Ο
ΑΡΧΗΓΟΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ ΘΥΜΑΤΑΙ
ΚΥΠΡΟΣ
ΕΝΑ ΔΡΑΜΑ ΣΕ ΕΞΕΛΙΞΗ
15.7.74
– 21.7.74
Γράφει ο Αντιπτέραρχος ΑΛ.
Παπανικολάου
Η αυλαία του δράματος
υψώθη την 15ην Ιουλίου 1974. 0 στρατηγός Μπονάνος εκάλεσεν εις το γραφείον του
απαντάς τους αρχηγούς κλάδων ενόπλων δυνάμεων την 08.00' ώραν, και ανεκοίνωσεν
εις αυτούς ότι η εθνοφρουρά ανέτρεψε τον Μακάριον, όστις μάλλον είχε φονευθεί.
Ήτο η πρώτη φορά καθ' ην ο
υποφαινόμενος επληροφορείτο περί της τοιαύτης εξελίξεως, εις σχετικήν δε
ερώτησίν του έλαβεν ως απάντησιν ότι «όλα θα εξελιχθούν καλώς».
Εν συνεχεία, η ηγεσία των
ενόπλων δυνάμεων ανεχώρησε διά την Σχολήν Δοκίμων, ένθα παρέστη εις την
ορκωμοσίαν των νέων σημαιοφόρων. Μετά την τελετήν, περί την μεσημβρίαν της
ιδίας ημέρας, ο υποφαινόμενος μετέβη εις την γαλλικήν πρεσβείαν, ίνα παραστή
εις την εκεί διδομένην επίσημον δεξίωσιν επί τη επετείω της εθνικής εορτής της
Γαλλίας. Εκεί εξετέθη εις καταιγισμόν ερωτήσεων εκ μέρους των ξένων ακολούθων,
ιδιατέρως δε των Βρετανών, επί των οποίων ουδεμίαν απολύτως απάντησιν ήτο εις
θέσιν να δώση.
Τας απογευματινός ώρας της
ιδίας ημέρας, ο υποφαινόμενος, μεταβάς εις το Αρχηγείον Ενόπλων Δυνάμεων, εξ
ιδίας πρωτοβουλίας, διεπίστωσεν ανησυχίαν διά την σημειωθείσαν εις Πάφον
αντίστασιν και την διαφυγήν του Μακαρίου.
«Έπρεπε
να ανατραπή»
Την πρωίαν της επομένης.
16ης Ιουλίου, μεταβαίνων εις το γραφείον του στρατηγού Μπονάνου, ο
υποφαινόμενος συνήντησεν εις τον διάδρομον του τρίτου ορόφου του Αρχηγείου,
έξωθι του γραφείου του αρχηγού στρατού, τον ταξίαρχον Ιωαννίδην συνομιλούντα
μετ' άλλων αξιωματικών. Αύτη ήτο η πρώτη μετ' αυτού συνάντησις από της
επισκέψεως του εις το γραφείον του υποφαινομένου την 20ήν Μαρτίου. Ο υποφαινόμενος,
αφού εχαιρέτησεν απαντάς τους παρευρισκομένους αξιωματικούς, εκάλεσε τον
ταξίαρχον Ιωαννίδην ιδιαιτέρως και εζήτησεν παρ' αυτού όπως ενημερωθή επί των
εξελίξεων εις Κύπρον. Ούτος εδήλωσεν ότι τα πάντα βαίνουν καλώς και ότι έπρεπε
να ανατραπή ο Μακάριος διά να μη χαθή η Κύπρος. Εις ερώτησίν του υποφαινομένου
ως προς την προετοιμασίαν, την λήψιν των καταλλήλων μέτρων, και την εξέτασιν
των ενδεχομένων επιπτώσεων, ούτος απήντησεν ότι ούτε οι Αμερικανοί ούτε οι
Τούρκοι επεθύμουν τον Μακάριον, και ότι «παρ' όλον ότι και οι άλλοι αρχηγοί
διετύπωσαν αρχικώς αντιρρήσεις, ούτοι συνεφώνησαν τελικώς επί του
εγχειρήματος». Περιττόν να σημειωθή ενταύθα οποίαν ανησυχίαν προεκάλεσαν εις
τον υποφαινόμενον αι εξελίξεις αύται, αίτινες απετέλουν συνέπειαν λήψεως και
υλοποιήσεως τοιούτων αποφάσεων, και δη εν αγνοία του. Κατέστη επομένως σαφές
εις τον υποφαινόμενον ότι η από μακρού τήρησίς του μακράν συζητήσεων και
αποφάσεων επί ζητημάτων υψίστης εθνικής σημασίας υπήρξεν σκόπιμος και οφείλετο
εις την αποφυγήν βεβαίων εκ μέρους αυτού αντιδράσεων απροβλέπτου εκτάσεως και
επιπτώσεως
Η επιδείνωσις της
καταστάσεως οδήγησε τον υποφαινόμενον εις το να εισηγηθή εις τον στρατηγόν
Μπονάνον, την 18ην Ιουλίου, την μεταστάθμευσιν των αεροσκαφών των
προοριζομένων, συμφώνως τω υφισταμένω σχεδίω, δι' υποστήριξιν αγώνος εις
Κύπρον, εις τα αεροδρόμια Ηρακλείου και Καστελλίου Κρήτης. (Τα αεροσκάφη ταύτα
από της 19ης Ιουλίου ετηρούντο εν ετοιμότητι απογειώσεως 2-15 λεπτών.) Εν τω
μεταξύ, και περί την 19.00' ώραν της 19ης Ιουλίου, ο στρατηγός Μπονάνος
συνεκάλεσε σύσκεψιν των αρχηγών κλάδων ενόπλων δυνάμεων και ανεκοίνωσεν, εν γενικαίς
γραμμαίς, τα διαμειφθέντα κατά τας συναντήσεις της ημέρας εκείνης μετά του
εκπροσώπου των ΗΠΑ, κ. Σίσκο, εις τας οποίας μετέσχεν. Κατά τον στρατηγόν
Μπονάνον, η κατάστασις δεν ενεφανίζετο εξόχως ανησυχητική, καίτοι είχον
περιέλθει πληροφορίαι, καθ' ας Τούρκοι, επιβιβασθέντες σκαφών αποβάσεως, είχον
αποπλεύσει εκ του λιμένος της Μερσίνης. Ο στρατηγός Μπονάνος άφησε να εννοηθή
ότι οι Τούρκοι εζήτησαν παραχώρησιν λιμένος ελευθέρας εισόδου εις Κύπρον, την
οποίαν αι ελληνικαί Αρχαί ηρνήθησαν, ως δε προσέθεσεν, ητήσατο ούτος παρά του
κ. Σίσκο, όστις θα ανεχώρη τας απογευματινός ώρας δι' Άγκυραν, όπως μεταφέρη
τους χαιρετισμούς του εις τον Τούρκον αρχηγόν ενόπλων δυνάμεων, συστήση δε εις
αυτόν όπως παύση τας φορτώσεις και εκφορτώσεις σκαφών, προς αποφυγήν
δημιουργίας ανεπιθύμητων καταστάσεων. Περί την 22.30' ώραν, ο υποφαινόμενος
συνεκέντρωσε τους κυριότερους επιτελείς του Αρχηγείου Αεροπορίας ως και απαντάς
τους εν αυτώ υπηρετούντας ανωτάτους αξιωματικούς, αφού δε ενημέρωσε τούτους επί
της κρισιμότητος της καταστάσεως, διέταξε τούτους όπως τελούν εν ετοιμοτήτι διά
πάσαν εξέλιξιν, μη αποκλειόμενης και της συγκρούσεως μετά της Τουρκίας.
20
Ιουλίου 1974
Την πρωίαν της 20ής
Ιουλίου, και περί ώραν 08.00', κατέφθασαν εις το γραφείον του αρχηγού ενόπλων
δυνάμεων, εκτός των αρχηγών κλάδων, και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο
πρωθυπουργός και ο ταξίαρχος Ιωαννίδης. Η εισβολή εις την Κύπρον είχε αρχίσει
διά βομβαρδισμών αεροσκαφών και ρίψεων αλεξιπτωτιστών δι' αεροσκαφών και
ελικοπτέρων. Περί την 08.30' ώραν κατέφθασεν εσπευσμένως εις το ως άνω γραφείον
ο κ. Σίσκο, μόλις αφιχθείς εξ Αγκύρας, μετά του Αμερικανού πρέσβεως κ. Τάσκα.
Ούτοι εζήτησαν απεγνωσμέως όπως αποφυγωμεν τον πόλεμον μετά της Τουρκίας,
αναλογιζόμενοι τας συνεπείας. Ούτοι εδέχθησαν ότι η κατάστασις ήτο εξόχως
κρίσιμος, υπεστήριξαν όμως ότι τα πάντα ήτο δυνατόν να τακτοποιηθούν δι'
αυτοσυγκρατήσεως. Ήτο πράγματι αγωνιώδης η επιμονή τούτων όπως μη κηρύξωμεν τον
πόλεμον κατά της Τουρκάις.
Εις μίαν στιγμήν, ο
ταξίαρχος Ιωαννίδης, εγερθείς, ύψωσεν οργισμένος την φωνήν του και εκραύγασεν
εις την ελληνικήν ότι οι Αμερικανοί δεν είναι συνεπείς, «μας εξαπάτησαν» και
ότι δεν απομένει διά την Ελλάδα ουδέν έτερον πλην της γενικής επιστρατεύσεως
και του πολέμου.
Ούτος εξήλθε του γραφείου
εν οργή, επανελθών μετ' ολίγον, εξηγήσας ότι «έπαιξεν ολίγον θέατρον» διά να
πιέση τους Αμερικανούς.
Οι Αμερικανοί απεχώρησαν
μετ' ολίγον, ενώ διετάσσετο η γενική επιστράτευσις.
Συγκεχυμέναι και αλληλοσυγκρουόμεναι
έφθανον αι πληροφορίαι περί της καταστάσεως εις Κύπρον. Παρά τους βομβαρδισμούς
των Τούρκων, γενική ήτο η εντύπωσις ότι η κατάστασις, διά την ημέραν εκείνη,
ηδύνατο να χαρακτηρισθή ως αισιόδοξος, εξετιμάτο δε υπό του Αρχηγείου Ενόπλων
Δυνάμεων ότι κατά την νύκτα θα απέβαινεν υπέρ των Ελληνοκυπρίων διά της
εκκαθαρίσεως όλων των θυλάκων και της νευραλγικής θέσεως του Αγίου Ιλαρίωνος
(...).
Αργά κατά το εσπέρας της
20ής Ιουλίου, ο υποφαινόμενος, προσπαθών να ταξινόμηση τας σκέψεις του, προέβη
κατ' ιδίαν εις αυτοκριτικήν, επιδιώκων να εντόπιση την θέσιν του εντός της
δραματικής καταστάσεως, εις ην είχε περιέλθει η πατρίς, και ενώ ουδεμίαν
ανάμειξίν του ενετόπιζαν εις τα γεγονότα της Κύπρου, ανεζήτει να εντόπιση την
εποχήν καθ' ην θα έδη ενδεχομένως να είχεν υποβάλει την παραίτησίν του εκ της
θέσεως του αρχηγού αεροπορίας (απόφασιν εις ην επανειλημμένως είχε καταλήξει,
προ των γεγονότων, λόγω ουσιαστικής παρεμποδίσεώς του εκ της προσφοράς θετικών
ίσως υπηρεσιών προς την πατρίδα, πέραν των εις το χώρον της αεροπορίας υπ'
αυτού προσφερομένων), να προσδιορίση δε εάν και κατά πόσον μία τοιαύτη εκ
μέρους του ενέργεια θα ήτο πράγματι η επιβεβλημένη. Συντόμως, εντούτοις, ο
υποφαινόμενος κατέληξεν εις το συμπέρασμα ότι ορθώς έπραξεν μη υλοποιήσεως την
περί παραιτήσεως απόφασίν του, διότι μία τοιαύτη εκ μέρους του ενέργεια προσελάμβανεν
εις την συνείδησίν του διαστάσεις εγκαταλείψεως «αποστολής εμπεπιστευμένης εις
αυτόν υπό της πατρίδος» και ουχί θέσεως προσφερθείσης εις αυτόν υπό ατόμων, και
αρνήσεως δικαιώσεως των υπ' αυτής εναποτεθεισών εις το αξίωμα του προσδοκιών.
Τέλος, ανελογίσθη την υπεράνθρωπον τω όντι προσπάθειαν εις ην οδηγήσεων ο ίδιος
την ελληνικήν αεροπορίαν, προσπάθειαν ήτις απέδωσε μέχρι της στιγμής εκείνης
καρπούς πέραν πάσης προσδοκίας, προσπάθειαν ήτις κατέστησεν την ελληνικήν
αεροπορίαν καθ' όλα ετοίμην να ανταποκριθή ανά πάσαν στιγμήν εις το κέλευσμα
του καθήκοντος, και έκρινεν και διά τον λόγον τούτον την παραμονήν του, εκ των
πραγμάτων, επιβεβλημένην. Η θέσις του, επομένως, ήτο συγκεκριμένη, ήτο θέσις
υπέρτατης έναντι της πατρίδος ευθύνης, ιδιαιτέρως εις τας δυσχερείς ταύτας δι
αυτήν στιγμάς.
21
Ιουλίου 1974
Την επομένην, Κυριακήν
21ην Ιουλίου, η κατάστασις αντί βελτιώσεως ενεφάνισεν επιδείνωσιν. Η αεροπορία,
από της εσπέρας της 19ης Ιουλίου, είχεν ανέλθει εις ύψιστον βαθμόν πολεμικής
ετοιμότητος. Ήτο καθ' όλα ετοίμη να θυσιασθή διά την πατρίδα, και κατά τοιούτον
τρόπον ώστε η θυσία της αύτη να μη απέβαινεν επί ματαίω, και να ήτο αντάξια των
προσδοκιών του έθνους και των ηρωικών του παραδόσεων. Κατά τας απογευματινός
ώρας και ημέρας εκείνης απεφασίσθη η αποστολή της μοίρας καταδρομών εις
Λευκωσίαν διά 15 μεταφορικών αεροσκαφών τύπου Noratlas της ελληνικής
αεροπορίας, κατά την διάρκειαν της νυκτός της 21ης προς την 22αν Ιουλίου. 0
υποφαινόμενος προέβη προσωπικώς εις την παροχήν οδηγιών και κατευθύνσεων διά
την εκτέλεσιν της αποστολής ταύτης, ήτις παρίστατο ανάγκη να διεξαχθή κατ'
ανορθόδοξον τρόπον εις λίαν χαμηλόν ύψος, των αεροσκαφών ιπταμένων μακράν των
παραλίων της Τουρκίας, προς αποφυγήν εντοπισμού των υπό εχθρικών συσκευών RADAR
και αντιμετωπίσεως αεροσκαφών αναχαιτίσεως. Προς τούτο επέβλεψε προσωπικώς και
εις την επιλογήν των πλέον πεπειραμένων πληρωμάτων, και διέταξεν την εκδήλωσιν
των απαραιτήτων ενεργειών διά την επιβεβαίωσιν της διαθεσιμότητος του διαδρόμου
προσγειώσεως του αεροδρομίου Λευκωσίας, επί του οποίου εν τω μεταξύ είχον
διανοίγει κρατήρες, συνεπεία βομβαρδισμών υπό τουρκικών αεροσκαφών. Πέραν
τούτων εζήτησεν εκ του Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων και απασών των εμπλεκομένων
Αρχών όπως ληφθούν μέτρα ίνα η αποστολή τηρηθή εν απολύτω μυστικότητι. Τα μέτρα
ταύτα, δι' ό,τι αφορά εις την ελληνικήν αεροπορίαν, διέταξε προσωπικώς ο ίδιος.
Τέλος, αφού επεβεβαιώθη ότι κατά τας πρώτας νυκτερινάς ώρας ο διάδρομος
προσγειώσεως είχεν όντως επισκευασθεί, έδωσεν την εντολήν εκτελέσεως της
αποστολής. Επρόκειτο περί μιας αποστολής ήτις υπό του ξένου Τύπου εχαρακτηρίσθη
ως ηρωική, εν πολλοίς δε ως αποστολή αυτοκτονίας. Εν εκ των αεροσκαφών
κατερρίφθη εις την περιοχήν Λευκωσίας υπό αντιαεροπορικού πυρός της
εθνοφρουράς, διότι υπό τας συνθήκας πλημμελούς ελέγχου υπό τας οποίας ετέλουν
τα τμήματα της, δεν κατέστη δυνατόν να ενημερωθούν άπαντα επί της προσεγγίσεως
των ημετέρων αεροσκαφών. Αποτέλεσμα της καταρρίψεως υπήρξεν η απώλεια των
τεσσάρων μελών του πληρώματος και εικοσιοκτώ εκ των εικοσιεννέα επιβαινόμενων
ανδρών των δυνάμεων καταδρομών. Εκ των λοιπών αεροσκαφών, τρία ακόμη βληθέντα
υπο αντιαεροπορικού πυρός υπέστησαν βλάβας και μη δυνάμενα να απογειωθούν εκ
νέου, ανετινάχθησαν εις το αεροδρόμιον της Λευκωσίας υπο φιλίων τμημάτων,
κατόπιν διαταγής του υποφαινομένου, διά να μη γίνουν αντιληπτά υπό του εχθρού ή
εις την δυσμενεστέραν περίπτωσιν να μην περιέλθουν εις χείρας του. Τελικώς εκ
των δεκαπέντε αεροσκαφών, άτινα έλαβον μέρος εις την επιχείρησιν ταύτην,
επέστρεψαν τα ένδεκα, εάν δε ληφθή υπ' όψιν η κατάστασις των αεροσκαφών τούτων,
τα οποία λόγω παλαιότητος περιορισμένην μόνον εγγύησιν επιτυχίας της όλης
αποστολής ηδύναντο να παράσχουν, αντιλαμβάνεται τις διατί η αποστολή
εχαρακτηρίσθη ως τοιαύτη αυτοκτονίας. Σημειούται σχετικώς εις το σημείον τούτο
ότι, ότε μετά τινας ημέρας εγένετο σκέψις επαναλήψεως της, η εν λεπτομέρεια
σχεδίασίς της επί τη βάσει απάντων των υπεισερχομένων παραγόντων, απεκάλυψεν
ότι αι πιθανότητες επιτυχίας διεξαγωγής της ανήρχοντο εις τόσον χαμηλόν
ποσοστόν, ώστε εχαρακτηρίσθη σχεδόν αδύνατος.
Σημειούται ωσαύτως ότι
κατά την επομένη ελήφθη σήμα του διοικητού των βρετανικών δυνάμεων εις Κύπρον,
δι ου εδηλούτο ότι εις περίπτωσιν επαναλήψεως τοιούτων πτήσεων, τα αεροσκάφη
της ελληνικής αεροπορίας θα ανεχαιτίζοντο υπό βρετανικών: μία εισέτι απόδειξις
της βρετανικής συμπαιγνίας εις το όλον εγχείρημα.
ΣΤΑΥΡΟΣ Π. ΨΥΧΑΡΗΣ «ΤΑ
ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΑ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου