Η
ΓΡΟΙΛΑΝΔΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ
Είναι γνωστή η ιστορία του
Σουηδού κλιματολόγου Konrad Steffen που πέρασε πάνω από 18 και πλέον χρόνια
χτίζοντας και συντηρώντας μετεωρολογικούς σταθμούς στη Γροιλανδία. Ο Steffen πιστεύει
πως οι εξελίξεις σε ό,τι αφορά τις μεταβολές του κλίματος είναι δραματικότερες
απ' ό,τι θέλουμε να πιστεύουμε. Οι υπολογισμοί του λένε ότι έως το 2100 η
στάθμη της θάλασσας ενδέχεται να ανέβει έως και 91 εκατοστά σε όλο τον πλανήτη,
κάτι που θα έχει τραγικές συνέπειες.
Η Γροιλανδία θεωρείται,
για πολλούς λόγους, κλιματικό «θερμόμετρο» που μας δείχνει πού πάνε τα
πράγματα. Καλύπτεται από πάγους σε ποσοστό 80%. Οι πάγοι αυτοί είναι εξαιρετικά
ευαίσθητοι στις αλλαγές και παίζουν ρόλο τόσο στην κίνηση των θαλάσσιων
ρευμάτων από και προς τους πόλους -τα οποία ρυθμίζουν την κλιματική ισορροπία-
όσο και στην εξέλιξη των οικολογικών συστημάτων στο Βόρειο Ημισφαίριο.
Οι πρώτες ρηξικέλευθες θεωρίες για το κλίμα
και τη λειτουργία του διατυπώθηκαν κατά τη δεκαετία του 1910. «Η θεωρία του
πολικού μετώπου ως μεθόδου γιά την πρόβλεψη σχηματισμού και της δύναμης των κυκλώνων
πλησίον της Γροιλανδίας και της Νορβηγίας διατυπώθηκε κατά πρώτον από τον
δόκτορα Μπίρκνες το 1910. Ο σερ Νάπιεν Σώου υπολόγισε ότι εις το Βόρειο Ημισφαίριο ο όγκος του αέρος υπερβαίνει
τον μέσον όρον κατά πέντε δισεκατομμύρια τόνους τον Ιανουάριο και μειώνεται
κατά το αυτό ποσόν κάτω του μέσου όρου τον Ιούλιο. Η κίνησης
των γιγαντιαίων αυτών δυνάμεων κυβερνάται από ορισμένους νόμους. Μόνο όταν μάθουμε
τα χαρακτηριστικά του πολικού κλίματος θα μπορέσουμε να καθορίσουμε την σχέση
μεταξύ του κλίματος αυτού και του ιδικού μας και να προβλέψουμε τον καιρόν που
θα κάμει στις μεγάλες γεωργικές χώρες. Οι μεταβολές των παγωμένων εκτάσεων στην
Αρκτική και την Ανταρκτική ασκούν μεγάλη επίδραση επί των μετεωρολογικών συνθηκών
ολοκλήρου της Υδρογείου», γράφει το 1931 ο σερ Hubert Wilkins, ένας τολμηρός
ερευνητής που επιχείρησε πτήσεις πάνω από την Αρκτική και την Ανταρκτική, και η
πρόθεση του είναι να ξαναπάει στο Βόρειο Πόλο με υποβρύχιο.
Οι δεκαετίες του 1920 και
του 1930 σφραγίζονται από παράτολμους εξερευνητές που προσπαθούν να μελετήσουν
τη Γροιλανδία με όλα τα μέσα και να φτάσουν από εκεί στο Βόρειο Πόλο. Πολλοί
έχασαν τη ζωή τους σε αυτό τον αγώνα. Η Γροιλανδία ήταν το σκαλοπάτι που έπρεπε
απαραιτήτως να ανέβουν για την κατάκτηση του Βόρειου Πόλου, την ολοκλήρωση της
χαρτογράφησης του και την κατανόηση του παγκόσμιου κλίματος.
«Κατά τον Μάιον του 1925 ο
Αμούνδσεν ξεκίνησε με αεροπλάνο προς κατάκτηση του Βόρειου Πόλου και η
μεγαλύτερα ανησυχία επεκράτησε διά την τύχην του», γράφει η Καθημερινή τον
Ιούνιο του 1928. «Το (σ.σ. εξερευνητικό πλοίο) "Διατί 'Όχι;" ετοιμάστηκε
να πλεύση προς τον Πόλο. Μόλις όμως είχαν τελειώσει οι προπαρασκευές ο
εξερευνητής επέστρεψε σώος και αβλαβής. Το "Διατί Όχι;" έλαβε διαταγή
να περιορίσει την εξερευνητική του αποστολή στις νήσους Φερόε, Ζαν Μαιέν και
την Ισλανδία. Η νήσος Ζαν Μαιέν, η ακατάλληλος άλλοτε δι' ανθρώπους, έχει γίνει
τώρα ακρότατος μετεωρολογικός σταθμός χάρις στην τόλμη και την πρωτοβουλία των
Νορβηγών. Τρείς σοφοί διαμένουν στο νησί αυτό το χαμένο στον Αρκτικό Ωκεανό και
στέλλουν καθημερινώς πληροφορίας σι οποίοι συμβάλλουν εις την κατάρτισιν
καιρικών χαρτών». Μέγα επιστημονικό ερώτημα τότε (αλλά και τώρα): το Βάθος των
πάγων και η λειτουργία τους. «Ο καθορισμός του βάθους των πάγων στο κέντρο της
Γροιλανδίας, το οποίον πέτυχε μια Γερμανική εξερευνητική αποστολή διά της
μεθόδου της ηχοσκοπήσεως -βρέθηκε ίσον προς 8850 πόδας και έλυσε ένα αίνιγμα το
οποίον από των πρώτων ημερών των πολικών εξερευνήσεων απασχολούσε τους ερευνητές»,
μας ενημερώνει η Καθημερινή το Σεπτέμβριο του 1931.
Κατά τη δεκαετία του 1940
η Γροιλανδία απασχόλησε τον Τύπο γεωστρατηγικά και πολεμικά, αφού Ναζί, Δανοί
και Αμερικανοί ανταγωνίζονται για τον έλεγχό της και τη δημιουργία βάσεων. Το
1960 εμφανίζεται για πρώτη φορά στα δημοσιεύματα της Καθημερινής η λέξη
«οικολογία» και η Γροιλανδία γίνεται ξανά στις αφηγήσεις της εποχής η ιδανική
εξέδρα για την επιστημονική μελέτη και κατανόηση του κλίματος.
Από άρθρο του Ματθαίου Τσιμιτάκη
στο Popular
Science
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου