Translate -TRANSLATE -

Σάββατο 4 Απριλίου 2015

Μια ιστορία του Ηροδότου για την γυναίκα του Κανδαύλη και ο Δημήτρης Κορομηλάς

 Ηροδότου Ιστορίαι

Η Γυναίκα του Κανδαύλη (Ι 7-13)

Μετάφραση Δ. Ν. Μαρωνίτη

 
7
Η ηγεμονία των Ηρακλειδών πέρασε στα χέρια της γενιάς του Κροίσου, στους Μερμνάδες, ως εξής. Ήταν ο Κανδαύλης, που οι Έλληνες τον λένε Μυρσίλο, τύραννος των Σαρδίων και απόγονος του Αλκαίου, γιου του Ηρακλή. Γιατί ο Άγρων, γιος του Νίνου γιου του Βήλου γιου του Αλκαίου, έγινε πρώτος Ηρακλείδης βασιλιάς των Σαρδίων· ο Κανδαύλης, ο γιος του Μύρσου, τελευταίος. Όσοι βασίλευσαν στη χωρά αυτή πριν από τον Άγρωνα ήταν απόγονοι του Λυδού, γιου του Άτη, από όπου πήρε ο λύδιος λαός ολόκληρος το όνομα του, αυτός που πρώτα ονομαζόταν Μηίων. Από αυτούς και με τη συγκατάθεση τους πήραν την αρχή, στηριγμένοι σε χρησμό, οι Ηρακλείδες, που η γενιά τους κρατούσε από μία δούλη του Ιαρδάνου και από τον Ηρακλή, και που βασίλευσαν είκοσι δύο γενιές, πεντακόσια πέντε χρόνια -- κάθε γιος κληρονομώντας την αρχή από τον πατέρα του, ως τον Κανδαύλη, το γιο του Μύρσου.
8
Αυτός λοιπόν ο Κανδαύλης ερωτεύθηκε τη γυναίκα του, και ερωτευμένος μαζί της πίστευε πως η γυναίκα του είναι πολύ πιο όμορφη από όλες τις άλλες. Από μια τέτοια πίστη --γιατί ένας από τους δορυφόρους του ήταν ο Γύγης, ο γιος του Δασκύλου, που είχε κερδίσει την εύνοια του-- σ' αυτόν λοιπόν τον Γύγη εμπιστευόταν ο Κανδαύλης τις πιο σπουδαίες υποθέσεις του, παινώντας ξεχωριστά και την ομορφιά της γυναίκας του. Δεν πέρασε πολύς καιρός --γιατί ήταν γραμμένο του Κανδαύλη να κακοπάθει-- κι έλεγε μια μέρα του Γύγη: "Γύγη, επειδή δε νομίζω πως πείθεσαι σε όσα σου λέω για την ομορφιά της γυναίκας μου (στα αυτιά συμβαίνει οι άνθρωποι να πιστεύουν λιγότερο απ' ότι στα μάτια τους), δέξου να την δεις εκείνη γυμνή". Αυτός όμως αναφώνησε κι είπε: "Κύριε μου, τί λόγο αρρωστημένο μου λες, παρακινώντας με, την κυρά μου να την δω γυμνή; Μα από τη στιγμή που μια γυναίκα βγάζει το ρούχο της, αφήνει ακάλυπτη και την ντροπή της. Από τα παλιά χρόνια βρήκαν οι άνθρωποι γνώμες σοφές, που πρέπει να μας διδάσκουν· μια από αυτές είναι και τούτη: να κοιτάζει καθένας τη δουλειά του. Εγώ δέχομαι πως εκείνη είναι από όλες τις γυναίκες η πιο όμορφη, και σου ζητώ να μη ζητάς πράγματα άνομα".
9
Έτσι μιλώντας δοκίμαζε να το αποφύγει, από φόβο μήπως τον βρει κάποιο κακό. Εκείνος όμως πήρε ξανά το λόγο κι είπε: "Θάρρος, Γύγη, και μη φοβάσαι ούτε εμένα, πως ίσως θέλοντας να σε δοκιμάσω κάνω μια τέτοια πρόταση, ούτε και τη γυναίκα μου, μήπως από κείνη σε βρει κάποιο κακό. Γιατί εγώ έτσι καλά θα στήσω τη μηχανή από την αρχή, ώστε εκείνη να μην πάρει είδηση ότι εσύ την είδες. Μόνος μου θα σε στήσω μέσα στο δωμάτιο που κοιμόμαστε, πίσω από το ανοιχτό θυρόφυλλο· αμέσως μετά από μένα θα έλθει και η γυναίκα μου για ύπνο. Κοντά στην είσοδο βρίσκεται ένα θρονί· πάνω σ' αυτό βγάζοντας ένα προς ένα τα ρούχα της θα τα αποθέσει και θα μπορέσεις έτσι με όλη σου την ησυχία να τη θαυμάσεις. Όταν προχωρήσει από το θρονί προς το κρεβάτι, και βρεθείς πίσω από την πλάτη της, μόνος σου κοίτα από κει και πέρα να μη σε δει που θα γλιστράς από την πόρτα".
10
Λοιπόν ο Γύγης, μια και δε γινόταν να ξεφύγει, δέχτηκε. Και ο Κανδαύλης, όταν είδε πως είναι ώρα για ύπνο, έμπασε τον Γύγη στο δωμάτιο, και αμέσως ύστερα παρουσιάστηκε και η γυναίκα του. Την ώρα που μπήκε κι απόθετε τα ρούχα της, τη θαύμαζε ο Γύγης. Μόλις ωστόσο βρέθηκε πίσω από την πλάτη της, καθώς η γυναίκα προχωρούσε στο κρεβάτι, γλίστρησε να βγει έξω. Όμως το μάτι της γυναίκας τον έπιασε την ώρα που εκείνος ξεγλιστρούσε. Ένιωσε τί της είχε κάνει ο άντρας της, εντούτοις ούτε φώναξε, παρ όλη την ντροπή της, ούτε και έδειξε πως το κατάλαβε, έχοντας στο νου της να εκδικηθεί τον Κανδαύλη. Γιατί στους Λυδούς, όπως επίσης και στους άλλους βαρβάρους, είναι ντροπή μεγάλη ακόμη και έναν άντρα να τον δουν γυμνό.
11
Τότε λοιπόν η βασίλισσα δίχως να δείξει το παραμικρό κράτησε την ψυχραιμία της. Αλλά μόλις ξημέρωσε, εξασφάλισε τη συμπαράσταση εκείνων των υπηρετών που τους ήξερε να της είναι απόλυτα έμπιστοι, και έστειλε να φωνάξουν τον Γύγη. Και αυτός, δίχως να του περάσει από το μυαλό ότι η βασίλισσα ξέρει το πράγμα, ήλθε στην πρόσκληση της. Γιατί συνήθιζε και πριν, κάθε φορά που εκείνη τον καλούσε, να έρχεται κοντά της. Μόλις έφτασε ο Γύγης, του μίλησε η γυναίκα και είπε: "Τώρα δύο δρόμοι σου ανοίγονται, Γύγη, και σου δίνω το δικαίωμα να πάρεις όποιον από τους δυο θέλεις: ή σκότωσε τον Κανδαύλη και πάρε εμένα και τη βασιλεία των Λυδών, ή ο ίδιος αμέσως τώρα πρέπει να πεθάνεις, για να μη βλέπεις στο εξής, με την τυφλή σου υπακοή στον Κανδαύλη, όσα δε σου επιτρέπεται. Αλλά ή εκείνος που τα μηχανεύτηκε αυτά πρέπει να αφανιστεί, ή εσύ που εμένα με είδες γυμνή, κάνοντας μία πράξη άπρεπη". Ο Γύγης στην αρχή τα έχασε με τα λόγια της, ύστερα την παρακαλούσε να μην τον φέρει στην ανάγκη να κάνει μια τέτοια εκλογή. Παρ' όλα αυτά δεν την έπειθε κι έβλεπε ότι η ανάγκη πραγματικά τον πίεζε να διαλέξει: ή να σκοτώσει τον κύριο του ή να αφήσει να τον σκοτώσουν αυτόν οι άλλοι -- διαλέγει να ζήσει ο ίδιος. Τότε λοιπόν πρόσθεσε την ακόλουθη ερώτηση: "Αφού με αναγκάζεις να σκοτώσω τον αφέντη μου, κι ας μην το θέλω, πες μου να ακούσω με ποιο τρόπο θα του επιτεθούμε". Και εκείνη πήρε το λόγο και είπε: "Από το ίδιο μέρος θά 'ρθει το χτύπημα, από όπου και κείνος με έδειξε γυμνή· πάνω στον ύπνο θα τον βρει".
12
Όταν κατέστρωσαν το σχέδιο, και είχε για καλά νυχτώσει (γιατί δεν είχε τρόπο πια ο Γύγης να ξεφύγει ούτε και υπήρχε λύση να απαλλαγεί, αλλά έπρεπε ή τον εαυτό του να αφανίσει ή τον Κανδαύλη), ακολουθούσε στον κοιτώνα τη γυναίκα που του έδωσε ένα μαχαίρι και τον έκρυψε πίσω από το ίδιο εκείνο θυρόφυλλο. Μετά, την ώρα που ο Κανδαύλης κοιμόταν, πετάχτηκε πίσω από την πόρτα και τον σκότωσε -- έτσι πήρε και τη γυναίκα του και τη βασιλεία του ο Γύγης. Τον θυμήθηκε τον Γύγη και ο Αρχίλοχος ο Πάριος, που έζησε στα ίδια χρόνια, σε ένα του στίχο.
13
Κέρδισε έτσι ο Γύγης τη βασιλεία και έγινε κρατερός με δελφικό χρησμό. Γιατί καθώς οι Λυδοί πήραν βαριά το πάθος του Κανδαύλη και σήκωσαν τα όπλα, ήρθαν τελικά σε συμβιβασμό οι στασιαστές του Γύγη και οι υπόλοιποι Λυδοί με τον όρο, αν το μαντείο δεχτεί να γίνει αυτός βασιλιάς των Λυδών, τότε να βασιλεύσει, αλλιώτικα να δώσει πίσω στους Ηρακλείδες την αρχή. Το μαντείο δέχτηκε κι έτσι βασίλευσε ο Γύγης. Τόσο μονάχα πρόσθεσε η Πυθία· ότι θα πέσει η εκδίκηση των Ηρακλειδών στον πέμπτο απόγονο του Γύγη. Όμως στο λόγο αυτόν ούτε οι Λυδοί ούτε οι βασιλιάδες τους δεν έδωσαν σημασία, παρά μόνον όταν εκπληρώθηκε.
Από το βιβλίο "Ηρόδοτος, Επτά Νουβέλες και Τρία Ανέκδοτα", Άγρα 1981.
Ευχαριστώ τον κ. Δ. Ν. Μαρωνίτη για την άδεια του να δημοσιευτούν τα δύο κείμενα στον Μ. Απόπλου
(http://archive.today/www.mikrosapoplous.gr/herodotus/herod-mar1m.html)



Αυτή είναι η ιστορία που μας παραδίδεται από τον Ηρόδοτο.
Πολλά συμπεράσματα για τους ανθρώπους φαίνονται μέσα απ' αυτήν.
  • Η αλαζονία της εξουσίας.
Ο βασιλιάς απαιτεί να αποδέχονται όλοι την άποψή του.
Είναι ικανός να μεταχειριστεί κάθε θεμιτό ή αθέμιτο μέσο για να την επιβάλει.
Είναι αμοραλιστής. Δεν τον ενδιαφέρουν οι ηθικοί νόμοι.
Υπερβαίνει τα εσκαμμένα και κάποτε τιμωρείται γι' αυτό.
Δεν αντιλαμβάνεται το ευμετάβλητο της ανθρώπινης τύχης και πως ο τροχός της τύχης που γυρίζει αιώνια, κάποια μέρα θα γυρίσει και εναντίον του.
Αλαζόνας, υπερφίαλος, ανήθικος, νομίζει ότι μπορεί να κινεί αιωνίως τους πάντες ως να ήταν μαριονέττες του.
Αν και υποταγμένος στην ύλη (σ.σ. στα λάφυρα της εξουσίας), νομίζει πως τελικά μπορεί να την υποτάξει αυτός.
Πώς μπορείς όμως να υποτάξεις αυτό στο οποίο είσαι εσύ ο ίδιος υποταγμένος;
  • Τα λάφυρα της εξουσίας.
Η γυναίκα στα αρχαία χρόνια (και ενίοτε και στα νεότερα) αποτελούσε το λάφυρο της εξουσίας.
Είναι η πραγματική εξουσία πίσω από τη διοικητική, που είναι ο βασιλιάς.
Όταν θεωρήσει πως αυτός (ο βασιλιάς) δεν ανταποκρίνεται πλέον στο ρόλο του, τον αντικαθιστά.
Αν η διοικητική εξουσία αντικαθίσταται, η υλική της υπόσταση είναι αναντικατάστατη.
Και εν τέλει αυτή αποφασίζει.
Ανεβοκατεβάζει στην εξουσία πρόσωπα κατά το δοκούν, με όποιο πρόσχημα θέλει.
Διότι η ύλη, το λάφυρο, αποφασίζει το διαχειριστή του και όχι ο διαχειριστής το λάφυρο.
  • Η τυφλή υπακοή του υπηκόου και η λαγνεία της εξουσίας.
Ο Γύγης είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα υπηκόου που ακολουθεί πιστά τον αφέντη του και εκτελεί, έστω και απρόθυμα, κάθε απόφασή του.
Ακόμη κι όταν η απόφασή του μπορεί να αποβεί ιδιαιτέρως επιζήμια γι' αυτόν.
Ακόμη κι όταν οι συνέπειες της υπακοής είναι καμιά φορά ακριβώς ίδιες με τις συνέπειες της ανυπακοής.
Ο έμπιστος ακόλουθος της διοίκησης είναι μικρόψυχος και, όταν έρθει η ώρα να τιμωρηθεί για την τυφλή του υπακοή, τότε την απαρνιέται και κοιτάζει το τομάρι του, ακολουθώντας τώρα τυφλά την πραγματική εξουσία, την ύλη.
Στο όνομα του προσωπικού οφέλους θυσιάζει εκείνον που προσκυνούσε μέχρι χθες, έτοιμος να προσκυνήσει άλλον τώρα.
Λειτουργεί ως μοναδιαίος όχλος και πάει κάθε φορά με τον εκάστοτε δυνατό.
Όταν μάλιστα μυριστεί την εξουσία, γυαλίζει το μάτι του και κάνει ό,τι περνά απ' το χέρι του για να την αποκτήσει.
  • Το σιωπηλό και αμέτοχο πλήθος των υπηκόων.
Παρακολουθούν παθητικά τα όσα συμβαίνουν στο κεφάλι τους.
Οι κάθε λογής εξουσίες αυθαιρετούν εις βάρος τους και αυτοί σιωπηλά παρακολουθούν το σήριαλ της ζωής τους να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια τους.
Κι αυτοί αδρανείς παρακολουθούν τις πάσης φύσεως ανομίες που εκτυλίσσονται στο επίπεδο της εξουσίας και περιμένουν τις θεϊκές εντολές για να αντιδράσουν ή όχι.
Όταν όμως, ο καθοριστής της κοινής γνώμης, ο αυτόκλητος κριτής του δικαίου, το Μαντείο των Δελφών, αποφανθεί υπέρ μιας κατάστασης, εκεί παύει και η όποια αμφισβήτηση.
Επιβάλλεται η ελέω θεϊκής σοφίας υπακοή.
 

http://toixo-toixo.blogspot.gr/2013/06/blog-post_5858.html




Ξαναγράφοντας τον Ηρόδοτο
Ο Δημήτριος Κορομηλάς δραματοποίησε επίσης την αφήγηση του αρχαίου συγγραφέα.
Η ηροδότεια «ιστορία» για τη «Γυναίκα του Κανδαύλη», έκανε το γύρο του κόσμου καθώς την αφηγείται μια από τις ηρωίδες της ταινίας του «Άγγλου ασθενούς» και απετέλεσε βασικό σεναριακό μοτίβο της. Το ίδιο θέμα από τον Ηρόδοτο έχει χρησιμοποιήσει ως δραματουργική αφετηρία η Μαργαρίτα Λυμπεράκη στο ομότιτλο θεατρικό της έργο, που ανέβασε το 1997 η Πειραματική σκηνή της «Τέχνης» στη Θεσσαλονίκη (σκηνοθέτης Ν. Χατζηπαπάς, ηθοπ Α. Φωτοπούλου). Πιστεύω  λοιπόν ότι αξίζει τον κόπο να ανατρέξουμε στις πηγές του νεοελληνικού Θεάτρου και να δούμε πώς δραματοποίησε ένας συγγραφέας του 19ου αιώνα την ίδια διήγηση του Ηρόδοτου για τον βασιλιά της Λυδίας, Κανδαύλη. ΌΔημήτριος Κορομηλάς καταθέτει για πρώτη φορά στο Θέατρο μας την «Κλυτία», ένα έμμετρο δράμα εμπνευσμένο από την περιπετειώδη αλλά και τραγική σχέση της ωραίας βασίλισσας με τον αλαζόνα σύζυγο της και τον φίλο του Γύγη, που περιέχει ορισμένα ερεθιστικά στοιχεία ελευθεριότητας, καινοφανή για την εποχή τους. Ο Κορομηλάς (1850-1898) υπήρξε ένας εξαιρετικά παραγωγικός συγγραφέας και κάλυψε με το πρωτότυπο έργο του ολόκληρη σχεδόν την τελευταία τριακονταετία του θεατρικού 19ου αιώνα. Οι επιδόσεις τους σε όλα τα είδη της κωμωδίας και του δράματος, η προσωπική του ενασχόληση με την οργάνωση ερασιτεχνικών παραστάσεων σε αθηναϊκά σαλόνια και στα ανάκτορα, οι σκηνοθετικές του προτάσεις για παραστάσεις αρχαίου δράματος (Αντιγόνη 1888), η προσήλωση του στην ιδέα της ίδρυσης εθνικού Θεάτρου στην Αθήνα, φανερώνουν την ευαισθησία του γύρω από τα θεατρικά πράγματα, μέσα σ' ένα ευρύ πεδίο αναζητήσεων,
Η προσφορά του λοιπόν δεν περιορίζεται μόνο στο πλαίσιο του. κωμειδυλλίου («Η τύχη της Μαρούλας», 1889) ή του δραματικού ειδυλλίου («Ο αγαπητικός της Βοσκοπούλας», 1891), δύο έργων που τον καθιέρωσαν στην ιστορία του νεοελληνικού θεάτρου, Ο δρόμος της γνωριμίας με τη θεατρική παραγωγή του πρέπει να περάσει πρώτα μέσα από τις μονόπρακτες και πολύ-πρακτες κωμωδίες και κυρίως από τα δράματα του. Ορισμένα από αυτά («Έρωτος θυσία», 1875, «Ακτίς εν σκότει», 1879) προετοιμάζουν το έδαφος και ανοίγουν τις προοπτικές για το οικογενειακό αστικό δράμα του Γρηγόριου Ξενόπουλου. Την περίοδο που ο συγγραφέας, σε νεαρή ακόμη ηλικία, συνειδητοποιεί τις σκηνικές κλίσεις και τα ενδιαφέροντα του, ο αθηναϊκός ρομαντισμός έχει κιόλας διαμορφώσει τη βασική του φυσιογνωμία. Η γραμμή του Α. Ρ. Ραγκαβή με τη «Φροσύνη» (1837), του Δ. Βερναρδάκη με τη «Μερόπη» (1866) και του Σπ. Βασιλειάδη με τη «Γαλάτεια» (1872) έχουν ήδη καθιερώσει τα πρότυπα της, τραγωδίας ή του δράματος σε λόγια γλώσσα, που άλλοτε ρέπουν προς την κλασική έμφαση και άλλοτε προς τη ρομαντική υπερβολή.
Και σ' αυτό το πεδίο των αρχαιότροπων δραμάτων, ο συγγραφέας επεξεργάζεται μια δική του πρωτότυπη πρόταση που διαφέρει ριζικά από την εθνικοδιδακτική τάση που ήθελε να επιβάλει κυρίως η σχολή Βερναρδάκη. Ήδη, το 1878 ο Κορομηλάς έγραψε την «Παγκάστη», ένα έμμετρο ερωτικό δράμα με τολμηρή δραματουργική λύση και θα ακολουθήσουν άλλα τρία έργα με γυναικείους τίτλους, δύο δράματα («Κλυτία», 1886, «Ευρυμέδη», 1889) και μία τρίπρακτη τραγωδία («Κάμμα«, 1885). Πρόκειται για την δραματική ανάπλαση γυναικείων μορφών από την ελληνική, την περσική και λατινική αρχαιότητα που διαφοροποιούνται από τα πρότυπα των τραγωδιών όπως αυτά επικρατούν στο θέατρο μέχρι εκείνη τη στιγμή, τόσο από την άποψη της επιλογής των θεμάτων και της δραματικής φόρμας τους όσο και από την άποψη των τεχνικών γραφής. Κυρίως όμως, ξεχωρίζουν από την υπόλοιπη παραγωγή της εποχής, τουλάχιστον ως προς τις προθέσεις του ίδιου του Κορομηλά, που αντικατοπτρίζουν νεωτερικές αντιλήψεις και βαθύτερους φιλοσοφικούς και αισθητικούς προσανατολισμούς. Από την ελαφρώς δραματική «Παγκάστη» ως την ρομαντική, ερωτικά απελπισμένη «Ευρυμέδη» μεσολαβούν αρκετά στάδια θεωρητικών και ιδεολογικοί αναζητήσεων του συγγραφέα. Παρ' όλα αυτά, η κριτική αγνοώντας ή υποτιμώντας τις ανανεωτικές διαθέσεις του Κορομηλά, αδίκησε αυτή τη σειρά των έργων του, στα οποία ανήκει και η «Κλυτία».
Η «Κλυτία» πρωτοκυκλοφόρησε στην Αθήνα το 1886. Τα πρόσωπα και οι καταστάσεις που βιώνουν μας παραπέμπουν κατά κύριο λόγο στη δομή της κλασικιστικής τραγωδίας με αρκετούς ρομαντικούς τόνους, κυρίως στην τελευταία πράξη όπου ετοιμάζεται και πραγματοποιείται ο φόνος του Κανδαύλη πάνω στη σκηνή. Η έκδοση περιλαμβάνει ένα προλογικό σημείωμα, όπου ο Κορομηλάς εξηγεί ότι εμπνεύστηκε την υπόθεση του έργου από την αφήγηση  του Ηροδότου την ιστορία «του βασιλέως Κανδαύλου» και παραθέτει σε υποσημείωση το πρωτότυπο κείμενο. Ένα πέπλο μυστηρίου καλύπτει το όνομα της όμορφης βασίλισσας της Λυδίας στην ηροδότεια εκδοχή. Ο Κορομηλάς επέλεξε το όνομα της (Κλυτία) από τις πληροφορίες που διασώζει η «Βιβλιοθήκη» του Φωτίου, δίνει σάρκα και οστά στην ανώνυμη και αινιγματική ηρωίδα και μεταφέρει τη γυναίκα του Κανδαύλη από το περιθώριο της διήγησης του Ηροδότου στο πρώτο πλάνο της δικής του δραματικής πλοκής. Κατά τα άλλα, η θεατρική επεξεργασία ακολουθεί τα βασικά συστατικά του μύθου.


Η Μαργαρίτα Λυμπεράκη και Η γυναίκα του Κανδαύλη
 

Ο δραματουργικός ιστός υφαίνεται σταδιακά γύρω από τη μορφή της ηρωίδας και παράλληλα με τη διαδρομή της στο έργο. Ωστόσο, ισότιμη θέση καταλαμβάνουν δίπλα της ο Κανδαύλης και ο αρχιστράτηγος του, ο Γύγης. Βασική επιδίωξη του Κορομηλά είναι να εκλογικεύσει το μύθο, να ζωντανέψει ολοκληρωμένα δραματικά πρόσωπα, να προσδώσει στο καθένα απ' αυτά ψυχολογικά κίνητρα συμπεριφοράς ικανά να τροφοδοτήσουν τις δραματικές εντάσεις και τις αντιθέσεις μεταξύ τους. Στο δράμα του Κορομηλά πλανάται η ιδέα της ειμαρμένης, ειδικά ένας χρησμός δυσμενής για την τύχη του Κανδαύλη, που ευθυγραμμίζει, απ' αυτή την πλευρά τα δεδομένα του έργου με την ηροδότεια ρήση «χρην γαρ Κανδαύλη γενέσθαι κακώς». Όμως, ό,τι συμβαίνει στο έργο και η τραγική του έκβαση, είναι τελικά αποτέλεσμα του χαρακτήρα, της συμπεριφοράς, της νοοτροπίας των πρωταγωνιστών του. Πέραν όμως από τα στοιχεία που οφείλει ο Κορομηλάς στον αρχαίο μύθο, η Κλυτία διαγράφεται ως μια ολοκληρωμένη γυναικεία προσωπικότητα με συγκροτημένο ψυχολογικό υπόβαθρο, που εκδικείται τον αίτιο του διασυρμού της και διαλέγει τελικά η ίδια το πεπρωμένο της. Ο Κορομηλάς καταφέρνει να οργανώσει μια τριπλή σχέση προσώπων που οδηγούνται στο τραγικό αδιέξοδο λόγω της φιλαυτίας, της έπαρσης και του αυταρχισμού του φορέα της πολιτικής εξουσίας, ενός βασιλιά. Τα ρεαλιστικά κίνητρα του συγγραφέα συμπυκνώνονται στη λύση του δράματος και στον τρόπο με τον οποίο κινεί τα νήματα των συμπεριφορών των ηρώων του. Απ' όσο γνωρίζουμε, το έργο δεν παραστάθηκε παρ' όλο που οι βασικοί ρόλοι του αποτελούν ισχυρές ερμηνευτικές προκλήσεις. Μπορούμε να υποθέσουμε πως το τολμηρό θέμα του γυμνού σώματος θα σκανδάλιζε το θεατρικό κοινό του προηγούμενου αιώνα και η θεατρική πρακτική της εποχής ακολουθούσε ξεκάθαρα μια πιο συντηρητική ηθική. σε αυτά τα θέματα. Πάντως, η παράσταση της Πειραματικής σκηνής της Θεσσαλονίκης το 1997, προσέφερε στην περίπτωση αυτή την ευκαιρία για να επανεκτιμηθεί η θεατρική παραγωγή ενός από τους πιο ενδιαφέροντες συγγραφείς του 19ου αιώνα.

Από άρθρο της Ρέας Γρηγορίου στην "Καθημερινή"

Δεν υπάρχουν σχόλια: