"ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΟΠΟΙΙΑ 1940-1941"
Στο σημείο τούτο, κάνει την είσοδο της στην πολεμική σκηνή η Ταξιαρχία Ιππικού.
Ερχόταν από τα Γρεβενά και πορευόταν προς το Δούτσικο, κάπου δεκαπέντε χιλιόμετρα σ' ευθεία γραμμή, ανατολικά της Σαμαρίνας. Διοικητής της ο συνταγματάρχης Σωκράτης Δημάρατος. Καθώς η κατάσταση στο Μέτωπο της Πίνδου ήταν ακόμη συγκεχυμένη, η ταξιαρχία ανέβαινε προς τη γραμμή της φωτιάς σε κατάσταση μεγάλης ανησυχίας. Έπρεπε να προφτάσει να φράξει τον δρόμο προς τη Δυτική Μακεδονία, γιατί ο εχθρός, έλεγαν, είχε σπάσει το μέτωπο, κατέβηκε στη Σαμαρίνα.
Στα Γρεβενά, η ταραχή ήταν διάχυτη, διαδόσεις κυκλοφορούσαν ανεξακρίβωτες για την κατάσταση του μετώπου. Η ταξιαρχία που για το ταχύτερο είχε προωθηθεί με αυτοκίνητα συναγμένα όπως όπως, ενώ τ’ άλογα της ακολουθούσαν σε δεύτερο κλιμάκιο, πορευόταν την 1η Νοεμβρίου με πολλές δυσκολίες: Οι μεγάλες βροχές είχαν κάνει τον δρόμο Γρεβενά-Δούτσικο βούρκο αδιάβατο, τ' αυτοκίνητα βούλιαζαν, αγκομαχούσαν να μην ξεμείνουν. Όμως οι χωρικοί ήταν εκεί: είχανε συναχτεί από μόνοι τους νύχτα, περίμεναν τον στρατό να τον βοηθήσουν. Έκοβαν δέντρα, τα έστρωναν χάμου με τα κλαδιά τους, επιχωμάτωναν τους λάκκους. Από τα βουνά αντίκρυ, καθώς η ταξιαρχία προχωρούσε, φαίνονταν να κατηφορίζουν γυναικόπαιδα και κοπάδια, ένας κόσμος ξεσπιτωμένος, που έφευγε μπροστά στη βουή του πολέμου. Οι ειδήσεις που έφερναν μαζί τους ήταν θολές, η διοίκηση της ταξιαρχίας δεν μπορούσε να τις συναρμολογήσει, να βγάλει συμπέρασμα τι γίνεται εκεί απάνω· Χρειάστηκε ν' αλλάξει η φάλαγγα σχηματισμό από φόβο μήπως φτάσει πολύ αργά: έστειλε εμπρός τα ελαφρότερα οχήματα με το τμήμα που θα πεζομαχούσε και κράτησε πίσω την πυροβολαρχία της. Έφτασαν στο Δούτσικο στις δεκάμισι το πρωί, ύστερα από ολονύχτιο ταξίδι σε λασπωμένες ανηφοριές. Το χωριό ήταν έρημο· μονάχα καμιά δεκαριά χωροφύλακες είχαν απομείνει.
Δίχως να χάνει καιρό ο Δημάρατος κατέβασε τους άντρες του από τ’ αυτοκίνητα, τους σύναξε, τους είπε ποια είναι η περίσταση, ποια η αποστολή τους. Ύστερα, με τους χωροφύλακες για οδηγούς στα μονοπάτια του βουνού, τους έστειλε ν' ανέβουν και να πιάσουν το ύψωμα, τη Σκούρτζα. Εκεί τους βρήκαν το ίδιο απόγεμα οι άντρες του Τάγματος Πανταζή, που είχε χτυπηθεί με τους Ιταλούς στον Ρωμιό κι οπισθοχωρούσε. Ο Δημάρατος το πρόσταξε να πιάσει το άλλο ύψωμα, την Αννίτσα, στ' αριστερά του.
Ο καιρός όσο πήγαινε και ψύχραινε, φύσαγε άνεμος κοφτερός, παγερή ερχόταν η νύχτα. Στις πρόχειρες θέσεις τους οι λιγοστοί άντρες του Δημάρατου, δίχως πολυβόλα, με την πυροβολαρχία τους πίσω μακριά, κοντά στο Δούτσικο, έξω από απόσταση βολής, γιατί η κακοτοπιά δεν την άφηνε να ζυγώσει, περίμεναν τον εχθρό. Τη νύχτα εκείνη οι Ιταλοί βρίσκονταν στη Σαμαρίνα και στο Παλιοσέ-λι, με κατεύθυνση προς το Δίστρατο. Η απειλή κατά του κέντρου του Ελληνικού Μετώπου ζύγωνε στην κορυφαία της φάση.
Στις τρεις από τα μεσάνυχτα, ο Δημάρατος στέλνει διαταγή στο Τάγμα της Αννίτσας να είναι έτοιμο τα χαράματα για επίθεση. Αντικειμενικός σκοπός το εμπρός του ύψωμα Ρέντα. Περισσότερο όμως από μια κατάληψη θέσεων, πρόωρη ακόμα, σκοπός του Δημάρατου ήτανε να τονώσει με τη δράση το ηθικό των τμημάτων, το βαλαντωμένο από την αδιάκοπη παθητικότητα. Στις τέσσερις τ’ απόγεμα της 2ας Νοεμβρίου, η επίθεση εκδηλώνεται από δύο κατευθύνσεις, από τη Σκούρτζα με την εκεί ελαφριά ίλη της ταξιαρχίας κι από την Αννίτσα με το Τάγμα Πανταζή. Πυροβολικό δεν υποστήριζε την επίθεση, γιατί δεν έφταναν ως εκεί οι βολές του.
Η ελαφριά ίλη προχώρησε ανενόχλητη ως το ύψωμα Μπαλή, ανάμεσα Σκούρτζα και Ρέντα, από τη Ρέντα όμως οι Ιταλοί άνοιξαν φωτιά δυνατή, καθήλωσαν τα ελληνικά τμήματα. Αργότερα, αναγκάστηκαν και τα δύο να συμπτυχθούν στις αρχικές τους θέσεις. Η διοίκηση της Μεραρχίας Τζούλια, τη νύχτα εκείνη, βρισκότανε στο Δίστρατο, οι δυνάμεις της απλωμένες στην περιοχή νοτιανατολικά του Σμόλικα, στο τρίγωνο Παλιοσέλι-Δίστρατο-Σαμαρίνα. Αλλά και το ελληνικό Γενικό Στρατηγείο συγκροτούσε ολοένα, βιαστικά, νέα τμήματα, τα έστελνε απανωτά στην Πίνδο.
Ήταν ένας αγώνας ποιος θα πρωτοπρολάβει: οι Ιταλοί να κόψουν στα δύο την ελληνική παράταξη την ακόμα αδύναμη ή οι Έλληνες να κλείσουν τα χείλη της πληγής μεταγγίζοντας γρήγορα νέο αίμα;
Την ίδια εκείνη ημέρα, η Ι Μεραρχία συνέχισε την προσπάθεια της προς τη Φούρκα και το Ταμπούρι. Οι κάτοικοι της Φούρκας, που είχαν παρατήσει το χωριό τους και είχαν κρυφτεί στο δάσος της βουνοπλαγιάς, άκουσαν μέσα στη νύχτα, στην αντικρινή ραχούλα, την ιαχή «Αέρα!... αέρα!...». Το συγκρότημα Δαβάκη εξορμούσε στις μικρές ώρες και κυρίευε τον Προφήτη Ηλία. Στις πέντε παρά τέταρτο πριν ξημερώσει, ο Δαβάκης ανέφερε στον μέραρχο την κατάληψη του υψώματος και την πρόθεση του να συνεχίσει την επίθεση το πρωί. Ζητούσε ενισχύσεις. Στις τρεις τ' απόγεμα, ένας λόχος έμπαινε τη Φούρκα, ενώ άλλος λόχος ετοιμαζόταν να εξορμήσει, μισή ώρα αργότερα, προς το Ταμπούρι. Όμως οι Ιταλοί από το Κάντζικο, κάπου πέντε χιλιόμετρα προς τον βοριά, είχαν αρχίσει να πορεύονται κι αυτοί προς το Ταμπούρι. Η συγκέντρωση τους γι' αντεπίθεση, που γινόταν δεξιά και κάτω από τον Προφήτη Ηλία, αναφέρθηκε στον Δαβάκη· εκείνος πήρε μαζί του τον ανθυπολοχαγό Σπυρόπουλο και προχώρησε να ιδεί, να κατατοπιστεί. Εκεί είναι που καθώς έδινε οδηγίες να προωθηθεί μια διμοιρία γι’ αναγνώριση, δέχτηκε μια σφαίρα στο στήθος του, έπεσε με τραύμα διαμπερές. Τη διοίκηση του συγκροτήματος θα την ανελάμβανε πια ο ταγματάρχης Καραβιάς, διοικητής του τάγματος που είχε σταλεί από τη μεραρχία στον Δαβάκη για ενίσχυση.
Η αντεπίθεση των Ιταλών εκδηλώθηκε με σφοδρότητα στο δεξί του Προφήτη Ηλία. Άμεση ελληνική αντεπίθεση, με τον Καράβια επικεφαλής, τους έριξε πίσω. Στο μεταξύ, ο λόχος που είχε πάρει τη Φούρκα, κυρίευε και το προς τα νοτιοδυτικά της ύψωμα Λιάγκη. Βήμα το βήμα, με αίμα, τα ελληνικά τμήματα είχαν αρχίσει ν’ απωθούν τον εχθρό, να ξαναπαίρνουν τα χώματα που είχε πατήσει εκείνος τις πρώτες ημέρες του αιφνιδιασμού, τις ώρες της παραζάλης.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Αγγελου Τερζάκη
"ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΟΠΟΙΙΑ 1940-1941"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου