Πόσο ζωτικής σημασίας είναι η ανάσταση του Ιησού Χριστού για τον Χριστιανισμό και για όλη την ανθρωπότητα;
Για τον Απόστολο Παύλο η ανάσταση του Ιησού αποτελούσε το κεντρικό σημείο της διδασκαλίας προς την πρώτη Εκκλησίας προσέξτε τι έγραψε στους Χριστιανούς της Κορίνθου (Α' Κορ. 15:14) : "Αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τότε το κήρυγμά μας είναι μάταιο και η πίστη σας μάταιη". Αυτά είναι σκληρά λόγια, που όμως δείχνουν πόσο θεμελιώδης είναι η πίστη στην ανάσταση. Ωστόσο, σήμερα μερικοί "λόγιοι" και άλλοι "φωτισμένοι" διανοούμενοι προκαλούν την αξιοπιστία της ανάστασης του Χριστού. Ζούμε, πράγματι, σε έναν αιώνα σκεπτικισμού και αμφισβήτησης. Για πολλούς είναι πολύ δύσκολο να δεχτούν την εγκυρότητα της Βίβλου. Δεν περιέχει η Βίβλος ιστορίες για δημιουργία από τον Θεό, παγκόσμιο κατακλυσμό, χωρισμό της Ερυθράς θάλασσας, εμφανίσεις αγγέλων, θεραπείες, θαυματουργικές απαντήσεις σε προσευχές, την ανάσταση του Ιησού και άλλα υπερβατικά γεγονότα; Ακόμα και πολλοί που ομολογούν ότι είναι Χριστιανοί έχουν κάποιες αμφιβολίες. Φυσικά, οι απόστολοι προέβλεψαν αυτήν την δυσπιστία προς τις Άγιες Γραφές, η οποία θα παρουσιαζόταν στις τάξεις των διανοούμενων (για παράδειγμα βλ. Β΄ Τιμοθ. 3:7, Β΄ Πετρ 3:3-7). Παρά τον ορθολογισμό της σημερινής εποχής πολλοί μορφωμένοι, αμερόληπτοι ερευνητές έχουν δεχτεί την ανάσταση του Ιησού ως ιστορικό γεγονός εξαιτίας των άφθονων ιστορικών μαρτυριών και της γραπτής κατάθεσης αυτοπτών μαρτύρων.
Πολλά Τεκμήρια
Η παραπάνω φράση χρησιμοποιείται για άλλα θέματα, όπως η απόδειξη της δημιουργίας για ύπαρξη Δημιουργού αλλά αυτή η φράση μέσα στο ανάλογο πλαίσιο συνδέεται άμεσα με την ανάσταση του Χριστού. Στις Πράξεις (1:3) μαθαίνουμε για τον Ιησού ότι: "στους οποίους (αποστόλους) και παρουσίασε τον εαυτό του ζωντανό μετά το πάθος του με πολλά τεκμήρια (αδιάψευστες αποδείξεις), ενώ φαινόταν για σαράντα ημέρες σ' αυτούς και έλεγε τα σχετικά για τη βασιλεία του Θεού". Οι απόστολοι υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες όχι μόνο της ζωής και του θανάτου του Ιησού Χριστού, αλλά και της ανάστασής του. Αλλά δεν ήταν οι μοναδικοί αυτόπτες μάρτυρες. Ο Παύλος έγραψε για περίπου 500 άλλους που είδαν τον αναστημένο Ιησού τις σαράντα μέρες πριν αναληφθεί στον ουρανό (Α' Κορινθ. 15:3-8). Σήμερα, όπως και στους βιβλικούς χρόνους, ένα ζήτημα ρυθμίζεται όταν υπάρχουν δύο ή τρεις μάρτυρες (Ματθ. 18:16). Αλλά εδώ, για το ζήτημα της ανάστασης του Χριστού, ο Λόγος του Θεού μας λέει ότι υπήρξαν περισσότεροι από 500 αυτόπτες μάρτυρες! Γιατί τόσοι πολλοί; Τί είναι αυτό που καθιστά την ανάσταση τόσο ζωτικής σημασίας θέμα; Απλά αυτό: αν δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι ο Ιησούς, ο Υιός του Θεού, αναστήθηκε από τους νεκρούς, πώς μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι κι εμείς προσωπικά θα αναστηθούμε, θα έρθουμε από το θάνατο πάλι στη ζωή; (Α΄ Κορινθ. 15:12). Η ανάσταση των νεκρών είναι τόσο ζωτική και κεντρική για τη χριστιανική πίστη όσο και για όλη την ανθρωπότητα, καθώς συνδέεται άμεσα με την μελλοντική βασιλεία του Θεού πάνω στη γη - με έναν ζωντανό Μεσσία Ιησού, Βασιλέα βασιλέων και Κύριο κυρίων. Πώς λοιπόν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς; Μπορεί να είναι η πίστη μας αβάσιμη ή υπάρχουν γεγονότα που υποστηρίζουν ότι συνέβη η ανάσταση; Η ανάσταση είναι μέρος των θεμελίων του Χριστιανισμού και μπορεί πράγματι να αποδειχτεί. Αλλά πρώτα ας εξετάσουμε τι λένε οι κριτικοί και ορθολογιστές.
Είναι η Ανάσταση ένας Μύθος;
Υπάρχουν συνήθως τρεις βασικές ιδέες που οι κριτικοί εισηγούνται πως θα μπορούσαν να διαψεύσουν την ανάσταση του Ιησού. Αρχικά μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι το ίδιο το γεγονός ότι οι άνθρωποι παρουσιάζουν κάποιες υποθέσεις για να αρνηθούν την ανάσταση δείχνει ότι υπάρχει κάτι το ουσιαστικό στο θέμα της ανάστασης.
Η πρώτη ιδέα είναι η θεωρία της λιποθυμίας, που λέει ότι ο Ιησούς πλαστογράφησε το θάνατό του. Αν πραγματικά δεν πέθανε πάνω στο σταυρό, αλλά θάφτηκε ζωντανός, τότε ουσιαστικά δεν αναστήθηκε από τους νεκρούς, αλλά απλά βγήκε απ' τον τάφο του. Η θεωρία όμως αυτή είναι τελείως απίθανη αν λάβει κανείς υπόψη του πως ο Ιησούς είχε υποστεί τόσα βασανιστήρια (μαστιγώσεις, χτυπήματα, ακάνθινο στεφάνι) ώστε δεν μπορούσε ούτε καν να μεταφέρει το σταυρό του (το ξύλινο οριζόντιο δοκάρι)z είχε μείνει επί ώρες καρφωμένος στα χέρια και στα πόδια και σίγουρα είχε χάσει πολύ αίμα. Το βάρος του σώματος που κρεμόταν από το σταυρό άνοιγε τις πληγές των χεριών και οι βασανιστικοί πόνοι τελικά προκαλούσαν ανακοπή καρδιάς αυτού που ήταν σταυρωμένος. Είναι γνωστό από ιστορικές μαρτυρίες και από αρχαιολογικές ανασκαφές πως ο τρόπος της Ρωμαϊκής σταύρωσης επέφερε τον θάνατο μέσα σε λίγες ώρες: αν κάποιος σταυρωνόταν το πρωί, όπως έγινε με τον Ιησού, το πολύ μέχρι το απόγευμα είχε εκπνεύσει. Τελικά, αυτό το τόσο εξαντλημένο και βασανισμένο σώμα δέχτηκε το λόγχισμα στα πλευρά, απ' το οποίο πιστοποίησαν οι Ρωμαίοι ότι είχε πεθάνει. Μήπως ο Ιησούς είχε σκηνοθετήσει ακόμα κι αυτό το λόγχισμα από τον Ρωμαίο στρατιώτη για να δώσει μεγαλύτερη δραματικότητα στην ηθοποιία του; Όχι βέβαια, κανείς δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο. Η πιστοποίηση του Ρωμαίου στρατιώτη έγινε και για τον παριστάμενο κόσμο, που δεν ήθελε να παραδεχτεί ότι ο Ιησούς ήταν νεκρός (Ιωαν. 19:34). Αυτή η λεπτομέρεια για το θάνατό του επιβεβαιώνεται ως αληθινή μαρτυρία (εδ. 35).
Μία άλλη ιδέα που προτείνεται είναι η θεωρία της κλοπής. "Πέθανε", ισχυρίζονται οι ορθολογιστές, "αλλά δεν αναστήθηκε. Το σώμα του κλάπηκε είτε από τους μαθητές του, για να προωθήσουν την πίστη τους, είτε από τυμβωρύχους που το έκλεψαν για κάποιο άγνωστο λόγο". Στην πραγματικότητα, αυτή είναι η αρχαιότερη θεωρία από όλες όσες αρνούνται την ανάσταση, και δημιουργήθηκε από εκείνους που τον είχαν οδηγήσει στον θάνατο (Ματθ. 28:11-15). Γι' αυτό ακριβώς το ενδεχόμενο είχαν τοποθετηθεί ρωμαϊκή φρουρά γύρω από τον τάφο του, τον οποίον είχαν σφραγίσει με πολύ μεγάλο λίθο (Ματθ. 27:62-66, Μαρκ 16:4). Ο τάφος ήταν μία σπηλιά, μεγέθους δωματίου, λαξευμένη στο βράχο, και η είσοδός του, μεγέθους πόρτας, έκλεινε με έναν μεγάλο ογκόλιθο. Ακόμα κι αν είχαν αποκοιμηθεί οι στρατιώτες της φρουράς, από το θόρυβο που θα έκαναν οι τυμβωρύχοι, στην προσπάθειά τους να αποκυλίσουν τον ογκόλιθο, θα είχαν ξυπνήσει. Η περίπτωση εξάλλου της δωροδοκίας τους από τους μαθητές πρέπει να αποκλειστεί, γιατί η πειθαρχία του ρωμαϊκού στρατού πρόβλεπε πολύ αυστηρές τιμωρίες για τέτοια παράβαση καθήκοντος. Μα κι αν ακόμα αυτό μπορούσε να είχε συμβεί, είναι λογικό να αρχίσουν οι μαθητές του Χριστού να κηρύττουν ένα ψέμα, ότι Αυτός αναστήθηκε - να γίνουν ψευδομάρτυρες του Θεού (Α΄ Κορινθ. 15:15); Τί συμφέρον είχαν για το οποίο θα αμάρταναν τόσο βαριά και όχι μόνον: το κήρυγμα για την ανάσταση έφερε διωγμό, φυλάκιση και μάλιστα κινδύνευε και η ίδια η ζωής τους (Πραξ. κεφ. 3 - 7). Κανείς ποτέ δεν διακινδύνευσε για κάτι που ήξερε ότι ήταν ψέμα, για κάτι που ήξερε ότι δεν υπήρχε.
Και έτσι καταλήγουμε στη μόνη λογική υπόθεση πιθανότητα, την τρίτη θεωρία που προτείνεται από τους ορθολογιστές: τη θεωρία των παραισθήσεων, δηλ. ότι οι μαθητές του Χριστού έπεσαν θύματα κάποιας εμπειρίας ψευδαίσθησης, και μάλιστα μαζικής, αφού οι περισσότερες εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού γίνονταν μπροστά σε πολλούς. "Ίσως" διατείνονται οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας, "η υπερβολική τους πίστη και ελπίδα, μαζί με την υπερένταση των ημερών, τους κατέκλυσε σε τέτοιο βαθμό ώστε να βλέπουν οράματα". Αλλά εδώ δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με τους ένδεκα μαθητές, αλλά με πολλούς - πάνω από 500 - σε πολλά διαφορετικά σημεία, και σε πολλές διαφορετικές ώρες και μέρες - επί σαράντα μέρες. Και μάλιστα δεν ήταν απλά οράματα: συζητούσαν μαζί με τον αναστημένο Ιησού, έτρωγαν μαζί του, κάθονταν στο τραπέζι ή περπατούσαν, βρίσκονταν σε σπίτια, σε δρόμους, στη λίμνη. Ένα πολύ χαρακτηριστικό περιστατικό περιγράφεται στο Ιωαν. κεφ. 11, όπου ο αναστημένος Ιησούς είχε ετοιμάσει πρόγευμα στους μαθητές του που γύριζαν από το ψάρεμα. Μία τόσο ζωντανή, συνεχής, και επαναλαμβανόμενη παραίσθηση που εκδηλώνεται σε τελείως φυσιολογικές συνθήκες - ενώ κάθονταν και μιλούσαν, ενώ περπατούσαν, ενώ ψάρευαν - δεν μπορεί παρά να είναι αίσθηση: δηλ. η ίδια η φυσική αίσθηση της πραγματικότητας, η αίσθηση που έχουμε για τον κόσμο που μας περιβάλλει και τους ανθρώπους με τους οποίους επικοινωνούμε. Ψευδαισθήσεις ή παραισθήσεις μπορεί να συμβούν σε ανθρώπους προσευχόμενους, σε ανθρώπους θρησκειών που κάνουν πνευματικές ασκήσεις ή θρησκευτικές τελετές. Οι μαθητές σε όλες τις συναντήσεις που είχαν με τον αναστημένο Ιησού δεν έκαναν τίποτα το πνευματικό, δεν βρίσκονταν δηλ. σε καμία κατάσταση πνευματικής έκστασης ή έξαρσης ή αυτοσυγκέντρωσης κλπ. Ο αναστημένος Ιησούς έκανε παρέα με τους μαθητές του όπως και πριν, τους δίδασκε όπως και πριν, έτρωγε μαζί τους όπως και πριν το θάνατό του κι' όλα αυτά επί σαράντα ολόκληρες μέρες, μέχρι την ανάληψή του, η οποία κι αυτή έγινε σε φυσικό τόπο και χρόνο (αφού περπάτησαν μαζί στο Όρος των Ελαιών) - Πράξεις 1:1-11. Ήταν ένας άνθρωπος τόσο ζωντανός όσο και πριν το θάνατό του - και ακόμα πιο πολύ, ζωντανός στην αιωνιότητα ! Έτσι λοιπόν, ενώ εμπειρίες με αγγέλους, πνεύματα κλπ συναντάμε σε διάφορες άλλες περιγραφές της Αγίας Γραφής καθώς και στον μετέπειτα Χριστιανισμό (ή και σε άλλες θρησκείες), η συνεχής εμπειρία των εκατοντάδων μαθητών επί σαράντα ημέρες με τον αναστημένο Υιό του Ανθρώπου ξεπερνάει κάθε προηγούμενο ή επόμενο στο χώρο της θρησκείας, και δεν μπορεί παρά να καταταχθεί στο χώρο της φυσικής εμπειρίας, των φυσικών αισθήσεων: είναι ένα φυσικό γεγονός! Πολλοί διανοούμενοι ορθολογιστές προσπαθούν να επινοήσουν τις πιο απίθανες υποθέσεις και να κάνουν τους πιο παρατραβηγμένους συλλογισμούς για να αρνηθούν την ανάσταση, αλλά πόσο πιο λογικό και φυσικό είναι να δεχτούμε την πραγματικότητα της ανάσταση του Ιησού Χριστού! Ας θυμηθούμε πως όπως προφητεύεται στο Β' Τιμοθ. 4:3-4 οι άνθρωποι των τελευταίων καιρών θα είναι άπιστοι, αρνητές της αλήθειας και θα εκτραπούν σε θεολογικούς μύθους. Αυτές οι τρεις θεωρίες και όλες οι παρόμοιες που προσπαθούν να αντικρούσουν το γεγονός της ανάστασης του Ιησού δεν είναι παρά υποθέσεις και φαντασίες, στερούμενες από γεγονότα και αυτόπτες μάρτυρες - όπως αντίθετα συμβαίνει με την ανάσταση του Χριστού - και άρα είναι αναξιόπιστες.
Στερείται η Βίβλος Αξιοπιστίας;
Μερικοί όμως αρνούνται ή αμφισβητούν την αξιοπιστία των περιγραφών της ανάστασης για δύο λόγους: πρώτον, ισχυρίζονται ότι δεν αρκεί η μαρτυρία ενός μόνον για την ανάσταση, αφού η Αγία Γραφή είναι ένα βιβλίο και πέρα από αυτήν δεν υπάρχουν άλλα κείμενα που να την υποστηρίζουν, και δεύτερον γιατί δεν δέχονται και τις άλλες υπερφυσικές θαυματουργικές ενέργειες του Θεού που είναι καταγραμμένες στη Βίβλο. Η ιδέα ότι μόνο μία μαρτυρία είναι αναξιόπιστη, βασίζεται πάνω στη λανθασμένη αντίληψη πως η Αγία Γραφή είναι ένα βιβλίο, και όχι μία συλλογή από πολλά. Αρχικά η Καινή Διαθήκη - η οποία περιέχει τις περιγραφές της ανάστασης - αποτελούνταν από 27 ξεχωριστά βιβλία και επιστολές. Γράφτηκε από τουλάχιστον εννέα διαφορετικούς συγγραφείς σε διάστημα περισσότερο από εξήντα χρόνια, και πέρασαν αιώνες μέχρις ότου αυτά τα ανεξάρτητα μεταξύ τους βιβλία συγκεντρωθούν σε ένα τόμο. Αυτή η συλλογή των βιβλίων των αποστόλων έγινε εξαιτίας της κοινής αποδοχής που υπήρχε στους πρώτους αιώνες για τη θεοπνευστία τους, αλλά τις πρώτες δεκαετίες του Χριστιανισμού πολλά από αυτά ήταν άγνωστα, είτε γιατί ακόμα δεν είχαν γραφτεί είτε γιατί η αναπαραγωγή και διάδοσή τους εκείνη την εποχή ήταν πολύ δύσκολη και δαπανηρή. Έτσι η Καινή Διαθήκη δεν πρόκειται ουσιαστικά για έναν μάρτυρα, αλλά για πολλούς διαφορετικούς μεταξύ τους, και άρα δεν είναι αναξιόπιστη θεωρούμενη ως πολλές διαφορετικές πηγές και όχι ως μία : οι συγγραφείς των Ευαγγελίων, των Πράξεων και των Επιστολών, αν και περιγράφουν το ίδιο γεγονός της ανάστασης, το δίνουν από διαφορετικές οπτικές, αναφέροντας ο καθένας τους κάποια ιδιαίτερα περιστατικά και τονίζοντας κάποιες λεπτομέρειες που δεν βρίσκουμε στους υπόλοιπους. Η δεύτερη αντίρρηση που προβάλλεται σχετικά με την αξιοπιστία της Βίβλου, όπως αναφέραμε, είναι ότι δεν συμβαίνουν τέτοια υπερφυσικά φαινόμενα και θαύματα όπως αυτά που αναφέρονται στην Αγία Γραφή, άρα ούτε και η ανάσταση ενός ανθρώπου από τους νεκρούς είναι δυνατή. Το ότι όμως συμβαίνουν υπερφυσικά φαινόμενα μαρτυρείται όχι μόνον από την Αγία Γραφή αλλά και από πολλά άλλα βιβλία, όχι μόνον της αρχαιότητας, αλλά και σημερινά. Στην πραγματικότητα η ύπαρξη όλων των θρησκειών βασίζεται σε υπερφυσικές αποκαλύψεις, εμφανίσεις ουράνιων πνευματικών όντων, θαυματουργικές ενέργειες κλπ. Ιδιαίτερα όμως για τα θαύματα που περιγράφονται στη Βίβλο και αποδεικνύουν την Θεϊκή της προέλευση, έχουμε να πούμε το εξής: όμοιά τους σε ποσότητα και ποιότητα δεν συναντάμε σε άλλες θρησκείες. "Αν είναι έτσι", οι ορθολογιστές διατείνονται, "γιατί δεν συμβαίνουν όμοια θαύματα στον Χριστιανισμό εδώ και είκοσι αιώνες"; Αυτή ακριβώς η άποψη, ότι δεν συμβαίνουν θαύματα όμοια με αυτά που περιγράφονται στην Αγία Γραφή, είναι τελείως αναληθής και απληροφόρητη από ιστορική άποψη. Σύμφωνα με χριστιανικά κείμενα των πρώτων αιώνων, όλα τα θαύματα που διαβάζουμε στην Καινή Διαθήκη, τα θαύματα που έκανε ο Ιησούς Χριστός και μετά την ανάστασή του οι απόστολοι (θεραπείες, εκβολές δαιμονίων, αναστάσεις νεκρών, εμφανίσεις αγγέλων, θαυματουργικές δυνάμεις και γεγονότα) συνέχισαν να γίνονται με μεγάλη αφθονία μεταξύ των Χριστιανών. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά τα λόγια του Ειρηναίου, επισκόπου Λυών, που έγραφε προς τα τέλη του 2ου αιώνα, πως μεταξύ τους είχαν γίνει αναστάσεις νεκρών και οι αναστημένοι νεκροί έζησαν μετά για πολλά χρόνια μαζί τους (όπως η περίπτωση του Λάζαρου - Ιωαν. 11). Στους κατοπινούς αιώνες η εκδήλωση της δύναμης του Θεού βαθμιαία ελαττώθηκε μέσα στην Εκκλησία, λόγω της αυξανόμενης ειδωλολατρίας και αποστασίας από την αρχική αλήθεια ποτέ όμως δεν έσβησε τελείως, και σε όλους τους αιώνες, ακόμα και μέχρι σήμερα συνεχίζουν να συμβαίνουν κάθε είδους θαύματα - ακόμα και αναστάσεις νεκρών - στο όνομα του αναστημένου Κυρίου μας, του Ιησού του Ναζωραίου. Άρα και αυτό το επιχείρημα περί αναξιοπιστίας της Καινής Διαθήκης απορρίπτεται.
Η Αλήθεια Βασίζεται σε Γεγονότα
Υπάρχουν ελάχιστες γραπτές μαρτυρίες από αυτόπτες μάρτυρες της δολοφονίας του Ιούλιου Καίσαρα, ωστόσο όμως κανείς δεν αμφισβητεί τη ζωή και το γεγονός της προδοτικής δολοφονίας του. Το ίδιο ισχύει για τα περισσότερα ιστορικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην αρχαιότητα. Τότε γιατί λοιπόν όλος αυτός ο σκεπτικισμός για τη ζωή και τον προδοτικό θάνατο του Ιησού, όταν μάλιστα υπάρχουν πολλές περιγραφές αυτοπτών μαρτύρων - τα 4 Ευαγγέλια, οι Πράξεις, οι Επιστολές των αποστόλων, η Αποκάλυψη; Όλοι οι απόστολοι και οι πρώτοι μαθητές, από τους οποίους πάνω από 500, είδαν τον αναστημένο Ιησού, είχαν παραπλανηθεί; Και μάλιστα μέχρι του σημείου να διώκονται και να θανατώνονται κηρύττοντας αυτό που είχαν δει; Αν ο Ιησούς, ο δάσκαλός τους, ο Μεσσίας, δεν είχε αναστηθεί θα μπορούσαν να πουν ψέματα, να δώσουν μια τόσο ψευδή μαρτυρία απλά και μόνο για να παρηγορήσουν τους λυπημένους συντρόφους τους και μαθητές Του; Όχι βέβαια, γιατί εκείνοι οι ευσεβείς άνθρωποι θεωρούσαν την ψευδομαρτυρία θανάσιμη αμαρτία. Απ' την άλλη, θα μπορούσαν να είχαν παραπλανηθεί τόσο ώστε να υφίστανται γι' αυτό τους το μήνυμα διωγμούς, φυλακίσεις και θάνατο; Γιατί να τρέχουν σε μακρινές και άγνωστες χώρες αν απλά και μόνον είχαν δει κάποιο όραμα, είχαν μία παραισθητική εμπειρία; Έχει γίνει ποτέ κάτι τέτοιο; Κάποιοι μυστικιστές, οραματιστές, πνευματικοί δάσκαλοι, που συναντάμε σε άλλες θρησκείες, δεν ριψοκινδύνευαν τη ζωή τους χάριν των εμπειριών τους: η αυταπάρνηση που έκαναν το πολύ-πολύ να περιοριζόταν στην απόσυρση απ' τα εγκόσμια έχοντας μερικούς μαθητές μαζί τους, στην επίδοση σε προσευχές, σε ασκητισμούς και πνευματικές ασκήσεις. Πώς οι απόστολοι και πρώτοι μαθητές, κάποιοι άσημοι, αμόρφωτοι και φτωχοί Ιουδαίοι, είχαν το κουράγιο να υποφέρουν κακουχίες, στερήσεις, να συγκρούονται με βασιλείς και αυτοκρατορίες κηρύττοντας το ευαγγέλιο της ανάστασης των νεκρών και της βασιλείας του Θεού, αν δεν είχαν μία ζωντανή και συνεχή εμπειρία του αναστημένου Ιησού; Με γεγονότα σαν κι αυτά που ακολούθησαν την ανάσταση του Ιησού Χριστού, με τη θαυματουργική εξάπλωση του Χριστιανισμού παρά τους ανηλεείς διωγμούς - μία ειρηνική εξάπλωση, όχι με τη βία και το σπαθί, όπως έγινε αργότερα από υποτιθέμενους "χριστιανούς" βασιλείς, ή από τον Μωάμεθ και άλλες θρησκείες - μπορούμε να μην δεχτούμε σαν πιο φυσική και λογική την πίστη στην πραγματικότητα της ανάστασης του Ιησού Χριστού; Ο Ιησούς είναι ο πρώτος άνθρωπος που αναστήθηκε σε αιώνια ζωή! "Ο πρώτος και ο έσχατος, αυτός που έγινε νεκρός και έζησε" (Αποκ. 2:8) γνωρίζουμε ότι "ο Χριστός αφού αναστήθηκε από τους νεκρούς δεν πεθαίνει πλέον, ο θάνατος δεν τον κυριεύει πλέον" (Ρωμ. 5:9). Το γεγονός αυτό αποτελεί σταθμό για την ιστορία του ανθρώπου, όχι μόνο την ιστορία του παρελθόντος, αλλά - κυρίως - του μέλλοντος: η ελπίδα κάθε ανθρώπου που θέλει να ζήσει αιώνια είναι βασίζεται στο ότι "ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, έγινε αρχή αυτών που έχουν κοιμηθεί (πεθάνει). Διότι επειδή ο θάνατος ήλθε μέσω ενός ανθρώπου, έτσι και μέσω ανθρώπου ήλθε η ανάσταση των νεκρών" (Α΄ Κορινθ. 15:21). Η δόξα ανήκει στον Πατέρα Θεό, τον Δημιουργό που αποκαθιστά και ολοκληρώνει τη δημιουργία του ανθρώπου, με την ανάστασή του από τους νεκρούς σε αιώνια, αθάνατη ζωή, κάνοντάς τον συμμέτοχο της αθανασίας Του, της θείας Του φύσεως (Α΄Κορ 15:53, Α΄ Πετρ 1:4).
Πολλά Τεκμήρια
Η παραπάνω φράση χρησιμοποιείται για άλλα θέματα, όπως η απόδειξη της δημιουργίας για ύπαρξη Δημιουργού αλλά αυτή η φράση μέσα στο ανάλογο πλαίσιο συνδέεται άμεσα με την ανάσταση του Χριστού. Στις Πράξεις (1:3) μαθαίνουμε για τον Ιησού ότι: "στους οποίους (αποστόλους) και παρουσίασε τον εαυτό του ζωντανό μετά το πάθος του με πολλά τεκμήρια (αδιάψευστες αποδείξεις), ενώ φαινόταν για σαράντα ημέρες σ' αυτούς και έλεγε τα σχετικά για τη βασιλεία του Θεού". Οι απόστολοι υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες όχι μόνο της ζωής και του θανάτου του Ιησού Χριστού, αλλά και της ανάστασής του. Αλλά δεν ήταν οι μοναδικοί αυτόπτες μάρτυρες. Ο Παύλος έγραψε για περίπου 500 άλλους που είδαν τον αναστημένο Ιησού τις σαράντα μέρες πριν αναληφθεί στον ουρανό (Α' Κορινθ. 15:3-8). Σήμερα, όπως και στους βιβλικούς χρόνους, ένα ζήτημα ρυθμίζεται όταν υπάρχουν δύο ή τρεις μάρτυρες (Ματθ. 18:16). Αλλά εδώ, για το ζήτημα της ανάστασης του Χριστού, ο Λόγος του Θεού μας λέει ότι υπήρξαν περισσότεροι από 500 αυτόπτες μάρτυρες! Γιατί τόσοι πολλοί; Τί είναι αυτό που καθιστά την ανάσταση τόσο ζωτικής σημασίας θέμα; Απλά αυτό: αν δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι ο Ιησούς, ο Υιός του Θεού, αναστήθηκε από τους νεκρούς, πώς μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι κι εμείς προσωπικά θα αναστηθούμε, θα έρθουμε από το θάνατο πάλι στη ζωή; (Α΄ Κορινθ. 15:12). Η ανάσταση των νεκρών είναι τόσο ζωτική και κεντρική για τη χριστιανική πίστη όσο και για όλη την ανθρωπότητα, καθώς συνδέεται άμεσα με την μελλοντική βασιλεία του Θεού πάνω στη γη - με έναν ζωντανό Μεσσία Ιησού, Βασιλέα βασιλέων και Κύριο κυρίων. Πώς λοιπόν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς; Μπορεί να είναι η πίστη μας αβάσιμη ή υπάρχουν γεγονότα που υποστηρίζουν ότι συνέβη η ανάσταση; Η ανάσταση είναι μέρος των θεμελίων του Χριστιανισμού και μπορεί πράγματι να αποδειχτεί. Αλλά πρώτα ας εξετάσουμε τι λένε οι κριτικοί και ορθολογιστές.
Είναι η Ανάσταση ένας Μύθος;
Υπάρχουν συνήθως τρεις βασικές ιδέες που οι κριτικοί εισηγούνται πως θα μπορούσαν να διαψεύσουν την ανάσταση του Ιησού. Αρχικά μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι το ίδιο το γεγονός ότι οι άνθρωποι παρουσιάζουν κάποιες υποθέσεις για να αρνηθούν την ανάσταση δείχνει ότι υπάρχει κάτι το ουσιαστικό στο θέμα της ανάστασης.
Η πρώτη ιδέα είναι η θεωρία της λιποθυμίας, που λέει ότι ο Ιησούς πλαστογράφησε το θάνατό του. Αν πραγματικά δεν πέθανε πάνω στο σταυρό, αλλά θάφτηκε ζωντανός, τότε ουσιαστικά δεν αναστήθηκε από τους νεκρούς, αλλά απλά βγήκε απ' τον τάφο του. Η θεωρία όμως αυτή είναι τελείως απίθανη αν λάβει κανείς υπόψη του πως ο Ιησούς είχε υποστεί τόσα βασανιστήρια (μαστιγώσεις, χτυπήματα, ακάνθινο στεφάνι) ώστε δεν μπορούσε ούτε καν να μεταφέρει το σταυρό του (το ξύλινο οριζόντιο δοκάρι)z είχε μείνει επί ώρες καρφωμένος στα χέρια και στα πόδια και σίγουρα είχε χάσει πολύ αίμα. Το βάρος του σώματος που κρεμόταν από το σταυρό άνοιγε τις πληγές των χεριών και οι βασανιστικοί πόνοι τελικά προκαλούσαν ανακοπή καρδιάς αυτού που ήταν σταυρωμένος. Είναι γνωστό από ιστορικές μαρτυρίες και από αρχαιολογικές ανασκαφές πως ο τρόπος της Ρωμαϊκής σταύρωσης επέφερε τον θάνατο μέσα σε λίγες ώρες: αν κάποιος σταυρωνόταν το πρωί, όπως έγινε με τον Ιησού, το πολύ μέχρι το απόγευμα είχε εκπνεύσει. Τελικά, αυτό το τόσο εξαντλημένο και βασανισμένο σώμα δέχτηκε το λόγχισμα στα πλευρά, απ' το οποίο πιστοποίησαν οι Ρωμαίοι ότι είχε πεθάνει. Μήπως ο Ιησούς είχε σκηνοθετήσει ακόμα κι αυτό το λόγχισμα από τον Ρωμαίο στρατιώτη για να δώσει μεγαλύτερη δραματικότητα στην ηθοποιία του; Όχι βέβαια, κανείς δεν θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο. Η πιστοποίηση του Ρωμαίου στρατιώτη έγινε και για τον παριστάμενο κόσμο, που δεν ήθελε να παραδεχτεί ότι ο Ιησούς ήταν νεκρός (Ιωαν. 19:34). Αυτή η λεπτομέρεια για το θάνατό του επιβεβαιώνεται ως αληθινή μαρτυρία (εδ. 35).
Μία άλλη ιδέα που προτείνεται είναι η θεωρία της κλοπής. "Πέθανε", ισχυρίζονται οι ορθολογιστές, "αλλά δεν αναστήθηκε. Το σώμα του κλάπηκε είτε από τους μαθητές του, για να προωθήσουν την πίστη τους, είτε από τυμβωρύχους που το έκλεψαν για κάποιο άγνωστο λόγο". Στην πραγματικότητα, αυτή είναι η αρχαιότερη θεωρία από όλες όσες αρνούνται την ανάσταση, και δημιουργήθηκε από εκείνους που τον είχαν οδηγήσει στον θάνατο (Ματθ. 28:11-15). Γι' αυτό ακριβώς το ενδεχόμενο είχαν τοποθετηθεί ρωμαϊκή φρουρά γύρω από τον τάφο του, τον οποίον είχαν σφραγίσει με πολύ μεγάλο λίθο (Ματθ. 27:62-66, Μαρκ 16:4). Ο τάφος ήταν μία σπηλιά, μεγέθους δωματίου, λαξευμένη στο βράχο, και η είσοδός του, μεγέθους πόρτας, έκλεινε με έναν μεγάλο ογκόλιθο. Ακόμα κι αν είχαν αποκοιμηθεί οι στρατιώτες της φρουράς, από το θόρυβο που θα έκαναν οι τυμβωρύχοι, στην προσπάθειά τους να αποκυλίσουν τον ογκόλιθο, θα είχαν ξυπνήσει. Η περίπτωση εξάλλου της δωροδοκίας τους από τους μαθητές πρέπει να αποκλειστεί, γιατί η πειθαρχία του ρωμαϊκού στρατού πρόβλεπε πολύ αυστηρές τιμωρίες για τέτοια παράβαση καθήκοντος. Μα κι αν ακόμα αυτό μπορούσε να είχε συμβεί, είναι λογικό να αρχίσουν οι μαθητές του Χριστού να κηρύττουν ένα ψέμα, ότι Αυτός αναστήθηκε - να γίνουν ψευδομάρτυρες του Θεού (Α΄ Κορινθ. 15:15); Τί συμφέρον είχαν για το οποίο θα αμάρταναν τόσο βαριά και όχι μόνον: το κήρυγμα για την ανάσταση έφερε διωγμό, φυλάκιση και μάλιστα κινδύνευε και η ίδια η ζωής τους (Πραξ. κεφ. 3 - 7). Κανείς ποτέ δεν διακινδύνευσε για κάτι που ήξερε ότι ήταν ψέμα, για κάτι που ήξερε ότι δεν υπήρχε.
Και έτσι καταλήγουμε στη μόνη λογική υπόθεση πιθανότητα, την τρίτη θεωρία που προτείνεται από τους ορθολογιστές: τη θεωρία των παραισθήσεων, δηλ. ότι οι μαθητές του Χριστού έπεσαν θύματα κάποιας εμπειρίας ψευδαίσθησης, και μάλιστα μαζικής, αφού οι περισσότερες εμφανίσεις του αναστημένου Ιησού γίνονταν μπροστά σε πολλούς. "Ίσως" διατείνονται οι υποστηρικτές αυτής της θεωρίας, "η υπερβολική τους πίστη και ελπίδα, μαζί με την υπερένταση των ημερών, τους κατέκλυσε σε τέτοιο βαθμό ώστε να βλέπουν οράματα". Αλλά εδώ δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με τους ένδεκα μαθητές, αλλά με πολλούς - πάνω από 500 - σε πολλά διαφορετικά σημεία, και σε πολλές διαφορετικές ώρες και μέρες - επί σαράντα μέρες. Και μάλιστα δεν ήταν απλά οράματα: συζητούσαν μαζί με τον αναστημένο Ιησού, έτρωγαν μαζί του, κάθονταν στο τραπέζι ή περπατούσαν, βρίσκονταν σε σπίτια, σε δρόμους, στη λίμνη. Ένα πολύ χαρακτηριστικό περιστατικό περιγράφεται στο Ιωαν. κεφ. 11, όπου ο αναστημένος Ιησούς είχε ετοιμάσει πρόγευμα στους μαθητές του που γύριζαν από το ψάρεμα. Μία τόσο ζωντανή, συνεχής, και επαναλαμβανόμενη παραίσθηση που εκδηλώνεται σε τελείως φυσιολογικές συνθήκες - ενώ κάθονταν και μιλούσαν, ενώ περπατούσαν, ενώ ψάρευαν - δεν μπορεί παρά να είναι αίσθηση: δηλ. η ίδια η φυσική αίσθηση της πραγματικότητας, η αίσθηση που έχουμε για τον κόσμο που μας περιβάλλει και τους ανθρώπους με τους οποίους επικοινωνούμε. Ψευδαισθήσεις ή παραισθήσεις μπορεί να συμβούν σε ανθρώπους προσευχόμενους, σε ανθρώπους θρησκειών που κάνουν πνευματικές ασκήσεις ή θρησκευτικές τελετές. Οι μαθητές σε όλες τις συναντήσεις που είχαν με τον αναστημένο Ιησού δεν έκαναν τίποτα το πνευματικό, δεν βρίσκονταν δηλ. σε καμία κατάσταση πνευματικής έκστασης ή έξαρσης ή αυτοσυγκέντρωσης κλπ. Ο αναστημένος Ιησούς έκανε παρέα με τους μαθητές του όπως και πριν, τους δίδασκε όπως και πριν, έτρωγε μαζί τους όπως και πριν το θάνατό του κι' όλα αυτά επί σαράντα ολόκληρες μέρες, μέχρι την ανάληψή του, η οποία κι αυτή έγινε σε φυσικό τόπο και χρόνο (αφού περπάτησαν μαζί στο Όρος των Ελαιών) - Πράξεις 1:1-11. Ήταν ένας άνθρωπος τόσο ζωντανός όσο και πριν το θάνατό του - και ακόμα πιο πολύ, ζωντανός στην αιωνιότητα ! Έτσι λοιπόν, ενώ εμπειρίες με αγγέλους, πνεύματα κλπ συναντάμε σε διάφορες άλλες περιγραφές της Αγίας Γραφής καθώς και στον μετέπειτα Χριστιανισμό (ή και σε άλλες θρησκείες), η συνεχής εμπειρία των εκατοντάδων μαθητών επί σαράντα ημέρες με τον αναστημένο Υιό του Ανθρώπου ξεπερνάει κάθε προηγούμενο ή επόμενο στο χώρο της θρησκείας, και δεν μπορεί παρά να καταταχθεί στο χώρο της φυσικής εμπειρίας, των φυσικών αισθήσεων: είναι ένα φυσικό γεγονός! Πολλοί διανοούμενοι ορθολογιστές προσπαθούν να επινοήσουν τις πιο απίθανες υποθέσεις και να κάνουν τους πιο παρατραβηγμένους συλλογισμούς για να αρνηθούν την ανάσταση, αλλά πόσο πιο λογικό και φυσικό είναι να δεχτούμε την πραγματικότητα της ανάσταση του Ιησού Χριστού! Ας θυμηθούμε πως όπως προφητεύεται στο Β' Τιμοθ. 4:3-4 οι άνθρωποι των τελευταίων καιρών θα είναι άπιστοι, αρνητές της αλήθειας και θα εκτραπούν σε θεολογικούς μύθους. Αυτές οι τρεις θεωρίες και όλες οι παρόμοιες που προσπαθούν να αντικρούσουν το γεγονός της ανάστασης του Ιησού δεν είναι παρά υποθέσεις και φαντασίες, στερούμενες από γεγονότα και αυτόπτες μάρτυρες - όπως αντίθετα συμβαίνει με την ανάσταση του Χριστού - και άρα είναι αναξιόπιστες.
Στερείται η Βίβλος Αξιοπιστίας;
Μερικοί όμως αρνούνται ή αμφισβητούν την αξιοπιστία των περιγραφών της ανάστασης για δύο λόγους: πρώτον, ισχυρίζονται ότι δεν αρκεί η μαρτυρία ενός μόνον για την ανάσταση, αφού η Αγία Γραφή είναι ένα βιβλίο και πέρα από αυτήν δεν υπάρχουν άλλα κείμενα που να την υποστηρίζουν, και δεύτερον γιατί δεν δέχονται και τις άλλες υπερφυσικές θαυματουργικές ενέργειες του Θεού που είναι καταγραμμένες στη Βίβλο. Η ιδέα ότι μόνο μία μαρτυρία είναι αναξιόπιστη, βασίζεται πάνω στη λανθασμένη αντίληψη πως η Αγία Γραφή είναι ένα βιβλίο, και όχι μία συλλογή από πολλά. Αρχικά η Καινή Διαθήκη - η οποία περιέχει τις περιγραφές της ανάστασης - αποτελούνταν από 27 ξεχωριστά βιβλία και επιστολές. Γράφτηκε από τουλάχιστον εννέα διαφορετικούς συγγραφείς σε διάστημα περισσότερο από εξήντα χρόνια, και πέρασαν αιώνες μέχρις ότου αυτά τα ανεξάρτητα μεταξύ τους βιβλία συγκεντρωθούν σε ένα τόμο. Αυτή η συλλογή των βιβλίων των αποστόλων έγινε εξαιτίας της κοινής αποδοχής που υπήρχε στους πρώτους αιώνες για τη θεοπνευστία τους, αλλά τις πρώτες δεκαετίες του Χριστιανισμού πολλά από αυτά ήταν άγνωστα, είτε γιατί ακόμα δεν είχαν γραφτεί είτε γιατί η αναπαραγωγή και διάδοσή τους εκείνη την εποχή ήταν πολύ δύσκολη και δαπανηρή. Έτσι η Καινή Διαθήκη δεν πρόκειται ουσιαστικά για έναν μάρτυρα, αλλά για πολλούς διαφορετικούς μεταξύ τους, και άρα δεν είναι αναξιόπιστη θεωρούμενη ως πολλές διαφορετικές πηγές και όχι ως μία : οι συγγραφείς των Ευαγγελίων, των Πράξεων και των Επιστολών, αν και περιγράφουν το ίδιο γεγονός της ανάστασης, το δίνουν από διαφορετικές οπτικές, αναφέροντας ο καθένας τους κάποια ιδιαίτερα περιστατικά και τονίζοντας κάποιες λεπτομέρειες που δεν βρίσκουμε στους υπόλοιπους. Η δεύτερη αντίρρηση που προβάλλεται σχετικά με την αξιοπιστία της Βίβλου, όπως αναφέραμε, είναι ότι δεν συμβαίνουν τέτοια υπερφυσικά φαινόμενα και θαύματα όπως αυτά που αναφέρονται στην Αγία Γραφή, άρα ούτε και η ανάσταση ενός ανθρώπου από τους νεκρούς είναι δυνατή. Το ότι όμως συμβαίνουν υπερφυσικά φαινόμενα μαρτυρείται όχι μόνον από την Αγία Γραφή αλλά και από πολλά άλλα βιβλία, όχι μόνον της αρχαιότητας, αλλά και σημερινά. Στην πραγματικότητα η ύπαρξη όλων των θρησκειών βασίζεται σε υπερφυσικές αποκαλύψεις, εμφανίσεις ουράνιων πνευματικών όντων, θαυματουργικές ενέργειες κλπ. Ιδιαίτερα όμως για τα θαύματα που περιγράφονται στη Βίβλο και αποδεικνύουν την Θεϊκή της προέλευση, έχουμε να πούμε το εξής: όμοιά τους σε ποσότητα και ποιότητα δεν συναντάμε σε άλλες θρησκείες. "Αν είναι έτσι", οι ορθολογιστές διατείνονται, "γιατί δεν συμβαίνουν όμοια θαύματα στον Χριστιανισμό εδώ και είκοσι αιώνες"; Αυτή ακριβώς η άποψη, ότι δεν συμβαίνουν θαύματα όμοια με αυτά που περιγράφονται στην Αγία Γραφή, είναι τελείως αναληθής και απληροφόρητη από ιστορική άποψη. Σύμφωνα με χριστιανικά κείμενα των πρώτων αιώνων, όλα τα θαύματα που διαβάζουμε στην Καινή Διαθήκη, τα θαύματα που έκανε ο Ιησούς Χριστός και μετά την ανάστασή του οι απόστολοι (θεραπείες, εκβολές δαιμονίων, αναστάσεις νεκρών, εμφανίσεις αγγέλων, θαυματουργικές δυνάμεις και γεγονότα) συνέχισαν να γίνονται με μεγάλη αφθονία μεταξύ των Χριστιανών. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά τα λόγια του Ειρηναίου, επισκόπου Λυών, που έγραφε προς τα τέλη του 2ου αιώνα, πως μεταξύ τους είχαν γίνει αναστάσεις νεκρών και οι αναστημένοι νεκροί έζησαν μετά για πολλά χρόνια μαζί τους (όπως η περίπτωση του Λάζαρου - Ιωαν. 11). Στους κατοπινούς αιώνες η εκδήλωση της δύναμης του Θεού βαθμιαία ελαττώθηκε μέσα στην Εκκλησία, λόγω της αυξανόμενης ειδωλολατρίας και αποστασίας από την αρχική αλήθεια ποτέ όμως δεν έσβησε τελείως, και σε όλους τους αιώνες, ακόμα και μέχρι σήμερα συνεχίζουν να συμβαίνουν κάθε είδους θαύματα - ακόμα και αναστάσεις νεκρών - στο όνομα του αναστημένου Κυρίου μας, του Ιησού του Ναζωραίου. Άρα και αυτό το επιχείρημα περί αναξιοπιστίας της Καινής Διαθήκης απορρίπτεται.
Η Αλήθεια Βασίζεται σε Γεγονότα
Υπάρχουν ελάχιστες γραπτές μαρτυρίες από αυτόπτες μάρτυρες της δολοφονίας του Ιούλιου Καίσαρα, ωστόσο όμως κανείς δεν αμφισβητεί τη ζωή και το γεγονός της προδοτικής δολοφονίας του. Το ίδιο ισχύει για τα περισσότερα ιστορικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην αρχαιότητα. Τότε γιατί λοιπόν όλος αυτός ο σκεπτικισμός για τη ζωή και τον προδοτικό θάνατο του Ιησού, όταν μάλιστα υπάρχουν πολλές περιγραφές αυτοπτών μαρτύρων - τα 4 Ευαγγέλια, οι Πράξεις, οι Επιστολές των αποστόλων, η Αποκάλυψη; Όλοι οι απόστολοι και οι πρώτοι μαθητές, από τους οποίους πάνω από 500, είδαν τον αναστημένο Ιησού, είχαν παραπλανηθεί; Και μάλιστα μέχρι του σημείου να διώκονται και να θανατώνονται κηρύττοντας αυτό που είχαν δει; Αν ο Ιησούς, ο δάσκαλός τους, ο Μεσσίας, δεν είχε αναστηθεί θα μπορούσαν να πουν ψέματα, να δώσουν μια τόσο ψευδή μαρτυρία απλά και μόνο για να παρηγορήσουν τους λυπημένους συντρόφους τους και μαθητές Του; Όχι βέβαια, γιατί εκείνοι οι ευσεβείς άνθρωποι θεωρούσαν την ψευδομαρτυρία θανάσιμη αμαρτία. Απ' την άλλη, θα μπορούσαν να είχαν παραπλανηθεί τόσο ώστε να υφίστανται γι' αυτό τους το μήνυμα διωγμούς, φυλακίσεις και θάνατο; Γιατί να τρέχουν σε μακρινές και άγνωστες χώρες αν απλά και μόνον είχαν δει κάποιο όραμα, είχαν μία παραισθητική εμπειρία; Έχει γίνει ποτέ κάτι τέτοιο; Κάποιοι μυστικιστές, οραματιστές, πνευματικοί δάσκαλοι, που συναντάμε σε άλλες θρησκείες, δεν ριψοκινδύνευαν τη ζωή τους χάριν των εμπειριών τους: η αυταπάρνηση που έκαναν το πολύ-πολύ να περιοριζόταν στην απόσυρση απ' τα εγκόσμια έχοντας μερικούς μαθητές μαζί τους, στην επίδοση σε προσευχές, σε ασκητισμούς και πνευματικές ασκήσεις. Πώς οι απόστολοι και πρώτοι μαθητές, κάποιοι άσημοι, αμόρφωτοι και φτωχοί Ιουδαίοι, είχαν το κουράγιο να υποφέρουν κακουχίες, στερήσεις, να συγκρούονται με βασιλείς και αυτοκρατορίες κηρύττοντας το ευαγγέλιο της ανάστασης των νεκρών και της βασιλείας του Θεού, αν δεν είχαν μία ζωντανή και συνεχή εμπειρία του αναστημένου Ιησού; Με γεγονότα σαν κι αυτά που ακολούθησαν την ανάσταση του Ιησού Χριστού, με τη θαυματουργική εξάπλωση του Χριστιανισμού παρά τους ανηλεείς διωγμούς - μία ειρηνική εξάπλωση, όχι με τη βία και το σπαθί, όπως έγινε αργότερα από υποτιθέμενους "χριστιανούς" βασιλείς, ή από τον Μωάμεθ και άλλες θρησκείες - μπορούμε να μην δεχτούμε σαν πιο φυσική και λογική την πίστη στην πραγματικότητα της ανάστασης του Ιησού Χριστού; Ο Ιησούς είναι ο πρώτος άνθρωπος που αναστήθηκε σε αιώνια ζωή! "Ο πρώτος και ο έσχατος, αυτός που έγινε νεκρός και έζησε" (Αποκ. 2:8) γνωρίζουμε ότι "ο Χριστός αφού αναστήθηκε από τους νεκρούς δεν πεθαίνει πλέον, ο θάνατος δεν τον κυριεύει πλέον" (Ρωμ. 5:9). Το γεγονός αυτό αποτελεί σταθμό για την ιστορία του ανθρώπου, όχι μόνο την ιστορία του παρελθόντος, αλλά - κυρίως - του μέλλοντος: η ελπίδα κάθε ανθρώπου που θέλει να ζήσει αιώνια είναι βασίζεται στο ότι "ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, έγινε αρχή αυτών που έχουν κοιμηθεί (πεθάνει). Διότι επειδή ο θάνατος ήλθε μέσω ενός ανθρώπου, έτσι και μέσω ανθρώπου ήλθε η ανάσταση των νεκρών" (Α΄ Κορινθ. 15:21). Η δόξα ανήκει στον Πατέρα Θεό, τον Δημιουργό που αποκαθιστά και ολοκληρώνει τη δημιουργία του ανθρώπου, με την ανάστασή του από τους νεκρούς σε αιώνια, αθάνατη ζωή, κάνοντάς τον συμμέτοχο της αθανασίας Του, της θείας Του φύσεως (Α΄Κορ 15:53, Α΄ Πετρ 1:4).
Πηγή:
http://ereuna-ereuna.blogspot.com/2009/04/blog-post_30.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου