Δεν ξέρω αν κάνω λάθος, αλλά νομίζω ότι αυτό το Πάσχα που περάσαμε ήταν από τα πιο κρίσιμα, για να μην πω και από τα πιο ζόρικα της ζωής μας. Το ίδιο για εκείνους, τους λίγους, τους βολεμένους και «περαβρέχηδες», χωρίς βέβαια η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα για το «αύριο», που έρχεται κατάφορτο από απειλές να μην τους αφήνει να έχουν έναν πολύ ήρεμο ύπνο, όπως και για τους άλλους, τους περισσότερους, που η κάθε επομένη που ξημερώνει, έρχεται με μια κατάσταση πιο αγριεμένη και ανήσυχη.
Οριακό και σημαδεμένο το φετινό Πάσχα και ανόρεχτο το λαμπριάτικο τραπέζι. Όχι ότι πριν από ένα χρόνο, η πασχαλινή μπουκιά πήγε κάτω πιο ξένοιαστα ή τουλάχιστον με λιγότερη αγωνία, αλλά η φετινή, με την τηλεόραση μονίμως ανοιχτή, μήπως κάτι καινούργιο «χαρούμενο» μας ξεφουρνίσει και το χάσουμε, ήταν ασφαλώς η χειρότερη. Κι αυτό επειδή τόσα πολλά χειρότερα και σε τέτοιο πακέτο όλα μαζί δεν μας έχουν ξανατύχει.
Ούτε
εκείνη την αποφράδα πασχαλιάτικη Κυριακή, που εμείς οι παλιότεροι
είδαμε τον αγκυλωτό σταυρό του Γ' Ράιχ να αναδιπλώνεται προκλητικός στον
βράχο της Ακρόπολης. Ούτε όταν οι ερπύστριες των μηχανοκίνητων του
φαιδρού Παττακού έκαναν θρασύτατα την περατζάδα τους έξω από τη γυψωμένη
Βουλή, επιβεβαιώνονται τη δέσμευση της Δημοκρατίας. Και δεν ήταν τόσο
πικρή εκείνη η πασχαλιάτικη γεύση, παρά τη θριαμβολογούσα στη διαπασών
«Ιτιά», επειδή στην όση μελαγχολία που δημιουργούσαν τα γεγονότα,
κρυβόταν από κάτω η ελπίδα ότι αργά ή γρήγορα θα τελείωναν εκείνες οι
περιπέτειες και η χαμηλόφωνη ευχή περί «καλής λευτεριάς» μας έδινε
κουράγιο ότι θα γυρίσουν τα πράγματα στους κανονικούς τους ρυθμούς.
Και
θυμηθείτε, για όσους τις ζήσατε εκείνες τις ελληναράδικες όσο και
αλησμόνητες ημέρες, που με τον ίδιο ενθουσιασμό και την ίδια ανακούφιση
ξεχυθήκαμε στους δρόμους, τη μια όταν βεβαιωθήκαμε ότι και ο τελευταίος
Γερμανός είχε εξαφανιστεί και την άλλη όταν πάλι ο ίδιος λαός ξαναβγήκε
στους δρόμους για να υποδεχτεί τον Καραμανλή, που ξημερώματα γύρισε από
την αυτοεξορία του ξαναζωντανεύοντας την υπνωτισμένη Δημοκρατία. Άσχετα
με το αν και οι δύο αυτές «αφυπνίσεις» έγιναν κάτω από συνθήκες κάθε
άλλο παρά ομαλές. Η πρώτη συνοδευμένη με έναν εμφύλιο πόλεμο που μας
φόρτωσε με τόσα δεινά που πολλά από τα σημάδια τους παραμένουν ακόμα.
Και η δεύτερη, η πιο πρόσφατη, με μια πυραμίδα λαμογιάς και σκανδάλων,
που δεν άργησαν να μας φέρουν στη σημερινή θλιβερή μας κατάσταση.
Και χρησιμοποιώ τον όρο της «θλιβερής» επειδή όταν η μοναδική ευχή και υπόσχεση των κομμάτων στις τωρινές εκλογές είναι ότι «θα τα καταφέρουμε», λεγμένο κι αυτό με μισό στόμα, όπως όταν λέμε στον ετοιμοθάνατο «ο θεός είναι μεγάλος», χωρίς το ύφος του παρευρισκόμενου γιατρού να επιβεβαιώνει την ευχή. Και ποίοι είναι αυτοί που μας βεβαιώνουν ότι «θα τα καταφέρουν», λες και μια κυβέρνηση που θέλει να βγει από τα αδιέξοδα και την απελπισία της χρειάζεται καταφερτζήδες και ελαφροχέρηδες για να πάρουν στο χέρι τους την κυβερνητική τράπουλα και να παίξουν τον ρόλο του παπατζή βάζοντας τελικά τη μίζα στην τσέπη τους. οι ίδιοι που σε προηγούμενες εκλογές το σύνθημα τους ήταν το «για ακόμα καλύτερες ήμερες» από τους αισιόδοξους της πασοκικής παράταξης και το «υπάρχει μια καλύτερη Ελλάδα», από τους ονειροπόλους της Νέας Δημοκρατίας, ως να μην το γνωρίζαμε ότι και βέβαια θα τη θέλαμε αλλά εμείς έτσι από ιδιοτροπία δεν τη διαλέγαμε. Και όσο για τα λεφτά που έτρεχαν ποταμηδόν από τα μπατζάκια μας στις «καλές ημέρες» που μόνο στα λόγια τις είδαμε, τώρα με τη συνέχεια του ίδιου κόμματος, τα καλά και τα αγαθά, εκτός από τα μπατζάκια μας, θα έτρεχαν και από την όποια άλλη τρύπα μας...
Και χρησιμοποιώ τον όρο της «θλιβερής» επειδή όταν η μοναδική ευχή και υπόσχεση των κομμάτων στις τωρινές εκλογές είναι ότι «θα τα καταφέρουμε», λεγμένο κι αυτό με μισό στόμα, όπως όταν λέμε στον ετοιμοθάνατο «ο θεός είναι μεγάλος», χωρίς το ύφος του παρευρισκόμενου γιατρού να επιβεβαιώνει την ευχή. Και ποίοι είναι αυτοί που μας βεβαιώνουν ότι «θα τα καταφέρουν», λες και μια κυβέρνηση που θέλει να βγει από τα αδιέξοδα και την απελπισία της χρειάζεται καταφερτζήδες και ελαφροχέρηδες για να πάρουν στο χέρι τους την κυβερνητική τράπουλα και να παίξουν τον ρόλο του παπατζή βάζοντας τελικά τη μίζα στην τσέπη τους. οι ίδιοι που σε προηγούμενες εκλογές το σύνθημα τους ήταν το «για ακόμα καλύτερες ήμερες» από τους αισιόδοξους της πασοκικής παράταξης και το «υπάρχει μια καλύτερη Ελλάδα», από τους ονειροπόλους της Νέας Δημοκρατίας, ως να μην το γνωρίζαμε ότι και βέβαια θα τη θέλαμε αλλά εμείς έτσι από ιδιοτροπία δεν τη διαλέγαμε. Και όσο για τα λεφτά που έτρεχαν ποταμηδόν από τα μπατζάκια μας στις «καλές ημέρες» που μόνο στα λόγια τις είδαμε, τώρα με τη συνέχεια του ίδιου κόμματος, τα καλά και τα αγαθά, εκτός από τα μπατζάκια μας, θα έτρεχαν και από την όποια άλλη τρύπα μας...
Διαβάζοντας τα ονόματα των υποψηφίων που ζητούν την εμπιστοσύνη μας στις 6 Μάιου, βλέπουμε ότι ο εμπαιγμός, αν όχι και η «ομερτά» στα χρόνια της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ συνεχίστηκε, όταν είδαμε τον εξευτελισμό του Άκη Τσοχατζόπουλου να οδηγείται «δεμένος» στον εισαγγελέα και δεν κατάλαβα για λόγους ποιας μεγαλοψυχίας, χωρίς χειροπέδες στον εισαγγελέα, αντίθετα με τους συνενόχους του που έχουν συνήθως και όλοι οι «φερόμενοι», ως ένοχοι ενός κακουργήματος. Με βαρύτατες κατηγορίες, όχι για ένα «δωράκι., που έτσι ανοιχτόχερα του το επέτρεπε το «μεγάλο αφεντικό», ο Ανδρέας Παπανδρέου (άλλος καλός και συχωρεμένος), αλλά για ένα όργιο εκμετάλλευσης της κυβερνητικής θέσης και με έναν προκλητικό τρόπο ζωής που μόνο η επιπολαιότητα και τελικά και η ανοησία μπορούν να τις δικαιολογήσουν.
Σε προηγούμενες Κυριακές, αφήσαμε να φανεί η καλή μας διάθεση για την εκλογή του κ. Βενιζέλου ως προέδρου μιας καινούργιας εποχής του ΠΑΣΟΚ, αλλά που δεν άργησε να την ακολουθήσει η απογοήτευση όταν ανακοινώθηκαν τα ονόματα που θα τον πλαισιώσουν.
Δεν είχαν διατελέσει υπουργοί, οι περισσότεροι μάλιστα με μονιμότητα, όταν ήταν ομοτράπεζοι μαζί του στο ίδιο κυβερνητικό τραπέζι; Δεν τον έβλεπαν; Δεν τα ήξεραν; Δεν τα μάθαιναν όταν ακόμα και ο βήχας ενός διακεκριμένου γίνεται γνωστός στους «στενούς κομματικούς γείτονες» πριν ο άλλος προλάβει να ξαναβάλει το μαντίλι στην τσέπη του, πόσο μάλλον όταν αυτός ο διακεκριμένος υπογράφει για την προμήθεια υποβρυχίων που γέρνουν και δεν σηκώνεται ένας να του πει «ε, σύντροφε, τι γίνεται εδώ;», για να μάθουμε και εμείς που σήμερα πληρώνουμε τα σπασμένα; Ούτε ο κ. Ρέππας; Ούτε ο κ. Σκανδαλίδης; Ούτε ο κ. Πρωτόπαπας ούτε και τόσοι άλλοι που σαν στρείδια έχουν κολλήσει στη «θαλάμη» της Βουλής, επιμένοντας να παραμείνουν και δικαιολογώντας τη σιωπή τους με το νόμο της «ομερτά».
Αλλά αν θέλουμε ένα κράτος να κυβερνάει με τους νόμους της μαφίας, τότε καλύτερα να φωνάξουμε τον Παλαιοκώστα να αναλάβει, που ξέρει καλύτερα, ή τον Πάσαρη να μας τον στείλουν πίσω οι Ρουμάνοι για να μην του πληρώνουν και τα έξοδα της φυλακής τους.
ΠΑΡΟΝ 22.4.2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου