Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ
Γεννημένη πριν από 85 χρόνια στον Βύρωνα, η Ελένη Αρβελέρ έφυγε το 1953 με το πτυχίο της Φιλοσοφικής Αθηνών για το Παρίσι, όπου και διέπρεψε. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας της Σορβόνης, η πρώτη πρύτανης του ίδιου πανεπιστημίου, ενώ κράτησε για ένα φεγγάρι και το τιμόνι του Πολιτιστικού Κέντρου Μπομπούρ. «Οι κοπέλες που ακολουθούσαν ανάλογες σπουδές στα χρόνια μου, είχαν λύσει τα οικονομικά τους προβλήματα, όπως φρόντιζαν να μου υπενθυμίζουν οι καθηγητές μου. Ομως κι εγώ τους το δήλωνα ευθέως: για να κάνω τη ζωή που επιθυμώ, ώς και λεμόνια θα πουλάω!».
Την ιδιότητα της ποιήτριας την αποποιείται. Ως «στιχουργός» συστήθηκε στο κοινό, εξηγώντας τη διάθεσή της ν' αναδείξει «την τραγικότητα πολλών ιστορικών γεγονότων που δεν έχουν καταγραφεί από την επίσημη ιστορία». Η ποίηση το επιτρέπει αυτό, ενώ η επίσημη ιστορία ανταποκρίνεται στην ανάγκη «να επιβεβαιώνεται η αυτοεκτίμησή μας»... Εχοντας αφοσιωθεί στην άρση των παρεξηγήσεων που συνοδεύουν το Βυζάντιο και πεπεισμένη ότι στην χιλιόχρονη ιστορία του αδιάσπαστου αυτού κρίκου ανάμεσα στον αρχαίο και τον σύγχρονο ελληνισμό κρύβεται το κλειδί της εθνικής μας ψυχοσύνθεσης και αυτογνωσίας, η Αρβελέρ αδυνατεί να συμφιλιωθεί με το «παράδοξο»: «Πώς είναι δυνατόν να καταγόμαστε από τη βυζαντινή οικογένεια, και να μην διδασκόμαστε ούτε ένα βυζαντινό κείμενο; Στο σχολειό η αρχαιότητα, στο σπίτι το Βυζάντιο, κι ανάμεσά τους η ελληνική... σχιζοφρένεια!».
Τι έκαναν άραγε οι Βυζαντινοί, όταν χρειάστηκε ν' αντιμετωπίσουν αντίστοιχες με τις δικές μας οικονομικές συνθήκες; «Ε, λοιπόν, το 1081, ο Αλέξιος Κομνηνός δήμευσε ολόκληρη την εκκλησιαστική περιουσία, ενώ κι αργότερα ο Μανουήλ Παλαιολόγος δήμευσε τα κτήματα της Μονής Βατοπεδίου. Και φυσικά, βγήκαν κι εκείνοι στη ζητιανιά. Και πού δεν στράφηκαν οι τελευταίοι Παλαιολόγοι για να επαιτήσουν -σε Παρίσια, Βενετιές, Λονδίνα.. Την ίδια ώρα όμως, οι ενωτικοί έριζαν με τους ανθενωτικούς στην Πόλη...».
Ας παρηγορηθούμε με το ανέκδοτο που ανέσυρε από τη μνήμη της η ελληνίδα ιστορικός, την ώρα που ανίχνευε τους υπόγειους δεσμούς ανάμεσα στο κίνημα του σουρεαλισμού και τη βυζαντινή τέχνη, στο μέτρο που η τελευταία «πριμοδοτούσε μια ιδέα, την αγιοσύνη, κι όχι την πιστή αναπαράσταση της όψης των αγίων»: «Είχα την τύχη να γνωρίσω τον Μπρετόν, σε μια περίοδο που η σύζυγός του ταξίδευε στην Ελλάδα. Πώς και δεν την ακολουθήσατε κι εσείς; τον ρώτησα. Κι ορίστε η απάντησή του: Επί 2.500 χρόνια βρισκόμαστε υπό την κατοχή του ελληνικού πνεύματος. Σιγά μην πάω στην Ελλάδα και στις διακοπές μου!».
Απόσπασμα από το άρθρο της Ελευθεροτυπίας
"Η κληρονομιά του Βυζαντίου" (16.10.2011)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου