι, και κατέβαιναν στο γιαλό.
Τους
μεν περυσινούς τους πετούσαν στη θάλασσα, τους δε νέους τους περνούσαν από 40
κύματα, μάζευαν νερό από τα ίδια 40 κύματα σ’ ένα δοχείο, έβαζαν μερικά βότσαλα
σ’ ένα μαντήλι και επέστρεφαν στο σπίτι.
Το
ρόγδι, το σκόρδο, το κρεμμύδι και το σταφύλι τα έβαζαν στο εικονοστάσι ως την
άλλη χρονιά που θα τα πέταγαν στη θάλασσα, για να βάλουν νέα.
Τα
βότσαλα, τα έριχναν σκόρπια μέσα στην κασέλα για να μην πιάσει τα ρούχα η
κοτσιπίδα, με το θαλασσινό νερό δε, που είχαν από τα 40 κύματα, ράντιζαν το
σπίτι, την αυλή και τον κήπο, για να φύγουν οι ποντικοί. Κάτι όπως κάνουν με
τον αγιασμό που διώχνει όλα τα μιαρά.
Για
την 1η Σεπτεμβρίου, σώζεται στο Μεραμπελο, η παρακάτω λαϊκή παράδοση :
«Μεσάνυχτα
όντε πάει για το ξημέρωμα η Πρώτη του Σετέμπρη, οι αρχιστράτηγοι των αγγέλω,
ανοίγουνε τα κιτάπια ντως και γράφουνε ποιοι και ποιοι δα ΄ποθάνουνε ολοχρονίς,
ίσαμε δηλαδή την αποπάνω χρονιά που δα τελέψει πάλι ο Αύγουστος».
Ίσως,
εδώ βασίζεται και ο χαρακτηρισμός της 1ης του Σεπτέμβρη ως «η μέρα του
χρονογράφου».
Παλιώτερα,
η 1η του Σεπτέμβρη, ήταν χρονικό όριο έναρξης των ενοικίων στα χωράφια, από
τους βοσκούς για χορτονομή (πάχτος τση βοσκαράς) ή για τη νέα σπορά από τους
ακτήμονες γεωργούς. Σήμερο η έναρξη γίνεται 1η Οκτωβρίου. Την ίδια μέρα, οι
ψαράδες ρίχναν τα δίχτυα τους στο γιαλό να περάσουν πάνω τους τα 40 κύματα.
1
Σεπτεμβρίου 1816
Μυήθηκε
ως πρώτος επίσημος κήρυκας της Φιλικής Εταιρείας για την Κρήτη, ο κρητικός
λόγιος Εμμανουήλ Βερνάρδος στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας.
2
Σεπτεμβρίου, τ’ αγιού Μάμα
Άγιος
άγνωστος στους πολλούς, αλλά πολύ γνωστός στους κτηνοτρόφους, αφού τους
προστατεύει κι αυτοί τον τιμούν.
Η
ιστορία του όπως μας τη δίνει η λαϊκή παράδοση του Μεραμπέλου, είναι
αξιοπρόσεχτη :
«Ο
κύρης τ’ αγιού Μάμα, ήτονε βοσκός μεγάλος και προύχοντας, και με τη γυναίκα
ντου ήκανε κήρυγμα κι έφερε στο δρόμο του Θεού, πολλούς αλλόθρησκους και
βαφτιστήκανε.
Στο
τέλος – τέλος εκλείσανε στη φυλακή τ’ αντρόγυνο, μα έλα ΄δά απού η γυναίκα
ήτονε αγκαστραρά κι εγέννησε μέσα στη φυλακή κι ύστερα επόθανε από τα
βασανιστήρια.
Το
νεογέννητο το πήρε μια μονοψυχήτισσα γυναίκα τση Καισάρειας μα το κοπέλι είχενε
το κουσούρι να μη μπορεί να μιλήσει. Εδέησε να μιλήσει στα πέντε ντου χρόνια κι
η πρώτη ντου λέξη, ήτονε μα … μα … μα …, για κειονά το βγάλανε Μάμα.
Μικιό
χριστιανάκι ακόμη, είχενε θάρρος σαν τον πατέρα ντου κι ήρχιξε να μιλεί για το
Χριστό, μα το πιάσανε οι καταραμένοι, το κλείσανε στη φλακή και το
δερνοκοπανίζανε, 15 χρονώ κοπέλι!
Ενάψανε
και μια λαμπάδα και του τη βάνανε να το κάψει, μα το κοπέλι δεν επάθαινε πράμα.
Είδανε
κι απόδανε οι οργισμένοι πως δεν εκαταφέρνανε πράμα με τα βασανιστήρια και του
δέσανε με αλυσίδα μια μολυβένια μπάλα στο λαιμό να το φουντάρουνε στο γιαλό να
πνιγεί.
Εκούστηκε
την ίδια ώρα μια δυνατή και φοβερή φωνή τ’ αγγέλου. Απάνω ντως τα κάμανε οι
καταραμένοι κι εδώκανε των αμαμαθιώ ντως κι εφύγανε.
Τότεσάς
ήτονε απού είπε τ’ αγιού Μάμα ο άγγελος να τραβήξει απάνω το βουνό και να
ξωμένει εκειά.
Επήε
ο άγιος στο βουνό εγνώρισε τ’ αγρίμια, κι ήχτισε μιαν εκκλησά. Τ’ αγρίμια του
κρατούσανε συντροφιά. Ήρμεγε τ’ αγρίμια, ήπινε το γάλα ντως κι ετυροκόμα, μα το
τυρί το κατέβαζε στα χωριά και το μοίραζε στσ’ αθρώπους.
Ήφησε
νάμι σ’ όλη την Καισάρεια, μα ο βασιλιάς τση περιοχής τον ήπιασε και τον ήριξε
σ’ ένα αναμμένο καμίνι. Πράμα δεν ήπαθε! Τόνε πιάνουνε και τόνε ρίχνουνε σε
άγρια θερία, μ’ αυτά εμερέψανε ως ήριξε ο άγιος, τη μαθιά απάνω ντως.
Τόνε
πέμπουνε στην έρημο κι εκειά ένας άνομος στρατιώτης, εσκότωσε τον άγιο μ’ ένα
μακρύ κοντάρι. Τραματισμένος, ο άγιος Μάμας εσύρθηκε και μπήκε σε ένα σπηλιάρι,
κι εκειά παράδωσε».
ΝΙΣΠΙΤΑΣ
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΧΟΥΡΔΑΚΗ
ΚΡΗΤΙΚΟ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΚΑΛΑΝΤΑΡΙ
ΚΡΗΤΙΚΟ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΚΑΛΑΝΤΑΡΙ
ΛΙΓΑ ΑΚΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΙ
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΑΝΑΚΑΤΑ
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ
(Σεπτέμβρης
– Σετέμπρης - Τρυγητής)
Γενικά
Πρώτος
μήνας του Εκκλησιαστικού μας και ένατος μήνας του Πολιτικού Ημερολογίου ο
Σεπτέμβρης, οφείλει το όνομά του στο λατινικό αριθμό επτά (SEPTEM), αφού ήταν
έβδομος κατά σειρά μήνας όταν κατά το αρχαίο Ρωμαϊκό Ημερολόγιο, είχαμε
πρωτοχρονιά 1η του Μάρτη. Ο μήνας αυτός αντιστοιχεί περίπου με το μήνα
Βοϊδαμιώνα του Αττικού Ημερολογίου.
Υπήρχε
και μακρά περίοδος στη ρωμαϊκή εποχή, που και η 1η Σεπτεμβρίου γιορτάζονταν ως
πρωτοχρονιά. Αυτή η πρωτοχρονιά μεταπήδησε στο Βυζάντιο, διατηρήθηκε και
καθιερώθηκε ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους, ως ισχύει και σήμερο.
Η
Εκκλησία μας χαρακτηρίζει την 1η του Σεπτέμβρη ως αρχή της «Ινδίκτου» ή αρχή
του «ινδικτίωνα», από τη ρωμαϊκή λέξη INDICTIO που σημαίνει στη γλώσσα μας κατανομή
των φόρων (του κράτους), αφού αυτό το μήνα, είχαν συγκεντρωθεί όλα τα
εισοδήματα (οι σοδειές από τα χωράφια) κι έτσι το δίκαιο ρωμαϊκό κράτος,
μπορούσε να καθορίσει το φόρο που θα πλήρωνε ο κάθε υπήκοος.
Κατά
την Εκκλησία μας, ίνδικτος, δε σημαίνει μόνο κατανομή φόρων, αλλά και τρόπο
υπολογισμού ενός κύκλου 15 χρόνων.
Ο
κύκλος αυτός των 15 χρόνων, αντιστοιχεί, κατά τον συναξαριστή Νικόδημο, στις
ανά 15 χρόνια μεταλλαγές που δέχεται ο άνθρωπος κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Εξηγεί
λοιπόν ο Νικόδημος :
«Στους
15 πρώτους χρόνους της ζωής του ο άνθρωπος, τριχώνει στο σώμα.
Στους
30 χρόνους, έχει πλήρη ενηλικίωση.
Στους
45 είναι μεσήλικας.
Στους
60, τα μαλλιά και οι τρίχες, στο σώμα του ανθρώπου, λευκαίνουν.
Στους
75 γίνεται γέρος και
Στους
90 γίνεται εσχατόγερος.
Για
τις ηλικιακές μεταλλαγές του ανθρώπινου βίου, έχω καταγράψει τρια έμμετρα που
παραθέτω. Κοινό χαρακτηριστικό και των τριών παραλλαγών είναι η ανά δέκα χρόνια
μεταλλαγή, εκτός της τρίτης στον πρώτο στίχο, που αναφέρει και την ηλικία των 5
χρόνων.
Α΄
παραλλαγή
«Άθρωπος
όντε γεννάται μια γουλιά κριάς λογάται
ως
τα δέκα τρέφεται και στα γόνα παίζεται
στα
είκοσι τραγουδιστής κι όμορφος ξεφαντωτής
Στα
τριάντα αθεί και δένει και αγάπη κατασταίνει
Στα
σαράντα παντρεμένος και καλά αρματωμένος
Στα
πενήντα για βουλή σαν έχει κεφαλή καλή
Στα
εξήντα λογαριάζει ξέφνει κι ορνιθοτυφλιάζει
Στα
εβδομήντα καμπουριά και τα ζάλα ντου μετρά
Στα
ογδόντα οι δικοί ντου τη βαριούνται τη ζωή ντου
Θε
μου κι έπαρέ τονε γοργοξέβγαλέ ντονε
να
μην πιάσει εκατό γιατί το χάλι μας κακό».
Αφήγηση
Ιωάννη Βασιλάκη ηλικίας 83 χρόνων Αύγουστος 1989.
Β΄
παραλλαγή
«Άθρωπος
όντε γεννάται κλαψουρίζει και κοιμάται
ως
τα δέκα μεγαλώνει σαν κοπέλι ξεφαντώνει
στα
είκοσι ντεληκανής και καλός εγλεντιστής
στα
τριάντα αντρειωμένος και στον κόσμο ξακουσμένος
στα
σαράντα αθεί και δένει και το βιος του κατασταίνει
στα
πενήντα για βουλή σαν έχει κεφαλή καλή
στα
εξήντα καμπουρώνει φορτωτήρα ΄νεμαζώνει
στα
εβδομήντα δε φελά μόνο το ψωμί χαλά
στα
ογδόντα βγάνει χούι κατουριέται σαν το βούι
στα
ενενήντα οι δικοί ντου ξεβαριούνται τη ζωή ντου
Θε
μου έπαρέ τονε γοργοξέβγαλε τονε
να
μη φτάξει εκατό δεν τονε βαστούμε μπλιο».
Αφήγηση
Ελευθερίου Τσιχλή (Πρωιμογέννη) ετών 77, Μάης 1982
Γ΄
παραλλαγή
«Ως
τα 5 στο σοκάκι και στα 10 βουκολάκι
20
τραγουδιστής και καλός εγλεντιστής
στα
30 αθεί και δένει και το σπίτι καταστένει
στα
40 αδρειωμένος και στον κόσμο ξακουσμένος
στα
50 για βουλή αν έχει κεφαλή καλή
στα
60 καμπουρώνει και τη βέργα ανεμαζώνει
στα
70 δε φελά μόνο το ψωμί χαλά
στα
80 χασμουριέται και στσ’ ανάπλες κατουριέται
στα
90 οι δικοί ντου ξεβαριούνται τη ζωή ντου
Μη
φτάξει Θε μου τα 100 γιατί είναι το χάλι μας κακό».
Σημ.
Το παραπάνω από υπαγόρευση του Νικολ. Γραφανάκη κτηνοτρόφου ετών 75 το Γενάρη
του 2005.
Για
το από πότε άρχισε να μετράται ο χρόνος με τον Ινδικτιώνα, δεν γνωρίζομε. Τη
χρήση του όμως, την επισημοποίησε ο Μ. Κωνσταντίνος το 312 μ.Χ.
Στη
Ρώμη, κάθε έτος της ινδίκτου έπαιρνε το όνομα του ύπατου. Πιθανό είναι και πριν
από το Μ. Κων/νο να υπήρχε το σύστημα μέτρησης χρόνου κατά ινδικτιώνα.
Κάθε
ινδικτιώνα είχε το όνομά της. Για να καθορίσομε μια ινδικτιώνα αλλά και τον
αριθμό του έτους της ινδίκτου που αντιστοιχεί σε μια σύγχρονη χρονολογία από τη
Γέννηση του Χριστού, προσθέτομε τον αριθμό 3 στο συγκεκριμένο έτος και
διαιρούμε δια του αριθμού 15. Το πηλίκο δείχνει την ινδικτιώνα, το δε υπόλοιπο,
το έτος της.
Έτσι,
για να βρούμε το έτος και την ινδικτιώνα του έτους 2005, έχομε
2005+3=2008:15=133,86. Δηλαδή το έτος 2005 αντιστοιχεί με την 133 ινδικτιώνα,
το δε υπόλοιπο 86, με το έτος ινδίκτου.
Το
έτος ινδίκτου, αρχίζει την 1η Σεπτεμβρίου του προηγούμενου χρόνου. Επομένως, το
86 έτος της ινδίκτου για το 2005 άρχισε την 1η Σεπτεμβρίου 2004.
Η
μέτρηση των ινδικτιώνων έπαψε να χρησιμοποιείται στη Δύση από το Μεσαίωνα και
αντικαταστάθηκε με τη μέτρηση των χρόνων από τη Γέννηση του Χριστού, όπως την
όρισε ο Διονύσιος ο Μικρός που την υπολόγισε ότι έγινε το έτος 754 από κτίσεως
της Ρώμης.
Γεωργική
δουλειά που κρατά τα σκήπτρα τούτο το μήνα, είναι ο τρύγος, γι αυτό κι ο
Σεπτέμβρης πήρε και τ’ όνομα Τρυγητής.
Ο
τρύγος και το πάτημα των σταφυλιών για να βγει ο μούστος, πρέπει να τελειώσουν
μέχρι 26 Σεπτεμβρίου γιατί «από τ’ Αγιαννιού του Θεολόγου κι ύστερα, τα
σταφύλια συρκώνουνε, και σπούνε οι ντόγιες των αδειανώ βαρελιώ».
Μετά
το πάτημα των σταφυλιών και την εξαγωγή του μούστου, μένουν ως υποπροϊόντα τα
στράφυλα (στέμφυλα) που θα υποστούν μια εξειδικευμένη διαδικασία, μέχρι να μπουν
στα καζάνια να αποσταχτούν για να μας δώσουν την περίφημη μεραμπελιώτικη ρακή.
Σχετικό
κεφάλαιο για την παρασκευή ρακής, περιλαμβάνεται στο βιβλίο του συγγραφέα, με
τίτλο : «ΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΝΙΣΠΙΤΑ, τόμος Α΄, Νεάπολη 1998».
Από
το μούστο, οι νοικοκυρές, κρατούσαν όση ποσότητα χρειάζονταν για την παρασκευή
της μουσταλευριάς και των μουστοκούλουρων.
Τη
μουσταλευριά την έβαζαν σε διάφορα σκουτέλια για κατανάλωση εντός των αμέσως
επόμενων ημερών, έφτιαχναν όμως κι εκείνα τα μακρυά κομπολόγια, δηλαδή περνούσαν
σε κλωστή με τη βοήθεια βελόνας, καρπούς αμυγδάλου, καρυδιού ή φουντουκιού, και
τα βουτούσαν επανειλημμένως στην παχύρρευστη μουσταλευριά. Σε κάθε βούτηγμα, το
κομπολόι των καρπών συγκρατούσε ορισμένη ποσότητα (έτσι όπως γίνεται και με την
κατασκευή των κεριών) σχηματίζοντας ένα παχύ στρώμα μουσταλευριάς γύρω από τους
καρπούς. Σεπτέμβρη μήνα έβλεπες στα περισσότερα μεραμπελιώτικα σπίτια να
κρέμονται από τα δοκάρια τα κομπολόγια αυτά που αποτελούσαν το αρκετά
θερμαντικό γλυκό του χειμώνα.
Περίφημα
ήσαν και τα μουστοκούλουρα που φτιάχναν οι νοικοκυρές.
Άλλο
παραδοσιακό θερμαντικό ρόφημα ή γλύκισμα που παρασκευάζονταν από το μούστο,
ήταν το πετιμέζι. Έβραζαν το μούστο οι παλιές νοικοκυρές αφού τον διύλιζαν σε
ποσότητα στάχτης. Ο βρασμός συνεχίζονταν μέχρις ότου εξατμίζονταν η μεγάλη
ποσότητα του νερού που περιείχε και γίνονταν σιρόπι παχύρρευστο. Το σιρόπι αυτό
έδινε πολλές θερμίδες ως ρόφημα τον χειμώνα, αλλά και ως επάλειψη στο ψωμί.
Από
τις αρχές του μήνα Σεπτεμβρίου, άρχιζε κάποτε (μέχρι πριν ακόμη 40 χρόνους), η
συγκομιδή των χαρουπιών, ένα «ευλοημένο μαξούλι, γιατί από το χωράφι πάει
κατευθεία στον έμπορα και παίρνεις τα όβολα» όπως έλεγαν τότε οι παραγωγοί.
Παροιμίες
του Σεπτέμβρη
•
Από Μαρθιού και Σεπτεμβριού, ίσα τα μερονύχτια
• Το
Σετέμπρη σταφυλάκια, το Νοέμπρη κουδουνάκια
•
Σταυρού βοήθεια, όπλο ντυνάμεω
•
Του Σετέμπρη χαρουπάκια δίνου μπόλικα γροσάκια
• Ο
Σετέμπρης του Σταυρού, ο Δικέμπρης του Χριστού
• Αν
ίσως βρέξει ο Τρυγητής, χαρά στον τυροκόμο.
• Το
Σετέμπρη σταφυλάκια, το χειμώνα τα κρασάκια
• Το
Σετέμπρη σταφυλάκι, τον Οχτώβρη το ρακάκι και το Μεθυστή κρασάκι
•
Του Τρυγητή τ’ αμπελουργού, πάνε χαλάλι οι κόποι
• Σα
βρέξει ο μήνας Τρυγητής, χαρά στον τυροκόμο
• Το
Σετέμπρη στάρι σπείρε, και στο πανηγύρι σύρε
•
Την Τρίτη και Παρασκευή, αμπέλι μην τρυγήσεις
Το
μήνα Σεπτέμβρη, η γη σταματά να γεννά καρπούς κι ετοιμάζεται για «τ’ αγκάστρι
τση νέας χρονιάς».
Αποφράδες
μέρες του Σεπτέμβρη θεωρούνταν : οι 2η, η 5η, η 10η, η23η, και η 28η.
ΝΙΣΠΙΤΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου