TΡΑΠΕΖΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ
Ήταν το 1965, όταν μια
πρωτοποριακή υπηρεσία Ηλεκτρονικών Υπολογιστών (Η/Υ) έκανε την εμφάνιση της στη
Βοστώνη. Αν και είχε δημιουργηθεί μόλις πριν δύο χρόνια, η Key Data Corporation
λάνσαρε ένα δίκτυο από τερματικά που, συνδεόμενα μ' ένα κεντρικό υπολογιστή υπολογιστή
Univac 191, έδιναν τη δυνατότητα σ' ένα μεγάλο φάσμα επιχειρήσεων να
επικοινωνούν μέσω των τηλεφωνικών γραμμών με μια κεντρική βάση δεδομένων,
αντλώντας πλήθος πληροφοριών.
Το χαμηλό σχετικά κόστος,
η ευρύτητα των πληροφοριών και η ευκολία πρόσβασης τράβηξαν το ενδιαφέρον
μεγάλων εταιριών και οργανισμών, αλλά και διορατικών ελεύθερων επαγγελματιών
που γρήγορα συνειδητοποίησαν ότι η νέα αυτή ανακάλυψη αποτελούσε ένα σπουδαίο
μέσο για την επέκταση των δραστηριοτήτων τους.
Καθώς το δίκτυο των
τηλεφωνικών γραμμών ήταν τεράστιο σε έκταση και, κυρίως, επειδή προσφερόταν για
χρήση απ' τον κάθε ιδιοκτήτη Η/Υ, ήταν ιδανικό για τη δουλειά αυτή! Άλλωστε,
δεν υπήρχε και άλλο ανάλογο δίκτυο και το να κατασκευαστεί κάποιο νέο, ειδικά
για την επικοινωνία των υπολογιστών, απαιτούσε τεράστια έξοδα απαγορευτικά για
την εξέλιξη μιας ιδέας που ακόμα βρισκόταν σε πειραματικό στάδιο. Εξάλλου, κάτι
τέτοιο θα ήταν και εξαιρετικά χρονοβόρο. Απ' την άλλη μεριά, για να
χρησιμοποιηθούν οι τηλεφωνικές γραμμές έπρεπε να ξεπεραστούν κάποιες σημαντικές
τεχνικές δυσκολίες. Οι γραμμές αυτές μεταφέρουν τον ήχο, αφού το τηλέφωνο τον
μετατρέψει σε ηλεκτρική τάση, της οποίας η συχνότητα ποικίλλει ανάλογα με τη
χροιά και την ένταση της φωνής. Ο Η/Υ δίνει τις πληροφορίες σε ψηφιακή μορφή
σαν ένα κύμα ηλεκτρικών παλμών.
Η προφανής ασυμβατότητα
των δύο μέσων αντιμετωπίστηκε με τις, γνωστές σε όλους σήμερα, συσκευές μόντεμ
(modem).
Η λέξη μόντεμ σχηματίζεται από τα πρώτα συνθετικά των λέξεων modulator,
demodulator (κωδικοποιητής, αποκωδικοποιητής). Για την επικοινωνία δύο
υπολογιστών χρειάζονται δύο συσκευές μόντεμ: μία που μετατρέπει το ψηφιακό εξερχόμενο
(output) του υπολογιστή-πομπού σε αναλογικά σήματα που μπορούν να ταξιδέψουν
μέσα στο τηλεφωνικό δίκτυο όπως και ένα τηλεφώνημα, και μία που επαναφέρει το
εισερχόμενο τηλεφωνικό σήμα στην ψηφιακή μορφή, για να μπορέσει να το
"καταλάβει" ο υπολογιστής-δέκτης. Όμως, δεν έλειψαν διάφορων ειδών
προβλήματα, καθώς ήταν φανερό ότι τα τεχνικά μέσα της εποχής ήταν ανεπαρκή για
την πραγμάτωση τόσο μεγαλόπνοων σχεδίων.
α) Τα μόντεμs δεν
μπορούσαν να ξεχωρίσουν τις πληροφορίες που έρχονταν από μεγάλη απόσταση, από
τα παράσιτα που τις συνόδευαν. Οι τηλεφωνικές εταιρίες μπόρεσαν να μειώσουν
αρκετά το θόρυβο, ώστε να μην παρεμποδίζει τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις, αλλά
και πάλι τα παράσιτα, που έκαναν δύσκολο το έργο των μόντεμs να ξεχωρίσουν τα 0
και τα 1 του δυαδικού συστήματος, ήταν αρκετά για να καταστρέψουν τη ροή των
πληροφοριών.
β) Τα πρώτα μόντεμs ήταν
αρκετά αργά στην κωδικοποίηση και αποκωδικοποίηση των σημάτων, αλλά καθώς οι
πρώτοι υπολογιστές ήταν κι αυτοί αργοί στη διαχείριση των πληροφοριών, η
δυσαρμονία δεν ήταν πολύ εμφανής. Με την εξέλιξη όμως των Η/Υ και την παράλληλη
στασιμότητα στο χώρο των μόντεμs, το πρόβλημα πήρε σοβαρές διαστάσεις που
αναζητούσαν λύσεις.
γ) Τα τερματικά που
χρησιμοποιήθηκαν για την επικοινωνία των υπολογιστών είχαν ενσωματωμένα τα μόντεμs,
μόνιμα συνδεδεμένα στις τηλεφωνικές γραμμές, ενώ οι τηλεφωνικές εταιρίες
διατηρούσαν το αποκλειστικό δικαίωμα σύνδεσης των μόντεμs. Μια προσωρινή (όπως
αποδείχτηκε) λύση για ένα φορητό μόντεμ ήταν ένα μοντέλο που συνδεόταν με την
τηλεφωνική συσκευή. Έτσι, το μόντεμ μπορούσε να συνδεθεί οπουδήποτε, χωρίς να
χρειάζονται οι μόνιμες καλωδιακές συνδέσεις με τις τηλεφωνικές γραμμές. Με τον
τρόπο αυτό όμως περνούσαν μέσα απ' το τηλέφωνο διάφοροι ήχοι, με συνέπεια να
υπάρχουν λάθη στη μετάδοση των πληροφοριών. Μόνιμη λύση η απευθείας σύνδεση των
μόντεμs σε δίκτυο των τηλεφωνικών γραμμών, που όμως απαγορευόταν απ' τις
τηλεφωνικές εταιρίες.
ΤΡΑΠΕΖΕΣ
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
Η πρόοδος της τεχνολογίας,
η εισαγωγή νέων μέσων μαζικής ενημέρωσης και η ανάγκη εύκολης και αξιόπιστης
μεταφοράς πληροφοριών, έκαναν τα δίκτυα επικοινωνίας Η/Υ μια πραγματικότητα.
Για να επιτευχθεί αυτό, οι τηλεφωνικές εταιρίες, που στο μεταξύ είδαν πόσο
κερδοφόρα ήταν η εκμετάλλευση αυτού του είδους των επικοινωνιών, βελτίωσαν τις
τηλεφωνικές γραμμές, επέτρεψαν την απευθείας σύνδεση των μόντεμs και
χρηματοδότησαν μια σειρά από προγράμματα βελτίωσης της τεχνολογίας τους, ώστε
στο τέλος του 1968 πλήθος ενδιαφερομένων να επικοινωνεί με υπολογιστές ακόμα
και σε απόσταση 9.000 km, σε καθημερινή βάση. Οι συνθήκες ήταν πια κατάλληλες
για την ανάπτυξη των πρώτων τραπεζών πληροφοριών.
Λέγοντας Τράπεζα
Πληροφοριών ή databank, όπως έχει καθιερωθεί διεθνώς να λέγεται, εννοούμε ένα
σύστημα συγκέντρωσης και καταχώρησης ομοειδών πληροφοριών με δυνατότητα εύκολης
διαχείρισης και προσπέλασης των πληροφοριών αυτών απ' τους συνδρομητές τους. Η
τεράστια ποσότητα των αποθηκευμένων πληροφοριών, το ειδικευμένο ανθρώπινο
δυναμικό ταξινόμησης και οι υπολογιστές υψηλής τεχνολογίας που απαιτούνται για
τη δημιουργία και τη λειτουργία μιας Τράπεζας Πληροφοριών, καθιστούν ανέφικτη
μια ανάλογη προσπάθεια συγκέντρωσης των ίδιων πληροφοριών από κάποιον
ενδιαφερόμενο. Όμως, μπορεί να θέσει κανείς υπόψη του τα περιεχόμενα των
Databanks με απλό και οικονομικό τρόπο: αρκεί ένα τερματικό, ένα μόντεμ και
εγγραφή στον κατάλογο συνδρομητών της Τράπεζας. Κατόπιν, μ' ένα πρόγραμμα
επικοινωνίας του οποίου η χρήση είναι απλή και δεν απαιτεί προχωρημένες γνώσεις
Η/Υ, μπορεί όποια ώρα της ημέρας θέλει, απλά καλώντας μέσω του μόντεμ έναν από
τους αριθμούς της Τράπεζας και εισάγοντας τον κωδικό με τον οποίο έχει
εφοδιαστεί κατά την εγγραφή του, να πάρει τις πληροφορίες που θέλει σε κόστος
ανάλογο με το χρόνο που απασχόλησε το σύστημα (το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν
ξεπερνά τις οικονομικές δυνατότητες του μέσου ελεύθερου επαγγελματία).
Για την ομαλή λειτουργία
των Τραπεζών Πληροφοριών έχουν χρησιμοποιηθεί πρωτοποριακές μέθοδοι και ό,τι
καλύτερο τεχνολογικά έχει να παρουσιάσει η επιστήμη της Πληροφορικής. Πιο
συγκεκριμένα, η μέθοδος time-sharing έκανε τον υπολογιστή το κέντρο του
συστήματος που διένημε με διαδοχικά περάσματα τις δυνατότητες του σε
εκατοντάδες τερματικά που μπορεί να βρίσκονταν και σε μεγάλες αποστάσεις. Σε
κλάσματα δευτερολέπτου ο υπολογιστής περνούσε από χρήστη σε χρήστη, δίνοντας σ'
όλους την εντύπωση ότι ασχολείται αποκλειστικά μαζί τους. Οι πιο μακρινοί
χρήστες όμως, συνάντησαν τα προβλήματα με τα παράσιτα στα μόντεμs, ενώ έπρεπε
να πληρώνουν κάποια μάλλον όχι ευτελή ποσά για την επικοινωνία τους. Γι' αυτούς
δημιουργήθηκε απ' την General Electric ένα σύστημα παράλληλης επικοινωνίας
πολλών κεντρικών υπολογιστών τοποθετημένων σε διάφορες περιοχές των ΗΠΑ, με το
οποίο ο καθένας ερχόταν σε επαφή με τους χρήστες της περιοχής του. Το φαινόμενο
των databanks πήρε σταδιακά τέτοιες διαστάσεις, ώστε πολλοί χρήστες να είναι
συνδρομητές σε πολλές Τράπεζες Πληροφοριών που η καθεμία στηριζόταν σε πολλούς
κεντρικούς υπολογιστές διασκορπισμένους κατάλληλα για να εξυπηρετούν και
συνδρομητές σε εκ διαμέτρου αντίθετα μέρη. Πρόβλημα προέκυψε στην ιεράρχηση
μεταξύ των υπολογιστών αυτών και στη συμβατότητα των τερματικών με τις
databanks. Χρήστες που ήταν συνδρομητές σε πολλές Τράπεζες συχνά χρειάστηκε να
έχουν στα γραφεία τους δύο και τρία διαφορετικού τύπου τερματικά (ένα για κάθε
databank). Η ιεράρχηση των υπολογιστών εξασφαλίστηκε με ειδικούς κώδικες επικοινωνίας
και η συμβατότητα μ' ένα κοινό δίκτυο που αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας
του '60 στην Αμερική και μπορούσε να συνδεθεί με δέκα ή περισσότερα είδη
υπολογιστών που βρίσκονταν εγκατεστημένα σε πανεπιστήμια, εργαστήρια και
ινστιτούτα ερευνών.
Και καθώς η διάδοση των
databanks συνεχιζόταν με γεωμετρική πρόοδο, οι βελτιώσεις στο σύστημα
ακολουθούσαν η μία την άλλη. Ο τρόπος μετάδοσης ψηφιοποιημένων πληροφοριών, ενώ
ήταν ιδανικός όταν μεταδίδονταν μεγάλες σε μέγεθος πληροφορίες και εκατομμύρια
bits ακολουθούσαν το ένα το άλλο, όταν ο χρήστης ζητούσε απ' το σύστημα κάποια
επεξεργασία των πληροφοριών ή τη λύση κάποιου προβλήματος σε μια αμφίδρομη
σύνδεση με τον υπολογιστή, ο χρόνος που χρειαζόταν για να πάρει την απάντηση
έμενε ανεκμετάλλευτος, καθώς άλλοι συνδρομητές δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν
την ώρα εκείνη το τμήμα αυτό του συστήματος, ενώ συγχρόνως ο χρήστης χρεωνόταν
το συνολικό χρόνο που απασχόλησε το σύστημα. Για να λυθεί το πρόβλημα αυτό, το
σύστημα εξοπλίστηκε με πολλούς μικρούς, αλλά εξαιρετικά γρήγορους, Η/Υ που
τοποθετήθηκαν σε τακτά διαστήματα κατά μήκος των τηλεφωνικών γραμμών. Οι
υπολογιστές αυτοί ήταν επιφορτισμένοι με το καθήκον πρώτα να τμηματοποιούν τις
πληροφορίες και να τις μεταφέρουν μέχρι το τερματικό-δέκτη, αφού, ο τελευταίος
υπολογιστής του δικτύου πριν το τερματικό, "συναρμολογήσει" τα
τμήματα για να αποδοθούν σωστά οι πληροφορίες.
Το μεγάλο πλεονέκτημα της
μεθόδου αυτής ήταν ότι μπορούσαν να μεταφερθούν συγχρόνως πληροφορίες για
διάφορους χρήστες, χωρίς να μένει κάποιο τμήμα του υπολογιστή ανενεργό. Τα
τμήματα των πληροφοριών όλων των χρηστών ταξίδευαν ανακατεμένα μεταξύ τους,
μέχρι που κάποια απ' αυτά, πριν φτάσουν στον προορισμό τους, επαναποκτούσαν τη
δομή τους απ' τον τελευταίο υπολογιστή που συναντούσαν.
Και για την ιστορία η HELLASLEX
ήταν η πρώτη Τράπεζα Πληροφοριών στην Ελλάδα. Η HELLASLEX λειτουργούσε υπό την εποπτεία
του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και αφορούσε την υποστήριξη του νομικού κόσμου της
Ελλάδας με τη νομική βιβλιογραφία και νομολογία.
Η HELLASLEX είχε συγκεντρώσει τεράστιο νομικό υλικό, όλες τις δημοσιευμένες αποφάσεις
στο Νομικό Βήμα και συνέχιζε να ενημερώνεται. Για την εποχή που λειτούργησε
προσέφερε εξαιρετική βοήθεια στο σύγχρονο δικηγόρο που οι υποχρεώσεις του δεν
του επέτρεπαν να αφιερώνει χρόνο για ατέλειωτο ψάξιμο στις βιβλιοθήκες για μια
απόφαση που τον ενδιέφερε.
Σύντομα τον Δικηγορικό
Σύλλογο ακολούθησαν και άλλες επαγγελματικές ενώσεις έτσι ώστε στην Ελλάδα κάθε
επιστημονικός κλάδος απέκτησε τη δική του Τράπεζα Πληροφοριών.
Από άρθρο του Ξενοφώντα
Αδαμαντίδη στο PC
Master 1991
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου