Η
Ελληνική εμπορική ναυτιλία και ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος
Η συμβολή της Ελληνικής
Εμπορικής Ναυτιλίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε τεράστια, πολύπλευρη και
ανεκτίμητη, είχε όμως και μεγάλο τίμημα τόσο για τον ναυτιλιακό στόλο μας, όσο
και σε ανθρώπινο δυναμικό. Παρ’ όλα αυτά όμως κατάφερε να ανέβει από την
απόλυτη καταστροφή στην αναγέννηση και την παγκόσμια επικράτηση.
Το 1939, όταν ξέσπασε ο Β’
Παγκόσμιος Πόλεμος, η Ελληνική Εμπορική Ναυτιλία βρισκόταν στην ένατη θέση
παγκοσμίως, έχοντας στην κατοχή της 577 πλοία. Αριθμούσε σε όλα τα μήκη και
πλάτη της υδρογείου 577 ατμόπλοια, συνολικής χωρητικότητας 1.666.859 τόνων, υπό
ελληνική σημαία. Επιπρόσθετα υπήρχαν 124 ατμόπλοια συνολικής χωρητικότητας
454.318 τόνων υπό ξένη σημαία. Έχοντας αυτό το πλεονέκτημα η Ελλάδα μπόρεσε να
συνεισφέρει και να παίξει αξιόλογο ρόλο στις εξελίξεις της περιόδου.
Όπως ανέφερε κάποια στιγμή
ο καθηγητής Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας,
Χρήστος Νίκας, σε μια επετειακή ομιλία του «παρότι η Ελλάδα έμεινε ουδέτερη από την έναρξη
-την 1 Σεπτεμβρίου 1939- του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι την εναντίον της
ελληνική επίθεση της 28ης Οκτωβρίου 1940, η τότε ελληνική κυβέρνηση έθεσε
αμέσως στη διάθεση των Συμμάχων τον υπό ελληνική σημαία εμπορικό στόλο, από την
πρώτη κιόλας ημέρα του πολέμου». Όμως αυτό είχε και τις επιπτώσεις του.
Ήδη από το Σεπτέμβριο του
1939, οι οδηγίες στα γερμανικά υποβρύχια ήταν να επιτίθενται στα ελληνικά
εμπορικά πλοία, καθώς θεωρούνταν εχθρικά, ως συνεργαζόμενα με τις αγγλικές
δυνάμεις. Παρόλο που οι διεθνείς κανονισμοί της εποχής όριζαν ότι πρέπει να
διαπιστωθεί αν το φορτίο των πλοίων μετέφερε πολεμικό υλικό, τα γερμανικά
αεροσκάφη και υποβρύχια δε δίσταζαν να καταπατούν το διεθνές δίκαιο και να τα
βυθίζουν. Επιπλέον, έπρεπε το πλοίο να εκκενωθεί πριν την βύθισή του. Ωστόσο
όχι μόνο πολλά εμπορικά τορπιλίστηκαν χωρίς να γίνει κανένας έλεγχος και χωρίς
να διασωθεί το πλήρωμα, αλλά τα γερμανικά υποβρύχια φρόντιζαν να τα βυθίζουν
επανδρωμένα μόλις τα εντόπιζαν.
Τα ελληνικά εμπορικά πλοία
αργοκίνητα λόγω παλαιότητας, κινούμενα με κάρβουνο και με ελάχιστα σύγχρονα για
την εποχή μέσα, γίνονταν εύκολοι στόχοι. Αρκεί να σημειωθεί ότι κατά τον Β’ ΠΠ
βυθίστηκε ο μισός περίπου εμπορικός στόλος της Ελλάδας και τις περισσότερες
φορές χανόταν όλο το πλήρωμα.
Όμως το ελληνικό εμπορικό
ναυτικό συνέχισε να υπηρετεί τις συμμαχικές ανάγκες, όχι μόνο μέχρι την
απελευθέρωση της Ελλάδας τον Οκτώβριο του 1944, αλλά και μέχρι την ολοκληρωτική
συντριβή του Άξονα τον Αύγουστο 1945.
Στον πόλεμο η Ελλάδα
συμμετείχε με περίπου 600 πλοία του εμπορικού ναυτικού και 20.000 ναυτικούς.
Από τα πλοία αυτά τα 320 ήταν ωκεανόπλοια στα οποία υπηρετούσαν 10.000
ναυτικοί.
Συντελέστηκε όμως μία
καταστροφή στον ελληνικό ναυτιλιακό στόλο, που έχασε όχι μόνο πλοία, αλλά και
τεράστιο αριθμό ανθρώπινου δυναμικού. Το τίμημα των εχθροπραξιών ήταν βαρύ για
το Ελληνικό Εμπορικό Ναυτικό (ΕΕΝ). Συνολικά εκτιμάται πως ο αριθμός των πλοίων
που καταγράφηκαν ως χαμένα έφτασαν τα 975 σε αριθμό, εκ των οποίων 52 ήταν
επιβατηγά, 372 φορτηγά και 551 ιστιοφόρα.
Οι θυσίες σε πλοία και
προσωπικό του ΕΕΝ συνεχίστηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα ακόμη και μετά το
τέλος του Β’ ΠΠ μέχρι να εκκαθαριστούν οι νάρκες που είχαν ποντιστεί σε μεγάλες
αριθμούς στις διάφορες θάλασσες.
Οι μεγαλύτερες απώλειες
του ΕΕΝ, όπως διευκρίνισε ο κ. Νίκας, οφείλονται στη δράση των γερμανικών
υποβρυχίων κυρίως στον Ατλαντικό Ωκεανό.
«Είναι αξιοσημείωτο ότι
κατά το ίδιο διάστημα επιχειρούσαν κατά μέσο όρο μόνο περί τα έξι γερμανικά
υποβρύχια, τα οποία βύθισαν περισσότερα από 1000 συμμαχικά φορτηγά πλοία, που
μετέφεραν άνω των 34 εκατομμυρίων τόνων πολύτιμου φορτίου. Το ποσοστό απωλειών
του ελληνόκτητου εμπορικού στόλου επί του συνόλου ανήλθε σε 72%. Την επομένη
του πολέμου η Ελλάδα βρίσκεται με 152 πλοία συνολικής χωρητικότητας 530.000
τόνων, έχοντας απολέσει το 77% των πλοίων της και το 73% της χωρητικότητά της.
Στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο η
Ελλάδα πολέμησε, αντιστάθηκε, υποτάχθηκε, αγωνίστηκε και τελικά επέζησε και
μάλιστα ευρισκόμενη στη μεριά των νικητών. Το τίμημα όμως που πλήρωσε ήταν πολύ
βαρύ και δυστυχώς η ανταμοιβή που εισέπραξε ήταν δυσανάλογη των απωλειών της.
Από ομιλία του καθηγητή κ. Νίκα και από άλλες διαδικτυακές
πηγές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου