Οι καταλύτες του πολιτικού κλίματος
Tου Σταυρου Λυγερου
Μπορεί όλοι σχεδόν να κατηγορούν το πολιτικό σύστημα επειδή έριξε τη χώρα στα βράχια, αλλά για το μετά η ελληνική κοινωνία εμφανίζεται διχασμένη. Στη μία όχθη βρίσκονται όσοι θεωρούν ότι το Μνημόνιο είναι ή αναγκαίο κακό ή και αναγκαία θεραπεία, επειδή επιβάλλει αλλαγές τις οποίες οι ελληνικές κυβερνήσεις απέφευγαν να λάβουν από τον φόβο του πολιτικού κόστους. Δεν είναι τυχαίο, βεβαίως, ότι σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν κατά κανόνα εύποροι, το βιοτικό επίπεδο των οποίων δεν θίγεται ή θίγεται οριακά από την κυβερνητική πολιτική.
Στον αντίποδα είναι κυρίως τα μικρομεσαία στρώματα, τα οποία περισσότερο ή λιγότερο έχουν βρεθεί στη μέγγενη. Επίσης, όσοι θεωρούν ότι η υπαγορευόμενη από την τρόικα κυβερνητική πολιτική, στο όνομα της αναγκαίας καταπολέμησης χρόνιων παθογενειών, επιβάλλει νέες δυσμενείς για τον κόσμο της εργασίας κοινωνικοοικονομικές ισορροπίες.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου μπορεί θεσμικά να στηρίζεται στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, αλλά εάν δεν υπήρχε η κοινωνική στήριξη από τους «μνημονιακούς» θα είχε ρηγματωθεί και η θεσμική στήριξη. Στο πολιτικό επίπεδο, η κυβέρνηση επιβιώνει επειδή:
1. Οι αντίπαλοι του Μνημονίου επικαλούνται τις αρνητικές επιπτώσεις της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά δεν έχουν πείσει ότι υπάρχει εναλλακτική πολιτική, ικανή να εγγυηθεί την έξοδο από την κρίση. Με άλλα λόγια, το δίλημμα «Μνημόνιο ή χρεοκοπία» διατηρεί ακόμα σημαντικό μέρος από την εμβέλειά του.
2. Παρά τη μεγάλη φθορά του κυβερνώντος κόμματος, προς το παρόν τουλάχιστον δεν υφίσταται αξιόπιστη εναλλακτική λύση στο πρόβλημα της διακυβέρνησης. Λόγω Σαμαρά, η Ν. Δ. έχει ξαναμπει στο παιχνίδι, αλλά δεν παύει να είναι βαριά τραυματισμένη. Δικαιολογημένα η κοινή γνώμη χρεώνει στην κυβέρνηση Καραμανλή καταλυτικές ευθύνες για την κατάντια της χώρας. Οσο για τα μικρότερα κόμματα, η κοινή γνώμη τα θεωρεί περισσότερο μέρος του προβλήματος.
Το γεγονός ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου διαθέτει κοινωνική έδραση και πολιτικά όπλα δεν σημαίνει ότι έχει εξασφαλίσει μεσοπρόθεσμα την επιβίωσή της. Οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν ότι χάνει συνεχώς έδαφος. Το οικονομικοκοινωνικό κραχ που βιώνουν τα μικρομεσαία στρώματα επηρεάζει καταλυτικά το πολιτικό κλίμα. Η κυβέρνηση χρεώνεται επίσης το γεγονός ότι οι θυσίες δεν κατανέμονται ούτε στοιχειωδώς δίκαια. Αυτό δεν είναι μόνο ηθικό ζήτημα. Είναι και βαθύτατα πολιτικό, επειδή απονομιμοποιεί και υπονομεύει την κυβερνητική πολιτική.
Μέχρι τώρα, το πολιτικό κλίμα διαμορφώθηκε από τον φόβο της χρεοκοπίας και από την ελπίδα πως τα επώδυνα κυβερνητικά μέτρα θα βγάλουν τη χώρα από την κρίση. Η ελπίδα αυτή, όμως, διαψεύδεται. Η οικονομία βυθίζεται στον φαύλο κύκλο της ύφεσης. Η διόγκωση της ανεργίας και η μαζική καταστροφή μικρομεσαίων παράγουν με ταχύ ρυθμό απόγνωση. Η απόγνωση υπερβαίνει πια το πλαίσιο της οικογένειας και τείνει να προσλάβει διαστάσεις μαζικού κοινωνικού φαινομένου, οπότε θα είναι εύκολη η μετάλλαξή της σε τυφλή οργή. Σε τέτοιες συνθήκες, ακόμα και μία ασήμαντη αφορμή μπορεί να προκαλέσει μεγαλύτερη ή μικρότερη κοινωνική ανάφλεξη.
Οσο θα επιβεβαιώνεται ότι η συνταγή δεν βγαίνει τόσο θα επιδεινώνεται το κλίμα στην κοινωνία και όσο αυτό θα επιδεινώνεται τόσο θα οξύνονται οι αντιφάσεις στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ. Ορισμένοι εκτιμούν ότι την άνοιξη τα κοινωνικά ερείσματα της κυβέρνησης θα έχουν συρρικνωθεί και το κλίμα θα έχει οξυνθεί σε τέτοιο βαθμό, που ο Παπανδρέου θα υποχρεωθεί να προκηρύξει πρόωρες εκλογές.
Το σίγουρο είναι ότι η κυβέρνηση έχει εισέλθει σε καθοδική τροχιά και ότι η αποσταθεροποίησή της αργά ή γρήγορα θα εγγραφεί στην ατζέντα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα αναζητηθεί μία άλλη διακυβέρνηση. Στο παρασκήνιο ήδη συζητούνται διάφορα σενάρια.
Ενα σενάριο είναι ο Παπανδρέου να καταφέρει να διευρύνει την κυβέρνησή του με στελέχη κομμάτων και προσωπικότητες του «μνημονιακού» χώρου. Μία τέτοια κίνηση ενδεχομένως να βελτίωνε την αποτελεσματικότητα του σχήματος, αλλά δεν θα εξασφάλιζε κοινωνική συναίνεση.
Ενα δεύτερο σενάριο είναι η συγκυβέρνηση των δύο μεγάλων κομμάτων (ίσως και του ΛΑΟΣ). Οσο η κυβέρνηση Παπανδρέου διαθέτει κοινοβουλευτική πλειοψηφία η Ρηγίλλης μπορεί να αρνηθεί. Δεν θα μπορεί εάν προκηρυχθούν εκλογές και -κατά πάσα πιθανότητα- δεν προκύψει αυτοδυναμία. Τότε, ως κόμμα εξουσίας, η Ν. Δ. είναι υποχρεωμένη να συμπράξει για να αποτραπεί η ακυβερνησία. Ακόμα και αν το κόμμα του έχει έλθει δεύτερο, ο Σαμαράς είναι αποφασισμένος να θέσει ως όρο την εφαρμογή άλλης οικονομικής πολιτικής. Αυτό πρακτικά σημαίνει νέα διαπραγμάτευση με την τρόικα.
Το τρίτο συζητούμενο σενάριο είναι ο σχηματισμός κυβέρνησης κυρίως εξωκοινοβουλευτικών προσωπικοτήτων, η οποία θα στηριχθεί κοινοβουλευτικά τουλάχιστον από τα μεγάλα κόμματα. Οπως, όμως, δήλωσε στην «Κ» παλαίμαχος πολιτικός, «καλή είναι η συνταγή, αλλά δεν βλέπω να υπάρχει μάγειρας να την εκτελέσει».
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_1_09/01/2011_428058
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου