«Φιλέλληνας
με το αζημίωτο...»
Η
προσπάθεια του αρχηγού του βρετανικού στόλου να αποσπάσει αρχαία από την Πάρο
και η αντίσταση των προκρίτων του νησιού
Της ΦΩΤΕΙΝΗΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
Η συμπάθεια με την οποία
είδαν εξ αρχής τον Αγώνα του υπόδουλου ελληνικού έθνους οι λαοί της Ευρώπης,
ανεξάρτητα από τις διαθέσεις των συντηρητικών κυβερνήσεων τους, είχε να κάνει
με την αγάπη και τον θαυμασμό που ένοιωθαν οι διανοητές της εποχής για τον αρχαίο
ελληνικό πολιτισμό. Οι αρχαίοι συγγραφείς, οι τραγικοί ποιητές μα, προπαντός, η
αρχαία ελληνική τέχνη ήσαν από τα θέματα που συγκινούσαν τους Ευρωπαίους. Στη
διόγκωση του φιλελληνικού ρεύματος συνέβαλε επιπλέον η διάδοση του ρομαντισμού
και του φιλελευθερισμού, ιδέες που σαφώς αποτελούσαν στοιχεία από τον αρχαίο
κόσμο, όσο και από την ελληνική υπόθεση, όπως λεγόταν ο υπέρ ανεξαρτησίας
Αγώνας των Ελλήνων.
Η σημερινή μνεία στο
συγκεκριμένο πρόσωπο του σερ Τζων Πόλτνεϋ Μάλκολμ δεν έχει ασφαλώς να κάμει σε
τίποτα με την αυτοθυσία όλων αυτών των ρομαντικών ιδεολόγων που, είτε ήσαν
ευγενείς, είτε ενθουσιώδεις φοιτητές, είτε ακόμα επαγγελματίες στρατιωτικοί
(είχαν μείνει πολλοί χωρίς δουλειά μετά το τέλος των ναπολεόντειων πολέμων),
αψήφησαν την πείνα, τις επιδημίες και τους πυρετούς και συστρατεύτηκαν στο
πλευρό των επαναστατημένων Ελλήνων. Λαός και στρατός δοκιμάστηκαν σκληρά.
Τους άμαχους, γυναικόπαιδα
και γέροντες θέρισαν κυρίως η πείνα και η δυσεντερία. Κατάσταση που δεν άλλαξε
ούτε κι όταν, μετά ποταμούς αιμάτων, ο αγώνας για την πολυπόθητη ελευθερία
φαινόταν να δικαιώνεται. Παντού επικρατούσε φτώχεια και δυστυχία. Επί εννέα ολόκληρα
χρόνια, την Επανάσταση συντηρούσαν οι περιουσίες των πλουσίων αλλά και το
υστέρημα των φτωχών οικογενειών. Όταν έφτασε στην Ελλάδα ο Καποδίστριας, βρήκε
μια χώρα που το μεγαλύτερο μέρος της κατεχόταν ακόμα από τον εχθρό, η οικονομία
της ήταν τελείως κατεστραμμένη και επιπλέον αντιμετώπιζε οξύ επισιτιστικό
πρόβλημα με την είσοδο μεγάλου αριθμού προσφύγων στις ελεύθερες περιοχές. Ως
τον Σεπτέμβριο του 1829, ο Καποδίστριας κυβέρνησε εφαρμόζοντας τα πιο αποδοτικά
μέτρα στην οικονομία, τόσο για τη συντήρηση της Επανάστασης που ακόμα
διαρκούσε, όσο και για τη διατροφή και συντήρηση του λαού που λιμοκτονούσε.
Βρισκόμαστε στο έτος 1829.
Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας παρασημοφορεί, σύμφωνα με το υπ' αριθ. 414
έγγραφο της γραμματείας του τον «εξοχώτατον κύριον Αντιναύαρχον Μάλκολμ ως
έκφρασιν εφέσεως της Εθνικής Συνελεύσεως (8ον ψήφισμα) και δείγμα ευγνωμοσύνης
με το παράσημον του τάγματος του Σωτήρος...». Ωστόσο, την ίδια χρονιά, ο σερ
Πώλτνεϋ Μάλκολμ, που ήταν αρχηγός του βρετανικού στόλου της Μεσογείου μέχρι το
1832, εμφανίζει τα πρώτα ανησυχητικά σημάδια της ...αρχαιολατρείας του! Με την
υπ' αριθμό 735 επιστολή του ο προσωρινός διοικητής Πάρου και Αντιπάρου,
Αναγνώστης Διδασκάλου, αναφερόμενος σε δραστηριότητα του Άγγλου ναυάρχου γράφει
στον Καποδίστρια: «...κατά τον παρελθόντα
μήνα ειδοποιούσα την υμετέρα εξοχότητα ότι ο αγγλικός ναύαρχος κύριος Πώλτνεϋ
Μάλκολμ, ελθών εις την πόλιν ταύτην παροικίαν, οδηγούμενος από τον ενταύθα
υποπρόξενόν του, επήγεν εις τον αγρόν ενός πολίτου εγγύς της πόλεως ένθα όπου φημίζεται
να ήταν ο ναός του Ασκληπιού της Υγείας ως έκειντο δύο μέλη μαρμαροκολωνών εξ
ων το μεν ήτον τριών πιθαμών το μήκος, το δε ήτο επιοτήλιον, τεσσάρων πιθαμών
το εύρος...»(sic).
Από την αναγνώστη του
ιδίου εγγράφου προκύπτει ότι ο Μάλκολμ έδωσε ως προκαταβολή δύο δίστηλα.(1) Ο
ίδιος επίσης είχε υποσχεθεί ότι θα καταβάλει το ποσό των τεσσάρων δίστηλων για
καθένα μάρμαρο. Ο ιδιοκτήτης του αγρού, που στο έγγραφο μνημονεύεται ανωνύμως,
ως «πτωχός πολίτης», «...προηδιασμένος ων
την προφορικήν απαγόρευσιν της εξαγωγής παντός είδους μαρμάροι τα μεν δίστηλα
εδέχθη, πλην έλεγε ότι τότε έχει βάσιν η
συμφωνία, όταν η αρχή το παραχώρηση». Και παρακάτω: «...Ταύτα μαθόν το διοικητήριον αμέσως ετοιχοκόλλησε προκήρυξιν νόμου
ως προέγγραφον εις τας δημοσίους οδούς, απαγορεύοντας επισήμως παν είδος
εξαγωγής αρχαίου μάρμαρου...», επιπλέον, ο διοικητής της νήσου Πάρου και
Αντιπάρου επέστρεψε την προκαταβολή στον Άγγλο ναύαρχο με την παράκληση «...να μη λάβει φροντίδας να στείλη να τα
πάρη, προτείνοντας του το ψήφισμα και παρακαλώντας τον να μη το καταδεχθή να
κάμη πράγμα εναντίον των καθεστώτων». Μετά παρέλευση όμως δώδεκα ημερών ο
ναύαρχος «...έστειλε τον δραγουμάνον του,
Χίον όντα» να πάρει τα μάρμαρα «...ή με την συγκατάθεσιν του διοικητηρίου ή με
βίαν, ως αυτός δίδει λόγον εις την κυβέρνησιν ή την ιδίαν του αυλήν...».
Ο διοικητής, που υπογράφει
και το σχετικό έγγραφο, το οποίο κατατάσσεται στους φακέλους της Επανάστασης
στο ιστορικό αρχείο του υπουργείου των Εξωτερικών, διεμήνυσε τότε στον ναύαρχο
σερ Τζων Μάλκολμ ότι με την επιμονή του αυτή να πάρει «...πράγματα ανήκοντα εις το έθνος», και μάλιστα διά της βίας, «...αντιβαίνει εις καθεστώτα, εις τα δίκαια
του παρά της Μεγάλης Βρετανίας και των σεβαστών συμμάχων προστατευομένου
έθνους...».
Φαίνεται όμως πως τα
αυστηρά λόγια του διοικητή του νησιού δεν αποθάρρυναν τον Άγγλο ναύαρχο. Έτσι,
με άλλο έγγραφο (αρ. 732), στις 28 Δεκεμβρίου 1829, πληροφορούμαστε ότι η
αστυνομία του νησιού έδιωξε πίσω μία λάντζα που έστειλε ο Άγγλος αξιωματικός να
παραλάβει τις αρχαιότητες. Ο θόρυβος που προξενήθηκε από την πράξη αυτή στον
πληθυσμό του νησιού ήταν τόσος, που, στις 9 Ιανουαρίου του 1830 ο σερ Τζων
Πώλτνεϋ Μάλκολμ αποστέλλει από τον Λιμένα Ναούσης επιστολή απολογίας στον διοικητή
της Πάρου, ισχυριζόμενος ότι ο ίδιος φρονούσε πως επρόκειτο για «...αποσπάσματα άχρηστα, μήτε ανήκοντα εις
αρχαιολογίαν, μήτε γλυπτά, μήτε έχοντα επιγραφήν τινά». Για να βοηθήσει
μάλιστα να ξεχασθεί η πράξη του αυτή, διαβάζουμε στο υστερόγραφο, πως αποφάσισε
να δωρίσει στην κοινότητα του νησιού 20 δίστηλα για τις ανάγκες της παιδείας
της.
Είναι προφανές ότι ο
Αγγλος ναύαρχος δεν είχε παραλείψει να ενημερώσει τον αντί πρέσβη της χώρας του
Εδουάρδο-Ιάκωβο Ντώκινς, ο οποίος είχε αποκομίσει ιδίαν πείρα από την
προσπάθεια του να εξαγάγει τον Μάρτιο του 1829 ανάγλυφο από τον ναό της Αφαίας
Αθηνάς της Αίγινας (έγγραφο αρ. 59 του Πανελληνίου και 4021 της Γενικής
Γραμματείας της Επικρατείας). Με την ίδια αποφασιστικότητα είχε αντιδράσει τότε
τόσο ο λαός όσο και οι αρχές του νησιού. Ένας λαός που, όσο βασανισμένος ή
πεινασμένος κι αν ήταν, αγαπούσε τον τόπο του και δεν ξεπουλούσε την αρχαία του
κληρονομιά για να εξασφαλίσει προσωρινές ανέσεις.
Σας ευχαριστούμε σερ Τζων
Μάλκολμ, Εδουάρδε Ντώκινς που σταθήκατε η αφορμή να ξαναθυμηθούμε με ένα τόσο
ξεχωριστό τρόπο: να θυμηθούμε πως μέσα στα ρεύματα των μοντέρνων καιρών μας
είμαστε απόγονοι εκείνων που ζυμώθηκαν μέσα σε πόνους, θυσίες και πόθους για
εθνική ελευθερία και ανεξαρτησία κάτω από το ίδιο δυνατό φως του Αιγαίου, που
κάνει τα μάρμαρα ακόμα πιο λευκά, οικεία και για τούτο τελεσίδικα ξένα σε χώρες
μακρινές όπου κι αν βρίσκονται σήμερα,
με βία...
1.
Κολωνάτα, ονομασία του αργυρού
ισπανικού νομίσματος. Κολωνάτα τα ονόμαζαν από τις δύο στήλες ή κολώνες που
ήταν χαραγμένες πάνω τους και συμβόλιζαν τις Ηράκλειες στήλες, το στενό του
Γιβραλτάρ
ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 24.4.1997
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου