ΝΕΑΠΟΛΗ ΚΡΗΤΗΣ 20-31
ΜΑΪΟΥ 1941
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΟΠΩΣ
ΤΗΝ ΕΖΗΣΑ
Απόσπασμα από το προσωπικό ημερολόγιο του πατέρα μου Αντώνη
Γραικιώτη διασκευασμένο από την καθαρεύουσα στην ομιλούμενη ελληνική γλώσσα.
Την 20 Μαΐου 1941 στις 3 ½
μμ στην Νεάπολη Λασιθίου Κρήτης σήμανε συναγερμός με κωδωνοκρουσίες.
Όλοι έτρεξαν στα καταφύγια και στα ορύγματα. Εγώ κοιμόμουνα. Με τον θόρυβο
ξύπνησα, σηκώθηκα από το κρεβάτι, ντύθηκα βιαστικά και τρέχοντας έξω στον
εξώστη είδα τρία εχθρικά αεροπλάνα να διέρχονται από τον Καλαρύτη με κατεύθυνση προς την πόλη. Φωνάζω αμέσως να
κατέβουν από τα δωμάτιά τους, που βρίσκονταν στον πρώτο όροφο, η μητέρα μου
Θεοφάνη Δημ. Γραικιώτη και η σύζυγός μου Μαρίκα και να προφυλαχθούν στο ισόγειο της οικίας μας
όπου υπήρχε μια κουζίνα, που παρείχε κάποια ασφάλεια αφού ήταν το μόνο δωμάτιο που είχε τσιμεντένια οροφή,
δεν είχε εκτεθειμένα κουφώματα και έτσι ήταν προφυλαγμένη από τυχόν βλήματα που
θα έπεφταν.
Εγώ στάθηκα στον εξώστη του άνω ορόφου και παρατηρούσα τα
αεροπλάνα όταν βλέπω να αλλάζουν σχηματισμό και να έρχονται το ένα όπισθεν του
άλλου. Ξαφνικά το ένα περνά μπροστά και τα δύο παρατάσσονται όπισθεν. Αμέσως
κατεβαίνω στο ισόγειο και από το παράθυρο του γραφείου μου παρατηρώ τα
αεροπλάνα όταν ένα από αυτά την στιγμή που ήταν πάνω από το σπίτι μας έριξε την πρώτη του βόμβα. Την είδα να
κατεβαίνει και να λάμπει. Είπα τότε στον πεθερό μου Κωνσταντίνο Τσαγκαράκη, που
στεκόταν δίπλα μου, ότι μας έριξαν βόμβα. Αυτός μου απάντησε «Τίποτα
προκηρύξεις θα ρίχνουν». Όμως η απάντηση
δόθηκε από την έκρηξη της βόμβας , τον πολυβολισμό και την ρίψη μετά 19
συνολικά βομβών από τον σχηματισμό που ευτυχώς έπεσαν εκτός του κέντρου της
πόλης. Μόνο μία έπεσε στο κέντρο της Νεάπολης δίπλα στην Λέσχη της αλλά δεν εξεράγει.
Ανθρώπινα θύματα δεν υπήρξαν παρά μόνο η καταστροφή δύο μικρών οικιών κοντά στο νεκροταφείο.
Την ίδια μέρα (20 Μαΐου)
μετά τον βομβαρδισμό μεταβήκαμε πεζή και χωρίς αποσκευές στον κήπο μας
στη Λατσίδα. Μόλις είχαμε φθάσει ένα άλλο σμήνος αεροπλάνων έκανε την εμφάνισή
του. Τρέξαμε και κρυφθήκαμε κάτω από μια συκιά ενώ τα αεροπλάνα πέρασαν χωρίς
να ανοίξουν πυρ. Δυστυχώς κάποιοι παρευρισκόμενοι χωρικοί, μη έχοντας
συναίσθηση του κινδύνου, άπλωσαν πάνω στα δέντρα κουβέρτες και διάφορα ρούχα
και έτσι ο χώρος αυτός δεν παρείχε πλέον καμιά ασφάλεια. Αναγκαστήκαμε λοιπόν να
φύγουμε από τον χώρο αυτό και να μεταβούμε αρκετά μακρύτερα σε ένα μύλο μας που
βρισκόταν σε ένα κτήμα μας στο βάθος μιας ρεματιάς. Ο μύλος καλυπτόταν από ένα
παρακείμενο τεράστιο πλάτανο και έτσι δεν φαινόταν και μας δημιουργούσε μια
αίσθηση ασφάλειας.
Επιδοθήκαμε αμέσως, με κλάδους πλατάνου, στον καθαρισμό του
μύλου από την κοπριά των βοδιών που σταβλίζονταν κάποτε εκεί και έτσι νηστικοί
και ανήσυχοι περάσαμε εκεί την πρώτη μας νύκτα.
Την επόμενη μέρα φροντίσαμε να μεταφέρουμε στο μύλο λίγα
ρούχα και τρόφιμα από το σπίτι μας στην Νεάπολη που απείχε 20 λεπτά με τα
πόδια.(*)
Οι επιδρομές των αεροπλάνων συνεχίζονταν νυχθημερόν και τα
πολυβόλα των αεροπλάνων γάζωναν την περιοχή και ιδίως τους λόφους που
βρισκόντουσαν πάνω από τον μύλο και όπου είχαν καταφύγει πάρα πολλοί κάτοικοι
της Λατσίδας και της Νεάπολης. Ευτυχώς ως εκ θαύματος θύματα δεν υπήρξαν.
Μια μέρα επανήλθαμε στη Νεάπολη για να πάρουμε ρούχα και καθ’
οδόν και πλησίον της οικίας Κοζύρη μας πρόφθασαν αεροπλάνα ερχόμενα από την
Μίλατο και η σύζυγός μου, που ήταν έγκυος, φοβήθηκε πάρα πολύ. Προλάβαμε όμως
και κρυφθήκαμε κάτω από μια μικρή λεμονιά και αποφύγαμε τον κίνδυνο.
Την 29η Μαΐου 1941 γύρω στις 2 μμ έγινε άγριος
βομβαρδισμός της Νεάπολης από εχθρικά αεροπλάνα και ριχτήκανε μέσα στην πόλη
πολλές βόμβες. Πολλές έπεσαν κοντά στο σπίτι μας όπου βρισκόταν η γιαγιά της
συζύγου μου Μαρίκας, η Μαρία Σφακιανάκη, που τραντάχθηκε ευρισκόμενη στο
προαύλιο της οικίας μας και εκ του φόβου της αποφάσισε να έλθει να μας βρει στη Λατσίδα
αργότερα.
Την ίδια μέρα τα αεροπλάνα πολυβόλησαν και την περιοχή γύρω από
το μύλο. Είδαμε τα γερμανικά αεροπλάνα να κατεβαίνουν και να πετούν σε πολύ μικρό ύψος από το έδαφος - σχεδόν εφάπτονταν
των δένδρων - ενώ έριχναν καταιγισμό χειροβομβίδων. Τότε επειδή
τρομοκρατηθήκαμε όταν πλέον σταμάτησε ο πολυβολισμός και ο βομβαρδισμός της περιοχής
μας – που σημειωτέον είχε θύματα τρεις γυναίκες από το Βραχάσι - μεταβήκαμε στο
χωριό Λατσίδα και διανυκτερεύσαμε εκεί σε μια οικία.
Την επομένη 30 Μαΐου και περίπου στις 5 το πρωί έφυγα για την
Νεάπολη και βρήκα την πόλη έρημη με αρκετά ερείπια από τον προηγηθέντα βομβαρδισμόν,
με σπασμένα γυαλιά σκορπισμένα στους
δρόμους, με τα ρολά των καταστημάτων κατεστραμμένα και τα πάντα
εγκαταλελειμμένα στην τύχη τους. Προχώρησα στην οικία μας και την βρήκα κλειστή
και αυτό με ανησύχησε καθώς φοβήθηκα για την τύχη της γιαγιάς Μαρίας
Σφακιανάκη. Την στιγμή όμως εκείνη ερχόταν στην πόλη ο υιός του κ. Μαγκώνη και
μου είπε να μην ανησυχώ γιατί είδε την
γιαγιά να πηγαίνει στη Λατσίδα για να μας συναντήσει. Αφού μπήκα στο σπίτι και
διαπίστωσα ότι δεν είχαμε πάθει σοβαρές ζημιές πέρα μόνον από την καταστροφή
των τζαμιών και των κεραμιδιών και έφυγα και κατευθύνθηκα στο κέντρο της πόλης όπου
και βρήκα τον υιό Μαγκώνη από τον οποίο ζήτησα να παραλάβει από το σπίτι μας το
ραδιόφωνο και να το προφυλάξει σπίτι του.
Κατόπιν πήγαμε μαζί στην Λέσχη όπου βρήκαμε τα πάντα
κατεστραμμένα. Ακολούθως μεταβήκαμε στο ταχυδρομείο όπου βρήκαμε τον Α.
Μαζούρην που εργαζόταν και στο τυπογραφείο.
Διαπιστώσαμε τελικά ότι στην περιοχή της πλατείας ήμασταν μόνο εμείς και ο
Επίσκοπος Πέτρας Διονύσιος Μαραγκουδάκης που βρισκόταν με το ποίμνιό του μέχρι
του μεγίστου των κινδύνων, φρουρός ακοίμητος της πίστης, της πατρίδας,
παρήγορος και υπερασπιστής και πραγματικός ιεράρχης και Έλλην πατριώτης. Μετά
από ολίγον φάνηκε και ο μοίραρχος Κουδουμάκης την στιγμή ακριβώς που ο Μαζούρης
είχε λάβει τηλεγράφημα από τις Αρχάνες προς παράδοση της πόλης εις τον εχθρό
άλλως πως αυτή θα βομβαρδιζόταν. Αφού ειδοποιήθηκαν οι αρμόδιοι έγινε η
ανακωχή. Όμως αξιωματικοί δεν υπήρχαν και όλοι είχαν σκορπίσει.
Στις 3 το μεσημέρι της 31ης Μαΐου 1941 εισήλθαν
στην Νεάπολη τα Γερμανικά στρατεύματα με μοτοσυκλέτες. Στάθμευσαν για λίγο στην
πλατεία της Νεάπολης και, εις αγανάκτηση των ελλήνων πολιτών, χειροκροτήθηκαν
από τις ευρισκόμενες στην Λέσχη της Νεάπολης θεραπαινίδες της Φρειδερίκης
συζύγου του διαδόχου Παύλου, που τις είχε εγκαταλείψει εκεί επειδή ήσαν
γερμανίδες. Οι Γερμανοί έριξαν ένα βλέμμα απλώς στους Έλληνες αξιωματικούς που
είχαν συγκεντρωθεί μπροστά από το άγαλμα της Ελευθερίας για την παράδοση και
αναχώρησαν προς Άγιο Νικόλαο. Εκεί θα συναντούσαν τον Ιταλικό Στρατό που
επρόκειτο να αναλάβει την κατοχή του νομού Λασιθίου μέχρι τα στενά στον Αι
Γιώργη στο Σεληνάρι.
(*) (Σημείωση Κων/νου Γραικιώτη : Το
αναφερόμενο κτήμα της ρεματιάς και ο μύλος δεν υπάρχουν σήμερα. Η ρεματιά
μπαζώθηκε όταν κατασκευάστηκε η σήραγγα Βραχασίου, προκειμένου να περάσει η
εθνική οδός Ηρακλείου-Αγίου Νικολάου. Ο μύλος και το κτήμα, γεμάτο αμυγδαλιές
και καρυδιές, βρισκόταν κοντά στην έξοδο της σήραγγας προς την πλευρά της
Νεάπολης και θάφτηκε κάτω από τον όγκο των χωμάτων).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου