Για τρίτη φορά οι πολίτες ψήφισαν σ΄ εθνικές εκλογές χωρίς να σημειώνουν σταυρό προτίμησης στα ψηφοδέλτια.
Για τρίτη φορά οι πολίτες ψήφισαν σ΄ εθνικές εκλογές χωρίς να σημειώνουν σταυρό προτίμησης στα ψηφοδέλτια.
Σύμφωνα με τον εκλογικό
νόμο «σε περίπτωση που οι βουλευτικές εκλογές διενεργούνται μέσα σε
δεκαοκτώ μήνες από τις προηγούμενες, δεν εφαρμόζονται για τις εκλογές
αυτές οι περί εκλογής βουλευτών με σταυρό προτιμήσεως διατάξεις του
παρόντος, αλλά οι περί σειράς καταλήψεως εδρών διατάξεις (λίστα) του
Π.Δ. 152/1985, που επαναφέρονται σε ισχύ και εφαρμόζονται κάθε φορά για
την περίπτωση αυτή».
Στις περιπτώσεις εμπίπτει τόσο η τωρινή
ψηφοφορία (οχτώ μήνες μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015), όσο κι
εκείνη του Ιουνίου 2012 (έναν μήνα μετά την αναμέτρηση του Μαΐου 2012).
Η ισχύουσα εκλογική νομοθεσία (Ν.3636/2008 κυβέρνησης Κ. Καραμανλή, με
υπουργό Εσωτερικών τον σημερινό Πρόεδρο της Δημοκρατίας Πρ. Παυλόπουλο)
είχε ανασύρει από το «χρονοντούλαπο» την κατάργηση του σταυρού και την
καθιέρωση της κομματικής λίστας (δεσμευμένος συνδυασμός), που είχε
θεσπιστεί από την πρώτη κυβέρνηση του Ανδ. Παπανδρέου.
Μαζί μ' αυτό επέφερε κι ορισμένες άλλες ουσιαστικές αλλαγές στον
προηγούμενο «νόμο Σκανδαλίδη» (3231/2004). Κυριότερη και αμφιλεγόμενη
ήταν η αύξηση του «μπόνους» στο πρώτο κόμμα (50 έδρες από 40),
μεταβάλλοντας έτσι το θεωρητικό ποσοστό για την κατάκτηση της
αυτοδυναμίας (περίπου σε 40% από 42% και κυμαινόμενο αναλόγως από το
συνολικό ποσοστό των κομμάτων, που δεν συγκέντρωναν το όριο του 3% για
είσοδο στη Βουλή).
Το σκεπτικό στον «νόμο Παυλόπουλου» ήταν
τελείως διαφορετικά από κείνο της εισαγωγής του θεσμού της λίστας.
Σύμφωνα με τη δικαιολογητική επιχειρηματολογία, υπέρ της ρύθμισης στις
αμέσως προηγούμενες εκλογές έχει αποτυπωθεί η βούληση των ψηφοφόρων.
Αλλά για λόγους λειτουργικούς της Βουλής (μη ύπαρξη αυτοδυναμίας κ.α.)
επαναλαμβάνεται η δήλωση της λαϊκής βούλησης. Ετσι, από εκλογές γενικής
αντιπροσώπευσης, όπου ο ψηφοφόρος εκδηλώνει τη βούλησή του επιλέγοντας
υποψήφιο, έχουμε εκλογές όπου επιλέγεται κόμμα στο οποίο περιλαμβάνεται
ipso facto (αυτομάτως, από την ουσία του πράγματος) ο υποψήφιος
βουλευτής.
Το κόστος για τον βουλευτή
Σ' ένα άλλο επίπεδο η λίστα προβλέπεται ως μέσο προστασίας του βουλευτή από αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις, στις οποίες θα υποχρεωνόταν ν' αναλάβει δυσβάστακτο κόστος, με αποτέλεσμα να ευνοείται ο οικονομικά ισχυρότερος.
Στα μειονεκτήματα της λίστας κυρίαρχη θέση κατέχει
το γεγονός ότι ενισχύει τις εξουσίες του αρχηγού και του κόμματος, ενώ
παραλλήλως πλήττεται η αντιπροσωπευτικότητα της ψήφου.
Κοινή
διαχρονική παραδοχή, άλλωστε, κάθε φορά που προβάλλει το ερώτημα λίστα ή
σταυρός είναι ότι η πρώτη προϋποθέτει διαφανείς εσωκομματικές
δημοκρατικές διαδικασίες.
Ανεξαρτήτως πλεονεκτημάτων και
μειονεκτημάτων, μια από τις «παρενέργειες» της λίστας, όπως προκύπτει
από τις δυο προηγούμενες αναμετρήσεις, αλλά και την τωρινή προεκλογική
περίοδο, είναι ότι ενισχύει την προσωποποίηση του εκλογικού διλήμματος.
ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ ΑΠΟ ΤΟ 1963
Τα ψηφοδέλτια Επικρατείας ήταν ο... προάγγελος
Τα ψηφοδέλτια Επικρατείας ήταν ο... προάγγελος
Δεν είναι απολύτως ακριβές ότι η λίστα στις βουλευτικές εκλογές
εφαρμόζεται αύριο για τρίτη φορά μετά το 1985 και το 2012. Και δεν
εννοούμε εδώ τις ευρωεκλογές πριν θεσπιστεί και σ’ αυτές ο σταυρός
(2014). Σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις της μεταπολίτευσης ίσχυε εν
μέρει η λίστα. Πρόκειται, βεβαίως, για τα ψηφοδέλτια Επικρατείας.
Φαντάζει λίγο περίεργο σήμερα, αλλά ο θεσμός καθιερώθηκε πριν ακόμη ψηφιστεί το Σύνταγμα του 1975!
Η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας, με
συντακτική πράξη πρόσθεσε σχετικό εδάφιο στο Σύνταγμα του 1952 (είχε
τεθεί σε ισχύ εν μέρει). Με αυτό ένας αριθμός βουλευτών (μέχρι το 1/20
του συνόλου) θα εκλεγόταν με κατάλογο στις πρώτες μεταδικτατορικές
εκλογές.
Με τροποποίηση της εκλογικής νομοθεσίας ο αριθμός των
βουλευτών Επικρατείας ορίστηκε σε 12 και προσδιορίστηκε ο τρόπος
κατανομής στα κόμματα (ληστρικός, όπως και το εκλογικό σύστημα). Η ιδέα
ήταν «σύλληψη» του Κ. Καραμανλή από την προδικτατορική ακόμη περίοδο.
Στις προτάσεις της ΕΡΕ για την τροποποίηση μη θεμελιωδών άρθρων του
Συντάγματος το 1963 προβλεπόταν παρόμοιος θεσμός. Οπως τότε, έτσι και το
1974, διακηρυγμένος στόχος ήταν «ίνα καταστή δυνατή η ανάδειξις
περιορισμένου ποσοστού βουλευτών, βάσει της εκλογικής δυνάμεως των
κομμάτων, εξ ιδιαιτέρων καταλόγων υποψηφίων, προς διεύρυνσιν του κύκλου
των εισερχομένων εις την Βουλήν προσώπων».
«Αριστοκρατική» επιλογή
Η εισαγωγή του θεσμού το 1974 επικρίθηκε από τις πολιτικές δυνάμεις πέραν της ΝΔ και το μέτρο χαρακτηρίστηκε «αριστοκρατικό». Μετά μάλιστα από τις εκλογές έγιναν προσφυγές στο Ειδικό Δικαστήριο (Εκλογοδικείο) για την αντισυνταγματικότητα της λίστας, αλλά και για τον τρόπο κατανομής των εδρών (αναλογούσαν μόνο σε κόμματα που μετείχαν στη δεύτερη κατανομή των εδρών). Παρ’ όλα αυτά κρίθηκε συνταγματικός και οι «αριστίνδην βουλευτές» κατοχυρώθηκαν στο Σύνταγμα του 1975.
Στην πορεία του
θεσμού, μάλλον, δεν δικαιώθηκαν οι όποιες αγαθές προσδοκίες όσων τον
υποστήριξαν. Παρά τις εξαιρέσεις, κατέληξε ένα κοινό κομματικό εργαλείο
στα χέρια του αρχηγού και της ηγετικής ομάδας.
ΤΑ ΥΠΕΡ ΚΑΙ ΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΤΟΥ
Ο θεσμός που δίχασε τον πολιτικό κόσμο
Ο θεσμός που δίχασε τον πολιτικό κόσμο
Ο εκλογικός νόμος, προβλέποντας ότι εφόσον διεξαχθούν βουλευτικές
εκλογές εντός 18 μηνών από τις προηγούμενες, τότε αυτές διενεργούνται με
λίστα, παραπέμπει ρητά στην εκλογική νομοθεσία του 1985. Πρόκειται για
νομοθέτημα της πρώτης πρωθυπουργίας του Ανδρέα Παπανδρέου. Αυτό που
διαφοροποιεί εκείνο το διάταγμα από τα ισχύοντα σήμερα είναι ότι τότε
καθιερωνόταν ως πάγιο σύστημα η λίστα κι όχι κατ΄ εξαίρεση και υπό
προϋποθέσεις.
Η συζήτηση για την κατάργηση του σταυρού
προτίμησης, την εισαγωγή της λίστας ή κάποιου μεικτού συστήματος εκλογής
βουλευτών είχε ξεκινήσει από τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Για το
ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά συνολικά η κατάργηση του «επάρατου σταυρού»
(χαρακτηρισμός του Α. Παπανδρέου όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση) ήταν
θέση αρχής. Αν και για το κόμματα της παραδοσιακής Αριστεράς και ειδικά
το ΚΚΕ το ουσιαστικό δεν ήταν ο σταυρός είτε η λίστα, αλλά η θέσπιση
της απλής αναλογικής.
Διχασμένες ήταν οι απόψεις που
διατυπώνονταν στον χώρο της ΝΔ, της Δεξιάς ευρύτερα και του Κέντρου.
Ιδού ενδεικτικά μερικές απόψεις, όπως διατυπώθηκαν στην αρχική φάση της
συζήτησης:
- Π. Κανελλόπουλος: Ο σταυρός προτίμησης υπονομεύει όχι μόνο τα κόμματα, αλλά και ατομικές συνειδήσεις. Ενα μεγάλο ποσοστό πολιτών βάζει σταυρό καθ΄ υπαγόρευση.
- Γ. Μαύρος: Η σταυροδοσία μόνο ελαττώματα έχει και κανένα πλεονέκτημα. Αλλά η αντικατάσταση του σταυρού με τη λίστα δεν μπορεί να ευδοκιμήσει στην Ελλάδα.
- Κ. Καλλίας (ιστορικό στέλεχος της συντηρητικής παράταξης): Ο σταυρός υποθάλπει τη συναλλαγή, αλλά είναι δύσκολο να βρεθεί άλλο σύστημα εκλογής, με λιγότερα μειονεκτήματα και γενικώς παραδεκτό.
- Μ. Εβερτ: Το σύστημα του σταυρού έχει αρκετά πλεονεκτήματα, είναι πιο δημοκρατικό και αδιάβλητο. Κυρίως, επειδή μέσω του σταυρού συντελείται η ανανέωση του πολιτικού προσωπικού.
Την προβληματική (και την
«καταδίκη» του σταυρού) των συνταγματολόγων κι άλλων ειδικών συνοψίζει ο
καθηγητής Α. Μάνεσης ως εξής: «Ο σταυρός προτίμησης είναι συνάρτηση της
εκλογικής πελατείας και των προσωπικών σχέσεων που αποκτώνται επί
τούτω. Είτε στην καλύτερη περίπτωση με τη γραφική μέθοδο της κουμπαριάς,
είτε με τη συναλλαγή, αντιπαροχές και διαμεσολαβήσεις για την
εξυπηρέτηση ιδιωτικών υποθέσεων των ψηφοφόρων με θεμιτά και αθέμιτα
μέσα, ανάλογα με το πόσο αδίστακτος ή καταφερτζής ή κομπιναδόρος ή
καπάτσος για ρουσφέτι, μπαξίσια είναι ο ψηφοφόρος ή ο εκλεκτός υποψήφιος
-και ύστερα βουλευτής- ή και οι δύο. Και δεν είναι τυχαία αυτή η συρροή
ξενόγλωσσων σχετικών όρων. Ιδίως τουρκικών, που θυμίζουν τη ραγιάδικη
ιστορική καταγωγή αυτής της νοοτροπίας. Το κράτος δεν θεωρείται απλώς
εχθρικό, αλλά ιδίως δυσπρόσιτο. Ο πολίτης πιστεύει ότι μόνο με τη
μεσολάβηση μπορεί ν΄ αποκτήσει προσβάσεις στην κρατική γραφειοκρατία και
να εισακουστεί. Ο σταυρός προτίμησης καλλιεργεί και καθαγιάζει την
αντίληψη του μέσου...».
Ο σταυρός, λοιπόν, ήταν βασικός πυλώνας
του πελατειακού συστήματος κατά γενική ομολογία, αν και με αποχρώσεις.
Κατεξοχήν του κράτους της Δεξιάς, μέχρι να γίνει «κτήμα» αργότερα του
δικομματισμού.
Η κατάργηση του σταυρού, στις συνθήκες οργάνωσης
του πρώιμου μεταπολιτευτικού κομματικού συστήματος, ήταν ένα δημοκρατικό
αίτημα. Ετσι, αμέσως μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Α.
Παπανδρέου και κατά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων στη Βουλή
τον Οκτώβριο του 1981, διακηρύχτηκε η κατάργηση του σταυρού προτίμησης.
Αποτυχία
Το σχετικό νομοσχέδιο θα κατατεθεί στη Βουλή τον επόμενο χρόνο και θα γίνει νόμος του κράτους (ν. 1303/82). «Θέλουμε», δήλωνε ο Α. Παπανδρέου, «να καταξιώσουμε τον βουλευτή ως εκπρόσωπο του έθνους, να ενισχύσουμε τον ρόλο των κομμάτων, να τα υποβοηθήσουμε στη μετεξέλιξή τους σε κόμματα αρχών, να θέσουμε τέρμα στον κομματάρχη και στις προσωπικές διαμάχες».
Η εφαρμογή του, όμως, στις πρώτες εκλογές του 1985,
δεν δικαίωσε τους «σταυρομάχους». Τα περισσότερα πλεονεκτήματα που
επικαλούνταν δεν φάνηκε να λειτουργούν. Ούτε η ανανέωση του πολιτικού
προσωπικού επήλθε, ούτε οι ρουσφετολογικές σχέσεις αντιμετωπίστηκαν.
Πολύ γρήγορα, άλλωστε, αποδείχτηκε ότι το πελατειακό σύστημα από τα
χέρια του βουλευτή πέρασε στους κομματικούς μηχανισμούς. Ο τρόπος που
εφαρμόστηκε η λίστα αποκλειστικά από τους αρχηγούς του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ
(ο Κ. Μητσοτάκης είχε στο μεταξύ εκλεγεί πρόεδρος της ΝΔ), εξουδετέρωσε
τα θεωρητικά πλεονεκτήματα της κατάργησης του σταυρού προτίμησης. Η
«καταδίκη» της λίστας με την αρχηγική δομή των κομμάτων ήταν δεδομένη...
Αμφισβήτηση
Το «μνημόσυνο» έγινε πολύ γρήγορα
Το «μνημόσυνο» έγινε πολύ γρήγορα
Η αμφισβήτηση της λίστας προέκυψε πολύ γρήγορα. Ηδη από τα τέλη του
1986 το ζήτημα αρχίζει να διχάζει. Στην πορεία το κόμμα της Δημοκρατικής
Ανανέωσης (Κ. Στεφανόπουλος) θα προτείνει στη Βουλή την επαναφορά του
σταυρού. Η πρόταση απορρίπτεται, αλλά οι συσχετισμοί, σε επίπεδο
ηγετικών ομάδων του δικομματισμού, ευνοούν την επαναφορά του
προηγούμενου καθεστώτος. Ηγετικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ πολύ γρήγορα έσπευσαν
να μιλούν για το «λάθος» της λίστας. Οι αντιρρήσεις τους συνοψίζονται
εύγλωττα σε μια δήλωση ενός από τους υπουργούς που είχε πρωτοστατήσει
για τη λίστα: «O λαός θεωρεί τους βουλευτές της λίστας μειωμένου κύρους.
Συκοφαντίες και καμαρίλα
Oι βολεμένοι δεν περνούσαν ούτε για... καλημέρα από τις περιφέρειές τους. Aντί για επίλυση των τοπικών υποθέσεων, επιδίδονταν σε έναν ανηλεή πόλεμο συκοφαντίας και καμαρίλας με τους συνυποψηφίους τους για τις εκλόγιμες θέσεις!».
Το «μνημόσυνο» της λίστας θα κάνει ο υπουργός
Εσωτερικών Α. Τσοχατζόπουλος εν όψει των εκλογών του 1989: «Δεν έχουμε
αλλάξει θέση. Πιστεύουμε ότι ο λαός εξυπηρετείται καλύτερα με τη λίστα.
Aλλά δεν καταφέραμε ως ΠAΣOK και κόμματα να προωθήσουμε διαδικασίες που
να κάνουν αποδεκτές τις επιλογές των κομμάτων ώστε να μη δίδεται η
εντύπωση στον πολίτη ότι στερείται του δικαιώματος επιλογής των
προσώπων, πέραν του δικαιώματος επιλογής των κομμάτων. Προχωρούμε,
λοιπόν, στην επαναφορά του σταυρού». Από το όλο εγχείρημα έμεινε μόνο η
λίστα υπό προϋποθέσεις. Στο μεταξύ προτάθηκαν κατά καιρούς διάφορα
μεικτά εκλογικά συστήματα, αλλά κανένα δεν έφτασε στη Βουλή προς
ψήφιση...
Τ. Κατσιμάρδος
katsimar@yahoo.gr
http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22767&subid=2&pubid=64252582
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου